Η Κοσμογονία των αρχαίων Ελλήνων

1 Σεπτεμβρίου 2020

Ο ανθρώπινος νους προσπάθησε να δώσει απάντηση στα μεγάλα κοσμολογικά ερωτήματα δημιουργώντας βήμα-βήμα την επιστήμη της Κοσμολογίας, που ασχολείται με την επιστημονική διερεύνηση του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος του Σύμπαντος, μέσω της μελέτης της κατανομής της ύλης και της ενέργειάς της στον χώρο και τον χρόνο.

 
 
 
 

Αστεροειδής γαλαξίας στον αστερισμό του Κηφέα.

Σήμερα, παρά το πλήθος των πληροφοριών που λαμβάνουμε συνεχώς για το Σύμπαν, με τα υπερσύγχρονα αστρονομικά όργανα και τα δορυφορικά παρατηρητήρια, εντούτοις βασικά κοσμολογικά προβλήματα παραμένουν ώς έχουν. Οι γνώσεις μας εξακολουθούν να είναι μάλλον λιγοστές και αδυνατούν να δώσουν μία σαφή και τελική απάντηση σε μια σειρά ερωτημάτων, τα οποία από τα πανάρχαια χρόνια απασχολούσαν, και βέβαια απασχολούν ώς σήμερα, την ανθρώπινη σκέψη.

α) Πώς και γιατί δημιουργήθηκε το Σύμπαν;

β) Τί υπήρχε πριν; Πριν δηλαδή υπάρξει η συμπαντική δημιουργία;

γ) Πώς εξελίσσεται και πού θα καταλήξει το γιγάντιο αυτό δημιούργημα;

Ι. Οι κοσμολογίες των αρχαίων ανατολικών λαών

Ο κοσμολογικός μύθος των Βαβυλωνίων

Από το απέραντο χάος που κυριαρχούσε παντού, σύμφωνα με τις βαβυλωνιακές απόψεις, γεννήθηκαν ο θεός Απσού και η οφιοειδής Τιαμάτ. Στην συνέχεια, με την πάροδο των κοσμικών περιόδων, γεννήθηκαν από την ένωσή τους καινούργιοι θεοί, που κάποτε αμφισβήτησαν την πρωτοκαθεδρία του Απσού. Έτσι, ο δυνατός Έα, κατόρθωσε αρχικά να ρίξει σε βαθύ ύπνο τον Απσού και μετά να τον σκοτώσει. Η θεά Τιαμάτ, θέλοντας να εκδικηθεί για τον θάνατό του, εξολόθρευσε σχεδόν όλους τους άλλους θεούς, ενώ παράλληλα προσπάθησε να γίνει αυτή η απόλυτη κυρίαρχος του Σύμπαντος. Οι επιζήσαντες θεοί αντέδρασαν και τελικά, ο Μαρντούκ, ο γιός του Έα, αντιστάθηκε σθεναρά στην Τιαμάτ, μονομάχησε μαζί της και τελικά κατόρθωσε να την νικήσει. Ο κυρίαρχος πλέον Μαρντούκ έκοψε στα δυο το οφιοειδές κορμί της ηττημένης θεάς. Από το ένα κομμάτι δημιούργησε την Γή και από το άλλο σχημάτισε τον εξώτατο θόλο του ουρανού, προκειμένου να εμποδίσει τα άνω ύδατα να την πλημμυρίσουν. Επίσης, έφτιαξε τους ανθρώπους, ζυμώνοντας χώμα με το αίμα του Κινγκού, του θεού βοηθού της Τιαμάτ, ώστε οι κάτοικοι της Γής να φέρουν και το θεϊκό στοιχείο μέσα τους, αλλά ταυτόχρονα να υπηρετούν τους νικητές θεούς.

Ο ουρανός ήταν διαιρεμένος σε τρεις θόλους. Ο εξώτατος, που εμπόδιζε τα κοσμικά ύδατα να πλησιάσουν και να πλημμυρίσουν την Γή, ήταν η κατοικία του υπέρτατου θεού Ανού· ο μεσαίος θόλος ήταν η κατοικία του Μαρντούκ, ενώ στον κατώτατο θόλο κυριαρχούσαν οι αστερισμοί, που ήταν τα ομοιώματα των θεών.

Ομοίως και η Γή διαιρέθηκε σε τρεις ζώνες. Η πρώτη ήταν η κατοικία των ανθρώπων, η δεύτερη αντιπροσώπευε το βασίλειο του θεού των υδάτων Έα, ενώ η κατώτατη ήταν η κατοικία των θεών του Κάτω Κόσμου.

Η κοσμολογία των αρχαίων Αιγυπτίων

Στην κοσμολογία των αρχαίων Αιγυπτίων υπέρτατος θεός και δημιουργός του Κόσμου θεωρείται ο Ρά, η φωνή του οποίου ήταν το πρώτο στοιχείο της Δημιουργίας. Ο Ρά μόνο με τον λόγο του έκανε να γεννηθεί το φως, να δημιουργηθεί η Γή και να σχηματιστούν ο αέρας και το νερό. Παράλληλα ο λόγος του Ρά έφθασε μέχρι την Γή, ζυμώθηκε με το χώμα και την λάσπη του Νείλου, και μ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε η βλάστηση, τα φυτά, τα ζώα, ο άνθρωπος, καθώς και η έρημος. Έτσι, η ζωογόνος ορμή του θείου λόγου του Ρά μένει για πάντα εγκλωβισμένη με την μορφή δυναμικής ενέργειας και πνεύματος σε κάθε υλικό σώμα.

Το Σύμπαν, σύμφωνα με τις αιγυπτιακές απόψεις, παρομοιαζόταν με ένα ορθογώνιο κιβώτιο. Το πάτωμα ήταν η Γή, η χώρα τους η Αίγυπτος, και η οροφή του ο ουράνιος θόλος, που ήταν το επιμηκυμένο σώμα της θεάς Νούτ, τα χέρια και τα πόδια της οποίας, στηριγμένα πάνω στην Γή, αποτελούσαν τους τέσσερις στύλους του στερεώματος. Γύρω από το κοσμικό κιβώτιο κυλούσε ένας τεράστιος ποταμός. Ο Ήλιος και η Σελήνη ταξίδευαν συνεχώς με τα καΐκια τους, πάνω στα ήρεμα νερά του και χάνονταν σε σπηλιές που υπήρχαν στις όχθες του. Οι πλανήτες περιφέρονταν πάνω στον ποταμό Γαλαξία. Κάθε δεκατέσσερις ημέρες ένα αγριογούρουνο έτρωγε αργά αργά την Σελήνη, και έτσι δικαιολογούσαν τις φάσεις της, ενώ, αν το αγριογούρουνο ήταν πολύ πεινασμένο, έτρωγε μεμιάς την Σελήνη. Μ’ αυτόν τον τρόπο εξηγούσαν την σεληνιακή έκλειψη.

Ο κοσμολογικός μύθος των Ινδών

Η κοσμολογία των Ινδών περιέχεται στις Βέδες, στα ιερά βιβλία των Ινδουιστών όπου -μέσα από μια σειρά ύμνων- κυριαρχεί η αντίληψη ότι στην πρωταρχική μορφή του το Σύμπαν βρισκόταν σε κατάσταση λήθαργου. Από τον λήθαργο αυτό το ξύπνησε το υπέρτατο πνεύμα, γονιμοποιώντας το με το θεϊκό του σπέρμα. Τότε δημιουργήθηκε το κοσμικό αυγό, που έλαμπε σαν λαμπρό αστέρι, σκορπώντας γύρω του εκτυφλωτικές ακτίνες. Στην συνέχεια το ενεργειακό αυτό αυγό έσπασε, μέσα σε μια τρομακτική έκρηξη, και χωρίστηκε αφενός μέν σε δυο μεγάλα κομμάτια που έφτιαξαν τον Ουρανό και την Γή, αφετέρου δε και σε πολλά άλλα μικρότερα που έφτιαξαν το κάθε τί μέσα στο Σύμπαν.

Οι άνθρωποι, σύμφωνα με τις ινδουιστικές απόψεις, δεν ήταν όλοι ίσοι και αυτό επειδή δημιουργήθηκαν από διαφορετικά κομμάτια του μεγάλου βραχμάνου. Έτσι, οι ιερείς φτιάχτηκαν από το στόμα του, οι πολεμιστές από τα χέρια του, ενώ από τους μηρούς του οι εργάτες. Τέλος, από το άκρο του ποδιού του φτιάχτηκαν οι παρίες, και ως εκ τούτου θεωρούνται κατώτεροι άνθρωποι.

Σύμφωνα με τους Ινδουιστές, η υπέρτατη θεότητα εμφανίζεται σε μία θεία αδιαίρετη τριάδα, που προσωποποιείται στις ακόλουθες τρεις υποστάσεις:

α) του θεϊκού Βράχμα, ο οποίος είναι η ουσία της δημιουργού ενέργειας του Σύμπαντος.

β) του εξολοθρευτή Σίβα, που εκφράζει τις διαδικασίες της φυσικής αποσύνθεσης των πάντων, και

γ) του σωτήρα Βισνού, ο οποίος απεικονίζει τις φυσικές λειτουργίες επανασύνθεσης, που διαδέχονται τις διαδικασίες φθοράς, τις οποίες προκαλεί ο Σίβα.

Μελετώντας τις κοσμογονικές δοξασίες των Ινδών περί γενέσεως και συγκροτήσεως του Σύμπαντος, δε διαφεύγει της προσοχής μας η αναφορά, έστω και μυθολογική, στις διαδικασίες της Μεγάλης Έκρηξης και της δημιουργίας του Σύμπαντος ως φυσικό επακόλουθό της, πράγμα που θα συναντήσουμε και στην αντίστοιχη ελληνική Ορφική Κοσμολογία.

Ο κοσμολογικός μύθος των Κινέζων

Οι αρχαίοι κινέζικοι κοσμογονικοί μύθοι αναφέρουν ότι δημιουργός του Σύμπαντος ήταν ο παντοδύναμος θεός-μάγος Πάν-Κου. Συνεπώς, κάθε τί στον ορατό κόσμο όφειλε την ύπαρξή του σ’ αυτόν. Ο Πάν-Κου έδωσε μορφή στον κόσμο μετά από μια συνεχή και κοπιώδη προσπάθεια 18 χιλιάδων ετών. Όλα τα στοιχεία της γής σχηματίστηκαν από το σώμα του. Πράγματι, ως υλικά οικοδόμησης της αχανούς δημιουργίας χρησιμοποίησε κομμάτια από το θεϊκό Είναι του. Τα άστρα του ουρανού φτιάχτηκαν από τα οστά του, η βλάστηση από το τρίχωμά του, το έδαφος από την σοφία του, τα ποτάμια από τις φλέβες του, ο αέρας από την πνοή του και ο κεραυνός από την βροντερή φωνή του. Και μόνο ο άνθρωπος, κατά περίεργο τρόπο, ήταν ξένος από το θεϊκό πρόπλασμα, αφού προήλθε από τα έντομα που κάθονταν πάνω στο κορμί του.

Βεβαίως, στις μεταγενέστερες κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις των Κινέζων, ο φυσικός κόσμος και ο άνθρωπος αποτελούσαν ένα ενιαίο και αδιάσπαστο αρμονικό σύνολο. Σύμφωνα με τις απόψεις αυτές δεν ήταν αποδεκτή η ύπαρξη δημιουργού του κόσμου, αλλά η ύπαρξη μιάς πρωτογενούς υπέρτατης αιτίας, που συμβατικά αποκαλούνταν Ταό. Ο αισθητός κόσμος, σύμφωνα με τον ταοϊσμό, αλλά και όλες οι ενέργειες του Σύμπαντος εμφανίζονται μέσω δυο διαμετρικά αντίθετων δυνάμεων, του yin και του yang. Τα δυο αυτά στοιχεία -σύμφωνα με την αρχαία φιλοσοφία της Απω Ανατολής- εκφράζουν τον δυαδισμό του Σύμπαντος: ύλη και πνεύμα, ουρανός και γή, μέρα και νύχτα, φως και σκοτάδι, δημιουργία και καταστροφή, φωτιά και νερό κ.ά. Η ύπαρξη του δυαδισμού δείχνει ότι η ζωή είναι γεμάτη αντιθέσεις. Όλες αυτές οι αντιθέσεις, χάρη στην συνεχή κίνηση του Σύμπαντος, εναρμονίζονται σε μια τέλεια ισορροπία.

Στην ιδανική τάξη των μαντικών συμβόλων το yin είναι παθητικό, υδάτινο, χαρακτηρίζει την θηλυκή ικανότητα της σύλληψης, το σκοτάδι, την γή, το κρύο, και αντιπροσωπεύει την Σελήνη. Θεωρείται ότι αναπτύσσεται το φθινόπωρο και τον χειμώνα. Στο yin αντιστοιχούν οι άρτιοι αριθμοί και το μαύρο χρώμα. Ετυμολογικά σημαίνει την όχθη ενός ποταμού που σκιάζεται από ένα βουνό. Το yang είναι δραστήριο, πύρινο, χαρακτηρίζει την αρσενική ικανότητα για τεκνοποιία, το φως, τον ουρανό, την θερμότητα και αντιπροσωπεύει τον Ήλιο. Θεωρείται ότι αναπτύσσεται την άνοιξη και το καλοκαίρι. Στο yang αντιστοιχούν οι περιττοί αριθμοί και το κόκκινο χρώμα. Όπως αναφέρει ο Γάλλος εθνολόγος Marcel Granet, το yin και το yang, στην ημερολογιακή τους χρήση, παρουσιάζονται ως οι αρχές που διέπουν τον ρυθμό των τεσσάρων εποχών του έτους. Οι Κινέζοι λόγιοι -αστρονόμοι και χρονομέτρες- τους εμπιστεύθηκαν αυτό τον ρόλο, επειδή ως σύμβολα είχαν την δημιουργική δύναμη να ζωντανεύουν τον ρυθμό ζωής, που είχαν υιοθετήσει από παλιά οι Κινέζοι (La réligion des Chinois, 1992, p. 57). Οι διαλεκτικές του yin και του yang είναι η διπλή εκδήλωση της μιάς και μόνης αιώνιας, αδιαίρετης και υπερβατικής αρχής: Ταό (=ο δρόμος).

Ο κοσμολογικός μύθος των Dogon

Ο αναμνηστικός εορτασμός του κοσμολογικού μύθου των Dogon, μιάς μάλλον απομονωμένης φυλής στο Μάλι της Δ. Αφρικής, δίνει στην κοινότητά τους την δυνατότητα αφενός μέν της εισδοχής στον πραγματικό χώρο και χρόνο, αφετέρου δε της συμμετοχής σ’ αυτόν, ενώ, παράλληλα, καθιστά τα μέλη της φυλής ικανά να καθορίσουν με ένα ορισμένο τρόπο την πολιτιστική τους ζωή. Ο κοσμολογικός μύθος της φυλής είναι μάλλον πολύπλοκος και ιδιόμορφος για μια απομονωμένη φυλή που αριθμεί μόνο 200.000 μέλη.

Η Κοσμογονία τους περιλαμβάνει την ιδέα της δημιουργίας του Κόσμου από ένα υπέρτατο όν, τον θεό-δημιουργό Αμμα. Στον κοσμογονικό μύθο της φυλής, η δημιουργός θεότητα δημιουργεί πρώτα το κοσμικό αυγό. Το κοσμικό αυγό, που απαντάται σε κοσμογονικούς μύθους ποικίλων πολιτισμών, από τους Ορφικούς στην αρχαία Ελλάδα και τον ινδουιστικό μύθο στις Ινδίες μέχρι τους Αϊνού στην Ιαπωνία, είναι το γενικό σύμβολο της ολότητας, απ’ όπου προέρχεται η δημιουργία όλης της πλάσης. Είναι η πρωταρχική μήτρα, που εμπεριέχει εν εαυτή τα σπέρματα της δημιουργίας. Εντός του κοσμικού αυγού υπάρχουν οι διεργασίες ενός τέλειου ή περισσότερων του ενός τέλειων πλασμάτων, εν γένει ερμαφρόδιτων. Το κοσμικό αυγό, εκτός από σύμβολο της έναρξης της ζωής, είναι ταυτόχρονα και σύμβολο δημιουργίας και αναγέννησης μιάς νέας ζωής. Ο θεός Αμμα αρχίζει την δημιουργία τοποθετώντας μέσα στο κοσμικό αυγό ένα εμβρυϊκό ζεύγος διδύμων, καθένα από τα οποία αποτελείται από ένα αρσενικό και ένα θηλυκό. Κατά την διαδικασία της ωρίμανσης του κοσμικού αυγού τα δίδυμα είναι ενωμένα, έτσι που να σχηματίζουν ερμαφρόδιτα όντα, τα τέλεια δημιουργήματα που θα κατοικήσουν τον κόσμο. Ένα από τα δίδυμα, όμως, φαίνεται πως θέλει να κυριαρχήσει στην όλη δημιουργία και προσπαθεί να εξέλθει από το κοσμικό αυγό, πριν ολοκληρωθεί η εκκόλαψή του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να συμπαρασύρει μαζί του ένα μέρος από την πρωτογενή ύλη του εσωτερικού του κοσμικού αυγού. Μ’ αυτό τον τρόπο δημιουργεί ένα μάλλον ατελή κόσμο, αφού δεν ολοκληρώθηκε η κοσμογονική διεργασία.

Ο θεός Αμμα βλέπει ότι από αυτό το παράπτωμα διασαλεύεται τόσο η ολοκλήρωση όσο και η τεθείσα τάξη. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο θυσιάζει το έτερο δίδυμο, για να φέρει την εξιλέωση και την ισορροπία στον κόσμο. Μ’  αυτή την θυσία προφανώς ο κόσμος σώζεται, δεν είναι όμως πλέον τέλειος, αλλά ατελής και βέβαια όχι ο κόσμος που ήθελε να δημιουργήσει ο Αμμα. Ο δυαδισμός, δηλαδή οι θεϊκοί δίδυμοι, το κοσμικό αυγό, καθώς και η θυσία του ενός διδύμου είναι βασικά θέματα της Κοσμογονίας των Dogon.

Εν γένει ο δυαδισμός και η ανταγωνιστική σχέση απαντούν σε πολλούς κοσμογονικούς μύθους στους οποίους το κοσμικό αυγό περιέχει δίδυμα ή ερμαφρόδιτα όντα. Ο ανταγωνισμός ωθεί τον ένα δίδυμο να θέλει να εξέλθει πρώτος, ώστε να αποδοθεί σ’ αυτόν μονάχα η δημιουργία του κόσμου. Συνεπώς, διακόπτει απότομα την αρμονική ανάπτυξη μέσα στο κοσμικό αυγό, πολύ πριν την τελική εκκόλαψη. Αρα, η ατελής φύση του κόσμου και η προέλευση του κακού αποδίδονται σ’ αυτήν ακριβώς την πλημμελή δημιουργία, που προήλθε από τον «κακό» δίδυμο.

Σημειώνουμε ότι εν γένει στους κοσμογονικούς μύθους υπάρχει αυτή η ανταγωνιστική σχέση μεταξύ των συνδημιουργών του Σύμπαντος. Σε πολλούς κοσμογονικούς μύθους, η «θυσία» είναι απαραίτητη για την ολοκλήρωση της Δημιουργίας, άρα λοιπόν είναι απαραίτητο ο ένας από τους δυο διδύμους του κοσμογονικού αυγού να πρέπει να θυσιαστεί, για να δημιουργηθεί ο κόσμος.

Ουσιαστικά, όμως, σ’ αυτό τον αφρικανικό μύθο της Δημιουργίας εξαίρεται ο ρόλος του παντοδύναμου ουράνιου θεού δημιουργού Αμμα υπό την αιγίδα του οποίου, τελικά, πραγματοποιήθηκε η Δημιουργία.

ΙΙ. Ο κοσμολογικός μύθος των αρχαίων Ελλήνων

Ορφική κοσμολογία

Στην αρχαία Ελλάδα, η πανάρχαια διδασκαλία του μύστη Ορφέα αποτέλεσε την πρωταρχική μυστηριακή ελληνική θρησκεία με ποιήματα και ύμνους απαράμιλλης ομορφιάς. Ο Ορφισμός ομιλεί για το χάος, που συμπυκνώνεται στο γιγαντιαίο κοσμικό αυγό. Αυτό το κοσμικό αυγό άνοιξε στα δυο, έσπασε και σχηματίστηκαν ο ουρανός και η γή. Από το κεντρικό σπέρμα του αυγού, όπως αναφέρεται και στον ύμνο που ακολουθεί, πήρε μορφή ο Φάνης (ο φωτεινός, ο υπαρκτός), το Υπέρτατο Όν και φως, ο πρώτος των θεών, ο πρωτόγονος Έρωτας. Ο Έρωτας συμβολίζει την πνευματική και την εντός της φύσεως δύναμη, που εξωθεί σε ένωση και δημιουργία.

Ορφέως Ύμνοι: (6) Πρωτόγονου θυμίαμα, σμύρνα

«Πρωτόγονον καλέω τον διφή, μέγαν αιθερόπλαγκτον
ώογενή, χρυσέησιν αγαλλόμενον πτερύγεσσιν,
ταυρωπόν, γένεσιν μακάρων θνητών τ’ ανθρώπων
……………………………………………
λαμπρόν άγων φάος αγνόν, αφ’ ού σε Φάνητα κικλήσκω…».
«Τον Πρωτόγονον προσκαλώ, τον δίμορφον τον μέγαν
πού πλανάται στον αιθέρα,
πού γεννήθηκε από το αυγό και χαίρεται με χρυσά φτερά,
αυτόν που έχει πρόσωπο ταύρου
και που γέννησε τους μακάριους θεούς
και τους ανθρώπους…
……………………………………………
και έφερε λαμπρό φως αγνό, και απ’   αυτό σε ονομάζω Φάνητα».

Σύμφωνα με την Ορφική κοσμολογική άποψη: «.. Ήν γάρ ύδωρ αρχή κατ’ αυτόν (τον Ορφέα) τοίς άλλοις, από δε του ύδατος ιλύς κατέστη, εκ δε εκατέρων εγεννήθη ζώον, δράκου προσπεφυκυίαν έχων κεφαλήν λέοντος, διά μέσου δε αυτών θεού πρόσωπον, όνομα Ηρακλής και Χρόνος. Ούτος ο Ηρακλής εγέννησεν υπερμεγέθες ώόν, ό συμπληρούμενον υπό βίας του γεγεννηκότος εκ παρατριβής εις δύο ερράγη, το μέν ούν κατά κορυφήν αυτού Ουρανός είναι ετελέσθη, το δε κάτω ενεχθέν Γής προήλθεν δε και θεός τις δισώματος. Ουρανός δε Γή μιχθείς γεννά θηλείας μέν Κλωθώ Λάχεσιν Ατροπον…»

Πού μεταγράφεται ως εξής:

«Το νερό δηλαδή κατ’ αυτόν (τον Ορφέα) ήταν η αρχή των πάντων και από το νερό κατακάθησε η λάσπη κι από αυτά τα δυο γεννήθηκε ένα ζώο, ένα φίδι με κεφάλι λιονταριού κι ανάμεσά τους υπήρχε το πρόσωπο ενός θεού, που λεγόταν Ηρακλής και Χρόνος. Αυτός ο Ηρακλής γέννησε ένα τεράστιο αυγό, που γεμάτο καθώς ήταν από δύναμη του γεννήτορά του έσκασε στα δυο από την τριβή. Το πάνω μέρος του κατέληξε να γίνει ο Ουρανός και το κάτω μέρος του η Γή, ξεπρόβαλε μάλιστα κι ένας δισώματος θεός. Και ο Ουρανός, αφού έσμιξε με την Γή, γεννάει θηλυκούς απογόνους την Κλωθώ, την Λάχεση και την Ατροπο…».

Ησίοδος-Αριστοφάνης

Ομοίως και στην «Θεογονία» του Ησίοδου το κοσμογονικό πρόβλημα αποτελεί το κυριότερο θέμα. Ας δούμε πώς περιγράφονται οι πρώτες κοσμογονικές αρχές:

Ήτοι μέν πρώτιστα Χάος γένετ’ αυτάρ έπειτα
εκ χάεος δ’ Έρεβός τε
μέλαινά τε Νύξ εγένυτο.
Νυκτός δ’ αυτ’ Αιθήρ και Ημέρη εξεγένοντο.
Γαί ευρύστερνος, πάντων έδος ασφαλές αεί
Τάρταρα τ’ ηρόεντα μυχώ χρόνος ευροδείης ηδ’ Έρος (Θεογονία, στίχ. 116-123).

Πού σημαίνει:

«Πρώτα απ’ όλα έλαβε υπόσταση το Χάος και
εκ του Χάους γεννήθηκαν το Έρεβος
και η μαύρη νύχτα. Από την Νύχτα
δημιουργήθηκαν ο Αιθήρ και η Ημέρα.
Έπειτα η ευρύστερνη Γή, η οποία είναι πάντοτε
βάθρο ασφαλές όλων των όντων
και τα ομιχλώδη Τάρταρα μέσα σ’ ένα βάραθρο
της γής με τις ευρείες οδούς ο Έρως».

Φαίνεται ότι η έννοια του χάους, η προ της Δημιουργίας του Κόσμου κατάσταση του Σύμπαντος, στην αρχαιοελληνική φιλοσοφική σκέψη δεν υποδηλώνει μία απλή θεογονική και αφηρημένη έννοια, αλλά ένα είδος «χαίνοντος» χώρου με κάποια υλική υπόσταση από νεφέλες και σκότος. Το χάος, θεωρητικά, ήταν ο άπειρος χώρος, που περιείχε «εν σπέρματι» όλα όσα αργότερα θα αποτελέσουν το Σύμπαν.

Πάντως, πρώτοι οι Πυθαγόρειοι χαρακτήρισαν το Σύμπαν ως «Κόσμο» εξαιτίας της τέλειας αυτού τάξης και αρμονίας, σε αντίθεση με την αδιαμόρφωτη ουσία του Χάους (Πλούταρχος 2. 886ε και Διογένης Λαέρτιος 48).

Τέλος, μια παραπλήσια άποψη με την Ορφική κοσμολογία εκφράζει και ο Αριστοφάνης στους «Όρνιθες»:

«Χάος ήν και Νύξ Έρεβός τε μέλαν πρώτον και Τάρταρος ευρύς, Γή δ’ ουδέν Αήρ ουδ’ Ουρανός ήν Έρεβος δ’ εν απείροισι κόλποις τίκτει πρώτιστον υπηνέμιον Νύξ η μελανόπτερος ώόν, εξ ού περιτελλομέναις ώραις έβλαστεν Έρως ο ποθεινός στίλβων νώτον πτερύγαν χρυσάν, εικώς ανεμώκεσι δίναις. Ούτος δε Χάει πτερόντα μιγείς νυχίω κατά Τάρταρον ευρύν ενεόττευσεν γένος ημέτερον και πρώτον ανήγαγεν εις φως. Πρότερον δ’ ουκ ήν γένος αθανάτων, πριν Έρως ξυνέμειξεν άπαντα, ξυμμειγνυμένων δ’ ετέρων ετέρας γένετ’ Ουρανός Ωκεανός τε και Γή πάντων τε θεών μακάρων γένος άφθιτον». [Aristoph. Av. 693 (Chor der Vogel)].

Πού μεταγράφεται ως εξής:

«…Στην αρχή υπήρχε το Χάος, η Νύχτα, το μαύρο Έρεβος κι ο πλατύς Τάρταρος, και δεν υπήρχε ούτε η Γή, ούτε ο Αέρας ούτε ο Ουρανός και στους άπειρους κόλπους του Ερέβους η μαυροφτέρουγη Νύχτα γεννάει πρώτα ένα ανεμόδαρτο αυγό, απ’ όπου, σαν ήρθε η ώρα, βγήκε ο φλογερός ο Έρωτας, με χρυσά φτερά ν’ αστράφτουν στην ράχη του, όμοιος μ’ ανεμοστρόβιλο. Αυτός σμίγοντας με το φτερωτό, σκοτεινό Χάος στον πλατύ Τάρταρο, ξεκλώσησε την γενιά μας και την πρωτόβγαλε στο φως. Δεν υπήρχε γενιά αθανάτων πριν ο Έρωτας όλα τα ανακατέψει, όταν όμως αναμείχθηκαν, δημιουργήθηκε ο Ουρανός, ο Ωκεανός, η Γή κι η άφθαρτη γενιά των μακαρίων θεών…».

Συνεπώς ο αρχαιότερος ελληνικός κοσμολογικός μύθος προϋποθέτει, όπως και ο αντίστοιχος ινδικός, την ύπαρξη ενός αρχικού κοσμικού αυγού, που παρουσιάζει μεγάλη ομοιότητα με το αρχικό πρωτοάτομο του abbé G.E. Lemaitre (1894-1966), στην κοσμολογική θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης (Big Bang). Πάντως, η έννοια του κοσμικού αυγού, σε όλους τους κοσμογονικούς μύθους είναι το σύμβολο της ολότητας από την οποία προέρχεται όλος ο Κόσμος. Είναι κάτι σαν την μήτρα, που περικλείει μέσα της το σπέρμα της Δημιουργίας. Σχεδόν πάντοτε οι πανάρχαιοι μύθοι ομιλούν για το «κοσμικό αυγό», επειδή το αυγό εκτός από σύμβολο και έναρξη της ζωής και της δημιουργίας, θεωρείται ταυτόχρονα σύμβολο γέννησης και νέας ζωής.

ΙΙΙ. Οδεύοντας προς την Μεγάλη Έκρηξη

Ο μύστης Ορφέας, όπως ήδη είδαμε, ομιλεί για το κοσμικό αυγό που δημιούργησε το Σύμπαν, για τον θεό Φάνητα, που έλαμψε και φώτισε την μέχρι τότε σκοτεινή ύλη, και για την έννοια του χρόνου, δηλαδή της αρχής του, που γεννήθηκε και συνδέεται άρρηκτα με την γέννηση του χώρου. Συνεπώς, είναι πραγματικά θαυμάσιο το γεγονός ότι οι αρχές της Ορφικής Κοσμολογίας -πού διατυπώθηκαν χιλιάδες χρόνια πριν από την εποχή μας- συμπίπτουν εννοιολογικά με τις σημερινές επιστημονικές απόψεις για την Δημιουργία και την Εξέλιξη του Σύμπαντος.

Η διαπίστωση του αμερικανού αστρονόμου Edwin Hubble (1889-1953) ότι οι γαλαξίες απομακρύνονταν μεταξύ τους σήμαινε ότι στο απώτατο παρελθόν τους είχαν μια κοινή εκκίνηση. Επομένως, συμπερασματικά οι αστρονόμοι κατέληξαν στην γενική άποψη ότι η ύλη και η ενέργεια του Σύμπαντος ήταν συγκεντρωμένη σ’ ένα αρχικό σημείο, στο αρχικό κοσμικό αυγό όλων των αρχαίων κοσμογονιών, με άπειρη θεωρητικά πυκνότητα. Η διαπίστωση του Hubble σήμαινε την αρχική επιβεβαίωση της Θεωρίας της Μεγάλης Έκρηξης από την οποία -μέσω μιάς επίπονης διαδικασίας τουλάχιστον 15 δισεκατομμυρίων ετών- προήλθε το Σύμπαν μας.

Το Σύμπαν μας, λοιπόν, είχε μία αρχή και ακριβώς εκείνη την στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης γεννήθηκαν ο χρόνος και ο χώρος. Συνεπώς για εμάς, αλλά και τους άλλους αστροφυσικούς, από φιλοσοφική άποψη δε φαίνεται να έχει ουσιαστικό νόημα το ερώτημα τί υπήρχε πριν…!

Με την Μεγάλη Έκρηξη (Big Bang), γεννήθηκε η έννοια του χωροχρόνου (t0=0). Φυσικά, το χωροχρονικό σημείο της Κοσμογονίας καθορίζεται μόνο μαθηματικά σαν ένα ιδιάζον σημείο. Το τί υπήρχε, λοιπόν, πριν από αυτό δεν έχει νόημα, εφόσον ο χωροχρόνος, επομένως και η φυσική κατάσταση, καθορίστηκαν τότε!

Όσον αφορά στις σύγχρονες απόψεις της Αστροφυσικής η θεωρούμενη σταδιακή εξέλιξη του Σύμπαντος σηματοδοτείται και καθορίζεται από συγκεκριμένα γεγονότα και καταστάσεις, που οδήγησαν στην σημερινή μορφή του.

Στην συνέχεια θα αναφέρουμε τα κύρια στοιχεία αυτών των συγκεκριμένων χρονικών περιόδων, προκειμένου να κατανοήσουμε ποιοτικά την εξελικτική πορεία του Κόσμου μας (του Σύμπαντος) μέχρι σήμερα.

Χρόνος μηδέν

Ορίζουμε ότι τότε, στον χρόνο μηδέν, δημιουργείται το Σύμπαν μας και μαζί του η έννοια του χωροχρόνου. Μέσα από μια γενική θεωρητική άποψη για το τί θα μπορούσε να υπάρχει πριν από την αρχή του Σύμπαντος, επιχειρούμε να περιγράψουμε τα γεγονότα που -σύμφωνα με την σημερινή επιστημονική άποψη- είναι πιθανόν να συνέβησαν αμέσως μετά τον χρόνο ώ0=0. Αυτά μπορούμε να τα κατατάξουμε σε μια σειρά χρονικών συμβάντων (περιόδων), τις οποίες ονομάζουμε «Εποχές του Σύμπαντος», μετά τον χρόνο ώ0=0, και είναι οι επόμενες:

Εποχή του Planck ή κβαντική περίοδος

Η περίοδος αυτή διήρκεσε περίπου μέχρι και 10-43 δευτερόλεπτα (χρόνος Planck) από τον χρόνο ώ0=0, και -όπως υπολογίζεται- στο τέλος της η πυκνότητα του Σύμπαντος ήταν περίπου 1094 gr/cm3 και η αντίστοιχη θερμοκρασία γύρω στους 1032 Κ. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου οι τέσσερις θεμελιώδεις δυνάμεις της φύσης: η Βαρυτική, η ισχυρή Πυρηνική, η ασθενής Πυρηνική και η Ηλεκτρομαγνητική, παρουσιάζονται ενοποιημένες σε μία δύναμη. Την περίοδο αυτή η μάζα ήταν τόσο πυκνή, ώστε ένα ολόκληρο σμήνος γαλαξιών θα είχε περίπου τις διαστάσεις ενός ατόμου υδρογόνου. Όλη η ενέργεια του Σύμπαντος έχει την μορφή θερμότητας, ενώ η περίοδος αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι κατά την διάρκειά της η πυκνότητα της ενέργειας (θερμότητας), όσο και η καμπυλότητα του χώρου, έτειναν προς το άπειρο. Αυτό σημαίνει ότι το Σύμπαν αυτή την περίοδο εξελισσόταν στο πλαίσιο μιάς σημειακής ιδιομορφίας μέσα από την οποία γεννήθηκε. Ενδιαφέρον είναι να αναφερθεί ότι εκείνη την περίοδο το Σύμπαν αναπτυσσόταν στο πλαίσιο δέκα ή -κατ’ άλλους ερευνητές- ένδεκα διαστάσεων, ενώ η Θεωρία της Σχετικότητας δεν ίσχυε λόγω της σχεδόν άπειρης καμπυλότητας του χωροχρόνου.

Πιθανότατα να έλαβε χώρα, εντός αυτού του χρόνου, μια υπέρμετρη διαστολή, που είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία ενός -κατά το μάλλον ή ήττον- ομοιογενούς Σύμπαντος. Θεωρούμε ότι στο τέλος αυτής της περιόδου η Βαρύτητα αποχωρίστηκε από τις άλλες δυνάμεις, οι οποίες και παραμένουν ενοποιημένες.

Εποχή πληθωριστικής διόγκωσης

Η εποχή αυτή οριοθετείται μεταξύ 10-43 και 10-32 δευτερόλεπτα. Την περίοδο αυτή η θερμοκρασία ήταν περίπου 1027 Κ, δηλαδή το Σύμπαν ψύχθηκε ταχέως από τους προηγούμενους 1032 Κ (1019 GeV). Θεωρούμε ότι στην διάρκεια της πληθωριστικής περιόδου η ψύξη της ύλης ήταν πολύ γρήγορη, ενώ -αντιθέτως- η ολική ενέργεια του Σύμπαντος αυξήθηκε, όπως και ο όγκος του, και ο ρυθμός διαστολής του επιταχύνθηκε.

Περίοδος Μεγάλης Έκρηξης

Ουσιαστικά η περίοδος αυτή περιλαμβάνεται εντός της προηγουμένης, επειδή όμως είναι σημαντική, την αναφέρουμε ξεχωριστά. Η περίοδος αυτή διήρκεσε από χρόνο 10-36 έως 10-32  sec από την αρχή μέτρησης του χρόνου. Χαρακτηρίζεται δε από τον διαχωρισμό της ισχυρής πυρηνικής αλληλεπίδρασης, η οποία έμελλε να συνδέσει αργότερα τα σωματίδια των ατομικών πυρήνων, από την ενότητα των θεμελιωδών δυνάμεων. Την στιγμή της απελευθέρωσης της ισχυρής αλληλεπίδρασης συντελέστηκε αυτό που σήμερα ονομάζουμε Μεγάλη Έκρηξη (Big Bang) και μέσα σε ένα ελάχιστο κλάσμα του -τότε- δευτερολέπτου, λόγω της τότε τεράστιας πυκνότητας, το Σύμπαν διαστάλθηκε πολύ περισσότερο από όσο έχει διασταλεί τα επόμενα 15 δισεκατομμύρια χρόνια που πέρασαν από τότε μέχρι σήμερα! Αμέσως μετά η Βαρύτητα άρχισε να επιβραδύνει την διαστολή. Η πυκνότητα της ύλης ήταν ακόμη πολύ μεγάλη και ποσότητα μάζας ίση με αυτή της Γής μπορούσε να χωρέσει μέσα σε μια δακτυλήθρα. Η θερμοκρασία ήταν ακόμη πολύ υψηλή, ίση περίπου με 1026 Κ (1013 GeV). Κατά την περίοδο αυτή οι επτά από τις ένδεκα υπάρχουσες διαστάσεις του χώρου «διπλώθηκαν στο εσωτερικό τους». Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται «φαινόμενο συμπαγοποίησης» (compactification).

Από τότε μέχρι σήμερα οι αυτοεξαφανισμένες αυτές διαστάσεις πρακτικά βρίσκονται φυλακισμένες στο εσωτερικό μικροσκοπικών χώρων διαστάσεων 10-33 του εκατοστού και συνοδεύουν αόρατα κάθε σημείο των γνωστών και κατανοητών σε όλους μας διαστάσεων.

Εποχή των αδρονίων

Η εποχή αυτή θεωρείται ότι αρχίζει από τα 10-32 sec και τελειώνει 10-5 sec μετά την αρχή της μέτρησης του χρόνου (ώ0=0).

Γενικώς, κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου η θερμοκρασία του Σύμπαντος ήταν 1012 Κ, και η πυκνότητα της ύλης προσέγγιζε τα 1014 gr/cm3.

Την εποχή αυτή τελειώνει η εν γένει φάση της Μεγάλης Έκρηξης (Big Bang) και τότε δημιουργήθηκαν τα πιο βαριά θεμελιώδη υποσωματίδια κουάρκς και αντικουάρκς. Αυτά αποτελούν τα μικρότερα γνωστά στοιχεία της ύλης, τα οποία στην συνέχεια συνέθεσαν τα αδρόνια και τα αντιαδρόνια, δηλαδή τα πρωτόνια-αντιπρωτόνια, νετρόνια-αντινετρόνια, υπερόνια-αντιυπερόνια και μεσόνια-αντιμεσόνια. Συγχρόνως διαχωρίστηκαν από την ενότητα των δυνάμεων η ηλεκτρομαγνητική δύναμη και η ασθενής πυρηνική αλληλεπίδραση (10-12 δευτερόλεπτα). Ουσιαστικά, δηλαδή, η εποχή των αδρονίων θεωρείται ότι περιλαμβάνει και το διάστημα από 10-32 έως 10-10 sec, οπότε η ύλη αποτελούνταν από ένα μείγμα κουάρκ-γκλουόν, το Κουάρκ-Γκλουόν-Πλάσμα (QGP), ενώ η ακτίνα καμπυλότητος του Σύμπαντος αυξήθηκε από 10-2 εκατοστά σε 1010 εκατοστά, που σημαίνει μέγεθος ίσο με το μέγεθος του ηλιακού μας συστήματος.

Πάντως, η χρονική περίοδος από 10-32 έως 10-6 sec, τεράστια για τον μικρόκοσμο του τότε Σύμπαντος, ωστόσο ελαχιστότατη για τον σημερινό μακρόκοσμο, χαρακτηρίζεται από την δημιουργία, ύπαρξη και στην συνέχεια εξαφάνιση της πρωτογενούς ύλης του Σύμπαντος που θεωρούνταν το Κουάρκ-Γκλουόν-Πλάσμα (QGP).

Εποχή λεπτονίων

Μετά την εποχή των αδρονίων, η επόμενη περίοδος του Σύμπαντος είναι η εποχή λεπτονίων, που υπολογίζουμε ότι διήρκεσε μέχρις ότου η ηλικία του Σύμπαντος έγινε ίση με 5 δευτερόλεπτα. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου η θερμοκρασία έπεσε στους 6 Χ 109 Κ, οπότε δημιουργήθηκαν τα λεπτόνια και τα αντισωμάτιά τους, δηλαδή τα ηλεκτρόνια-αντιηλεκτρόνια και τα νετρίνα-αντινετρίνα.

Εποχή ακτινοβολίας

Αμέσως μετά την εποχή των λεπτονίων άρχισαν να δημιουργούνται οι πρώτοι πυρήνες ατόμων. Κατά την διάρκεια των επόμενων 3,5 πρώτων λεπτών, το 25% του αρχικού υλικού του Σύμπαντος είχε μετατραπεί σε πυρήνες ηλίου (Ηe), ενώ το υπόλοιπο 75% βρισκόταν υπό μορφή πρωτονίων.

Αυτό το οποίο, όμως, πρέπει να τονισθεί είναι ότι καθόλη την διάρκεια της εποχής της ακτινοβολίας, που διήρκεσε περίπου 500.000 χρόνια, το Σύμπαν είχε την μορφή μιάς διαστελλόμενης πύρινης σφαίρας στο πλαίσιο της οποίας -παρόλο που η ύλη αυξανόταν συνεχώς σε βάρος της ενέργειας- η πυκνότητα της ακτινοβολίας ήταν μεγαλύτερη από την πυκνότητα της ύλης.

Σημειώνουμε ότι, για να συγκρίνουμε την πυκνότητα της ύλης με εκείνη της ακτινοβολίας, βρίσκουμε το ισοδύναμο της ακτινοβολίας (ενέργειας) σε μάζα, χρησιμοποιώντας την σχέση Ε=m c2. Ο Αϊνστάιν εξέτασε την πιθανότητα η Βαρύτητα να μην είναι μία «δύναμη», αλλά μία από τις ιδιότητες του χωροχρόνου. Θεώρησε την «ύλη» σαν ένα τοπικό φαινόμενο, που παρατηρείται όπου υπάρχει έντονη συμπύκνωση πεδίων διαφορετικών μορφών ενέργειας. Συνεπώς, η «ύλη» ήταν παράγωγο της ενέργειας και όχι η ενέργεια παράγωγο της ύλης, απορρίπτοντας την μέχρι τότε άποψη των φυσικών ότι ήταν δυο ανεξάρτητες συνυπάρχουσες οντότητες.

Θεωρούμε ότι στο τέλος αυτής της περιόδου και όταν η θερμοκρασία είχε πέσει στους 4.000 Κ, η πυκνότητα της ύλης και της ακτινοβολίας εξισώθηκαν σηματοδοτώντας μ’ αυτό τον τρόπο την έναρξη μιάς νέας συμπαντικής εποχής, εκείνης της ύλης.

Εποχή της ύλης

Πιστεύουμε ότι η περίοδος αυτή διήρκεσε μέχρις ότου η ηλικία του Σύμπαντος πλησίαζε τα 700.000 έτη, και η θερμοκρασία του έφθασε τους 3.000 Κ. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου συντελέστηκε το θαύμα της σύνδεσης πυρήνων και ηλεκτρονίων, το οποίο δημιούργησε τα άτομα υδρογόνου και ηλίου. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού, η εποχή αυτή ονομάστηκε και εποχή σύνδεσης, ενώ συνολικά η διάρκεια των 700.000 ετών ονομάστηκε χρόνος σύνδεσης.

Ένα ακόμη σημαντικό γεγονός που συντελέστηκε κατά την εποχή αυτή ήταν η πλήρης αποδέσμευση της ακτινοβολίας από την ύλη, πράγμα που είχε ως τελικό αποτέλεσμα τα φωτόνια να κινούνται πλέον ελεύθερα κατά τρόπο ισότροπο και ομογενή.

Σήμερα, πιστεύουμε ότι κατά την περίοδο εκείνη γεννήθηκε η ισότροπη ακτινοβολία μικροκυμάτων, που αντιστοιχεί σε ακτινοβολία μέλανος σώματος θερμοκρασίας 2,7 Κ, η οποία ανακαλύφθηκε από τους Penzias και Wilson, το 1965.

Αστρική εποχή

Αυτή είναι η τελευταία συγκεκριμένη περίοδος της εξέλιξης του Σύμπαντός μας -πού πιθανότατα ακολούθησε μια συγκεκριμένη και μοναδική εξέλιξη- πριν την σημερινή.

Επομένως, η εποχή αυτή που διαρκεί μέχρι σήμερα είναι η τελευταία της ζωής του Σύμπαντός μας.

Την περίοδο αυτή, ισχυρές διαταραχές της πυκνότητας της ύλης δημιούργησαν τεράστιες συμπυκνώσεις υλικού, που στην συνέχεια συγκρότησαν υπερσμήνη και σμήνη γαλαξιών, αστέρες, πλανητικά συστήματα και γενικώς ολόκληρο το δημιούργημα που σήμερα ονομάζουμε Σύμπαν.

Βιβλιογραφία
 
Δανέζης Μάνος και Θεοδοσίου Στράτος, «Το Σύμπαν που αγάπησα-Εισαγωγή στην Αστροφυσική». Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2000.
 
Σημείωση
 
Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στο τεύχος Νο 14 του περιοδικού «ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ» (Απρίλιος – Ιούλιος 2004)