Τριάντα χρόνια μονοτονικό, αλλά τα πνεύματα επιβιώνουν

13 Νοεμβρίου 2011

«H κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων είναι η κατάργηση της ορθογραφίας, που είναι τελικά η κατάργηση της συνέχειας. Ηδη, τα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν Καβάφη, Σεφέρη, Ελύτη, γιατί αυτοί είναι γεμάτοι από τον πλούτο των αρχαίων ελληνικών. Δηλαδή, πάμε να καταστρέψουμε ό, τι κτίσαμε. Αυτή είναι η δραματική μοίρα του σύγχρονου ελληνισμού.»

Κορνήλιος Καστοριάδης

Αναρωτιέμαι πόσο άνετα διαβάζουν ένα πολυτονικό κείμενο οι κάτω των 30. Είναι ένα ερώτημα σε ισχύ, καθώς τα κείμενα που κυκλοφορούν με πολυτονικό έχουν αυξητική τάση. Και δεν αναφέρομαι μόνο σε όσους επιλέγουν ακόμη και σε δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης τη γραμματοσειρά με πνεύματα και τόνους, αλλά σε εμπορικούς εκδοτικούς οίκους που τυπώνουν τα βιβλία τους με πολυτονικό. Τίθενται ερωτήματα. Είναι άραγε ζήτημα προσωπικής εμμονής, είναι ζήτημα αντίστασης στη γλωσσική ισοπέδωση, είναι νεύμα στην ιστορική ορθογραφία, είναι απλώς θέμα αισθητικής; Εχει ελπίδα το πολυτονικό να συμπλέει παράλληλα με την επίσημη μονοτονική γραφή ή με τη γλώσσα της γραφειοκρατίας; Για πολλούς θεωρείται εστέτ επιλογή. Για άλλους είναι ένδειξη συντηρητισμού, αλλά υπάρχουν και άλλοι που θεωρούν ότι η επιλογή του πολυτονικού έχει μία εγγενή έννοια ελευθερίας, καθώς αντιλαμβάνεται τη γλώσσα εκτός της γραφειοκρατικής και νομικής διαδικασίας.

Το μονοτονικό καθιερώθηκε από την πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1982. Τότε, η καινοτομία αυτή, που είχε απλώς σφραγίσει με νόμο του κράτους μία συζήτηση δεκαετιών (που είχε αναζωπυρωθεί μετά το 1975), προκάλεσε μεγάλη διχογνωμία. Ορισμένοι το είδαν ως πρόοδο και άλλοι ως οπισθοδρόμηση. Πριν από 30 χρόνια, η συζήτηση για την ιστορική ορθογραφία είχε πολλούς θιασώτες αλλά δεν είχε μεγάλο ακροατήριο. Τότε, ο Κορνήλιος Καστοριάδης είχε πει «η κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων είναι η κατάργηση της ορθογραφίας, που είναι τελικά η κατάργηση της συνέχειας. Ηδη, τα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν Καβάφη, Σεφέρη, Ελύτη, γιατί αυτοί είναι γεμάτοι από τον πλούτο των αρχαίων ελληνικών. Δηλαδή, πάμε να καταστρέψουμε ό, τι κτίσαμε. Αυτή είναι η δραματική μοίρα του σύγχρονου ελληνισμού».

Ο αισθητικός εκβαρβαρισμός της σύγχρονης γραφής που εκφράζεται κυρίως από την απλοποίηση της γραφής (και τον στραγγαλισμό της ετυμολογικής ρίζας των ξένων ονομάτων στη φωνητική, ελληνική απόδοσή τους) πηγάζει εν πολλοίς από την καθιέρωση του μονοτονικού. Και κυρίως από τη συμβολική διάσταση που εξέλαβε η υιοθέτηση του μονοτονικού στη διάρκεια κυρίως του θηριώδους λαϊκισμού της δεκαετίας του 1980.

Σήμερα, το ερώτημα παραμένει. Πώς επιζεί το πολυτονικό, από ποιους υποστηρίζεται και σε ποιους απευθύνεται; Υπάρχουν νέοι που δεν διδάχθηκαν το πολυτονικό και να το υποστηρίζουν; Είναι με άλλα λόγια θέμα ενός βιολογικού κύκλου που θα κλείσει καθώς θα εκλείψουν οι εκπρόσωποι των γενεών που το διδάχθηκαν και που σήμερα επιθυμούν τη διατήρησή του στη ζωή; Κατά τα φαινόμενα, η διαμάχη πολυτονικού και μονοτονικού μοιάζει με ένα πεδίο πολύ πιο σύνθετο και πιο περίπλοκο απ’ ό, τι παλαιότερα πιστεύαμε.

Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», στις 15/10/2011