Εκκλησία και Χριστιανισμός

28 Νοεμβρίου 2011

Η χριστιανική Θεσσαλονίκη στην Ελληνορωμαϊκή-βυζαντινή περίοδο από το 50 μ.Χ. έως το 1430 μ.Χ.

Αθανάσιος Αγγελόπουλος

Καθηγ. Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ

 

Η Θεσσαλονίκη έχει πολιτική παράδοση πρωτευούσης μεγάλου τμήματος του ελληνορωμαϊκού βυζαντινού κράτους. Το γεγονός αυτό σφραγίζει και τον πνευματικό βίο της πόλεως, της χριστιανικής ιδία περιόδου, από το 50 μ.Χ, κ.ε.

1. Η Εκκλησία Θεσσαλονίκης 50 μ.Χ. -732 μ.Χ.

Τρία είναι τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα, που αναδεικνύουν την Εκκλησία Θεσσαλονίκης στους έξι πρώτους αιώνες του χριστιανικού βίου της: Πρώτον η Παύλειος Παράδοση, δεύτερον η Δημήτρειος Παράδοση και τρίτον η διοικητική εξαρχική τιμή της στο σύστημα διοικήσεως του Αρχαιγόνου Χριστιανισμού.

α) Η Παύλειος Παράδοση

Έχει τις ρίζες της στην ίδρυση από τον ίδιο τον Απ. Παύλο της Εκκλησίας της Θεσσαλονίκης, το 50 μ.Χ. Τους Χριστιανούς της πόλεως αυτής χαρακτηρίζει ο ίδιος ως «τύπους πάσι τοις πιστεύουσιν εν τη Μακεδονία και εν τη Αχαΐα (Α’ θεσ. 1,7).

Η μαρτυρία του είναι προφητική και ιστορική. Γιατί μ’ αυτήν διαγράφεται σαφώς ο ηγετικός ρόλος της Εκκλησίας σ’ όλη την τότε Ελλάδα στα δύο βασικά γεωγραφικά – διοικητικά διαμερίσματά της, βορειότερα της Μακεδονίας και νοτιότερα της Αχαΐας. Ο Παύλος θέλει τη Χριστιανική Θεσσαλονίκη «τύπον», δηλ. «πρότυπον», Εκκλησία στην Ελληνική Χερσόνησο.

Ο Παύλος επιβεβαιώνει περαιτέρω τον ηγετικό ρόλο της Χριστιανικής Θεσσαλονίκης όχι μόνον στον ελληνικό χώρο και κόσμο της Μακεδονίας και Αχαΐας (ως ρωμαϊκών διοικήσεων), αλλά και σε όλη την τότε ευρωπαϊκή οικουμένη και κυρίως προς Βορρά, στην Χερσόνησο του Αίμου, δηλ. στα σημερινά Βαλκάνια. Λέγει: «Αφ’ υμών γαρ εξήχηται ο λόγος του Κυρίου ου μόνον εν τη Μακεδονία και τη Αχαΐα, αλλά και εν παντί τόπω η πίστις υμών η προς τον Θεόν εξελήλυθεν» (αυτόθι, 8).

Η Παύλειος Παράδοση, του ηγετικού ρόλου της Χριστιανικής Θεσσαλονίκης, καλλιεργείται στους τρεις πρώτους μ.Χ, αιώνες. Η Εκκλησία Θεσσαλονίκης είναι σταθερά η πρώτη μεγάλη Εκκλησία επί ευρωπαϊκού εδάφους με γεωγραφικό επίκεντρο την Χερσόνησο του Αίμου. Ευτύχησε να λάβει πρώτη 2 από τις 13 επιστολές του Απ. Παύλου, που είναι τα αρχαιότερα κείμενα – βιβλία της Καινής Διαθήκης.

Οι Θεσσαλονικείς, όπως μας πληροφορεί ο Τερτυλλιανός, διάβαζαν για πολλά πολλά χρόνια στις λειτουργικές συνάξεις τους τις δύο αυτές επιστολές από το πρωτότυπο. Μέχρι σήμερα δε, η τότε είσοδος της πόλεως στη βυζαντινή Ακρόπολη της, από όπου το πρώτον ει­σήλθε στην πόλη, ο Παύλος, φέρει το όνομά του. Η Κοινότητα του Αγίου Παύλου -το 1991 αναβαθμίσθηκε σε Δήμο για λόγους ιστορικούς – και ο μεγαλόπρεπος ομώνυμος ναός διατρανώνουν αυτήν ακριβώς την παράδοση. Εξάλλου, στο δεξιό κλήτος του καθολικού της Ιεράς Μονής Βλατάδων στην Ακρόπολη σώζεται μέχρι σήμερα, σύμφωνα με αρχαία παράδοση, το βήμα διδασκαλίας του Αποστόλου. Η ανωτέρω κληρονομιά, των πρώτων χριστιανικών αιώνων, οδηγεί την Εκκλησία Θεσσαλονίκης στην μεγάλη ακμή, του 4ου  μ.Χ. αι., με το να δώσει στον χριστιανισμό νέφος μαρτύρων και δη νέων με πρώτον τον μεγαλομάρτυρα Δημήτριο.

β) Η Δημήτρειος Παράδοση

Το μαρτύριο του Αγίου Δημητρίου, την 26 Οκτωβρίου του 305 μ.Χ. και η επακολουθήσασα τιμητική λατρεία δεν έχουν το όμοιό τους εις ιστορικό ρόλο σ’ όλη την βυζαντινή αγιολογία και ιστορία. Η μεγάλη βασιλική του Αγίου και η πολυήμερη πανήγυρη του στη Θεσσαλονίκη, την καθιερώνουν ως το πρώτο πολιτιστικό κέντρο των Βαλκανίων, παράλληλο προς την έδρα της αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη.

   Η τιμητική λατρεία του ως πολιούχου της πόλεως και ως προστάτου της στους αγώνες των κατοίκων της στα βαρβάρων και άλλων επιδρομέων, δημιούργησε πλούσια παράδοση, που είναι αποθησαυρισμένη στα Μαρτυρολόγια, στο βιβλίο των Θαυμάτων και στα πολυάριθμα Εγκώμια.

Μιλούμε για τιμητική λατρευτική παράδοση όχι απλά τυπική και πανηγυρική μόνο για την πατρίδα του τη Θεσσαλονίκη. Θα εξελιχθεί η παράδοση αυτή σε οικουμενική, θα την ανιχνεύσουμε, πέ­ραν της Μακεδονίας, στα Βαλκάνια, στην Κωνσταντινούπολη, στη Μ. Ασία, στον Πόντο, αργότερα ως τη Ρωσία, σ’ Ανατολή και Δύση.

Επί πλέον, η πολυήμερη πανήγυρη του Αγίου στα πεδινά της πόλεως θα εξελιχθεί σε διεθνή εμποροπανήγυρη για να πάρει τη μορφή της σημερινής διεθνούς Εκθέσεως. Παράλληλα, με επίκεντρο τον προσκυνηματικό ναό του Αγίου Δημητρίου, θα οργανώνεται κάθε χρόνο σειρά θρησκευτικών και λαϊκών καλλιτεχνικών εκδηλώσεων. Αυτών που σήμερα αποκαλούνται Δημήτρια και εβδομάδα εορτών Αγίου Δημητρίου.

γ) Η Εξαρχική Παράδοση

  Το τρίτο ιστορικό, διοικητικής σημασίας, γεγονός, που εξαίρει τη θέση της Εκκλησίας Θεσσαλονίκης ώς το 732 μ.Χ,, είναι η εξαρχική τιμή της. Τί σημαίνει αυτό;

Στην πρώτη Χριστιανική Εκκλησία, του 4ου μ.Χ. αι., τέσσερις ήσαν οι ανώτατες εκκλησιαστικές αρχές. Ονομάζονται Εξαρχίες. Ήσαν της Ρώμης, της Αλεξάνδρειας και της Αντιοχείας ώς το 325 μ.Χ. (Α’ Οικ. Σύνοδος) και της Κωνσταντινουπόλεως το 381 μ.Χ. (Β’ Οικ. Σύνοδος). Μετά από αυτές, διακεκριμένη θέση κατέχει και η Εκκλησία Θεσσαλονίκης ως Εξαρχία.

Η δυναμική της Εκκλησίας του Αν. Ιλλυρικού υπό τον Έξαρχο Θεσσαλονίκης δηλώνεται από την ευρεία συμμετοχή εκπροσώπων – επισκόπων της στις εργασίες της Α’ Οικ. Συνόδου. Ο ιστορικός Ευσέβιος μας πληροφορεί ότι στη Σύνοδο έλαβαν μέρος επίσκοποι «θρά­κες και Μακεδόνες, Αχαιοίτε και Ηπειρώτες», υπό τον Έξαρχο Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Αλέξανδρο.

Το εξαρχικό κύρος της Εκκλησίας Θεσσαλονίκης χρησιμοποιούσε ο Πά­πας Ρώμης. Γιατί σε αυτόν υπήγετο το Αν. Ιλλυρικό εκκλησιαστικά, με κάποιες αμφισβητήσεις οπωσδήποτε, μέχρι το 732 μ.Χ. Ενώ πολιτικά η ίδια περιοχή από το 395 μ,Χ, ήδη αναφερόταν στην Κωνσταντινούπολη. Γι’ αυτό και ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ενεργούσε όχι μόνον ως Έξαρχος, αλλά και ως Βικάριος του πάπα. Το βικαριάτο της Θεσσαλονίκης συνιστά πολύ ενδιαφέρον κεφάλαιο της εκκλησιαστικής και πολιτικής ιστορίας της πόλεως, ως πρωτευούσης του Αν. Ιλλυρικού, μέχρι τον 8ο  αι., συγκεκριμένα ως το 732 μ.Χ.

Η Εκκλησία Θεσσαλονίκης 732 μ.Χ.- 1430 μ.Χ.

   Η Εκκλησία Θεσσαλονίκης, με την προεκτεθείσα ιστορική, πνευματική και διοικητική παράδοση της πρώτης περιόδου (Παύλειος, Δημήτρειος και Εξαρχι­κή παράδοση), καθίσταται στη δεύτερη περίοδο δράσεως της στο βυζαντινό κράτος, δικαιοδοσία και ζωντανό μέρος του όλου, σάρκα εκ της σαρκός, του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη Βασιλεύουσα.

Οι όροι «Βασιλεύουσα» και «Συμβασιλεύουσα» αποδίδουν τη μεγάλη εκκλησιαστική και πνευματική αίγλη της Θεσσαλονίκης σε αντιπαραβολή προς την Κωνσταντινούπολη, χάρις σ’ αυτήν την συσσωμάτωση.

α) Στη διοίκηση

   Πλείστοι όσοι μητροπολίτες Θεσσαλονίκης η αγιορείτες Μοναχοί -που είτε κατάγονται από την Συμβασιλεύουσα, είτε δρουν σ’ αυτήν- εκλέγονται Οικουμενικοί Πατριάρχες και κατευθύνουν τις τύχες της κατ’ Ανατολάς Ορθοδόξου Χριστιανωσύνης.

Η Εκκλησία Θεσσαλονίκης απαλλάσσεται από την επιρροή του πάπα Ρώμης το 732 μ.Χ. Το γεγονός αυτό είναι τεραστίας ιστορικής σημασίας για όλη τη Βαλκανική, Αφού το γεωγραφικό αυτό διαμέρισμα καθίσταται και είναι μέχρι σήμερα παραδοσιακός χώρος της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Η Εκκλησία Θεσσαλονίκης ως μητρόπολη πλέον καταλαμβάνει διακεκριμένη θέση (στην αρχή την 16η και έπειτα την 11η) στο Συνταγμάτιο των επαρχιών του Οικουμενικού Θρόνου. Υπάγεται σε αυτήν μεγάλος αριθμός επισκοπών. Π.Χ. με τη μεταρρύθμιση του Ανδρόνικου Β’ του Παλαιολόγου *1281-1328), η μητρόπολη Θεσσαλονίκης, αφού προάγεται η ίδια από την 16η στην 11η θέση, έχει υπ’ αυτήν 12 επισκοπές (Κίτρους ή Πύδνας, Βέροιας, Δρουγουβιτίας, Σερβίων, Κασσανδρείας και Ποτίδαιας, Καμπανίας και Καστριού, Πέτρας, Αρδαμερίου, Ιερισ­σού και Αγίου Όρους Βαρδαριωτών και Λυκοστόμου ή Τεμπών ή Πλαταμώνος). Η εκκλησιαστική διαίρεση ακολουθεί λίγο πολύ τη διοίκηση του θέματος της Θεσσαλονίκης.

   Η διοίκηση της όλης μητροπολιτικής περιφερείας Θεσσαλονίκης ασκείται με την Επαρχιακή Σύνοδο. Σ’ αυτήν μετέχουν όλοι οι Επαρχιούχοι Επίσκοποι υπό την προεδρία του μητροπολίτου Θεσσαλονίκης. Συνέρχεται δύο φορές το χρόνο, το Φθινόπωρο του Αγίου Δημητρίου και την Άνοιξη του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Και επιλαμβάνεται όλων των θεμάτων της μητροπόλεως. Σπουδαίος θεσμός αυτός της Εκκλησίας. Που τον καταξιώνει και ο ίδιος ο αυτοκράτορας. Όταν παρετύγχανε στη Θεσσαλονίκη για να τιμήσει την εορτή του Αγίου Δημητρίου, τιμούσε και τη Σύνοδο με το να προεδρεύσει σ’ αυτήν. Καταργείται ο θεσμός μόλις το 1924. Θα ήταν ευχής έργο να επανέλθει.

Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, λόγω των ανωτέρω παραδοσιακών δικαίων και προνομίων, τιμήθηκε με τον τίτλο «Παναγιώτατος». Που τον είχαν, εκτός του Οικουμενικού Πατριάρχου και οι μητρο­πολίτες Θεσσαλονίκης, Τραπεζούντας και Μονεμβασίας. Ο Θεσσαλονίκης υπέγραφε «η μετριότης ημών», αντί η «ταπεινότης ημών». Σήμερα, απ’ όλη αυτή τη μακραίωνη παράδοση, σώζεται για τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης στην έδρα του ο τίτλος «Παναγιώτατος», που εξέλιπε για τις άλλες δύο μητροπόλεις. Και που στον τίτλο αυτό συμπυκνώνεται παραστατικά η όλη έξοχος εκκλησιαστική και πνευματική ιστορία της πόλεως του Αγίου Δημητρίου.

β) Στα πνευματικά επιτεύγματα

Η Εκκλησία Θεσσαλονίκης, ως έδρα του Αν. Ιλλυρικού και του ομωνύμου θέματος, ανέδειξε σειρά μεγάλη μεγάλων πατέρων της Εκκλησίας και συγγραφέων και διδασκάλων, που αναδείχθηκαν ορόσημα -έξοχοι γόνοι της Θεσσαλονίκης, «της μητρός πάσης Μακεδονίας». Συνέβαλαν στην επίλυση γενικότερων ζητημάτων πίστεως και τάξεως της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολής Εκκλησίας, με την ενεργό συμμετοχή τους στις Οικουμενικές και Τοπικές Συνόδους (κάποιες από αυτές συγκλήθηκαν εδώ στη Θεσσαλονίκη). Και πρόβαλαν υποδειγματικά τα γράμματα και τις καλές τέχνες. Που τα μεταλαμπάδευσαν κυρίως στον σλαβικό κόσμο, τον μακράν (Ρωσία, Γεωργία, Αρμενία) και τον εγγύς (Βαλκάνια).

    Μνημονεύονται αντιπροσωπευτικά οι μητροπολίτες Θεσσαλονίκης: Αλέξανδρος, συνεργάτης και συναγωνιστής του Μ. Αθανασίου κατά του αρειανισμού. Αχόλιος, υπόδειγμα αρετής για τον Μ. Βασίλειο, συναγωνιστής του κατά των αιρέσεων, πνευματικός σύμβουλος του αυτοκράτορος Μεγάλου Θεοδοσίου, που εδώ στη Θεσσαλονίκη το 380 μ.Χ., εξέδωσε το περίφημο διάταγμα υπέρ της ορθοδόξου πίστεως, το γνωστό ως Εdictum Thessalonicae (4ος  αι. μ.Χ.). Ανύσιος, αμύντωρ της αθωότητος και του κύρους του Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Ρούφος στενός φίλος και συνεργάτης του Κυρίλλου Αλεξανδρείας κατά των αιρέσεων (5ος  αι. μ.Χ.). Δημήτριος, δεινός δημόσιος υπερασπιστής της Ορθοδοξίας εναντίον του μονοφυσιτισμού. Ευσέβιος, διαπρεπής αντιρρητι­κός θεολόγος. Ιωάννης, μετάσχων στην ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδο κατά του Μονοθελητισμού, συγγραφέας έργων περί των εικόνων και περί του Αγίου Δημητρίου(6ος -7ος αι. μ.Χ.).

 

Κύριλλος και Μεθόδιος

Από τους μεταγενέστερους (9ος-14ος  αι. μ.Χ.) είναι τον 9ο αι. μ.Χ. οι Θεσσαλονικείς αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος, φωτιστές των Σλάβων στην Ορθόδοξη πίστη και στην παιδεία. Αφού πρώτα προσάρμοσαν το ελληνικό αλφάβητο στις φωνητικές ανάγκες της παλαιοσλαβικής γλώσσης. Τον 13ο  και 14οο  αι. σειρά όλη λογίων κληρικών και λαϊκών, όπως ο Θωμάς Μάγιστρος, ο Νικηφόρος Χούμνος, ο Συμεών Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, ο Ματθαίος Βλαστάρης, ο Κωνσταντίνος Αρμενόπουλος, ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Νείλος Καβάσιλας, ο Πατριάρχης Φιλόθεος Κόκκινος, ο μοναχός Νικόλαος Καβάσιλας, περίφημος σε Ανατολή και Δύση για τα μοναδικά έργα του για τη χριστιανική και κοινωνική ζωή του ανθρώπου (1983 αγιοποιήθηκε). Και υπεράνω όλων ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, με τα σπάνια πνευματικά και θεολογικά έργα του, που ευτύχησε η πόλη της Θεσσαλονίκης να τα δει εδώ εκδεδομένα από τον διαπρεπή γραμματολόγο – πατρολόγο Π. Χρήστου.

Πάνω απ’ όλα, όμως, το κυριότερο χαρακτηριστικό του ιστορικού και πνευματικού βίου της πόλεως είναι η βαθιά θεοσέβειά της. Παράδοση που συνεχίζεται μέχρι σήμερα αμείωτη.

Τί να πει, βέβαια, κανείς για τα μοναδικά ζωντανά πνευματικά κέντρα – μνημεία. Η πόλη κοσμείται, τη βυζαντινή περίοδο, με πάμπολλες εκκλησίες και αρκετά μοναστήρια. Αφού είχε γίνει μοναδικό κέντρο θρησκευτικής ζωής. Συνέρρεαν εδώ μυριάδες προσκυνητές από όλη τη Χερσόνησο του Αίμου.

Τον 14ο  αι. μ.Χ., είχε εδώ 26 μοναστήρια και άλλες 11 πολύ αξιόλογες εκκλησίες. Ενώ τον ίδιο αιώνα κτίσθηκαν οι σημερινοί γνωστοί ναοί, μοναστήρια τότε, Άγιοι Απόστολοι, Προφήτης Ηλίας, Βλατάδες (και τώρα) Λαοδηγήτρια ή Λαγουδιανή.

Με τα μνημεία αυτά συνδέονται και οι φημισμένοι ζωγράφοι της Θεσσαλονίκης, της μακεδονικής σχολής. Η Αθήνα γέννησε τους πιο ξακουσμένους γλύπτες. Η Χριστιανική Θεσσαλονίκη έβγαλε τους πιο λαμπρούς ζωγράφους.

Το 1430 μ.Χ. η πόλη πίπτει στους Οθωμανούς. Το πολιτικό σύστημά της κατέρρευσε. Η Εκκλησία της, όμως, επέ­ζησε. Και μαζί της ο ορθόδοξος και ο ελληνικός μακεδονικός χαρακτήρας της.

 

(Πηγή: Η Καθημερινή. «Επτά ημέρες». Αφιέρωμα: Η Βυζαντινή  Θεσσαλονίκη, 25 Δεκεμβρίου 1992, σ.4-5.)

 

Σχετικά άρθρα Βυζαντινή Θεσσαλονίκη
Η βυζαντινή ζωγραφική στη Θεσσαλονίκη 28 Νοεμβρίου 2011 Τα εργα της Μακεδονικής, της Κομνήνειας και της Παλαιολόγειας Αναγέννησης. Χ. Μαυροπούλου-Τσιούμη, Καθηγήτρια ΑΠΘ Τα Βυζαντινά μνημεία, κυρίαρχο στοιχείο μέσα στη νεώτερη μορφή της πόλης, καθορίζουν το χαρακτήρα και την ατμόσφαιρά της. Η καλλιτεχνική όμως προσφορά της φαίνεται κυρίως από τον πλούτο και την ποιότητα των ζωγραφικών έργων που σώζοντ...
Η Θεσσαλονίκη στο Βυζάντιο 28 Νοεμβρίου 2011 Αλκμήνη Σταυρίδου - Ζαφράκα, Καθηγ. Βυζαντινής Ιστορίας του ΑΠΘ. «Ημείς, ω φίλοι, πατρίδος εσμέν Θεσσαλονίκης... Πόλεως μεγάλης και πρώτης των Μακεδόνων». Ιωάννης Καμενιάτης, Εις την Άλωσιν της Θεσσαλονίκης, κεφ. 4,  54-57 Η πόλη που ίδρυσε ο βασιλιάς της Μακεδονίας Κάσσανδρος και της έδωσε το όνομα της συζύγου του Θεσσαλονίκης, αδελφής του ...
Η πόλη των βυζαντινών μνημείων 28 Νοεμβρίου 2011 Η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης και τα σημαντικότερα έργα της Γεώργιος Βελένης –Καθηγητής τμημ. Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ Η πόλη της Θεσσαλονίκης γνώρισε τη μεγαλύτερη της ακμή στα χρόνια της ύστερης αρχαιότητας, μέσα σε ένα κλίμα γενικότερων κοινωνικών αλλαγών, πολιτικών ανακατατάξεων και νέων θρησκευτικών ιδεών. Ως την ...