«Η Κιβωτός του Νου»

25 Νοεμβρίου 2011

Στο Ίδρυμα Άγγελου και Λητώς Κατακουζηνού που βρίσκεται στη λεωφόρο Αμαλίας 4, στο Σύνταγμα φιλοξενείται η έκθεση «Χρήστος Κεχαγιόγλου. Η Κιβωτός του Νου».  Η έκθεση περιλαμβάνει 25 ζωγραφικά έργα, 15 φωτογραφίες, 12 ακουαρέλες καθώς και video εγκατάσταση από την πρόσφατη ενότητα της δουλειάς του Χρήστου Κεχαγιόγλου.

«Η ζωγραφική του εκπέμπει μια μυστηριώδη δύναμη ποιητικής αναπόλησης, μια μεταφυσική αισθητική την οποία συναντάμε σ’ ένα μεγάλο μέρος της δυτικοευρωπαϊκής ζωγραφικής της περιόδου του ’30».

Ο εικαστικός Χρήστος Κεχαγιόγλου μίλησε στην «Πεμπτουσία» για την έκθεσή του.

 

κύριε Κεχαγιόγλου θα ήθελα να ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας με τον τίτλο που δώσατε στην έκθεση «Η Κιβωτός του Νου».   Η Κιβωτός παραπέμπει σε κάτι που θέλουμε να διαφυλάξουμε.  Εσείς τι θέλετε να διαφυλάξετε;

 

Η ίδια η ζωγραφική είναι κατ’ αρχήν για μένα μια κιβωτός. Γιατί αποτυπώνει και διαφυλάσσει με τον τρόπο της το γεγονός μιας μυστικής συνάντησης. Συνάντησης συναισθηματικής, ερωτικής. Συνάντησης με την αλήθεια των πραγμάτων, με το φως. Όμως παράλληλα στη συγκεκριμένη έκθεση υπάρχει κι άλλη μια συμπληρωματική διάσταση της κιβωτού, το μουσείο – σπίτι της οικογένειας του Άγγελου Κατακουζηνού, όπου τοποθετείται μέσα της η ζωγραφική μου και συνδιαλέγεται μαζί της. Μια σύγχρονη ζωγραφική δουλειά γίνεται το περιεχόμενο ενός μουσειακού χώρου, παρόν και παρελθόν συνδιαλέγονται κι αλληλοσχολιάζονται, κι αυτό πιστεύω πως έχει μια πολύ μεγάλη συναισθηματική δυναμική.

 

Στην έκθεσή σας αυτή, μας προτείνετε ένα ταξίδι σε τοπία, πόλεις, πορτρέτα, σκηνοθετημένες φωτογραφίες σημαντικών μορφών της γενιάς του ’30, ακουαρέλες, νεκρές φύσεις, και μια video εγκατάσταση.  Πώς συνυπάρχουν και συνδιαλέγονται αυτά τα διαφορετικά είδη τέχνης ενός σύγχρονου εικαστικού σε μια ιστορική οικεία, την οικεία Κατακουζηνού;

 

Η έκθεση μου αναπτύσσεται στους διάφορους χώρους του σπιτιού, από το σαλόνι που είναι ένας κοινωνικός χώρος, και που υπήρξε χώρος ιστορικών κοινωνικών συνευρέσεων, μέχρι το ψυχαναλυτικό ιατρείο του Άγγελου Κατακουζηνού. Σε κάθε χώρο παρουσιάζω μια ενότητα έργων που εξυπηρετεί την συνολική κίνηση της έκθεσης από το βαθύτερο κομμάτι της συνείδησης μέχρι την τελική κοινωνική της έκφραση. Οπότε συνδυάζω τα διάφορα μέρη του σπιτιού με τα διάφορα μέσα του εικαστικού λόγου (ζωγραφική σε ξύλο, σε χαρτί σε καμβά, φωτογραφία, κατασκευές στο χώρο και video) προκειμένου να εκφραστεί με όσο το δυνατόν πληρέστερο και δυνατότερο τρόπο η ουσία της κάθε ενότητας.

 

Μπορεί η κρίση της εποχής να αποβεί δημιουργική για έναν καλλιτέχνη;

 

Κάθε κρίση μέχρι ενός σημείου είναι θετική, γιατί βάζει σε μια δοκιμασία ότι θεωρούσαμε αυτονόητο. Οπότε επιβάλει ένα ξαναδιάβασμα της πραγματικότητας. Η θέαση των πραγμάτων από μια διαφορετική οπτική γωνία, ακόμα κι όταν επιβάλλεται έξωθεν, μπορεί να αποβεί πολύ δημιουργική.

Όμως αν προχωρήσει πολύ βαθιά κι αρχίσει να ξεθεμελιώνει την ίδια την ύπαρξη,..  εκεί δεν ξέρω πλέον με τι προϋποθέσεις θα μπορεί να υπάρχει η δημιουργικότητα.

 

Η επιμελήτρια της έκθεσής σας Ελένη Αθανασίου επισημαίνει ότι έχετε επηρεαστεί από τους νέο αναγεννησιακούς καλλιτέχνες αλλά και τη βυζαντινή ζωγραφική.  Συμφωνείτε;

 

Ναι, πράγματι μια από τις βασικές συνιστώσες της δουλειάς μου είναι η σχέση της με την βυζαντινή εικόνα αλλά και τη ζωγραφική της πρώιμης αναγέννησης. Δεν είναι σχέση αισθητική, γι’ αυτό και δεν έχει τόσο εμφανείς ομοιότητες στο επίπεδο της φόρμας. Είναι σχέση φωτιστική θα έλεγα, χρησιμοποιώντας έναν τεχνικό όρο. Έχουμε ένα κοινό φως. Τα πράγματα φωτίζονται, και σ’ εκείνη την παλαιά ζωγραφική και στη δική μου, από μια πηγή που δεν είναι φυσική, εισάγοντας μας έτσι σε μια  εσωτερική θέαση του κόσμου. Στο πεδίο αυτού του προβληματισμού συναντιέμαι με την Εικόνα και την προαναγεννησιακή ζωγραφική.

 

Βλέποντας κάποια από τα ζωγραφικά έργα σας είχα την αίσθηση ότι διηγείστε ιστορίες, με μια τρυφερότητα αλλά ταυτόχρονα και με μια παιγνιώδη διάθεση.  Είναι έτσι;

 

Υπάρχει μια μορφή σιωπηλής αφήγησης στα έργα μου. Με τη μορφή αινίγματος εμφανίζονται διάφορα συμβάντα και ο θεατής, που χωρίς αυτόν δεν ολοκληρώνεται ποτέ ένα έργο, καλείται να τα συνδυάσει δημιουργώντας την προσωπική του αφήγηση που είναι και η σχέση του με το έργο. Η τρυφερότητα και η διάθεση του παιχνιδιού είναι η δική σας ματιά, και μαζί πολλών άλλων ανθρώπων είναι η αλήθεια, με χαροποιεί ιδιαίτερα, δεν το κάνω όμως συνειδητά για να το παινευτώ, μου προκύπτει τελείως ασυνείδητα.

 

Σε πολλά από τα έργα σας κυριαρχεί το μπλέ χρώμα και διάφορες αποχρώσεις του.  Υπάρχει κάποιος συμβολισμός; Θα ήθελα να μας μιλήσετε για το πώς αντιλαμβάνεστε τα χρώματα…

 

Το μπλε είναι ένα χρώμα που πράγματι αγαπώ πολύ γιατί στον τόπο μας γεννιόμαστε μ’ αυτό το χρώμα. Αλλά το χρώμα νομίζω πως είναι ένα. Μια μαγικά αξεδιάλυτη ενότητα. Μέσα στο κόκκινο υπάρχει μπλε, μέσα το πράσινο κίτρινο, μέσα στο κίτρινο κόκκινο. Χρώματα καθαρά υπάρχουν μόνο στις λέξεις, όχι στη ζωγραφική πραγματικότητα. Η λέξη «κόκκινο», η λέξη «μπλε» δεν υπάρχουν στη ζωγραφική. Το χρώμα για μένα είναι ένα κύμα, ένα φως που συντονίζει και δημιουργεί. Αφήνομαι στην επενέργεια του όταν ζωγραφίζω, κι όσο πιο ανέμελο είναι αυτό το άφημα μου, τόσο πιο ειλικρινή προκύπτουν τα έργα.

 

Επίσης παρατήρησα ότι σ’ αυτήν αλλά και σε άλλες εκθέσεις σας, τα δέντρα είναι από τα αγαπημένα σας θέματα….

 

Ένας αγαπημένος μου φυσικός υποστήριζε ότι στον κόσμο αυτόν είμαστε φιλοξενούμενοι των φυτών. Και είναι αλήθεια ότι χάρη σ’ αυτά υπάρχει η ζωή στον πλανήτη. Τα αισθάνομαι παντού γύρω μου, μια διακριτική παρουσία ζωής. Είναι ένας τρυφερός ψίθυρος που τρυπώνει με τη φρεσκάδα του στα έργα μου και τα ζωογονεί…

 

Πόσο σας έχει επηρεάσει η γενιά του 30;

Οι άνθρωποι αυτοί δώσανε νόημα σε κάτι πολύ βαθύ, σ’ αυτό που αποκαλούμε «ελληνικότητα». Μας δίδαξαν να βλέπουμε μ’ έναν τρόπο φρέσκο και δημιουργικό την τεράστια παράδοση του τόπου μας. Όχι σαν κάτι τελειωμένο και νεκρό, αλλά σαν μια ανεξάντλητη πηγή που μπορεί συνεχώς να ανανεώνει τη ματιά και τη γλώσσα μας. Ο τρόπος της μ’ έχει στ’ αλήθεια διδάξει πολλά..