Ο Ζωγράφος των Αγγέλων

7 Νοεμβρίου 2011

«Η ιδιαίτερη καλλιτεχνική συνομιλία του Βλάση Τσοτσώνη με τον κόσμο των ουράνιων δυνάμεων τον ώθησε να τεχνουργήσει έργα όπου οι φτερωτές μορφές των αγγέλων γίνονται σημείο αναφοράς της συλλογικής φαντασίας και αναζήτησης.

Χαρακτηρίζονται για την βυζαντινή εικονογραφική καταγωγή της φόρμας, τοποθετούνται όμως στη σύγχρονη κοσμική ζωγραφική. Σε αυτά Αρχάγγελοι και απλοί άγγελοι κατεβαίνουν από τα ουράνια στην ανθρώπινη πλάση χωρίς να απωλέσουν τον θείο τους χαρακτήρα. Προβάλλουν πάνω στο ξύλο σε πρωτότυπο πλαίσιο με ξύλινα ανάγλυφα διακοσμητικά θέματα σε ομάδες, δυάδες ή μοναχικοί, εικονιζόμενοι ολόσωμοι, σε προτομή, μονόφτεροι ή ασώματοι, θλιμμένοι ή χαρούμενοι, διάκονοι Κυρίου, πνεύματα ενός άλλου κόσμου που ευεργετούν τον πλανήτη μας.  

Οι αγγελικές αυτές μορφές εισβάλλουν στην καθημερινότητα του κόσμου μας πάντα σε αέναη κίνηση και οικειοποιούνται τα προβλήματά του. Σκορπίζουν γεύση αθανασίας, περιδιαβάζουν τους δρόμους, ανακαλύπτουν το παρελθόν γίνονται αρωγοί των ανθρώπων, συνοδοί του πόνου και της ευτυχίας τους, συνομιλούν, παρηγορούν, φυλάσσουν, καταργούν τη λήθη, πρεσβεύουν ζωή, πίστη, ειρήνη, δικαιοσύνη, ελευθερία, ελπίδα, αγάπη. Πετάνε πάνω από τις σύγχρονες πόλεις μας. Άγγελοι των οποίων τα φτερά δεν καταφέρνουν να φυλακιστούν από τις διαστάσεις των ζωγραφικών τους πλαισίων αλλά προβάλουν έξω από αυτά, ελεύθερα στο χώρο, άγγελοι που ενσαρκώνουν μεταφέροντας τις προσδοκίες και τις ελπίδες των ανθρώπων. 

Μέσα από τη διαφάνεια του «πλέξιγκλάς» φτερουγίζουν κυριολεκτικά γύρω μας σταματώντας για λίγο ώστε να συνομιλήσουν με το θεατή, ντυμένοι με χιτώνες ζωηρόχρωμους, με χρυσοκοντηλιές στα μαλλιά, στα ενδύματα και στα φτερά βρισκόμενοι σε διαρκή κίνηση, ειρηνοποιοί με κλάδους ελιάς, αγγελιοφόροι Θεού. Κάπου εκεί στο άπειρο παραμονεύουν και οι δαίμονες, έκπτωτοι άγγελοι, γυμνοί, τερατόμορφοι  καταδικασμένοι στο αιώνιο πυρ, ενσαρκωτές του κακού και του πειρασμού, ανήμποροι να επικρατήσουν μετά από τις νικηφόρες μάχες των αγγέλων. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί ένα αμάγαλμα που παρουσιάζει πρωτότυπες συνθέσεις με συμβολικό χαρακτήρα, σαφείς αναφορές στον πνευματικό κόσμο των αγγελικών μορφών, ενώ αξιοποιεί στο έπακρο τις θεολογικές τους ιδιότητες και τον ουράνιο προορισμό τους. Προσθέτει στο έργο του, και κυρίως στις προσωπογραφίες, στιλιστικά στοιχεία της ελληνικής τέχνης, αποδίδει μορφές γεμάτες σφρίγος, συγκεράζει διακοσμητικά θέματα της λαϊκής παράδοσης, επιμένει στις δύο διαστάσεις του έργου, ενώ κάποιες φορές ξαναζωντανεύουν με τη βοήθεια του πινέλου του ηρωικά πρόσωπα της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας.  Εν κατακλείδι, τα στοιχεία που ξεχωρίζουν στο έργο του Βλάση Τσοτσώνη είναι δύο: ο ελληνικός χαρακτήρας και η προσέγγιση του θείου με το ανθρώπινο. 

Ο ελληνοκεντρικός χαρακτήρας ενδυναμώνετε από το πλάσιμο της φόρμας, το ιδιαίτερο χρώμα, το φως κα τους απόηχους της παλαιότερης και πρόσφατης εικαστικής παράδοσης. Ενώ το θείο στοιχείο αναμιγνύεται με την ύλη του κόσμου τούτου τον πλουτίζει με πνευματική δύναμη και τον πλουμίζει με υπέρκοσμη ομορφιά.  Το έργο του Βλάση Τσοτσώνη συνοδεύει και πλαισιώνει τον άνθρωπο κατά τη διάρκεια της πιο εσωτερικής του συνομιλίας με τον δημιουργό του».

Μίρκα Παλιούρα,
Ιστορικός Τέχνης

 

Ο Βλάσης Τσοτσώνης γεννήθηκε το 1951 στο Βέλο της Κορινθίας.  Σπούδασε καλές τέχνες, -ζωγραφική και αισθητική χώρου- στην Αθήνα και διδάχτηκε την τέχνη της αγιογραφίας στο εργαστήρι του Γεωργίου Κουτλίδη. Εκτός από τη βυζαντινή ζωγραφική, ασχολήθηκε και με την ψηφιδογραφία. Την αισθητική του ψηφιδωτού σπούδασε στη Scuola Mosaisisti del Friuli Spilimbergo στην Ιταλία. Συνεργάστηκε τα πέντε πρώτα χρόνια της καλλιτεχνικής του σταδιοδρομίας με «γκαλερί» της Ουάσιγκτον και του Βερολίνου. Το 1983 παρουσίασε έργα του στη Διεθνή Έκθεση Τεχνών του Μονάχου αποσπώντας πολύ επαινετικές κριτικές. Το 1984 συμμετέσχε και βραβεύτηκε στη Διεθνή Έκθεση Τεχνών του Βερολίνου. Από το 1985 έως το 1989 φιλοτέχνησε τα ψηφιδωτά του νέου Καθολικού στη μονή Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου, στη Λυκόβρυση Αττικής, και έκανε τις τοιχογραφίες της Τράπεζας και τις εικόνες του τέμπλου. Το 1987 με εντολή του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων προέβη στην ψηφιδογράφηση (Αποκαθήλωση – Μυρισμός – Ενταφιασμός) της σύνθεσης που τοποθετήθηκε στην Είσοδο του πανίερου Ναού της Αναστάσεως. Το 1989 αγιογράφησε στο Αμμάν της Ιορδανίας τον τρούλο του Πατριαρχικού Ναού της Υπαπαντής του Κυρίου. Το 1991 άρχισε στη μονή Αγίου Στεφάνου Μετεώρων την ιστόρηση του Καθολικού του Αγίου Χαραλάμπους, που όπως είναι γνωστό καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Δύο χρόνια αργότερα ανέλαβε την ιστόρηση του ιστορικού ναού Αγίας Παρασκευής Μετσόβου. Το 1995 έκανε τα ψηφιδωτά στο ναΐδριο Ζωοδόχου Πηγής στην Αγία Μονή Ναυπλίου. Τον επόμενο χρόνο αγιογράφησε τον τρούλο του ναού Αγίου Δημητρίου Μελισσίου Κορινθίας, ενώ το 1997 ψηφιδογράφησε τον τρούλο του Βαπτιστηρίου του ναού της Αγίας Λυδίας Φιλίππων Καβάλας. Τον ίδιο χρόνο αγιογράφησε τον τρούλο του ναού Αγίας Τριάδος Αγρινίου. Το 1998 φιλοτέχνησε ψηφιδωτή σύνθεση με τον προφήτη Ηλία και τους Νεομάρτυρες Άγιο Δημήτριο και Άγιο Παύλο στον ναό Προφήτου Ηλιου Τρίπολης. Στο μεταξύ ψηφιδογράφησε τον τρούλο του Καθολικού του πανίερου Ναού της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα απεικονίζοντας τον Παντοκράτορα, τους Πατριάρχες και φιλοτεχνώντας δοξαστικό διάκοσμο Αγγέλων.

Τον Απρίλιο 1996 παρουσιάστηκε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Ζωγράφου έκθεση έργων του με μελέτες εργασιών του για τα Μετέωρα και τα Ιεροσόλυμα και ελεύθερες συνθέσεις του ζωγραφικής με Αγγέλους.