Τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος [Β΄]

28 Δεκεμβρίου 2012

3. Τα χαρίσματα -ενέργειες του Αγίου Πνεύματος κατά τον Κύριλλο Αλεξανδρείας

Παράλληλα με τον άγιο Ισίδωρο, ο πατριάρχης Αλεξανδρείας αναφέρεται και σε μία άλλη ενέργεια του Πνεύματος, όπως είναι η συγχώρεση των αμαρτιών. Η συγχώρεση των ανομημάτων των ανθρώπων πετυχαίνεται μέσα από τα μυστήρια της βαπτίσεως, της μετάνοιας – εξομολογήσεως. Έτσι με τη χάρη του Πνεύματος κατακτά τη δικαίωση, γιατί «δικαιοί το Πνεύμα, αγίους αποδεικνύον τους εν οις αν γένοιτο, Θεός άρα το την θείαν ενέργειαν έχων εν εαυτώ φυσικώς».

Φυσικά ο πνευματικός ταγός του πατριαρχικού θρόνου της Αλεξανδρείας κατά τον Ε΄  αιώνα σπεύδει να διευκρινίσει ότι, αν και το Άγιο Πνεύμα χορηγεί διάφορα χαρίσματα στους πιστούς εν Χριστώ ή στους θεοφόρους άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης, εν τούτοις δεν υφίσταται μερισμός της Ουσίας Του. Παραμένει ένα και το αυτό, ενεργώντας κατά διάφορους τρόπους «και απαθώς εν πάσιν ενεργούν». Για τον άγ. Κύριλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα ανθρώπου, στο πρόσωπο του οποίου ενήργησε επανειλημμένα η χάρη και η ενέργεια του Πνεύματος, αποτελεί ο απόστολος των εθνών, Παύλος. Σημειώνει, λοιπόν, ότι ο Παύλος νομοθετεί ορθά, γατί μέσα του έχει Πνεύμα Θεού, δηλαδή την ενέργεια του Πνεύματος. Εκείνο ως Θεός τον καθοδηγεί να πράττει τα ορθά. Το τρίτο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος χορηγεί τη χάρη Του στον Παύλο, με αποτέλεσμα να φωτίζεται η συνείδησή του και να ενεργεί το κήρυγμά του και το ιεραποστολικό του έργο καθοδηγούμενος από Εκείνο. Ο απόστολος των εθνών γνωρίζει ότι «εκάστω δίδοται η φανέρωσις του Πνεύματος προς το συμφέρον», για το λόγο αυτό χορηγήθηκαν και σε εκείνον τα χαρίσματα αυτά από το Πνεύμα προς ωφέλεια δική του και εκείνων που θα γνωρίσουν μέσω αυτού τον ενσαρκωμένο Λόγο του Θεού, τον Ιησού Χριστό.

Ο αγ. Κύριλλος, αναφερόμενος στα χαρίσματα του Πνεύματος κάνει λόγο για ψυχικούς, πνευματικούς και σωματικούς ανθρώπους, με βάση τα κριτήρια που τίθενται στην Αγία Γραφή: «Ψυχικός δε άνθρωπος ου δέχεται τα του Πνεύματος του Θεού· μωρία γαρ αυτώ εστι͵ και ου δύναται γνώναι͵ ότι πνευματικώς ανακρίνεται. Ο δε πνευματικός ανακρίνει μεν τα πάντα͵ αυτός δε υπ᾽ ουδενός ανακρίνεται». Ψυχικός άνθρωπος χαρακτηρίζεται από τον αγ. Κύριλλο ο Νικόδημος, ο οποίος αρνούνταν να δεχθεί εκείνα που φανέρωνε το Πνεύμα, όπως συμβαίνει με τους ψυχικούς γενικότερα. Σύμφωνα με τον άγ. Κύριλλο ο ψυχικός άνθρωπος δεν αφήνει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος να φωτίσει το νου του, αλλά ζει «κατά σάρκα» και έχοντας μόνο την ανθρώπινη σύνεση, σε αντίθεση με το πνευματικό έλλογο ον. Γίνεται κατανοητό ότι και στον Κύριλλο ο σωματικός άνθρωπος ταυτίζεται με τον ψυχικό, οι οποίοι έχουν γεώδες φρόνημα και όχι πνευματικό, «οι γαρ ψυχικόν τε και γεώδες έχοντες φρόνημα». Οι πνευματικοί άνθρωποι είναι ευπρόσδεκτοι στη δόξα του Θεού Πατρός, γιατί καρποφορούν αγαθά έργα εν Χριστώ και προσφέρουν δώρα πνευματικά στον Τριαδικό Θεό.

Ο άγ. Κύριλλος ομιλεί για τις ενέργειες του Πνεύματος κάνοντας αναφορά αρχικά στην Παλαιά Διαθήκη. Μέσα από την Παλαιά Διαθήκη μπορεί κανείς να διακρίνει τις ενέργειες του Πνεύματος σχετικά με το φωτισμό των πατριαρχών, του Μωυσέως και γενικότερα των πνευματικών ανθρώπων, ώστε να αποκαλυφθεί το θέλημα του Θεού σχετικά με το παρόν, το μέλλον του ισραηλιτικού λαού και τον ερχομό του Μεσσία. Μέσω του Πνεύματος ενώνεται ο Θεός με τους θεοφόρους άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης και τους οδηγεί στη δικαίωση.

Στην Καινή Διαθήκη, σημειώνει ο Κύριλλος, το Πνεύμα το Άγιο διαδραματίζει ενεργό ρόλο τόσο στη σύλληψη και τη γέννηση του Ιωάννου του Βαπτιστή, όσο και του Ίδιου του θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Εκείνο μετατρέπει τους πιστούς εν Χριστώ σε κατοικητήριο του θείου Λόγου και τους δωρίζει την πνευματική αναγέννησή τους. Τη γενέθλιο ημέρα της Εκκλησίας, την Πεντηκοστή, το Πνεύμα επιδαψιλεύει πλούσια τα χαρίσματά Του στους αποστόλους και στο σύνολο όσων πίστεψαν και βαπτίστηκαν στο όνομα της Αγίας Τριάδος. Από τότε δρα στην Εκκλησία και αγιάζει τα ιερά Μυστήριά της μέσω των οποίων οι πιστοί ενώνονται με τις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Αποτελούν έτσι ένα σώμα με κεφαλή τον νέο Αδάμ τον ενανθρωπήσαντα Λόγο, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Το Πνεύμα έχει σκοπό να συνεχίσει το έργο του Χριστού και να οδηγήσει τους πιστούς εις «πάσαν την αλήθειαν»: «ου γαρ κατέληξεν αποκαλύπτων ημίν ο Μονογενής του καθ᾽ εαυτόν μυστηρίου την δύναμιν αποκαλύψας τοις πρώτοις εν αρχαίς· ενεργεί δε τούτο δια παντός, εν σπείρων εκάστω τον δια του Πνεύματος φωτισμόν, και χειραγωγών εις επίγνωσιν των υπέρ νουν και λόγον τους αγαπώντας αυτόν».

Ο άγ. Κύριλλος, κάνοντας λόγο για τις ενέργειες του Πνεύματος, δεν παραλείπει να τονίζει συνεχώς τη θεότητά Του και έμμεσα η άμεσα να αναφέρεται στο ομοούσιο του Πνεύματος με τον Πατέρα και τον Υιό. Η ομοουσιότητα Του προς τα άλλα δύο Πρόσωπα της Τριάδος του παρέχει τη δυνατότητα να πληροί τα πάντα και να παρέχει ζωή στην κτίση. Επαληθεύεται έτσι το λεχθέν στη Σοφία Σολομώντος: «Πνεύμα Κυρίου πεπλήρωκε την οικουμένην». Τονίζει ότι το Πνεύμα χορηγεί τα διάφορα χαρίσματα στους πιστούς, χωρίς όμως να υπάρχει μερισμός της ουσίας Του. Τέλος αναφέρει τον απόστολο Παύλο ως το χαρακτηριστικό παράδειγμα ανθρώπου, στον οποίο επιδαψιλεύτηκαν πολλά από τα χαρίσματα του Πνεύματος. Πράγμα που και ο ίδιος, έχοντας γνώση, αναφέρει συχνά στις επιστολές του.

Ως Θεός το Πνεύμα μοιράζει διάφορα πνευματικά χαρίσματα στους άξιους πιστούς, «προς το εκάστου μέτρον» «απαθώς» και χωρίς «μερισμόν υπομένει περί την ουσίαν»Του, προικίζοντας άλλον με «λόγον σοφίας», άλλον με «χαρίσματα ιαμάτων», άλλον με «ενεργήματα δυνάμεων», άλλον με «προφητείαν», άλλον με «διακρίσεις πνευμάτων», άλλον με «γένη γλωσσών» και άλλον με «ερμηνεία γλωσσών». Αυτό φυσικά αποδεικνύει περίτρανα ότι το Πνεύμα είναι φύσει Θεός και όποιος τυχόν αμφισβητεί τη θεότητά Του διαπράττει μεγάλο αμάρτημα. Στο σημείο αυτό ο ιερός Κύριλλος επικαλείται ως αδιάψευστους μάρτυρες τους αποστόλους Παύλο, Πέτρο και Ιάκωβο, οι οποίοι με τα γραφόμενά τους ως άλλη Λυδία λίθος αποδεικνύουν τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος, τονίζοντας ότι η ουσία του Πνεύματος «ουκ αλλότριον της θείας φύσεως».

Στο έργο του αγ. Κυρίλλου Εις Ιωάννην, ο ιερός Πατήρ εξάγει το συμπέρασμα ότι πουθενά στον Θεόπνευστο αυτό κείμενο δεν έχουμε εκδήλωση εκστατικών φαινομένων, όπως η γλωσσολαλιά κ.α. από το Άγιο Πνεύμα. Έχουμε ενέργειες που συμβάλλουν στην πνευματική ανόρθωση και αναγέννηση του ανθρωπίνου φυράματος και στη μελλοντική θεμελίωση της Εκκλησίας του Χριστού. Συγκεκριμένα σημειώνει: «… κατά γε το εικός ο και τα εφεξής ισχύοντα, και τη δια του Πνεύματος αποκαλύψει τε και φωταγωγία τη κατά καιρόν εσομένη τον δέοντα, το λείπον αυτοίς εις γνώσιν τετήρηκε. Τάχα δε και ατονούντας έτι περί την του μυστηρίου κατάληψιν θεωρήσας, δια το μήπως πεφωτίσθαι δια του Πνεύματος… τα τοιαύτά φησιν, εκείνο δη πάντως εθελήσας υποδηλούν, ως έτι μεν έχοι και σφόδρα βαθέα και νουν υπερβαίνοντα τον ανθρώπινον αποκαλύπτειν μυστήρια, παραιτοίτο δε νυνί, και μάλα εικότως, ούπω προς τούτο λίαν επιτηδείως έχοντας ορών».

Ο άγ. Κύριλλος υποστηρίζει, βασιζόμενος στα γραφόμενα του ευαγγελιστή Ιωάννου, ότι ο Χριστός μέσω του Πνεύματος κατοικεί στους ανθρώπους, οι οποίοι πιστεύουν σε Εκείνον. Οι πιστοί με τον τρόπο αυτό καθίστανται δεκτικοί του Αγίου Πνεύματος και ζωοποιούνται από το αποκαλούμενο «Ύδωρ ζων». Τονίζει μάλιστα ότι μόνο «δια της του Αγίου Πνεύματος κοινωνίας και μετουσίας» μπορούμε να γίνουμε κοινωνοί και μέτοχοι της θείας του Λόγου φύσεως. Μόνο με το φωτισμό του Πνεύματος μπορεί η σφραγίδα της υποστάσεως του Θεού Πατρός, ο Υιός, να αναμορφώσει και να αγιάσει το ανθρώπινο γένος.

Ο πατριάρχης Αλεξανδρείας τέλος αναφέρεται και εκείνος στη βλασφημία κατά του Πνεύματος, η οποία δεν θα συγχωρηθεί ποτέ, ερμηνεύοντας όμως αλλιώς τη συγκεκριμένη φράση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού: «Ος γαρ αν είπη λόγον κατά του Υιού του ανθρώπου, αφεθήσεται αυτώ· ος δ’ αν είπη κατά του Πνεύματος του αγίου, ουκ αφεθήσεται αυτώ, ούτε εν τω νυν αιώνι, ούτε εν τω μέλλοντι». Εξηγεί τα λόγια του Χριστού λέγοντας ότι με τη λέξη Πνεύμα δεν εννοείται η Τρίτη Υπόσταση του Θεού, αλλά ολόκληρη η ασώματη φύση της Τριάδος, κατά συνέπεια και τα τρία πρόσωπα του Θεού. Βλασφημία, λοιπόν, εννοεί την αθυροστομία κάποιων απερίσκεπτων έναντι του Θεού που τολμούν να μη χαλιναγωγούν τη γλώσσα τους και να την αφήνουν να μιλάει ανεξέλεγκτα εναντίον του Δημιουργού Τους. Παρατηρούμε ότι στο σημείο αυτό ο ιερός Πατήρ παίρνει διαφορετική θέση σε σχέση με την επικρατούσα ερμηνεία της επίμαχης φράσης, συγκριτικά με την ερμηνεία άλλων Πατέρων, προγενέστερων και μεταγενέστερων από αυτόν, οι οποίοι συνάδουν με την άποψη του αγ. Ισιδώρου και όχι του αγ.  Κυρίλλου.

Ο άγ. Κύριλλος τονίζει ότι, επειδή το Άγιο Πνεύμα είναι Θεός και όχι κτίσμα, πετυχαίνει την ένωση και συγχρόνως τη θέωση των πιστών με τον Χριστό: «Θείας γαρ φύσεως κοινωνοί, σχέσει τη προς Υιόν δια του Πνεύματος, ουκ εν ψιλή δοκήσει μάλλον, αλλ᾽ εν αληθεία πάντες εσμέν οι πεπιστευκότες». Έτσι οι πιστοί ενώνονται με το Θεάνθρωπο. Καθίστανται κοινωνοί της θείας φύσεως μέσω της δυνάμεως του Αγίου Πνεύματος και γίνονται «αναστοιχειούμενοι προς το υπέρ κτίσιν κάλλος». Η ένωση των ανθρώπων με το Θεάνθρωπο εν Αγίω Πνεύματι τους καθιστά ομοίους με τον Υιό, την τέλεια εικόνα του Πατρός, και Υιούς κατά μέθεξη. Το Άγιο Πνεύμα γίνεται για την ψυχή πηγή ζωής και αρχή της γνώσεως του Θεού, η οποία τους κάνει να συνειδητοποιήσουν τη νέα ζωή της χάριτος: «Αν, ο μη γένοιτο, συνέβαινε να καταντήσωμεν εστερημένοι Πνεύματος Αγίου, ουδέ καν θα υποψιαζόμεθα ότι ο Θεός υπήρξεν εντός ημών». Το έλλογο ον πετυχαίνει την προοδευτική θεώσή του με τη συνεχή μυστηριακή ζωή, η οποία συνοδεύεται με την ολοένα και τελειότερη γνώση του Θεού, «τελείαν δε γνώσιν είναι, φαμέν, την ορθήν τε και αδιάστροφον… ορθώς δε δοξάζουσαν περί της αγίας τε και ομοουσίου Τριάδος». Το ανθρώπινο φύραμα παιδαγωγείται στη θεολογία από το Πνεύμα, δια του οποίου ελευθερώθηκε από την πλάνη και γνώρισε την αλήθεια για τον Θεό.

Η μυστηριακή ζωή αρχίζει με το βάπτισμα, με την πνευματική λαμπροφορία των πιστών από το Πνεύμα το Άγιο, και τελειοποιείται στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, μέσα από το οποίο επιτυγχάνεται η ένωση του Χριστού με το σώμα του κάθε πιστού: «και ου μόνον δίδωσιν ενεργείν τω λόγω την των νεκρών αναβίωσιν, αλλ᾽ ίνα δείξη ζωοποιόν το ίδιον σώμα, καθάπερ ουν ήδη προείπομεν, των τεθνεώτων άπτεται, και δι᾽ αυτού την ζωήν εντιθείς τοις ήδη κατεφθαρμένοις. Και ει δια μόνης αφής της αγίας σαρκός ζωοποιείται το διεφθαρμένον, … μεταποιήσει γαρ πάντως εις το ίδιον αγαθόν, τουτέστι την αθανασίαν, τους μετεσχηκότας αυτής». Επιτυγχάνεται, λοιπόν, η αναγέννηση ολόκληρης της ψυχοσωματικής οντότητας του ανθρώπου. Αυτή είναι ανώτερη από τη γέννηση του πρωτόπλαστου Αδάμ. Γίνεται από το δεύτερο Αδάμ, τον ενσαρκωμένο θείο Λόγο, ο οποίος μεταστοιχειώνει την ανθρώπινη φύση από την πτωτική κατάστασή της στη νέα εν Αγίω Πνεύματι ζωή. Κατά το βάπτισμα το έλλογο ον σφραγίζεται από το Άγιο Πνεύμα. Παύει να είναι μιαρό από την αμαρτία, γιατί το Πνεύμα καθαρίζει «τους της εν ημίν φαυλότητος δαπανώντι ρύπους, και τον εκ της αμαρτίας εκτήκοντι μολυσμόν». Το σφράγισμα αυτό του παρέχει τη δυνατότητα να μπορέσει να πετύχει τη θέωση με τον Θεό και για το λόγο αυτό «εστίν αρραβών της κληρονομίας ημών».

Ο άγ. Κύριλλος, σχολιάζοντας το γεγονός της σφραγίσεως του ανθρώπου από το Πνεύμα, υποστηρίζει ότι αυτό μπορεί να το κάνει το Πνεύμα, γιατί είναι και το ίδιο Θεός. Έτσι μπορεί να επαναφέρει τον πεπτωκότα άνθρωπο στην αρχέγονη κατάσταση, κατά την οποία γευόταν την αθανασία και τη δυνατότητα να συνομιλεί καθημερινά με τον Θεό: «ώσπερ εν τινι κηρώ ταις των δεχομένων αυτό καρδίαις αοράτως δίκην σφραγίδος ενθλίβεται, δια της προς εαυτό κοινωνίας τε και ομοιώσεως, εις το αρχέτυπον κάλλος την φύσιν αναζωγραφούν, και κατ᾽ εικόνα Θεού δεικνύον αύθις τον άνθρωπον».

Σε άλλο σημείο στο έργο του, Εις Ιωάννην, ο Αλεξανδρινός πατριάρχης υπογραμμίζει ότι με την αποδοχή του Πνεύματος ως Θεού το λογικό ον μετέχει στις ενέργειες της θείας φύσεως και μέσω του Πνεύματος πλησιάζει τον Υιό και μέσω του Υιού τον Πατέρα. Έτσι αποκτά άριστη γνώση για τον Θεό. Η τέλεια γνώση του Θεού, που θα γίνει κτήμα του κατά το μέλλοντα αιώνα, δεν είναι ο τελικός σκοπός του, αλλά μία μόνο πλευρά της τελικής θεώσεως, απλώς «τρυφής τρόπος πνευματικός», όπως σημειώνει ο άγιος Κύριλλος. Το Άγιο Πνεύμα ως ζωοποιόν δεν μας ζωοποιεί μόνο πνευματικά, ζωοποιεί ολάκερη την κτίση και γενικότερα βοηθά στη θεμελίωση του κοσμοσωτήριου έργου της Εκκλησίας του Χριστού.

Γενικά, ο άγ. Κύριλλος αναφέρεται στην επιδαψίλευση των διαφόρων χαρισμάτων στους ανθρώπους από το Άγιο Πνεύμα. Χωρίζει τους ανθρώπους σε σαρκικούς, ψυχικούς και σωματικούς και δείχνει τη σχέση του καθενός με το Άγιο Πνεύμα. Παρουσιάζει τον απόστολο Παύλο ως βασικό παράδειγμα ανθρώπου που δέχεται τη Χάρη του Πνεύματος και την αξιοποιεί. Κάνει αναφορά στις ενέργειες του Πνεύματος, που αποκαλύπτονται μέσα στην Καινή Διαθήκη Εκείνο είναι που διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στη σύλληψη του προφήτη Ιωάννου και φυσικά του Ιησού Χριστού.

Η μυστηριακή ζωή στη βάση της αρχίζει με το μυστήριο του βαπτίσματος, το ύδωρ της αναγεννήσεως. Το Πνεύμα αποκαλύπτει με έμφαση την ομοουσιότητα του Πνεύματος με τον Πατέρα και τον Υιό. Τέλος ο Κύριλλος κάνει λόγο για το φωτισμό των μαθητών κατά την Πεντηκοστή. Ενώ απερίφραστα τονίζει ότι μέσα από την πίστη λειαίνεται η ψυχή της ανθρώπινης φύσεως και έτσι μπορεί να γίνει γνώστης της θείας Αποκαλύψεως.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Τόσο ο άγ. Ισίδωρος όσο και ο άγ. Κύριλλος μιλάνε για την ενεργό συμμετοχή του Πνεύματος στη σύλληψη του προαιώνιου θείου Λόγου. Και οι δύο Πατέρες αναφέρονται στην ενεργό συμμετοχή του Πνεύματος στα Μυστήρια της Εκκλησίας, η οποία συμβάλλει στη δημιουργία μιας ζωήρρυτης ατμόσφαιρας. «Μέσα στην ατμόσφαιρα αυτή οι τύποι των μυστηρίων υποσκελίζονται –χωρίς όμως να αχρηστεύονται- από την ενεργό παρουσία του Πνεύματος, του χορηγούντος τα χαρίσματα και μεταβάλλοντος τους πιστούς σε αληθινούς προσκυνητές». Χάρη στις ενέργειές Του, τα ιερά Μυστήρια παρέχουν τη δυνατότητα στους συμμετέχοντες σε αυτά να φτάσουν στη θέωση. Και οι δύο διδάσκουν ότι η αληθινή γνώση του Θεού μπορεί να επιτευχθεί μόνο με το φωτισμό του ανθρώπινου νου, ώστε να μπορέσει να «δει το πρόσωπο του Θεού» και να κατανοήσει την αλήθεια σχετικά με το υπέρτατο Ον. Ο Ισίδωρος στο σημείο αυτό διευκρινίζει ότι η χάρη του Πνεύματος δεν μπορεί να γίνει κτήμα ανθρώπων αναξίων να συμμετάσχουν στα ιερά Μυστήρια και ούτε μπορεί να εξαγοραστεί από κανέναν, φέρνοντας ως παράδειγμα το επεισόδιο του Σίμωνος Μάγου με τον απόστολο Πέτρο. Αντίθετα γίνεται κτήμα εκείνων, οι οποίοι είναι βαπτισμένοι στα ζωοποιά ιορδάνεια ρείθρα και έχουν ζυμωθεί με τον αγιοπνευματικό πλάστη του Χριστιανισμού.

Οι δύο άγιοι αναφέρονται στη διάκριση των ανθρώπων σε ψυχικούς, σωματικούς και πνευματικούς με βάση το πόσο δεκτικοί είναι στα του Πνεύματος αποκαλυπτόμενα. Εδώ διακρίνεται η επίδραση της παύλειας θεολογίας, η οποία φαίνεται να έχει ασκήσει σημαντική επίδραση στους δύο αυτούς πατέρες του Ε΄ αἰώνα στην Αλεξάνδρεια και στην ευρύτερη περιοχή της. Άξια μνείας είναι και η επιρροή της διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, στους δύο Πατέρες σχετικά με το διαχωρισμό των ανθρώπων σε ψυχικούς, σωματικούς και πνευματικούς. Η γνώση του κόσμου τούτου είναι προϊόν της σωματικής – ψυχικής λειτουργίας του ανθρώπου, είναι όμως διαμετρικά αντίθετη προς τη γνώση του Θεού και των αποκαλυπτόμενων υπ᾽ Αυτού αληθειών, οι οποίες είναι προϊόν του Αγίου Πνεύματος.

Ο άγ. Ισίδωρος, όπως προαναφέρθηκε, μιλώντας για το Άγιο Πνεύμα, αναφέρεται στους ψυχικούς, σαρκικούς και πνευματικούς ανθρώπους και στο ρόλο που αυτοί διαδραματίζουν μέσα στην Εκκλησία και γενικότερα στην πορεία τους προς τη βασιλεία των ουρανών. Ο άγ. Κύριλλος δεν αναφέρεται αναλυτικά στις τρεις αυτές κατηγορίες των ανθρώπων, αλλά μόνο σε εκείνους που ως μέλη της Εκκλησίας προσπαθούν να φανούν αντάξιοι η μη των χαρισμάτων του Πνεύματος. Και οι δύο, όμως, γνωρίζουν και αφήνουν να φανεί μέσα από το έργο τους είτε μέσα από αυστηρά δογματικά πλαίσια, όπως του ιερού Κυρίλλου, είτε μέσα από παιδαγωγικά, όπως του αγ. Ισιδώρου, ότι το Άγιο Πνεύμα αποτελεί την ευλογία του κόσμου. Είναι το φως που καλύπτει την ανθρώπινη ψυχή και επιδαψιλεύει πλούσια τη θεία Χάρη. Παρέχει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να γνωρίσει τον Θεό και να δοξολογήσει το όνομα της Αγίας Τριάδος. Μόνο το Πνεύμα, επειδή είναι Θεός, φωτίζει την ανθρώπινη διάνοια και της αφαιρεί το παραπέτασμα της άγνοιας, για να κατανοήσει τη διδασκαλία περί του Τριαδικού Θεού και το μυστήριο της θείας ενσαρκώσεως της δεύτερης Υποστάσεως της Αγίας Τριάδος. Η χάρη του Πνεύματος μεταλλάσσει τους πιστούς εν Χριστώ από χωράφι άγονο για σωτηρία σε περιβόλι γεμάτο άνθη αμάραντα και δέντρα ευσκιόφυλλα, πεφυτευμένα παρά τις διεξόδους των υδάτων του Αγίου Πνεύματος.

Τέλος, κάνουν λόγο για την ασυγχώρητη βλασφημία εναντίον του Πνεύματος, δίνοντας διαφορετική ερμηνεία ο καθένας τους. Ο μεν άγ. Ισίδωρος θεωρεί ότι ο Χριστός αναφέρεται στο τρίτο Πρόσωπο του Τριαδικού Θεού, ενώ ο Κύριλλος υποστηρίζει ότι η αναφορά γίνεται και στα τρία Πρόσωπα του Θεού. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι ο μεν πρώτος εναρμονίζεται με την επικρατούσα άποψη της Εκκλησίας, ενώ ο δεύτερος προβάλλει μία διαφορετική άποψη, η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί απορριπτέα.