Κυπριανός, Μητροπολίτης Κιέβου και Μόσχας – 1

30 Ιουλίου 2013

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

«Η τελευταία βυζαντινή αναγέννηση ήταν μια εποχή ,οπού το κράτος κατέρρεε αλλά η μάθηση ποτέ δεν ακτινοβολούσε πιο εκτυφλωτικά.[1] Μέσα από αυτή την πρόταση, εκφράζεται με τον καλύτερο τρόπο η εντονότατη αντίθεση που παρουσιάζονταν τους τελευταίους δύο αιώνες της άλλοτε ακμάζουσας Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Γνήσιο τέκνο αυτής της εποχής είναι και το πρόσωπο που παρουσιάζεται σε αυτήν ομώνυμη μελέτη ο Κυπριανός, μητροπολίτης  Κιέβου και Ρωσίας. Πρωτογενής πολύτιμη πηγή έρευνας για τον Κυπριανό, αποτέλεσε η διδακτορική διατριβή  του ομότιμου καθηγητή κυρίου Α. Αιμ. Ταχιάου. Ο τίτλος της είναι, «Επιδράσεις του ησυχασμού εις την εκκλησιαστικήν πολιτικήν εν Ρωσία». Το δεύτερο μέρος της οποίας, είναι αφιερωμένο στον Κυπριανό και το έργο του.

Anti-Catholic_Metropolitan_Cyprian_of_Kiev_and_Moscow_1381-1382,_1390-1406

Το βιβλίο του John Meyendorff, «Byzantium and the Rise of Russia, A study of Byzantino-Russian relations in the fourteenth century». Το οποίο αποτέλεσε βοήθημα, για την καλύτερη κατανόηση του ιστορικού πλαισίου, μέσα στο οποίο λειτουργεί ο Κυπριανός, αλλά κυρίως τον Βυζαντινό-Ρωσικών σχέσεων του 14ου  αιώνα. Οι «Έξι βυζαντινές προσωπογραφίες»,του Dimitri Obolensky επίσης εμπλούτισε την έρευνα, φέρνοντας στο φως νέα βιογραφικά στοιχεία για τον Κυπριανό. Ο συγγραφέας είναι άριστος γνώστης τον πρωτότυπων στοιχείων της σλαβολογικής έρευνας του δευτέρου μισού του 20ου αιώνα. Πολύτιμα εργογραφικά στοιχεία προσέφερε το βιβλίο του κυρίου Α.-Α, Ταχιάου με τίτλο «Βυζάντιο-Σλάβοι- Άγιον Όρος, Αναδρομή σε αμοιβαίες σχέσεις και επιδράσεις».

2. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Υπήρξε έντονη βυζαντινή πολιτισμική εξάπλωση σε όλη την μη ελληνόφωνη ορθόδοξη ανατολική Ευρώπη. Οι σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί και οικοδομηθεί μεταξύ αυτών των χωρών και του Βυζαντίου, κρατούν τις ρίζες τους ήδη από τον 9ο αιώνα. Οι σχέσεις αυτές οφείλονταν κατά κύριο λόγω στις αμυντικές ανάγκες της εξωτερικής πολιτικής της αυτοκρατορίας[2].

Τον 14ο αιώνα η ησυχαστική κίνηση, υπήρξε μία από τις λαμπρότερες εκφάνσεις ζωτικότητας της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Οι Ησυχαστές δεν ενδιαφέρονταν μόνο για την ασκητική ζωή και πνευματικότητα, αλλά είχαν έντονο ενδιαφέρον για θέματα εκκλησιαστικής διακυβέρνησης [3]. Η βυζαντινή εξωτερική πολιτική του 14ου αιώνα, ήταν ανήμπορη να ασκήσει οποιαδήποτε σοβαρή εξωτερική επιρροή στα υπόλοιπα ορθόδοξα κράτη. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο  αναλαμβάνει να καλύψει αυτό το κενό, αναδεικνύεται σε φορέα της πλούσιας παράδοσης του Βυζαντίου στον υπόλοιπο ορθόδοξο κόσμο.

Κατά το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα θιασώτες αυτών των παραδόσεων, είναι οι Ησυχαστές Πατριάρχες με κυριότερο το Φιλόθεο [4]. Την περίοδο αυτή ο οικουμενικός ρόλος του Πατριαρχείου, εκφράζεται από τα έγγραφα που ορίζονται, ως «κηδεμονία πάντων».

Oι μοναχοί, κυρίως οι Σλάβοι, αποτελούσαν τα όργανα μιας πανορθόδοξης πολιτικής. Ο στόχος της οποίας ήταν να πείσει τους ηγέτες των σλαβικών ορθοδόξων λαών να συνδράμουν στην αυτοκρατορία με όπλα και χρήματα. Η διάδοση στην ανατολική Ευρώπη της πίστης στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, εστιάζεται στην πεποίθηση πως είναι η πνευματική κεφαλή του μοναδικού σώματος της ορθόδοξης χριστιανοσύνης [5].

             Επιστρέφοντας στον Κυπριανό το Βελίκο Τύρνοβο, το οποίο βρίσκεται στην βορειοανατολική  Βουλγαρία, ήταν η γενέτειρα του. Το Τύρνοβο, κατέστη πρωτεύουσα του δεύτερου Βουλγαρικού κράτους το 1186, επί της βασιλείας  του Ιωάννου Ασέν [6]. Η τεράστια ακμή του επιτελείται επί ημερών Ιωάννου Αλεξάνδρου (1331-1371), οπότε φθάνει και στο απόγειο της δόξας του. Το Τύρνοβο ανεδείχθει σε σημαντικό πνευματικό κέντρο, στις βιβλιοθήκες και στα πνευματικά εργαστήρια  του οποίου, μεταφράζονταν πλήθος ελληνικών βιβλίων από τον κύκλο των μαθητών του  Γρηγορίου του Σιναΐτη στην μονή του Κελιφάρεβο, λειτούργησε  εποικοδομητικά στην πνευματική άνθηση της περιοχής [7]. Οι ησυχαστικές επιδράσεις της μονής του Κελιφάρεβο, αλλά και η αγάπη του τσάρου Ιωάννου Αλεξάνδρου για τα γράμματα, ανέδειξαν το Τύρνοβο σε σημαντικό πνευματικό κέντρο [8].

Το Άγιον Όρος του 14ου αιώνα, θεωρούνταν εκείνη την εποχή ως κέντρο της Ορθόδοξης παράδοσης [9]. Ο Κυπριανός  υπήρξε για μερικά χρόνια μοναχός στο Άγιον Όρος. Η  ησυχαστική προσευχή, η καλλιέργεια της χριστιανικής παιδείας και η αναγνώριση των θέσεων του Παλαμά, προσέλκυαν πλήθος Σλάβων μοναχών εκεί. Υπήρξε από τα κορυφαία μεταφραστικά κέντρα ελληνικών βιβλίων, στις σλαβικές γλώσσες αλλά και στην ρουμανική.

Ο κοσμοπολιτισμός και οι επιδράσεις που αποτυπώθηκαν στο χαρακτήρα του Κυπριανού από το  Άγιον Όρος, ενδυναμώθηκαν από την παραμονή του δίπλα στον Πατριάρχη Φιλόθεο [10]. Οι υποστηρικτές του Βυζαντίου και της πανορθόδοξης ιδέας  στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, ανήκαν  όλοι στο ησυχαστικό κίνημα. Η εμφάνιση του μεγάλου δουκάτου της Λιθουανίας και του πριγκιπάτου της Μόσχας, το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, επηρέασαν σημαντικά τα εκκλησιαστικά ζητήματα της περιοχής σε τεράστιο βαθμό. Το ισχυρότερο σύμβολο της συνέχειας των παραδόσεων της Κωνσταντινούπολης, αποτελούσε ο προκαθήμενος της μητροπολίτης Ρωσίας [11]. Η μητρόπολη έστελνε συχνά στο Πατριαρχείο οικονομικές εισφορές, συχνά μεγάλης αξίας. Η αναγόρευση κάθε νέου αποτελούσε ,αφορμή σημαντικών δωρεών από πλευράς Ρώσων ηγεμόνων προς την Κωνσταντινούπολη.

Τα πλούσια εισοδήματα της μητρόπολης αποτελούσαν βαθειά οικονομική ανάσα για την παρηκμάζουσα αυτοκρατορία. Σημαντική  συνεισφορά σ΄ αυτές τις, είχαν οι εκάστοτε μητροπολίτες Ρωσίας οι οποίοι στην πλειοψηφία τους, ήταν Έλληνες [12]. Η ησυχαστική κίνηση στη  Ρωσία εισήχθη επισήμως από τον Κυπριανό, μητροπολίτη Κιέβου και Μόσχας [13]. Προσπάθησε να συνενώσει τους Ορθόδοξους Σλάβους σε μια νεοφανή νομιμοφροσύνη προς την Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης, αντιμετωπίζοντας σοβαρές εθνικιστικές και αποσχιστικές  δυνάμεις [14]. Η Λειτουργία, η Υμνογραφία της τοπικής Ρωσικής εκκλησίας, έχει έντονο Βυζαντινό αντίκτυπο, τον διοικητικό μηχανισμό της οποίας κατεύθυνε ο εκάστοτε μητροπολίτης [15].

[Συνεχίζεται]

 

[1] S. Runciman, The Last Byzantine Renaissance, Cambridge 1970, σ.7

[2]D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σ.282

[3]A.-A.Ταχιάος, Επιδράσεις, σ.15

[4]J. Meyendorff,  Byzantium, σσ.346-348

[5]D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σσ.291-292

[6] G. Songeon, Historie de la Bulgarie, Paris 1913, σσ.228-289

[7]A.-A. Ταχιάος, Επιδράσεις, σ.65

[8] E.Turdeanu. La litterature bulgare du  XIV veke et sa diffusion eux pays romains, Paris 1947, σ.115

[9] Α.-Α. Ταχιάος, Επιδράσεις, σ.72

[10] D. Obolensky,  Προσωπογραφίες, σσ.288-289

[11] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σσ.292-295

[12] J. Meyendorff, Byzantium, σ.117

[13] Α.-Α. Ταχιάος, Επιδράσεις, σ.61

[14] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σ.282

[15] J. Meyendorff, Byzantium, σ.346