Η ελεημοσύνη μάς εξισώνει με το Θεό!

27 Αυγούστου 2013

Επομένως, ας μη καταλήξουμε στη σκληρότητα, αλλ’ ας ακούσουμε τον Παύλο, που λέει: «Μη χάνετε το θάρρος σας κάνοντας το καλό». Ας ακούσουμε τον Κύριο, που λέει: «Να δίνεις στον κάθε ένα που σου ζητά» (Λουκ. 6,30), και, «Να προσπαθείτε να γίνετε σπλαγχνικοί, όπως ο Πατέρας σας». Και αν και έδωσε τόσες εντολές, σε καμία εντολή δεν ανέφερε αυτό, παρά μόνον όταν μίλησε για τους οικτιρμούς. Διότι τίποτε δεν μας κάνει τόσο ίσους με το Θεό, όσο το να ευεργετούμε.

Και όμως, δεν υπάρχει χειρότερος από τον ζητιάνο, ισχυρίζεται κάποιος. Γιατί σε παρακαλώ; Μήπως, δηλαδή, επειδή γυρίζει εδώ και εκεί και φωνάζει; Θέλεις, λοιπόν, να σου αποδείξω ότι εμείς είμαστε πιο αναίσχυντοι από αυτούς και πιο αδιάντροποι;

ελεημοσύνη2

     Θυμήσου, σε παρακαλώ, πόσες φορές, στο διάστημα της νηστείας, ενώ είχε ετοιμασθεί το βραδινό  τραπέζι, καλώντας τον υπηρέτη που το ετοίμαζε και αργοπορούσε, όλα τα αναποδογύρισες, βρίζοντας, κλωτσώντας, λοιδορώντας, και όλα αυτά για μία μικρή μόνο αναβολή, αν και γνώριζες πάρα πολύ καλά ότι, αν όχι αμέσως, αλλά οπωσδήποτε, μετά από λίγο θα δοκιμάσεις το φαγητό.

     Έπειτα δεν ονομάζεις τον εαυτό σου αναίσχυντο, που γίνεται θηρίο για το τίποτε, το ζητιάνο, όμως, που φοβάται και τρέμει για τα πιο απαραίτητα (διότι δεν πρόκειται για απλή αδιαφορία, αλλ’ ο φόβος του έχει σχέση με την πείνα), τον ονομάζεις αυθάδη, αναιδή, αναίσχυντο και τον αποκαλείς με τα χειρότερα λόγια; Και όλη αυτή η συμπεριφορά σου δεν είναι απόδειξη της χειρότερης αναισχυντίας; Αλλ’ αυτά δεν τα σκεπτόμαστε γι’ αυτό και εκείνους τους νομίζουμε ενοχλητικούς. Διότι, αν εξετάζαμε, βέβαια, τη δική μας κατάσταση και την συγκρίναμε με τη δική τους, τότε δε θα τους νομίζαμε ενοχλητικούς.

      Επομένως, μη γίνεσαι σκληρός δικαστής. Διότι και αν ακόμη ήσουν απαλλαγμένος από κάθε αμαρτία, ούτε και τότε θα σου επέτρεπε ο νόμος του Θεού να γίνεις ακριβής εξεταστής των ξένων υποθέσεων. Διότι, αν ο Φαρισαίος οδηγήθηκε στην απώλεια ακριβώς για το λόγο αυτό μόνο, ποιά δικαιολογία θα έχουμε εμείς; Εάν αυτούς, που έχουν κατορθώσει ορισμένες αρετές, δεν τους επιτρέπει να κρίνουν τις ξένες υποθέσεις με σκληρότητα, πολύ περισσότερο αυτό δεν επιτρέπεται σ’ εκείνους, που έχουν πέσει σε διάφορα παραπτώματα.

     Ας μη γινόμαστε, λοιπόν, σκληροί, ούτε άσπλαχνοι, ούτε άστοργοι, ούτε αδιάλλακτοι, ούτε πιο άγριοι από τα θηρία. Διότι γνωρίζω, ότι πολλοί έφθασαν σε τέτοιο σημείο θηριωδίας, ώστε να αδιαφορούν για εκείνους που πεθαίνουν από την πείνα, αν και χρειαζόταν μόνο μικρός κόπος, και μάλιστα προβάλλουν κατόπιν τις εξής δικαιολογίες: «Δεν είναι εδώ αύτη τη στιγμή ο υπηρέτης, βρισκόμαστε μακρυά από το σπίτι, δεν έχω γνωστό κανένα τραπεζίτη».

      Πόση, αλήθεια, σκληρότητα! Υποσχέθηκες το μεγαλύτερο και δεν έκανες το μικρότερο; Για να μην κάνεις εσύ ένα βήμα, αφήνεις τον άλλο να πεθάνει από την πείνα; Πόση, αλήθεια, αυθάδεια, πόση υπερηφάνεια! Διότι, και αν ακόμη χρειαζόταν να βαδίσεις δέκα στάδια, έπρεπε να διστάσεις; Δε σκέπτεσαι ότι έτσι ο μισθός σου γίνεται πιο μεγάλος; Διότι, όταν δώσεις, δέχεσαι μισθό μόνο γι’ αυτό που έδωσες, όταν, όμως, βαδίσεις και ο ίδιος, τότε σου προστίθεται και η αμοιβή για τον κόπο αυτόν. Μάλιστα και τον πατριάρχη Αβραάμ γι’ αυτό τον θαυμάζουμε, διότι αν και είχε τριακόσιους δέκα οκτώ υπηρέτες, ο ίδιος έτρεξε στα βόδια του και πήρε το μοσχάρι (Γεν. 18,7). Σήμερα, όμως, μερικοί έχουν τόσο μεγάλο εγωισμό, ώστε αυτά, χωρίς καμία ντροπή, να τα κάνουν με τους υπηρέτες τους.

     Διότι ο ζητιάνος χρειάζεται φάρμακα και όχι τραύματα. Ελεημοσύνη και όχι ξίφος. Διότι, σε παρακαλώ, πες μου αν κάποιος που κτυπήθηκε με πέτρα και τραυματίσθηκε στο κεφάλι, αφήνοντας όλους τους άλλους έτρεχε γεμάτος αίματα και έπεφτε στα πόδια σου, άραγε θα μπορούσες να τον χτυπήσεις με άλλη πέτρα και να πρόσθετες και άλλο τραύμα; Εγώ τουλάχιστον, δεν το πιστεύω αυτό, αλλά νομίζω, ότι θα προσπαθούσες να θεραπεύσεις και το τραύμα που έχει. Γιατί, λοιπόν, στους φτωχούς κάνεις τα αντίθετα; Δε γνωρίζεις τη δύναμη που έχει ο λόγος και να πληγώνει; Διότι λέει «ο λόγος είναι ανώτερος από αυτό που δίνεις» (Σοφ. Σειρ. 18,16).

    Δε σκέπτεσαι ότι σπρώχνεις το ξίφος κατά του εαυτού σου και πληγώνεσαι πιο βαριά, όταν εκείνος, αφού βρισθεί από σένα φεύγει σιωπηλός, στενάζοντας και με πολλά δάκρυα; Διότι από το Θεό στέλνεται σε σένα. Επομένως, σκέψου, πού μεταβιβάζεις το βρίσιμο, όταν βρίζεις αυτόν, τον οποίον σου στέλνει ο Θεός με την εντολή να τον ελεήσεις, και συ όχι μόνο δεν τον ελεείς, αλλά και τον βρίζεις, όταν έλθει. Εάν, όμως, δε γνωρίζεις το μέγεθος της αμαρτίας, εξέτασέ το αυτό στους ανθρώπους και τότε θα καταλάβεις καλά το μέγεθος της αμαρτίας σου. Για παράδειγμα εάν ένας υπηρέτης σου μεταβεί σε άλλον υπηρέτη, με δική σου εντολή, για να πάρει μερικά χρήματα που σου τα οφείλει, και επιστρέψει όχι μόνο με άδεια χέρια, αλλά και με βρισιές, τί θα έκανες σ’ αυτόν που έβρισε τον υπηρέτη σου; Ποια τιμωρία δε θα ζητούσες, διότι εσύ ήσουν εκείνος που δέχθηκε την περιφρόνηση;

     Το ίδιο να σκέπτεσαι και για το Θεό. Διότι και ο Θεός στέλνει σε μας τους φτωχούς, και, επομένως, αν δώσουμε, δίνουμε από τα δικά του. Αν, όμως, εκτός του ότι δεν δώσουμε, τους διώξουμε βρίζοντας, σκέψου πόσους κεραυνούς και πόση φωτιά αξίζει αυτό που κάνουμε!

      Αφού, λοιπόν, σκεφθούμε καλά όλα αυτά, ας χαλιναγωγήσουμε τη γλώσσα μας, ας διώξουμε την απανθρωπιά μας και ας απλώσουμε το χέρι μας για να δώσουμε ελεημοσύνη· και αυτούς, που έχουν ανάγκη, ας τους παρηγορούμε, όχι μόνο με τα χρήματα, αλλά και με τα λόγια μας για να αποφύγουμε την τιμωρία, που προκαλείται από τη λοιδορία, και να κληρονομήσουμε τη βασιλεία, που χαρίζουν η ευλογία και η ελεημοσύνη με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού…

(Αγ. Ιωάννου του Χρισοστόμου, Κατά Ματθαίον. ΛΕ΄ ΕΠΕ 10,512-526.)