Ορθοδοξία και Νεωτερικότητα: Η σύγχρονη καθολική Ορθοδοξία

19 Σεπτεμβρίου 2013

Στη σειρά των άρθρων της Δρ. Ειρήνης Αρτἐμη, για τη θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας μέσα στο πλαίσιο της Νεωτερικότητας (προηγούμενο άρθρο: https://www.pemptousia.gr/?p=55470), ολοκληρώνουμε σήμερα το 1ο Κεφάλαιο, με την εξέταση των σύγχρονων σχέσεων θρησκείας και πολιτικής. Ακολούθως, στην αρχή του 2ου Κεφαλαίου, παρουσιάζεται ο καθολικός χαρακτήρας της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

5. Οι Θρησκείες και η πολιτική σήμερα.

Στις μέρες μας η πολιτική της παγκοσμιοποίησης αποτελεί το σημαντικότερο κίνδυνο για την πολτοποίηση των διαφόρων θρησκειών. Ο άνθρωπος, μέσα από την τεχνολογική εξέλιξη θεωρεί ότι το κράτος του είναι ένα μικρό χωριό σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Αρχικά η παγκοσμιοποίηση θεωρούταν ευεργετική, ως βροχή που θα γονιμοποιούσε ολόκληρη την οικουμένη, γρήγορα, όμως αποδείχτηκε ως μέσο των δυνατών (κρατών –οργανισμών) για να επιβάλλουν τα δικά τους θέλω σε όλες τις γωνιές του πλανήτη. Τα ποικίλα μέσα ενημέρωσης προσπαθούν να οδηγήσουν τις μάζες των λαών στην υιοθέτηση συμπεριφορών που εξυπηρετούν κάποια σχέδια.

Πηγή: www.cretalive.gr/

Πηγή: www.cretalive.gr/

Η παγκοσμιοποίηση με τις μετακινήσεις των ιδεών και ιδεολογιών βοήθησε την επιστήμη και την κοινωνία να προοδεύσουν γρηγορότερα. Δυστυχώς, όμως, η παγκοσμιοποίηση δεν έφερε μόνο θετικά αποτελέσματα αλλά και αρνητικά. Οι λαοί αναγκάζονται να δεχθούν κάποιους δήθεν καλύτερους πολιτισμούς, νέες ιδεολογίες με σκοπό την καταστροφή και απαξίωση της ιστορίας των λαών, των εθίμων και της παραδόσεώς τους. Αυτό, όμως θα έχει ως αποτέλεσμα το χάσιμο της πολιτιστικής και εθνικής ταυτότητας του εκάστοτε λαού. Το οδυνηρό στην υπόθεση είναι αυτό που τονίζει ο Θουκυδίδης ότι, δηλαδή, ένας λαός που αποκόβεται από τις ιστορικές ρίζες του γρήγορα εξαφανίζεται.

Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει αναφορά και στη σχέση της θρησκείας με την παγκοσμιοποίηση. Σήμερα αντί οι θρησκείες να διατηρούν ανόθευτες τις διδασκαλίες τους περνούν στο στάδιο του συγκρητισμού από τους οπαδούς τους. Παρατηρείται, συχνά, στις μέρες μας ένας Βουδδιστής να δέχεται κάποιες θρησκευτικές ορθόδοξες διδασκαλίες αλλά και το αντίθετο.

Η μετανάστευση πολλών ανθρώπων δημιουργεί και νέες εστίες στις ήδη υπάρχουσες θρησκείες, όπως το Ισλάμ. Πολλές φορές Ισλαμιστές και Μουσουλμάνοι καλούνται να ανεχτούν ο ένας τον άλλο έχοντας όμως διαφορετική κοσμοθεωρία. Η συνύπαρξη, άλλοτε, δεν είναι πετυχημένη, γιατί κάποιοι μετατρέπουν τους πιστούς σε φανατικούς με αποτέλεσμα τη δημιουργία τρομοκρατών.

Συμπερασματικά, οφείλουμε να τονίσουμε ότι οι θρησκείες αποτελούν μέρος της ταυτότητας ενός λαού. Διατηρώντας τη θρησκεία τους οι λαοί ίσως μπορέσουν να αποφύγουν την πολτοποίηση της παγκοσμιοποίησης  και να πετύχουν με τη θρησκεία ότι δεν μπόρεσε να τους προσφέρουν οι διάφορες πολιτικές ιδεολογίες. Στην ανθρώπινη ιστορία η πολιτική με τη θρησκεία βρέθηκαν πολλές φορές σύμμαχοι αλλά και πολλές φορές πάλι εχθροί. Στην Ευρώπη κυρίαρχη είναι η θρησκεία του Χριστιανισμού –αν και υπάρχουν σήμερα πολλά δόγματα. Πολλές φορές, εξαιτίας και λανθασμένων χειρισμών της Εκκλησίας, κυρίως της Ρωμαιοκαθολικής, ο άνθρωπος καλείται να ακολουθήσει την εκάστοτε πολιτική ιδεολογία της νεωτερικότητας. Αυτή έρχεται σε σύγκρουση με τη μέχρι τότε παράδοση.

Στην Ελλάδα ακόμα και σήμερα η σύγκρουση του λαού με τη θρησκεία θεωρείται σε ήπια μορφή. Αυτό συμβαίνει, πιθανώς, γιατί οι Έλληνες έχουν ζυμωθεί με τη θρησκεία τους. Φυσικά πολλοί είναι και αυτοί που έχουν πέσει θύματα της παγκοσμιοποίησης και του συγκρητισμού, προσπαθώντας να προβάλλουν πιο εκσυγχρονισμένο προφίλ. Σήμερα η παγκόσμια οικονομική κρίση έρχεται να επιβεβαιώσει ότι υποταγή στην παγκοσμιοποίηση είναι ένα παιχνίδι των δυνατών της γης να επιβάλλουν τις απόψεις του στους αδύναμους.

Η Ορθοδοξία ως κατέχουσα τη μοναδική αλήθεια για το Θεό δεν έχει λόγο να φοβάται το άνοιγμα προς τους άλλους, αρκεί να μην πέσει στην παγίδα της ισοπέδωσης της θεολογίας της, της ιστορία των δογμάτων της. Οφείλουμε να σεβόμαστε τις ιδιαιτερότητες της θρησκείας του άλλου, χωρίς να καλλιεργούμε το μίσος και τη μισαλλοδοξία. Άλλωστε και οι πατέρες της Εκκλησίας συνομιλούσαν με τους διάφορους αιρετικούς της εποχής του και νοιάζονταν για αυτούς, χωρίς όμως να κάνουν υποχωρήσεις στη θεολογία τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της Εκκλησίας απέναντι στην Παγκοσμιοποίηση είναι ότι η Εκκλησία παρέχει φαγητό, ρούχα, επιδόματα σε όσους ανθρώπους έχουν ανάγκη χωρίς να εξετάζει σε ποιο θρήσκευμα, φυλή και χώρα ανήκουν.

Η αγάπη για τον πλησίον μας είναι το έργο της Εκκλησίας, ενώ πρέπει να κατορθώσει να μείνει ανόθευτο το περιεχόμενο της διδασκαλίας των δογμάτων της και της Παράδοσής της. Άλλωστε όσες φορές στο Παρελθόν επιχειρήθηκε από κάποιους ηθελημένα η αθέλητα να νοθεύσουν το περιεχόμενο της Ορθοδοξίας, ο Χριστός, ως κεφαλή της Εκκλησίας την προφύλαξε και την διαφύλαξε τότε αλλά θα την διαφυλάσσει ακέραιη έως τη συντέλεια των αιώνων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β: Ορθοδοξία και Οικουμενισμός. Δρόμοι παράλληλοι ή αντίθετοι;

1. Η Καθολικότητα της Ορθοδοξίας.

 Η Ορθοδοξία, όπως προαναφέρθηκε, μέσα στο πέρασμα των δύο χιλιάδων χρόνων διατήρησε την πίστη της στα ίδια δόγματα και στην ίδια Παράδοση της Εκκλησίας που κληροδότησαν σε αυτήν ο Χριστός, οι Απόστολοι, οι Οικουμενικές Σύνοδοι και τέλος οι Πατέρες της. Στο σύμβολο της Πίστεως, οι Πατέρες των Συνόδων Νικαίας και Κωνσταντινουπόλεως αναγνωρίζουν ότι η Εκκλησία ιδρύθηκε από τον ίδιο τον Θεάνθρωπο Χριστό και αγιάστηκε με το αίμα Του. Είναι Εκείνη που οικοδομήθηκε πάνω στο κήρυγμα των Αποστόλων, «επί τω θεμελίω των Αποστόλων και προφητών, όντος ακρογωνιαίου αυτού Χριστού Ιησού» και έως σήμερα αποτελεί την αδιάκοπη συνέχεια της μίας αδιαίρετης Εκκλησίας των οκτώ πρώτων χριστιανικών αιώνων.

Όλους αυτούς τους αιώνες η Ορθόδοξη Εκκλησία πρεσβεύει ότι δεν αποτελεί μία επιμέρους Εκκλησία που βρίσκεται σε ίση μοίρα με τις πολλές χριστιανικές «εκκλησίες» που υπάρχουν τώρα, αλλά ενσαρκώνει στον εαυτό της τη μία και μόνη Εκκλησία του Χριστού. Ο καθηγητής Κρικώνης σημειώνει: «Ακριβώς δε επειδή η Εκκλησία είναι σώμα Χριστού, και επειδή μία είναι και η κεφαλή αυτής, ο Ιησούς Χριστός, είναι μία, και βεβαίως μετά μιας κεφαλής δύναται να είναι εις οργανική σχέση ζωής μόνον εν σώμα»

Η καθολικότητα της Εκκλησίας είναι λάθος να ερμηνευθεί μέσα στα στενά τοπικά όρια μίας περιοχής, μίας χώρας η μίας αυτοκρατορίας, όπως συνέβαινε κάποτε με τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Με την καθολικότητα εννοούνται όλα τα μέρη στα οποία έχει φτάσει το μήνυμα του ευαγγελίου και υπάρχουν βαπτισμένοι πιστοί, ενώ μέλη της είναι όχι μόνο οι ζώντες αλλά και οι κεκοιμημένοι, όσοι δηλαδή ανήκαν, ανήκουν και θα ανήκουν στο μυστικό σώμα του Χριστού «ζώντας τε και τεθνεώτας», τους «πανταχού της οικουμένης πιστούς», όλων των αιώνων, είτε ζώντες είτε και «προ της του Χριστού παρουσίας ευηρεστηκότες»και «προαπελθόντες εν πίστει εκ της επιγείου εις την ουράνιον Εκκλησίαν». Λόγω της καθολικότητας αυτής σε κάθε Λειτουργία κατά τη διάρκεια του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, ο ιερέας προσεύχεται για τη στρατευμένη Εκκλησία και για τη θριαμβεύουσα, για τους ζωντανούς και τους κεκοιμημένους.

Το καθολικό της Εκκλησίας έχει σχέση με την πίστη στη δογματική καθαρότητα, στην παράδοση των Αποστόλων και όσα υπάρχουν στην Αγία Γραφή, στην ορθή θεολογία και κατά συνέπεια στη σωτηριολογία και τέλος στη μη νόθευση της εκκλησιαστικής ζωής δηλαδή στα μυστήρια και στη θεία Λειτουργία. Με απλά λόγια ο άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας υπογραμμίζει για την καθολικότητα της Εκκλησίας: «όπου αν είναι ο Χριστός Ιησούς, εκεί η καθολική Εκκλησία». Είναι προφανές ότι, η έννοια της καθολικότητας, όπως και αυτή της Ενότητας, εκφράζει την ταυτότητα και την ορθοδοξία της Εκκλησίας, αποκλείοντας όλα εκείνα τα στοιχεία (αίρεση, σχίσμα) που νοθεύουν την αδιαίρετη ουσία της. Κατά συνέπεια, η καθολική εκκλησία είναι μόνο μία, εκείνη που έμεινε πιστή στην δογματική καθαρότητα, στην βιβλική και παραδοσιακή θεμελίωση, στην ορθή σωτηριολογία, και διατήρησε ανόθευτα τη θεολογία, την ευσέβεια και τα μυστήρια.

Ένας άλλος παράγοντας που εξασφαλίζει την καθολικότητα της Εκκλησίας είναι η αποστολικότητά της. Η τελευταία στηρίζεται ταυτόχρονα με την ιστορική συνέχεια στη διαδοχή του επισκοπικού της βαθμού και αξιώματος, το οποίο μεταδίδεται με την κανονική Χειροτονία των επισκόπων. Οι επίσκοποι αποτελούν διαδόχους και συνεχιστές των Αποστόλων ανά τους αιώνες. Είναι στη θέση των Αποστόλων, όσον αφορά στο επισκοπικό τους και ιερατικό τους αξίωμα, ανεξαρτήτως του χρηστού η όχι χαρακτήρα τους. Αυτή η αποστολική διαδοχή μαζί με την ενότητα πίστεως και συνοδικής διοικήσεως αλλά και το ανόθευτο των δογμάτων, διακρίνουν την αληθινή Εκκλησία από κάθε άλλη αιρετική και σχισματική «Εκκλησία».

[Συνεχίζεται]

24. Αναστασίου Γιαννουλάτου, αρχιεπ. Τιράνων και Αλβανίας, Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2000, σ. 244.
25. Αυτόθι, σ. 245.
26. Εφ. 2, 20.
27. Χ.Θ. Κρικώνη, Η Αυθεντία της Εκκλησίας, το Κύρος της Παραδόσεως της και η Διδασκαλία των Πατέρων, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 244.
28. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Εις την προς Εφεσίους, Ι, PG 62, 75Β.
29. Ε. Θεοδώρου, «Εκκλησία», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, εκδ. Αθ Μαρτίνου, 5 (1964) στ. 483.
30. Με τον όρο στρατευμένη Εκκλησία εννοούνται οι ζωντανοί πιστοί που αγωνίζονται για τη σωτηρία τους και τη Μέλλουσα Βασιλεία των Ουρανών.
31. Με τον όρο θριαμβεύουσα Εκκλησία εννοούνται οι άγιοι και οι κεκοιμημένοι εν πίστει και μετανοία. Για τη θριαμβέυουσα Εκκλησία οι πιστοί εορτάζουν τις διάφορες εορτές ανάμνησης διαφόρων γεγονότων από τη ζωή και την κοίμηση η το μαρτύριο των αγίων, ενώ κάνουν μνημόσυνα, δωρεές και τρισάγια για τη συγχώρεση των αμαρτιών των κεκοιμημένων.
32. Ιγνατίου Αντιοχείας, Προς Μαγνησιείς Ι, PG 5, 713Α.