Η Μνήμη Θανάτου & η προετοιμασία για τη Μέλλουσα Κρίση (1ο Μέρος)

11 Δεκεμβρίου 2013

Πως θα διαφυλάξουμε στη καρδιά μας τη μνήμη του θανάτου και τη φοβερή μέλλουσα Κρίση.

Λένε οι Πατέρες ότι στον πνευματικό μας αγώνα είναι πολύ αναγκαίο και ωφέλιμο να έχουμε οπωσδήποτε τη μνήμη του θανάτου και της Μελλούσης Κρίσεως. Ο αββάς Φιλόθεος ο Σιναΐτης αναφέρει μία τακτική γι’ αυτή την πνευματική εργασία, λέγοντας τα εξής: «Από τις πρωινές ώρες και μέχρι την ώρα του φαγητού, να απασχολείς το νου σου με τη μνήμη του Θεού, δηλ. με την προσευχή και τη φυλακή της καρδιάς, και αφού ευχαριστήσεις το Θεό, σκέψου κατόπιν το θάνατο και την Κρίση». Όταν ασκούμεθα με αυτές τις σκέψεις, επάνω από όλα, να σκεπτόμαστε  το λόγο του Κυρίου μας: «άφρον, ταύτη τη νυκτί άγγελοι την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου» (Λουκ. 12, 20).

moni-varlaam-meteora_04

Και για κάθε λόγο μάταιο θα δώ­σουμε λόγο την ημέρα της Κρίσεως. Και ακόμη «Τα δε εκ του στόματος εκ της καρδίας εξέρχεται, κακείνα κοινοί τον άνθρωπον» (Ματθ. 15, 18). Κατόπιν θυμήσου τους λόγους τους οποίους λένε οι άγιοι Απόστολοι, ότι το τέλος πλησίασε και θα έλθει η ημέρα του Κυρίου ως ένας κλέπτης τη νύκτα. Ότι όλοι θα σταθούμε ενώπιον του θρόνου της Κρίσεως του Χριστού και Λόγου του Θεού, ο οποίος θα κρίνει όχι μόνο τα έργα και τα λόγια μας, αλλά και τους διαλογισμούς της καρδίας μας. Λέγει και ο Μέγας Αντώνιος, ο Πατήρ των Πατέρων: Να σκεπτόμαστε πάντοτε, ότι «την παρούσα ημέρα δεν θα προλάβω να τελειώσω».

Ενώ ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει: Να ενθυμείσαι το τέλος της ζωής σου και δεν θα αμαρτήσεις στον αιώνα. Και σ’ άλλο μέρος λέγει: Η μνήμη του θανάτου να είναι στενά συνδεδεμένη με τη ζωή σου. Και ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει: Πάντοτε να έχεις στο νου και στην καρδιά σου, άνθρωπε, ότι πρόκειται  να φύγεις από εδώ. Και όχι μόνο αυτοί αλλά και όλοι οι άγιοι είχαν συνε­χώς αυτήν την ιερή εργασία. Μάλιστα και οι κλασσικοί φιλόσοφοι μίλησαν περί της μνήμης του θανάτου.

Εμείς όμως, οι εμπαθείς και αδύνατοι, τί θα κάνου­με; Πώς θα μάθουμε αυτή την εργασία και, έστω για λίγο, να βυθίζουμε αυτή τη σκέψη στην καρδιά μας; Διότι το να αποκτήσει κανείς σε τέλειο βαθμό μέσα στην καρδιά τη μνήμη του Θεού είναι ένα μεγάλο και θαυμαστά δώρο του Θεού, όπως λέγει ο άγιος Ισαάκ. Ο διασκορπισμός όμως του νου μας και το σκοτάδι της λησμονιάς δεν μας αφήνουν να ζήσουμε αυτά τα πράγματα. Διότι, ενώ πολ­λές φορές σκεπτόμαστε και συζητούμε μεταξύ μας για το θάνατο, εν τούτοις δεν μπορούμε να χαράξουμε αυτά τα λόγια στο βάθος της καρδιάς μας. Παρά ταύτα όμως, ας μην απελπιστούμε ούτε να εγκαταλείψουμε τελείως αυτή την προσπάθεια, διότι με τη βοήθεια του Θεού, με τους δικούς μας κόπους και με τον καιρό θα το κατορθώσου­με.

Εάν κάποιος σκεφθεί αυτά που γράψαμε μέχρι τώ­ρα, θα καταλάβει ότι είναι αναγκαιότατη και ωφελιμότατη αυτή η εργασία. Διότι, όπως το ψωμί είναι το πλέον απαραίτητο από όλες τις τροφές, έτσι και η μνήμη του θα­νάτου είναι μπροστά και πάνω από όλες τις άλλες πνευ­ματικές εργασίες. Και όπως είναι αδύνατον ο πεινασμένος να μη ζητήσει πρώτα το ψωμί, έτσι ακριβώς και αυτός που θέλει να σωθεί, δεν μπορεί, είπαν οι Πατέρες, να μη σκέπτεται το θάνατο.

Κατόπιν να φέρνουμε στο νου μας αυτά που έγρα­ψαν οι άγιοι για τα διάφορα και φοβερά είδη των θανά­των, όπως έγραψε ο άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος και πολλοί άλλοι. Ωφέλιμο μου φαίνεται ότι είναι να ενθυμούμεθα τα διάφορα είδη θανάτων που είδαμε ή ακούσαμε και τα οποία συνέβησαν στις ημέρες μας. Διότι πολλοί λαϊκοί, ακόμη και μοναχοί, που έκαναν μία ανέμελη ζωή, επειδή αγάπησαν τον παρόντα αιώνα και έθεσαν τις ελπίδες τους στη μακρότητα των ημερών, ξαφνικά θερίσθηκαν από το θάνατο, πριν ακόμη φθάσουν στα γεράματα, μη μπορώντας μερικοί μάλιστα να πουν ούτε ένα λόγο στην ώρα του θανάτου τους, αλλά αρπάχτηκαν στην κατάσταση που ευρίσκοντο, είτε να τρώγουν είτε να πίνουν. Άλλοι πέθαναν ξαφνικά βαδίζοντας στο δρόμο, άλλοι ξαπλωμένοι στο κρεββάτι για λίγο ύπνο και ανάπαυση σωματική και κατευθείαν κοιμήθηκαν τον αιώνιο ύπνο.

Ενώ άλλοι στην τελευταία ώρα του θανάτου άκουσαν φοβερές ερωτήσεις ή είδαν απαίσιες μορφές με μεγάλη συνοχή καρδίας. Γι’ αυτό, μπορεί από αυτά η μνήμη του θανάτου να μας φοβίσει λίγο. Σκεπτόμενοι όλα αυτά, να ρωτάμε τον εαυτό μας, πού είναι οι φίλοι και οι γνωστοί μας και τί  κέρδισαν αυτοί απ’ αυτή τη ζωή; Εάν μερι­κοί απ’ αυτούς ήταν περιφανείς και ένδοξοι σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο, εάν είχαν πλούτο και άφθονα υλικά αγαθά, ά­ραγε όλα αυτά δεν μετατράπηκαν σε φθορά και στάχτη;

Να ενθυμούμεθα και τον υμνογράφο της Εκκλησίας μας, ο οποίος λέγει: «Ποία του βίου τρυφή διαμένει λύπης αμέτοχος; Ποία δόξα έστηκεν επί γης αμετάθετος; πάντα σκιάς ασθενέστερα, πάντα ονείρων απατηλότερα· μία ρο­πή και ταύτα πάντα θάνατος διαδέχεται…» (άγιος Ιωάν­νης ο Δαμασκηνός).

Αλήθεια, όλα τα του κόσμου πράγματα είναι ματαιότητα, διότι τίποτε δεν παραμένει μετά το θάνατό μας. Δεν θα πάρουμε μαζί μας τον φθαρτό πλούτο μας, ούτε θα μας ακολουθήσουν όλα τα μεγαλεία αυτού του κό­σμου. Γιατί λοιπόν, θορυβούμεθα ματαίως; Γιατί ασχο­λούμεθα τόσο πολύ με τα κοσμικά πράγματα; Σύντομη είναι η οδός την οποία διανύουμε, φεύγουμε απ’ αυτή τη ζωή, η οποία είναι καπνός, ατμός, χώμα και στάχτη. Λίγη είναι εδώ η ζωή μας και γρήγορα χάνεται. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει ότι σ’ αυτό το δρόμο της ζωής ένας ταξιδιώτης, όπου θέλει μεταβαίνει.

Όταν φθάσει σε μία πόλη μένει στο ξενοδοχείο και ξέρει πότε ήλθε και πότε θα αναχωρήσει. Εάν έφθασε το βράδυ, το πρωί, εάν θέλει φεύγει· και εάν θέλει, να καθυστερήσει εκεί, μπορεί εύκολα να το κάνει. Όταν όμως εμείς αναχωρήσουμε απ’ αυτή τη ζωή δεν είναι στο χέρι μας να αρνηθούμε αυτή την πρόσκληση, ούτε έχουμε τη δυνατότητα να παραμείνουμε εδώ περισσότερο χρόνο, έ­στω και αν πολύ το θέλουμε. Είναι αλήθεια, πόσο απροειδοποίητα καταφθάνει το φοβερό μυστήριο του θανάτου, το οποίο χωρίζει με βία τη ψυχή από το σώμα, το οποίο χωριζόμενο επιστρέφει στη γη και με το θέλημα του Θεού διαλύεται.

Τί θα κάνουμε τότε, εάν τώρα αδιαφορούμε για εκείνη την ώρα και παραμένουμε απροετοίμαστοι; Τότε θα αντιληφθούμε πόσον αγώνα έχει η ψυχή, όταν χωρίζεται από το σώμα. Αλλοίμονο, πόσο θα κλάψει τότε ο άνθρωπος και δεν θα έχει κανέναν να τον ελεήσει! Θα σηκώνει τα μάτια του προς τους αγγέλους και μάταια θα παρακαλεί· προς τους ανθρώπους θα απλώνει τα χέρια του, αλλά ποιός θα τον βοηθήσει, παρά μόνο ο Θεός και τα καλά του έργα. Γι’ αυτό είναι δίκαιο να σκεπτόμαστε  την παροδικότητα αυτής της ζωής, να φροντίζουμε για την ετοιμασία της ψυχής μας και να μην περισπώμεθα από τις κο­σμικές μέριμνες και τις ανώφελες εργασίες. Και όλο τον κόσμο εάν θελήσουμε να κερδίσουμε, στον τάφο μόνοι μας θα πάμε, χωρίς να πάρουμε τίποτε απ’ αυτή τη ζωή· ούτε ομορφιά, ούτε δόξες, ούτε εξουσίες, ούτε τιμές, ούτε κάτι άλλο απολαυστικό του παρόντος αιώνος. Όταν κοιτάζουμε το μνήμα βλέπουμε την ομορφιά μας πολύ ά­δοξη, ψεύτικη και άμορφη.