“Βαρβάρα, τυράννων ου κατέπτηξας απειλάς” (Μέρος 2ο)

4 Δεκεμβρίου 2013

Κυριευμένος από κατάπληξη ο βουτηγμένος στο μίασμα και θρασύτατος ηγεμόνας με θυμό που κόχλαζε προστάζει να γυ­μνώσουν τη μάρτυρα και να ξεσκίσουν αλύπητα τις σάρκες της με τα βούκεντρα και να σκουπίζουν τις πληγές που θα της κά­νουν με υφάσματα και κουρέλια από τρίχα, ώστε να κοκκινίσει από το αίμα όλο το σώμα της. Ω η σεπτή και ιερή ομολογία σου, Βαρβάρα του Χριστού καλλίνικη μάρτυς, που έκανες χωρίς φόβο και δειλία μπροστά σε όλους με τη χάρη του Πνεύματος και θεολόγησες, ώστε ν’ ακούν άνθρωποι και οι άγγελοι που έβλεπαν την άθλησή σου και οι δαίμονες που αόρατα συστρατεύονταν εναντίον σου με τους ορατούς αντιπάλους.

agiavarv

Σε έγραψε ο Κύριος στα βιβλία του ουρανού και σε ομολόγησε μπροστά στον αρχίφωτο και θεαρχικό Πατέρα του και πάλι θα σπεύσει να σε ομολογήσει και να σε ανακηρύξει. Ω η γενναιότατη υπομονή και καρτερία σου, με την οποία κατατρόμαξες τον διάβολο και τους αποστάτες αυτού δαίμονες, κι έκανες τους αγίους αγγέλους να σε θαυμάσουν και να σ’ επαινέσουν, με την οποία διάλυσες σαν αράχνη την πλάνη των ειδώλων, και κραταίωσες κι επιβεβαίωσες την αληθινή πίστη.

Βλέποντας ο δικαστής πόσο αμετακίνητη και καρτερική ήταν η αγία, προστάζει να τη ρίξουν στη φυλακή, ώσπου να σκεφτεί με τι οδυνηρότερα βασανιστήρια να τη βασανίσει. Τα μεσά­νυχτα όμως της ημέρας εκείνης την περιέλαμψε ένα υπέρλαμπρο φως, μέσα στο οποίο ξεχώριζε ολόλαμπρος ο Κύριος της δόξας παρηγορώντας τη μεγάλη οδύνη και λύπη που φαινόταν στο πρό­σωπό της και στηρίζοντάς την με λόγια ενθαρρυντικά στους μελ­λοντικούς αγώνες της με τα λόγια·

-Έχε θάρρος, Βαρβάρα, γιατί μεγάλη χαρά θα συμβεί στον ουρανό και τη γη για την άθλησή σου. Μη φοβάσαι τις απειλές του τυράννου, ούτε να τις υπολογίζεις. Εγώ είμαι μαζί σου και θα σε απαλλάξω από όλα τα τραύματα που σου προξενούν.

Κι ευθύς εξαφανίστηκαν οι πληγές από το σώμα της. Έπειτα από αυτά τα λόγια, έφυγε πάλι στους ουρανούς των ουρανών ο Κύριος. Είχε δοκιμάσει μεγάλη αγαλλίαση η γνήσια μάρτυς και δούλη του Χριστού και γέμιζε με ευφορία ψυχής και χαρά κι ευ­φροσύνη για την ενθάρρυνση του Χριστού. Κι αληθινά δικαιο­λογημένα είχες χαρεί, ω τρισευτυχισμένη κόρη! Γιατί η αιτία της χαράς σου είναι η μόνη αληθινή ευφροσύνη και ψυχική ικα­νοποίηση αναλλοίωτη κι αναφαίρετη. Ω τα καλότυχα στ’ αλή­θεια μάτια σου, που αξιώθηκαν να δουν τον Κύριο που δεν τολ­μούν ν’ ατενίσουν στον ουρανό τα Χερουβίμ και τα πολυόμματα τάγματα!

Ω αυτιά τρισόλβια, που δέχτηκαν τον ήχο από τα λό­για του Θεού! Ω αξιαγάπητη ψυχή και τρισευτυχισμένη που την παρηγόρησε με λόγια από το ίδιο του το στόμα ο Δεσπότης των ουρανίων και επιγείων και Θεός κάθε παρηγοριάς! Εσύ όντας μέσα στη σάρκα ακόμα, η νύφη του Χριστού, ως απόδειξη όλης της προίκας σου έχεις δεχτεί τον αρραβώνα της βασιλείας των ουρανών. Γι’ αυτό τη δοκιμασία των αλγεινών τη θεώρησες και τη λόγιασες σαν βέλη νηπίων ή δαγκώματα ψύλλων, ενώ γοη­τευμένη από τον έρωτα του Χριστού που σου φανερώθηκε και με στερεά ψυχή έλεγες· «ποιος θα με χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Η θλίψη ή η στενοχώρια ή η πείνα ή ο διωγμός ή οι μά­στιγες ή οι κίνδυνοι; Έχω πειστεί ότι ούτε η ζωή ούτε ο θάνατος ούτε άγγελος ούτε τα παρόντα ούτε τα μελλοντικά ούτε κανένα άλλο πλάσμα θα μπορέσουν να με χωρίσουν από την αγάπη του Χριστού».

Το πρωί οδηγήθηκε η μάρτυς στο βήμα, με σχετική προστα­γή του άρχοντα. Όταν είδε ότι τα χτυπήματα είχαν εξαφανιστεί και το σώμα της ήταν απείραχτο και ακέραιο χωρίς την παραμι­κρή αμυχή, λέει ο φρενοβλαβής και φρενοπαρμένος·

-Βλέπεις πως οι θεοί σε θέλουν δική τους και σ’ αγαπούν, αφού θεράπευσαν και τις πληγές σου.

Η μάρτυς αφού γέλασε με την παραφροσύνη και την κατάπληξη και τη σύγχυση εκείνου, του αποκρίθηκε.

 -Οι θεοί σου είναι όμοιοι μ’ εσένα, κουφοί, τυφλοί αναίσθη­τοι κι ασάλευτοι, αδύναμοι να βοηθήσουν τον εαυτό τους· πώς θα μπορούσαν λοιπόν να θεραπεύσουν εμένα που αφα­νίζω την ματαιότητά τους που ξεγελά τον κόσμο; Αυτός που με θεράπευσε είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού που ζει, τον οποίο εσύ με τα βέβηλα μάτια σου και την πωρωμένη ψυχή δεν είσαι άξιος να δεις.

Σαν θηρίο αναμμένος από το θυμό με αυτά τα λόγια ο βρομερός προστάζει να ξύσουν βαθιά τα πλευρά της και να βάλουν στις πληγές της αναμμένους δαυλούς και να χτυπούν με σφυρί το κε­φάλι της όπως το αμόνι.

Εκείνη τότε, αφού έστρεψε το βλέμμα της στον ουρανό, είπε: «Εσύ, Κύριε, καρδιογνώστη, γνωρίζεις ότι ήρθα σ’ εσένα επειδή σε ποθούσα· μη μ’ εγκαταλείψεις ως το τέλος.

Υπέφερε λοιπόν η γενναία μάρτυς του Χριστού κι αυτό το μαρ­τύριο με γενναιότητα, ξεπερνώντας όχι μόνο τη γυναικεία αδυ­ναμία, αλλά και την ανθρώπινη φύση. Πώς θα μπορούσε να υπομείνει καρτερικά τόσες κακώσεις και σκληρές και επώδυνες τι­μωρίες, αν δεν είχε ξεπεράσει αυτό το σώμα της ταπείνωσης με τη δύναμη του Πνεύματος που την τόνωνε και τη δυνάμωνε αόρατα;

Αλλ’ ούτε με όλα αυτά που έγιναν χόρτασε ο υπηρέτης και συνήγορος του διαβόλου, αλλά στρέφει τη γόνιμη σε κακία διάνοιά του σε άλλο είδος βασανιστηρίων, έχοντας θρονιασμένο μέσα του της κάθε κακίας τον αρχηγό δράκοντα και γεννήτορα και εφευρέτη, που από την αρχή στάθηκε ανθρωποκτόνος και μι­σάνθρωπος. Πρόσταξε λοιπόν, λένε, ο ηγεμόνας να κοπούν με το ξίφος οι μαστοί της μάρτυρος. Την ώρα εκείνη που κόβονταν οι μαστοί της, η αμνάδα του Χριστού έστρεψε το βλέμμα στον ουρανό και έλεγε: «Μη με απορρίψεις μακριά από το πρόσωπό σου και μη πάρεις από εμένα το άγιό σου Πνεύμα».

Κι αυτή λοιπόν την πληγή τη δέχτηκε η μάρτυς με καρτερία και ευχαριστώντας. Έχεις άραγε, παγκάκιστε δαίμονα, κρυμμένη σαν θησαυρό στα βάθη της ψυχής σου κι άλλη επινόηση κακίας χειρότερη απ’ αυτή; Σου έχει άραγε απομείνει ή θεωρείς καμιά κακοποίηση οδυνηρότερη για τη γυναικεία φύση; Δεν απόκαμε ο νους σου προσπαθώντας ν’ ανακαλύψει βασανιστήρια για τη μάρτυρα; Πρόσθεσε, αν νομίζεις, κι άλλα. Θα βρεις απέναντι σου διαμάντι ή καλύτερα ψυχή που δεν ραγίζει, κι από αυτό το διαμάντι στερεότερη, αμόνι ικανό να ανταποδίδει τα χτυπήματα από τα σφυριά σου· «είναι σκληρό για σένα να κλωτσάς τα καρ­φιά».

Γιατί όσο πληθαίνεις τις τιμωρίες, τόσο αυξάνεις και χωρίς να θέλεις τα στεφάνια για τη μάρτυρα και πανεύφημη κόρη και χωρίς να το θέλεις θα της προσφέρεις τα έπαθλα της νί­κης λαμπρότερα. Ενώ για τον εαυτό σου, καθώς θα νικιέσαι και θα πέφτεις και θ’ ανατρέπεσαι θα πληθύνεις την αισχύνη σου νι­κημένος και τρεπόμενος σε φυγή ύστερα από κάθε αγώνα και επίθεσή σου, και θα σωρεύσεις περισσότερα και τ’ αναμμένα κι άσβηστα κάρβουνα και τ’ ατελεύτητα βασανιστήρια στο γεμάτο από κάθε κακία κεφάλι σου.

Αλλά μου προξενεί θαυμασμό και ο απάνθρωπος κι αποθηριωμένος τρόπος του σαρκικού γονιού της μακαριστής, ξένος από το ευσεβές πνευματικό φρόνημα και μακριά από την πατρι­κή στοργή. Αληθινά κι αυτά τα άλογα θηρία, άσπλαχνε πατέρα, τα ξεπέρασες με την απανθρωπιά σου. Γιατί εκείνα υπερασπίζονται τα παιδιά τους μέχρι θανάτου αν βλέπουν να θέλει κάποιος να τα βλάψει, ενώ εσύ της δικής σου, μοναδικής κόρης, βλέπο­ντας χωρίς λύπη να κατακόβουν με το σπαθί τα γυναικεία μέλη που πηγάζουν το γάλα της ζωής, δεν ντράπηκες καν την προσβολή κατά της φύσης ούτε και λύγισες μπροστά στις τόσες πληγές έχοντας πέτρινη καρδιά κι αναίσθητη.

Αλλά γιατί θαυμάζομε, αδελφοί μου, τους μολυσμένους κυ­ριολεκτικά από την πλάνη της ασέβειας και παραδομένους στη βακχική μανία του Σατανά; Γιατί, όπως οι καλλίνικοι μάρτυρες, αφού με την αγάπη τους προς το Χριστό έλαβαν το θειο Πνεύμα και νίκησαν και ξεπέρασαν τη φύση, βρέθηκαν μέσα στα υπερφυσικά, έτσι ακριβώς και οι διώκτες του Χριστού και τούτων, γεμάτοι όντας από το πονηρό πνεύμα και υποδουλωμένοι στη δύ­ναμη της αποστασίας, ξεγλίστρησαν κι αυτοί και ξέπεσαν έξω από τη φύση, όχι βέβαια στο καλύτερο, αλλά στο χειρότερο.

Κι όπως εκείνοι ανυψώθηκαν πάνω από την ανθρώπινη κατάσταση, τόσο περισσότερο κι αυτοί βούλιαξαν πιο κάτω από αυτήν κι έγιναν όμοιοι με τους ανθρωποκτόνους δαίμονες. Και είναι πολύ φυσικό. Γιατί όποιοι προσέρχονται στο Χριστό, μιμούνται με την ίδια την αρετή το Χριστό, όσοι όμως υποδούλωσαν τον εαυτό τους στο ζυγό του διαβόλου, γίνονται κατά κάποιο τρόπο παρόμοιοι κι εφάμιλλοι μ’ αυτόν. Αλλά ας δούμε τι σοφίζεται πάλι και μηχανεύεται ο αντίδικος κι αντίπαλος μας μέσω των ιδίων των υπασπιστών του εναντίον της σεμνής και φρόνιμης παρθένας.

[Συνεχίζεται]