Η χαρά της πνευματικής ζωής στη διδασκαλία του Οσ. Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου

9 Ιανουαρίου 2014

Με την ευκαιρία της πρόσφατης αγιοκατάταξης του Γέρ. Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, έχουμε τη χαρά να δημοσιεύσουμε σε συνέχειες τη μελέτη του Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ κ. Ανέστη Κεσελόπουλου, σχετικά με τη σημασία της πνευματικής ζωής, όπως αναδεικνύεται μέσα από τη διδασκαλία του χαρισματικού Γέροντος. Επειδή το άρθρο είχε γραφτεί προ της αγιοκατατάξεώς του, ο Όσιος Πορφύριος αποκαλείται «γέρων» ή «πατήρ».

porfirios2

Η Πνευματική Ζωή στη Διδασκαλία του Γέροντος Πορφυρίου

Όταν γίνεται -δημοσιογραφικά τουλάχιστον- λόγος σήμερα για πνευματική ζωή και πνευματικούς ανθρώπους, συνήθως η σκέψη πολλών πηγαίνει σε ανώτατα εκπαιδευτικά η μορφωτικά ιδρύματα και παραπέμπει σε πρόσωπα που έχουν να επιδείξουν επιτυχή ενασχόληση με σπουδές και διαδρομή στα γράμματα και τις τέχνες. Στις περιπτώσεις αυτές γίνεται λόγος για «πνευματικότητα» και με τον εντελώς αφηρημένο αυτόν όρο νοείται η καλλιέργεια κάποιων διανοητικών ικανοτήτων η η αφοσίωση ορισμένων ανθρώπων σε ιδεολογίες και συστήματα κοσμοθεωριακά.

Μέσα από μια τέτοια προοπτική θα παραξένευε ο τίτλος της μελέτης αυτής, όταν αναφέρεται σε ένα άνθρωπο που παρακολούθησε μόνο την πρώτη τάξη του δημοτικού σχολείου και δεν ασχολήθηκε ούτε με τις ιδεολογίες και τη διανόηση ούτε με την κουλτούρα και τη συγγραφή. Από την  άλλη πλευρά οι Πατέρες της Εκκλησίας επιμένουν να χαρακτηρίζουν κάποιον άνθρωπο πνευματικό «από της του Πνεύματος ενεργείας»[1], ενώ επισημαίνουν ότι ο πνευματικός άνθρωπος «εκ τριών υφέστηκε∙ χάριτος Πνεύματος επουρανίου, ψυχής λογικής και γηΐνου σώματος»[2], που γίνεται βέβαια και αυτό πνευματικό, όταν μετέχει στη χάρη του Αγίου Πνεύματος.

 Ακόμη και αν κάποιος δεν είχε γνωρίσει προσωπικά τον π. Πορφύριο, αλλά διάβαζε μόνο το βιβλίο «Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι»[3],  δεν θα δυσκολευόταν να συμπεράνει πως ο Γέροντας υπήρξε τέτοιων, δηλαδή πατερικών, προδιαγραφών πνευματικός άνθρωπος και πως η διδασκαλία του χειραγωγεί με ασφάλεια και σιγουριά σηματωρού στη γνήσια πνευματική ζωή. Ωστόσο, όχι μόνο το περιεχόμενο αυτού του βιβλίου αλλά και η ίδια η πνευματική ζωή δεν μπορεί να εξαντληθεί και να περιορισθεί στο πλαίσιο μιας εισηγήσεως. Γι’ αυτό ό,τι ακολουθήσει θα είναι κάποιες απλές νύξεις και επισημάνσεις για το θέμα. Υιοθετώντας επίσης την  αρχή «Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν», θα προσπαθήσουμε τα όσα θα ακολουθήσουν να φέρουν όχι μόνο το πνεύμα αλλά και την αυθεντικότητα του λόγου του Γέροντα.

Ο Γέροντας Πορφύριος δεν ξεχωρίζει  την πνευματική ζωή από την υπόλοιπη ζωή του ανθρώπου ούτε τοποθετεί στεγανά και διαχωρισμούς, όπως συνήθως γίνεται με εμάς. Είναι ο ίδιος ακέραιος, γι’ αυτό αρνείται τους οποιουσδήποτε μονισμούς η ακρωτηριασμούς στη ζωή του ανθρώπου. Έτσι, ενώ δίνει μεγάλη σημασία στο ενδιαφέρον για την προσευχή και τη μελέτη της Αγίας Γραφής, τους υμνολογικούς κανόνες και τα τροπάρια της Εκκλησίας, παράλληλα υποδεικνύει τον περίπατο στην ύπαιθρο και την πορεία στην εξοχή, την καλλιέργεια του κήπου, των φυτών, των λουλουδιών και των δένδρων, αλλά και υποστηρίζει ότι η ενασχόληση «με την τέχνη και τη μουσική κλπ. κάνει πολύ καλό». Πιστεύει ότι όλα αυτά επιδρούν «σαν φάρμακα», που βοηθούν στη θεραπεία του ανθρώπου[4].

Είναι ο ατόφιος και ακέραιος άνθρωπος, που θέλει ατόφιους και χαρούμενους και όλους  τους άλλους. Γι’ αυτό και βλέπει όλα τα πράγματα και ολόκληρη την κτίση ως αναγωγικά και οδηγητικά προς τη μεγάλη Αγάπη, τον Χριστό. «Όλα είναι άγια, και η θάλασσα και το μπάνιο και το φαγητό. Όλα να τα χαίρεσθε. Όλα μας πλουτίζουν, όλα μας οδηγούν στη μεγάλη Αγάπη, όλα μας οδηγούν στον Χριστό»[5].

Όταν ο Γέροντας Πορφύριος μιλούσε για την πνευματική ζωή, δεν έκανε αναφορά σε πράγματα που είχε διαβάσει, αλλά κατέθετε βιώματα που ο ίδιος ζούσε. Γι’ αυτό και οι λόγοι του είχαν την πειστικότητα της εμπειρίας και της προσωπικής σχέσεως με ο,τι μεγαλύτερο και σπουδαιότερο, με τον Χριστό που είναι το παν. Έλεγε χαρακτηριστικά: «Όταν βρεις τον Χριστό, σου αρκεί, δεν θέλεις τίποτ’ άλλο, ησυχάζεις. Γίνεσαι άλλος άνθρωπος. Ζεις παντού, όπου υπάρχει ο Χριστός. Ζεις στα άστρα, στο άπειρο, στον ουρανό με τους αγγέλους, με τους αγίους, στη γη με τους ανθρώπους, με τα φυτά, με τα ζώα, με όλους , με όλα.

Όπου υπάρχει η αγάπη στον Χριστό, εξαφανίζεται η μοναξιά. Είσαι ειρηνικός, χαρούμενος, γεμάτος. Ούτε μελαγχολία, ούτε αρρώστια, ούτε πίεση, ούτε άγχος, ούτε κατήφεια, ούτε κόλαση. Ο Χριστός είναι σ’ όλες σου τις σκέψεις, σ’ όλα σου τα έργα. Έχεις την χάρι και μπορείς όλα να τα υποφέρεις για τον Χριστό. Ακόμη μπορείς να πάσχεις και αδίκως. Να υποφέρεις αδικίες για τον Χριστό και μάλιστα με χαρά…Όταν έλθει ο Χριστός στην καρδιά, η ζωή αλλάζει. Ο Χριστός είναι το παν»[6].

Αυτή η σχέση με τον Χριστό είναι σχέση μυστική αλλά και αγαπητική, ερωτική. Η ζωή του Χριστιανού «κέκρυπται συν τω Χριστώ εν τω Θεώ»[7]. Το ίδιο βίωμα και την ίδια προτροπή του αποστόλου Παύλου συναντάμε και στον Γέροντα Πορφύριο: «Κανείς να μη σας βλέπει, κανείς να μην καταλαβαίνει τις κινήσεις της λατρείας σας προς το θείον. Όλ’ αυτά κρυφά, μυστικά, σαν τους ασκητές. Θυμάστε που σας έχω πει για τ’ αηδονάκι; Μες το δάσος κελαηδάει. Στη σιγή. Να πεις πως κάποιος τ’ ακούει; Πως κάποιος το επαινεί; Κανείς. Πόσο ωραίο κελάηδημα μες στην ερημιά! Έχετε  δει πως φουσκώνει ο λάρυγγάς του; Έτσι γίνεται και μ’ αυτόν που ερωτεύεται τον Χριστό. Άμα αγαπάει, ‘φουσκώνει ο λάρυγγας. Παθαίνει, μαλλιάζει η γλώσσα’»[8].

Η πνευματική ζωή στον Γέροντα Πορφύριο δεν έχει την έννοια καταναγκαστικών έργων, αλλά υπαγορεύεται από την αγάπη προς τον Θεό. Για να πιστοποιήσει και να βεβαιώσει την αλήθεια αυτή, φέρνει ως παράδειγμα και επιχειρεί αναγωγή προς τον ανθρώπινο έρωτα: «Ας πάρομε μία εικόνα απ’ τα ανθρώπινα. Ο ερωμένος δεν μπορεί να ζήσει μακριά απ’ το αγαπώμενο πρόσωπο, ούτε χρειάζεται να φέρει το πρόσωπο απ’ το νου στην καρδιά, αλλά μόλις δει την ερωμένη, σκιρτάει η καρδιά του. Όταν είναι μακριά και την σκέπτεται, πάλι σκιρτάει η καρδιά του. Δεν χρειάζεται να κάνει καμία προσπάθεια. Έτσι και με τον Χριστό. Αλλά, βέβαια, εκεί είναι όλα θεία. Θείος έρως, θεία αγάπη, όχι σαρκική. Είναι ήρεμη, αλλά και πιο έντονη, πιο βαθιά. Κι όπως στη φυσική αγάπη, όταν δεν βλέπεις το αγαπώμενο πρόσωπο, υποφέρεις κι εδώ. Αλλά κι όπως, όταν είσαι κοντά στο αγαπώμενο πρόσωπο, υποφέρεις από αγάπη και δακρύζεις, έτσι κι εδώ υποφέρεις από αγάπη και, χωρίς να το καταλάβεις, αναλύεσαι σε δάκρυα αγάπης, κατανύξεως, χαράς. Αυτό είναι κατάνυξη»[9].

[Συνεχίζεται]

1. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Περί του χρησίμως τας προφητείας ασαφείς είναι 2,5, PG56, 182

2. Γρηγορίου του Παλαμά, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,3,43, στα Συγγράμματα, εκδ. Π. Χρήστου, τομ. Α´, Θεσσαλονίκη 1962, σ. 454.

3. Το βιβλίο πρωτοεκδόθηκε τον Μάρτιο του 2003 από την Ιερά Μονή Χρυσοπηγής στα Χανιά. Σήμερα έχουμε ήδη την 7η έκδοσή του, ενώ παράλληλα σε μεταφράσεις κυκλοφορείται στην αγγλική, αραβική, ρουμανική, ρωσική, γερμανική, βουλγαρική, ιταλική και άλλες γλώσσες. Στις σελίδες του βιβλίου αυτού παραπέμπουν οι αριθμοί των υποσημειώσεων της εισηγήσεως αυτής.

4. Γέροντος Πορφυρίου, Βίος και Λόγοι, σ. 379.

5. Ό.π., σ. 462.

6. Ό.π., σ. 219.

7. Κολ. 3,3.

8. Βίος και Λόγοι, σ. 238.

9. Ό.π., σ. 260.