Η δημοτική ποίηση δε σπουδάζεται

25 Μαρτίου 2014

Τα δημοτικά τραγούδια είναι από τις  σημαντικότερες πνευματικές ποιητικές δημιουργίες του λαού μας. Ονομάζονται δημοτικά γιατί είναι δημιουργήματα της φαντασίας του λαού (δήμος = λαός).

xenitia

Υπάρχει αρχικά δημιουργός με ποιητικό τάλαντο, αλλά με το πέρασμα του χρόνου αυτός ξεχνιέται, το ποίημα γίνεται κτήμα όλων των ανθρώπων που το τραγουδούν κι αλλάζουν ελεύθερα σ’ αυτό πολλά στοιχεία (ονόματα, τοπωνύμια κλπ.) κάνοντάς το δικό τους. Αυτός είναι και ο λόγος που βρίσκουμε συχνά το ίδιο ποίημα με διαφορετική μορφή σε διάφορες περιοχές της χώρας.

Ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης είπε γι’ αυτά τα τραγούδια: «Μέσα στους αιώνες της σκλαβιάς, τον πνευματικό πολιτισμό εξέφρασε ο ανώνυμος κι αναλφάβητος λαός.»

 Η δημοτική ποίηση δε σπουδάζεται, δε «φιλολογείται». Αν τη νιώθεις, τη νιώθεις χωρίς να χρειάζεσαι να τη μελετάς. Αν τη ζεις, τη ζεις χωρίς να χρειάζεσαι να τη σκέφτεσαι.

Αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε από πολλές κατηγορίες των δημοτικών μας τραγουδιών ιδιαίτερα όμως από τα τραγούδια της ξενιτιάς  Σε αυτά βρίσκονται τα πάθια και οι καημοί της φυλής μας. Και αν θέλετε έχουν και μια διαχρονική ισχύ, καθώς ακόμα και σήμερα ο Ελληνισμός βιώνει την ξενιτειά.

Τα παιδιά από το Μουσικό Σχολείο Παλλήνης  τραγουδούν ένα από τα διαδεδομένα τραγούδια της ξενιτιάς:  «Ξενητεμένο μου πουλι». 

Ξενιτεμένο μου πουλί και παραπονεμένο,
η ξενιτιά σε χαίρεται κι εγώ έχω τον καημό σου.
Τι να σου στείλω, ξένε μου, τι να σου προβοδήσω;
Μήλο αν σου στείλω σέπεται, τριαντάφυλλο μαδιέται,
Σταφύλι ξερογιάζεται, κυδώνι μαραγκιάζει.
Να στείλω με τα δάκρυα μαντήλι μουσκεμένο,
τα δάκρυά μου είναι καυτά, και καίνε το μαντήλι.
Τι να σου στείλω, ξένε μου, τι να σου προβοδήσω;
Σηκώνομαι τη χαραυγή, γιατί ύπνο δεν ευρίσκω,
ανοίγω το παράθυρο, κοιτάζω τους διαβάτες,
κοιτάζω τις γειτόνισσες και τις καλοτυχίζω,
πώς ταχταρίζουν τα μικρά και τα γλυκοβυζαίνουν.
Με παίρνει το παράπονο, το παραθύρι αφήνω,
και μπαίνω μέσα, κάθομαι, και μαύρα δάκρυα χύνω.
 
 
 

 

Βασίλειος Χάδος