Τα πάθη στο έργο του Γ. Βιζυηνού και η αναζήτηση της λύτρωσης

2 Ιουλίου 2016
[Προηγούμενη δημοσίευση: http://bitly.com/291gdAu]

Η προκατάληψη συσκοτίζει την αλήθεια. Η αμφισημία της επιστολής την οποία στέλνει ο πατέρας της Κλάρας στον Πασχάλη δημιουργεί σύγχυση. Ο Πασχάλης, επειδή έφυγε από την Φράιβουργ για την Κλάουσθαλ, για να μην βρίσκεται κοντά στην Κλάρα, έχει ενοχές, και με βεβαρημένη την συνείδησή του -ιδιαίτερα μετά την επιστολή τής συγγενούς της Κλάρας, κυρίας Β.[487]- «διαβάζει» στο γράμμα του πατέρα της τον «θάνατό» της, για τον οποίο θεωρεί τον εαυτό του υπαίτιο. Ο ψυχραιμότερος και αντικειμενικότερος όμως αναγνώστης, ο αφηγητής, το αποκωδικοποιεί σωστά, δεν διαπιστώνει θάνατο της κοπέλας, αλλά ότι της συμβαίνει κάποιο ιδιαίτερα δυσάρεστο συμβάν, ενδεχομένως ανίατη ασθένεια[488]. Λίγο αργότερα ο ίδιος συμπεραίνει: λλ’ οτω συμβαίνει συνήθως, σάκις ζητομεν ν’ ποκαλύψωμεν ς λήθειαν, οχ τ τί στιν, λλ τ ,τι πιθυμομεν[489].

βιζγ12

Ψέματα λέγονται. Ο Πασχάλης εγκαταλείπει εσπευσμένως τη Φράιβουργ  όχι επειδή επίκειται η μετάθεση της Ακαδημίας σύμφωνα με τα σχέδια του Βίσμαρκ (1815-1898 μ. Χ.), όπως ενημερώνει σε επιστολή του τον αφηγητή, αλλά γιατί επιθυμεί να βρίσκεται μακριά από την Κλάρα, για να την «σώσει»[490]. Ο αφηγητής, επίσης, δεν αποκαλύπτει στον Πασχάλη τον πραγματικό λόγο της ταραχής του, ότι δηλαδή η κοπέλα για την οποία του ομιλεί είναι η ασθενής που συνάντησε στο φρενοκομείο της Γοττίγγης, γιατί θεωρεί ότι είναι σωτηριωδέστερο γι΄αυτόν να παραμείνει στην πλάνη του[491].

Η λύτρωση έχει επιλογές. Αναζητείται στην αγάπη, την αγνότητα/καθαρότητα, την εξομολόγηση/συγχώρεση, την (αυτό)τιμωρία, τα δάκρυα, την τέχνη, τη φυγή/όνειρο/τρέλα/θάνατο-μεταθανάτια ζωή και τη «συνάντηση» των ψυχών· σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η λύτρωση  συνδέεται αναπόδραστα με την ψυχή, ν χραντον δοχεον τς ελογίας το Θεοῦ[492].

[Συνεχίζεται]

[487]Γ.Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.154: «κα μ’ ξώρκιζεν ες τν Θεν κα ες τν συνείδησίν μου, ν καύσω τν πιστολήν της, λλ ν σπεύσω ν παρηγορήσω τν Κλάραν, ἐάν δν θέλω ν γίνω φονες τς θωοτέρας πάρξεως το κόσμου».

[488]Γ.Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σσ.154-156.

[489]Γ.Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.161.

[490]Γ.Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.153: «νθυμεσαι τι σο γραψα ντεθεν χωρς ν τ περιμένς, κα σο επον τι πικειμένη μετάθεσις τς καδημίας προκάλεσε τν πίσπευσιν τς φίξεώς μου ες Κλάουσθαλ. Τοτο το κυρίως σθενέστερος, καταχρηστικς λόγος. καθ’ ατ κα κύριος λόγος, τν ννοες τώρα, τον ρσις τς μεταξ μο κα το θικο μου νθρώπου διχονοίας, τον πόφασις ν σώσω τν Κλάραν».

[491]Γ.Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σσ.160-161: «Κ’ ν προσεπάθουν ν ποκρύψω τν καθ’ ατ ατίαν τς ταραχς μου, φίνων τν Πασχάλην ες μίαν πλάνην, τις ναμφιβόλως τ το σωτηριωδεστέρα τς ληθείας, θαύμαζον κατ’ δίαν πς μπόρεσε ν μ διαλάθ μέχρι τοδε σύνδεσμος, συνέχων τν ν τ φρενοκομεί τς Γοττίγγης δυστυχίαν μ τν οσαν πρ τν φθαλμν μου!».

[492]Γ.Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.143.