Στα παλιά τα χρόνια, ξέρετε, δεν υπήρχαν για τις μετακινήσεις αυτοκίνητα … Αυτοκίνητα της εποχής εκείνης ήταν τα γαϊδουράκια! Έτσι λοιπόν, ένας Αθηναίος νοίκιασε ένα γάιδαρο, για να τον πάει με τον ιδιοκτήτη-οδηγό του, τον γαϊδουρολάτη δηλαδή, από την Αθήνα στα Μέγαρα.
— Ουφ, τι ζέστη είναι αυτή! Καίγομαι ολόκληρος, ανυπόφορο!
Τσουρουφλιζόταν από τον ήλιο ο ενοικιαστής μας πάνω στο γάιδαρο που νοίκιασε-ήτανε καλοκαίρι βλέπετε- και κάποια στιγμή δεν άντεξε…
— Κατεβαίνω, οπ, σταμάτα τον γάιδαρο!
Μια και δυο λοιπόν έτσι πως στάθηκε ο γάιδαρος, πήγε ο Αθηναίος μας και κάθισε στη σκιά του να δροσιστεί λιγάκι…
— Σήκω αφεντικό, δικός μου είναι ο γάιδαρος και δική μου είναι η θέση στη σκιά του.
— Δε σου τα είπανε καλά! Δεν τον νοίκιασα τον γάιδαρο όλη τη μέρα;
— Άκου να σου πω αφεντικό, τον νοίκιασες τον γάιδαρο, όχι όμως και τη σκιά του, εντάξει;
Και λέγε ο ένας, λέγε ο άλλος, άναψε και «τσουρούφλισε» ο καβγάς μέσα στο κατακαλόκαιρο… Και το χειρότερο; Ο γάιδαρος το έβαλε στα πόδια και μην τον είδατε!
Τελικά καλά το λένε: Τις πιο πολλές φορές οι καβγάδες γίνονται για το τίποτα!
Απόδοση: Δ.Σ.
Αφήγηση: Μαρία Σαββοπούλου
Άκουσε την αφήγηση του μύθου