Χριστιανική ζωή και επιστημονική πρόοδος

15 Ιανουαρίου 2018

Η  πρόοδος  είναι  όρος  sine  qua  non  για  τη  σημερινή  επιστήμη. Θα  μπορούσαμε  να  πούμε  ότι  χωρίς  την  πρόοδό  της  δε  νοείται  επιστήμη. Η  προσήλωση  στην  έννοια  της  προόδου  παίρνει  στην  επιστημονική  συνείδηση  διαστάσεις  ιερότητας. Αυτή  η  αντίληψη  αποτελεί  ουσιαστικά  κληρονομιά  της νεωτερικότητας, στους  κόλπους  της  οποίας  έχει  ανδρωθεί  η  σύγχρονη  επιστήμη.

Πηγή: i.pinimg.com

Σε  αυτό  το  σημείο  ακριβώς  εστιάζεται  και  ένα  μεγάλο  μέρος  της  εκκλησιαστικής  κριτικής  προς  τις  επιστημονικές  εκφράσεις  και  τις  αντιλήψεις  της  εποχής  μας. Παρόλο  που  στην  εκκλησιαστική  ζωή, τόσο  θεσμικά  όσο  και  στην  καθημερινότητα  των  πιστών, δρέπονται (ευλόγως) οι  καρποί  της  επιστημονικής  και  τεχνολογικής  εξέλιξης, με  αξιοσημείωτη  σταθερότητα, ωστόσο, η  εκκλησιαστική  και  η  θεολογική  σκέψη  συνηθίζουν  να  αντιτίθενται  στην  επιστημονική  πρόοδο  σαν  αξία  καθεαυτή. Η  αντίθεση  αυτή  δεν  έχει  πάντοτε  χαρακτήρα  διαφύλαξης  του  υπερκόσμιου  ιδεώδους, της  προσήλωσης  δηλαδή  στην  προοπτική  της  ουράνιας  βασιλείας  σε  αντιδιαστολή  με  την  ενθαδικότητα  την  οποία  προάγουν  οι  ενδοκόσμιες  δραστηριότητες, μία  από  τις  οποίες  είναι  βέβαια  και  η  επιστήμη. Η  συγκεκριμένη  στάση  πολλές  φορές  ερμηνεύεται  και  από  τη  συγκυρία  ακριβώς  που  γέννησε  τη  σύγχρονη  δυτική  εκδοχή  της  επιστήμης: την  Αναγέννηση, το  Διαφωτισμό  και  τη  νεωτερικότητα  εν  γένει – και, φυσικά, την  αντίστοιχη  εκκλησιαστική  στάση  απέναντι  σε  αυτές  τις  ιστορικές  περιόδους.

      Ο  άνεμος  του  αθεϊσμού, της  αντίδρασης  στη  θεσμοποιημένη  εκκλησιαστική  εξουσία  και  της  αυξανόμενης  αμφισβήτησης  της  εκκλησιαστικής  αυθεντίας  που  έφερναν  οι  νέες  ιδέες  εκείνης  της  εποχής, συνδυάστηκε  με  την  πίστη  στην  πρόοδο  γενικότερα, στην  προσμονή  της  χειραφέτησης  του  ανθρώπινου  γένους  από  τις  προλήψεις  και  την  κακοδαιμονία, χάρη  στη  δύναμη  της  γνώσης  και  τις  δυνάμεις  του  ανθρώπου  συνολικά[1]. Καθώς  το  συγκεκριμένο  σκηνικό  κατέλαβε  την  ελληνόφωνη  Ορθοδοξία  σε  δυσχερείς  περιστάσεις (υπό  τον  Οθωμανό  δυνάστη), η  επιφύλαξη  και  η  αντιπαράθεση  προς  αυτή  τη  νοοτροπία  απέκτησε  μιαν  εσωστρεφή  ροπή  και  αναζήτησε  ερείσματα  σε  παλαιότερες  και  περισσότερο  ένδοξες  και  παραγωγικές  περιόδους  της  θεολογικής  σκέψης  και  ζωής (πρώτοι  χριστιανικοί  αιώνες  και  βυζαντινή  εποχή). Αυτού  του  είδους  η  στάση  βαθμιαία  προσέλαβε  χαρακτήρα  συντήρησης, και  σε  ακραίες  περιπτώσεις  αρτηριοσκλήρυνσης. Είναι  γνωστό, βέβαια, ότι  οι  εκκλησιαστικοί  Πατέρες  κάθε  άλλο  παρά  αρνητικοί  ήταν  απέναντι  στην  πρόοδο  της  σκέψης. Κατά  παράδοξο  τρόπο, όμως, φαίνεται  πως  η  κατά  γράμμα  προσκόλληση  στην  πατερική  παράδοση  καθοδηγεί  έκτοτε  σε  μεγάλο  βαθμό  τον  εκκλησιαστικό  λόγο  και  ερμηνεύει  την  καχυποψία  στην  επιστημονική  πρόοδο[2].

      Επιστρέφοντας  πάλι  στην  τελευταία, θα  πρέπει  να  προσθέσουμε  πως  η  διαδικασία  αυτή  δεν  είναι  πάντοτε  ανέφελη. Τη  συνοδεύουν  συνήθως  ανταγωνισμοί, αποτυχίες, ιδιοτέλεια  και  ό,τι  άλλο (αρνητικό  ή  θετικό) μπορεί  να  εκφραστεί  σε  μιαν  ανθρώπινη  δραστηριότητα. Πέρα  όμως  από  τις  γενικές  αυτές  διαπιστώσεις, στην  καθημερινή  ερευνητική  πρακτική  η  περιπέτεια  της  επιστημονικής  ανακάλυψης, όπως  λέγεται, συχνά  μοιάζει  με  ψηλάφηση  μέσα  στην  ομίχλη  ή  με  «επιδρομές  μέσα  στο  σκοτάδι». Κάποτε  όμως  η  θολή  αυτή  πορεία  έχει  επιτυχή  έκβαση  και  κάποια  κορυφή  κατακτιέται. Τότε  τα  σκοτάδια  σε  κάποια  έκταση  διαλύονται, τα  θραύσματα  της  ήδη  κατακτημένης  γνώσης  ανασυγκροτούνται  και  ανανοηματοδοτούνται, οι  νέες  ιδέες  επιδρούν  και  σε  άλλους  τομείς  του  επιστητού  και  οι  παραπέρα  προοπτικές  γίνονται  πιο  ευκρινείς (αυτό  συνέβη  λ.χ.  με  τη  Νευτώνεια  θεωρία, τη  θεωρία  της  Εξέλιξης, την  Κβαντική  θεωρία  κ.ά.)[3].

 

[1] Βλ. Πέτρου  Ιωάννη, Χριστιανισμός  και  κοινωνία. Κοινωνιολογική  ανάλυση  των  σχέσεων  του  Χριστιανισμού  με  την  κοινωνία  και  τον  πολιτισμό, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 441-2.

[2] Πρβλ. Πέτρου  Ιωάννη, ό.π., σ. 438-40.

[3]Βλ. Jeans  James, Φυσική  και  Φιλοσοφία, ό.π., σ. 15, Popper Karl, The  Logic  of  Scientific  Discovery, Hutchinson, London  1959,  Grmek  Mirko  Dražen –  Cohen  Robert  Sonné –  Cohen, Cimino  Guido (eds.), On  Scientific  Discovery: The  Erice  Lectures  1977 (Boston  Studies  in  the  Philosophy  of  Science  34), D. Reidel, Dordrecht  1981, Langley  Pat – Simon  Herbert – Bradshaw  Gary – Zytkow  Jan, Scientific  Discovery: Computational  Explorations  of  the  Creative  Processes, MIT  Press, Cambridge  MA  19922, Kantorovich  Aharon, Scientific  Discovery: Logic  and  Tinkering, State  University  of  New  York  Press, Albany  1993.