Η Γερόντισσα Γαβριηλία και τα σημερινά παιδιά

26 Σεπτεμβρίου 2018

Κάποτε ρώτησαν τον γέροντα μας, τον π. Γαβριήλ, ποιό είναι το μυστικό του και τραβάει τόσα νέα παιδιά. Και εκείνος έφερε ένα πολύ ζωντανό παράδειγμα από την μικρασιάτικη γειτονιά του στο Πολύγωνο. Ανάμεσα στο φτωχικό τους δωμάτιο και του γείτονα υπήρχε ένας μικρός χώρος, ένα τετραγωνικό όλο και όλο. Και σ αυτό το ένα τετραγωνικό η κυρά Λένη, η Μικρασιάτισσα μάνα του είχε βάλει πολλά λουλούδια. Έλεγε λοιπόν ο π. Γαβριήλ «Αν αγαπάς τα λουλούδια, βρίσκεις χώρο να τα βάλεις, ακόμη και αν είναι ένα τετραγωνικό μόνο ο χώρος που έχεις. Αν αγαπάς τα παιδιά βρίσκεις και τον τρόπο να τα πλησιάσεις». Τα πάντα δηλαδή είναι θέμα κινήτρου.  

Η γερόντισσα Γαβριηλία και ο γέροντας μας έμοιαζαν πολύ σ αυτό. Πονούσαν για τα νέα παιδιά και προσεύχονταν πολύ και αυτό τους έκανε να βρίσκουν «τρόπο» να τα πλησιάσουν. Όσοι ζήσαμε κοντά τους μπορούμε να διαβεβαιώσουμε ότι αυτό γινόταν αβίαστα.

Ποιά λοιπόν η σχέση της γερόντισσας Γαβριηλίας με τα νέα παιδιά; Γιατί ακόμη και σήμερα νέοι με διαφορετικές αντιλήψεις χαίρονται να διαβάζουν για εκείνη και την επικαλούνται;

Πηγή έμπνευσης

Το πρώτο που μπορούμε να πούμε για την γερόντισσα ήταν ότι ήταν ένα ζωντανό παράδειγμα αγιότητος η ίδια η ζωή της. Δεν χρειαζόταν να σου κάνει κήρυγμα, να σε ζαλίσει με τις φοβερές της γνώσεις, να σε πείσει για κάτι.

Όπως έγραφε η ίδια σε έναν νέο άνθρωπο: «οι βιβλιοθήκες είναι γεμάτες βιβλία, οι αίθουσες γεμάτες κηρύγματα. Όλα αυτά δεν ωφελούν σε τίποτα. Ο άνθρωπος θέλει να δει ένα ζωντανό παράδειγμα. Γι αυτό και προσπαθούν οι άνθρωποι να διαβάζουν τους βίους των αγίων και τρέχουν απ’τήν μία άκρη στην άλλη για να βρουν έναν άνθρωπο που τα βάζει σε πράξη».

Ισχύει αυτό που λένε οι παλιοί «ο,τι βγαίνει από την καρδιά, μπαίνει μέσα στην καρδιά του ανθρώπου».

Ας ξεκινήσω από την δική μου προσωπική μαρτυρία. Καταρχήν η γερόντισσα ήταν η πρώτη μοναχή που συνάντησα στην ζωή μου. Ήμουν 19 χρονών, ένα πολύ μοντέρνο παιδί που μόλις είχα αρχίσει να κάνω τα πρώτα μου βήματα στην εκκλησία δίπλα στον π Γαβριήλ στο ταπεινό εκκλησάκι του αγ Ανδρέου. Θυμάμαι όταν την πρωτοείδα στο εκκλησάκι μας που την είχε καλέσει ο γέροντας μας να μας μιλήσει παραμονές της Αγ. Φιλοθέης, πόση εντύπωση μου έκανε το φωτεινό και δίχως ρυτίδες πρόσωπό της, παρόλο που ήταν 91 ετών, και το πλατύ της χαμόγελο. Θυμάμαι πόσο με κέρδισε σαν παιδί αυτή η εικόνα που σκέφτηκα μέσα μου «τι ωραία, βρήκα την ενορία που μου ταιριάζει, αν είναι έτσι και ο μοναχισμός τότε «καλόν εστίν ώδε είναι».

Πόσο σημαντικό δηλ είναι για μας τους ρασοφόρους αλλά και για τον καθένα είτε είναι μικρός είτε μεγάλος, είτε λαικός είτε όχι, να φέρει μέσα του και να αντανακλά στο πρόσωπό του την χαρά του Χριστού.

Η μητέρα του γέροντα μας του έλεγε: «Γαβριήλ στο κελί σου να κλαις όσο θέλεις, στους ανθρώπους όμως να χαμογελάς, το έχουν τόσο ανάγκη».

Και εννοείται ότι δεν μιλάμε για ψεύτικα χαμόγελα η χαχανητά, αυτά δεν ξεγελάνε για πολύ. Μιλάμε για την όντως χαρά που μας προσφέρει ως δώρο του Αγ. Πνεύματος ο Χριστός μας και που είναι αδύνατο να την κρατήσουμε μόνο για μας. Όπως γράφει και ο σοφός Σολομώντας «καρδίας εφραινομένης το πρόσωπο θάλλει».

Το πρώτο λοιπόν που συνδέει την γερόντισσα και σήμερα με τους νέους είναι ότι εξακολουθεί να εμπνέει.

Μία κοπέλα που είχε ήδη αρχίσει να βουλιάζει στην απελπισία και στην ακηδία ομολογεί: «Το πρόσωπο της γερόντισσας με παρηγόρησε, με ξεμπλόκαρε, με γέμισε φως την στιγμή που είχα αρχίσει να βουλιάζω. Μου έδωσε μια ώθηση, ένα κίνητρο να δεσμευτώ με κάτι. Είχα παραιτηθεί και τώρα ξανάνιωσα. Κίνητρο για ζωή. Απέκτησα αισιοδοξία, άλλαξε ο τρόπος σκέψης μου».

Γράφει ένα σύγχρονο νέο παιδί ( έτσι όπως την γνώρισε από τα βιβλία) : «Αυτό που με ενθουσίασε στην γερόντισσα ήταν ο τρόπος που προσέγγιζε τον κάθε άνθρωπο αλλά πολύ περισσότερο μου τράβηξε την προσοχή το πως καταδεχόταν τους νέους παρά την εξωτερική τους εμφάνιση και παρά τις αμαρτίες που είχαν κάνει».

Η γερόντισσα των αμαρτωλών

Έτσι μπαίνουμε στο δεύτερο πολύ σημαντικό λόγο που νοιώθουμε την γερόντισσα μικροί και μεγάλοι σαν έναν δικό μας άνθρωπο. Σε καταδεχόταν παρά τις αμαρτίες σου (κάποιος την χαρακτήρισε ως την «γερόντισσα των αμαρτωλών»), δηλ. έβλεπε πίσω από αυτό που φαινόταν, από την βιτρίνα, έβλεπε και πίσω από αυτό που τολμούσες να της πεις, έφτανε στα βάθη της καρδιάς σου και εκεί έβλεπε την «εικόνα του Θεού» όπως έλεγε, αλλά καθαρή, ατόφια, παρθένα, πριν αμαυρωθεί από την αμαρτία «Εικών ειμί της αρρήτου δόξης σου ει και στίγματα φέρω πταισμάτων» ψέλνουμε στην ακολουθία της κηδείας.

Θυμάμαι πηγαίναμε στον π Γαβριήλ τσακισμένοι, λερωμένοι, κουρασμένοι από τα πάθη και τα λάθη μας και μας περίμενε πάντα το ίδιο χαμόγελο, η ίδια ζεστή αγκαλιά, ένα ωραίο γλυκάκι, και μια ώθηση, μια ενθάρρυνση, ένας καλός λόγος: «Ναι, είσαι αυτό που λες, έκανες αυτά τα φρικτά πράγματα που εξομολογείσαι, όμως έχεις και αυτό το χάρισμα, και αυτό, και αυτό…..» και έφευγες με φτερά καινούργια, έφευγες ξαλαφρωμένος.

Έτσι και η γερόντισσα. Δεν σου άφηνε καμία υποψία ότι αυτό που της είπες την σόκαρε, την τρόμαζε, την πάγωνε, την αηδίαζε. Παρέμενε με το ίδιο ιλαρό και συμπονετικό βλέμα δίπλα σου, δίχως να σε κρίνει: «Δόξα τω Θεώ που δεν θα κρίνω εγώ τον κόσμο» είπε κάποτε με νόημα σε κάποιον που είχε αγωνία για την σωτηρία των αμαρτωλών.

Αυτό την έκανε να μπορεί να αποδέχεται ομοφυλόφιλους, πόρνες, μοιχούς, ναρκομανείς, με την ίδια χαρά και άνεση που θα συναντούσε «καθώς πρέπει» ανθρώπους. Είναι πολύ σημαντικό για όλους μας και ιδιαίτερα για το νέο παιδί να νοιώθει ότι το αποδέχονται παρόλη την τρέλα και την άρνησή του. Πολλές φορές με την συμπεριφορά την δύστροπη η την εκκεντρική εμφάνιση το μόνο που κάνουν είναι να δουν αν τα αποδεχόμαστε, ουσιαστικά μας τεστάρουν.

Θυμάμαι και εγώ έλεγα σαν παιδί θα μείνω στην ενορία που θα με αποδεχτούν όπως ακριβώς είμαι δίχως να θέλουν να με αλλάξουν η να με βάλουν σε καλούπια. Σκεφτόμουν πως αφού ο Χριστός αποδέχτηκε την μοιχαλίδα και δεν την καταδίκασε και συνέφαγε με τους τελώνες και τις πόρνες θα πρέπει με τον ίδιο τρόπο να λειτουργούν και οι άνθρωποι της Εκκλησίας.

Αυτό ήταν το βασικό χαρακτηριστικό της γερόντισσας. Κοντά της ένοιωθες ελεύθερος, ανέπνεες, δεν ένοιωθες βάρος και τύψεις. «Σε απενεχοποιούσε» τονίζει ένας σύγχρονος μεγάλος παιδοψυχίατρος που την γνώρισε στα φοιτητικά του χρόνια.

Αυτό ουσιαστικά σήμαινε η φράση που συχνά έλεγε ότι γινόταν ο άλλος και ότι εκείνη δεν υπήρχε. Κένωνε τόσο πολύ τον εαυτό της και άκουγε με τόση προσοχή και προσευχή και σεβασμό τον συνομιλητή της, όποιος και αν ήταν αυτός, είτε μικρός είτε παιδάκι, που αυτό λειτουργούσε θεραπευτικά στην ψυχή του συνομιλητή της. Τον χαλάρωνε, τον ελευθέρωνε, του «ξεκλείδωνε» την ψυχή του και στην συνέχεια όλο αυτόν τον πληγωμένο και ευαίσθητο άνθρωπο που αποκαλυπτόταν, πέρα από τις πρώτες μάσκες, τον παρέδιδε με την αδιάλειπτη μέριμνα και προσευχή της στα «πόδια του Χριστού».

Ουσιαστικά το κατ εξοχήν χάρισμα της γερόντισσας ήταν η πνευματική μητρότητα. Μια αγκαλιά ανοιχτή σαν την Παναγία Μητέρα μας που το μόνο που ζητάει είναι να ανοίξουμε τα χέρια μας και να την αγκαλιάσουμε και εμείς.

Το θέλημα του Θεού

Πολύ σημαντική είναι η βοήθειά της στο να τολμήσουν τα νέα παιδιά να πάρουν αποφάσεις. Θυμάμαι όταν της είπα ότι με ενδιαφέρει η ιεραποστολή πόσο πολύ χάρηκε. Για την γερόντισσα δεν υπήρχαν διλλήματα, τώρα να κάνω εκείνο, τώρα να κάνω το άλλο, ποιό είναι το θέλημα του Θεού: «Ο Θεός θέλει αυτό που θέλεις, αρκεί να είναι για την σωτηρία της ψυχής σου» είπε σε ένα νέο παιδί που αμφιταλαντευόταν σχετικά με ποιό δρόμο να ακολουθήσει στην ζωή του.

Για ένα νέο παιδί είναι πολύ φυσικό να μπαίνει το δίλλημα «ποιό είναι το θέλημα του Θεού, πως μπορούμε να το διακρίνουμε στην ζωή μας;

Σε έναν νέο αγόρι που έφτασε και αυτό όλο αγωνία μπροστά σ αυτό το αμείλικτο ερώτημα όπου άλλα έλεγε η καρδιά του, και που νόμιζε ότι είναι αμαρτία να έχει δικό του θέλημα, να ονειρεύτεται και ότι αυτό που θέλει είναι εξ ορισμού αντίθετο από το θέλημα του Θεού, του απάντησε και τον ξεμπλόκαρε αμέσως : «Όταν βλέπεις μπροστά σου εμπόδια σαν βουνά μεγάλα και ότι αυτό που θες είναι αδύνατο, εσύ να συνεχίσεις να το ζητάς. Αν είναι εκ Θεού, όταν φτάσεις μπροστά στο βουνό, το βουνό θα πέσει και θα γίνεται πεδιάδα. Αν όμως δεν πέσει το βουνό, τότε στρίψε, πήγαινε από αλλού. Δεν το ήθελε ο Θεός. Δεν ήταν προς όφελός σου».

Μόνο εφόδιο που σου πρόσφερε ήταν η πίστη. «Τρία πράγματα χρειαζόμαστε, πρώτον πίστη, δεύτερον πίστη, τρίτον πίστη».

Αυτό είναι κάτι που βοηθάει και αγγίζει πάρα πολύ τα παιδιά. Να μην πνίγονται στο άγχος για το τι θα κάνουν στην ζωή τους. Έλεγε η γερόντισσα «το μόνο που νοιάζει τον Χριστό μας δεν είναι πιο δρόμο θα ακολουθήσουμε αλλά το ποσόν και το ποιόν της αγάπης που δίνουμε καθημερινά παντού». Αυτό σε ελευθερώνει και σου ανοίγει νέους δρόμους. Θα έρθει και η ώρα που θα διαλέξουμε αν θα παντρευτούμε η όχι. Και αυτό θα το νοιώσουμε μέσα από την προσευχούλα μας Όμως στην καθημερινότητα μας πρέπει να ακολουθούμε τον δρόμο του Χριστού, της προσφοράς, της θυσίας, του παραδείγματος, όπου και αν βρίσκόμαστε.

Ένα νεαρό κορίτσι αυτήν την φράση της γερόντισσας κράτησε από τα εφηβικά της χρόνια που πρωτοάκουσε για την γερόντισσα και πολλές φορές σαν φοιτήτρια την ανακαλούσε στην μνήμη της καθώς την «παρηγορούσε πολύ», και σήμερα που έχει την δική της οικογένεια την έχει γραμμένη μπροστά στο γραφείο της για να θυμάται και τώρα στην έγγαμη πια ζωή, την δύναμη χαράς, ελπίδας και προσφοράς που εξακολουθεί να της εμπνέει το φωτεινό παράδειγμα της γερόντισσας. Κάτι πάρα πολύ σημαντικό επίσης που βοηθάει όλους μας να αντέχουμε στις καθημερινές δοκιμασίες και ιδιαίτερα βοηθάει τα παιδιά να «ψηθούν»στην ζωή είναι η αποδοχή του θελήματος του Θεού. Τα πάντα ο Θεός «η τα ευλογεί η τα παραχωρεί». Η γερόντισσα παρέμενε ήρεμη και ατάραχη «κάθομαι στην άκρη και αποδέχομαι ο,τι θα μου φέρει η αγάπη Του».

Λέει ένα νέο κορίτσι: «πολλές φορές πνίγομαι μέσα μου και αναρωτιέμαι γιατί γίνεται το ένα η το άλλο. Η γερόντισσα με έμαθε να αποδέχομαι το Θέλημα Του. Είμαστε τόσο ξεροκέφαλοι και νομίζουμε ότι θα τα καταφέρουμε όλα μόνοι μας».

Πόσο σημαντικό είναι να τα δεχόμαστε όλα ως επίσκεψη Θεού. Σταματάνε οι μάχες, η αγωνία, η κατάθλιψη.

Συνιστούσε η γερόντισσα «να μην εναντιονόμαστε στο θέλημα του Θεού. Εκείνος είναι ο μαέστρος της ζωής μας. Εκείνος γνωρίζει καλύτερα από εμάς. Γι αυτό μην σηκώνουμε κεφάλι στον Θεό. Να αποδεχόμαστε με αγάπη αυτό που μας δίνει».

Έλεγε μία κυρία που πέρασε από τον μεγάλο πόνο να θάψει το αγαπημένο της παιδί: «Στην αρχή τα έβαλα με τον Θεό και ένοιωθα πολύ αδικημένη και θυμωμένη. Στην συνέχεια με φώτισε ο Θεός και έκανα έναν καλό λογισμό «τι ανακατεύομαι εγώ στις δουλειές του Θεού» και από τότε ηρέμησα, γλύκανε η ψυχή μου και άνοιξα την αγκαλιά μου στους ανθρώπους».

Ένας καλός λογισμός πόσο μπορεί να μας σώσει και εμάς και τους γύρω μας. Αυτό ακριβώς έκανε και η γερόντισσα Παρακαλούσε τον Θεό «Γεννηθήτω το θελημά Σου, στην ζωή μου» και εκείνη τα άφηνε όλα στον Θεό και για ότι γινόταν έλεγε «έτσι ήθελε ο Θεός».

Οι σχέσεις με τους κοσμικούς ανθρώπους

Για τα παιδιά που γεννήθηκαν στην εκκλησία επίσης αποτελεί μια ωραία πρόκληση, ένα φωτεινό παράδειγμα. Πολλές φορές υπάρχει ένας φόβος μεταξύ των χριστιανών μήπως χάσουν την πίστη τους επειδή στην καθημερινότητά τους συναναστρέφονται με λογιών λογιών ανθρώπους που άλλοι είναι αρνητικοί απέναντι στην Εκκλησία, άλλοι είναι άθεοι, άλλοι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι. Τι γίνεται μ αυτούς, πως τους αντιμετωπίζουμε, πως στεκόμαστε απέναντί τους δίχως να κινδυνέψουμε να «χάσουμε»την πίστη μας, δίχως να σκανδαλιστούμε;

Για την γερόντισσα δεν υπήρχαν τέτοια διλήματα. Δεν ένοιωθε ποτέ ότι κινδυνεύει η ίδια η ο συνομιλητής της αφού η πίστη της ήταν γερά θεμελιωμένη στον Χριστό και στα μυστήρια της Εκκλησίας Του. Και αυτό βέβαια το εφήρμοζε παντού, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης και αν βρέθηκε είτε με ινδουιστές, μουσουλμάνους, άθεους, αιρετικούς.

Αναρωτιέται ένα νέο κορίτσι που γεννήθηκε σε υγιές χριστιανικό περιβάλλον και λόγω της δουλειάς της συναναστρέφεται με ανθρώπους που έχουν ουδέτερη η και αρνητική θέση για την Ορθοδοξία: «Πόσο στεναχωριέμαι για τους ανθρώπους αυτούς που δεν βιώνουν την χαρά της πίστεως. Γενικά, όταν βιώνουμε μια μεγάλη χαρά στην ζωή μας, θέλουμε να την μοιραστούμε για να είναι και οι άλλοι χαρούμενοι όπως εμείς. Μα πως να τους μεταφέρω έμπρακτα αυτή τη χαρά; Και αν προκαλέσω το αντίθετο; Αν θεωρήσουν πως τους προσηλυτίζω; Πολλές φορές αναρωτήθηκα τι θα μπορούσα να κάνω. Ίσως βρήκα μια απάντηση. Να μην κάνω τίποτα Δηλαδή να τους δεχτώ όπως είναι. Αυτό με έμαθε η γερόντισσα Γαβριηλία».

Αυτή η στάση της βοηθάει σήμερα και πολλά παιδιά που ζουν στο εξωτερικό όπου είναι πολύ δύσκολο να συναντήσουν ορθόδοξους. Παίρνουν κουράγιο για να συνεχίζουν τον αγώνα τους και να δίνουν την δική τους μαρτυρία όχι με λόγια αλλά με την ζωή τους, το ήθος τους, το παράδειγμά τους.

Πηγή χαράς και προσφοράς

Πηγή λοιπόν χαράς, έμπνευσης, προσφοράς η γερόντισσα μας καλεί και σήμερα πιο πολύ από ποτέ σε ένα άνοιγμα. Σε μια εποχή απέραντης μοναξιάς και εγωισμού μας προκαλεί και σήμερα η γερόντισσα να στραφούμε δίπλα μας και να ανοίξουμε την αγκαλιά μας και τα σπίτια μας.

Η προσευχή της γερόντισσας είναι πολύ συγκινητική:

«Συ με γνώρισες στον άγνωστο και έγινε φίλος. Ζεστή μου χάρισες γωνιά σε σπιτικά που δεν με ξέραν. Με σένα το πέρα είναι εδώ και αδελφός μου ο κάθε ξένος. Για κείνον που Σε γνώρισε, άγνωστος κανείς δεν είναι, πόρτα καμιά κλειστή δεν μένει».

Εμπνευσμένοι από το φωτεινό της παράδειγμα, ένα σύγχρονο ζευγάρι που η κοπέλα είναι εκπαιδευτικός και το αγόρι πολιτικός μηχανικός με τρία παιδιά σήμερα, κάνουν τον δικό τους αγώνα και δίνουν την δική τους χαριτωμένη μαρτυρία.

Η κοπέλα είναι δασκάλα σε ένα σχολείο πολύ υποβαθμισμένο γεμάτο μετανάστες και εγκληματικότητα. Αγαπά τόσο πολύ την γερόντισσα, την έχει τόσο πολύ στην καρδιά της που έχει κάνει το σπίτι της μια ζεστή αγκαλιά στην οποία καταφεύγουν ταλαιπωρημένοι και πληγωμένοι μαθητές της. Παιδιά παρατημένα, παραστρατημένα, μοναχικά, ορφανά νοιώθουν το σπίτι της σαν μια φωλιά και την δασκάλα τους σαν την κλώσσα που τα μαζεύει δίχως να φοβάται επειδή είναι ξένα και αλλόθρησκα. Θεωρεί τον κάθε ξένο επίσκεψη Θεού αλλά και ότι μέσα από αυτόν έρχεται και η γερόντισσα στο σπιτικό τους. Έχει την γερόντισσα σαν πρότυπο στις σχέσεις της με τα παιδιά. Και την βοηθάει να μην πέφτει στην παγίδα ότι εκείνη θα τα σώσει ούτε τα δικά της ούτε τους αγαπημένους της μαθητές:

«Δεν λέω τίποτε για κανένα παιδί. Έχω και εγώ παιδιά, τα πονάω και προσεύχομαι αλλά δεν ορίζω την ψυχή τους, γονατίζω να διαλέγουν το σωστό. Προσπαθώ να ακούω τα παιδιά που έχω κοντά μου και να τους δείχνω ότι νοιάζομαι να ομορφαίνω την μέρα τους. Δουλεύω από την ώρα που ανοίγω τα μάτια μέχρι να τα κλείσω» Τα λόγια της γερόντισσας την κατευθύνουν πάνω σ αυτό και την βοηθούν να χαλαρώνει «Η πείρα της ζωής με δίδαξε πως κανένας δεν μπορεί να βοηθήσει κανένα στα προβλήματά του, παρά μόνο όταν έρθει η ώρα του Θεού. Τότε θα δοθεί η λύση. Όχι όπως θέλουμε εμείς αλλά όπως θέλει Εκείνος».

Και καταλήγει η κοπέλα: «Η γερόντισσα αγαπούσε την Παναγία. Στρέφομαι κι εγώ σ ἐκείνη: Μάνα όλου του κόσμου και μάνα μου, δείξε μου τον τρόπο να γίνω και εγώ ένα Ναι. Να έρχεται ο Θεός στον κόσμο. Στις ψυχές των παιδιών μου και όλων των παιδιών του κόσμου. Στην ψυχή του άντρα μου. Και στις ψυχές όσων έχω στην ζωή μου. Να έχω το φιλότιμο να μην τσιγκουνεύομαι τον εαυτό μου. Να δίνω τα χέρια μου, το μυαλό μου, την καρδιά μου. Παναγία μου, όλα τα παιδιά του κόσμου και τα δικά μου».

Η γερόντισσα και τα Μυστήρια της Εκκλησίας

Επίσης με έναν πολύ απαλό τρόπο βοηθά τα παιδιά να νοιώσουν την αξία και το βάθος των Μυστηρίων της Εκκλησίας μας. Πόση σημασία για την ζωή μας έχει η εξομολόγηση και η Θεία Κοινωνία Ενώ όμως ο τρόπος της ήταν πολύ ευγενικός και διακριτικός όπου χρειαζόταν γινόταν αυστηρή, πάντα με διάκριση όμως.

Ένα νέο παιδί που γνώρισε τον Χριστό κοντά στην γερόντισσα και που το συνάντησα και εγώ στο εκκλησάκι μας, λέει με πολύ ταπείνωση την πρώτη του εμπειρία πάνω σ αυτό το θέμα. Όταν της είπε ότι γυρίζει δεξιά και αριστερά στα νησιά (ζούσε μια πολύ κοσμική ζωή και κυριολεκτικά τα είχε κάνει όλα) με διάφορες σχέσεις του απάντησε αμέσως η γερόντισσα: «εσύ παιδί μου είσαι παράσιτο, ζεις εις βάρος των άλλων ανθρώπων» και βέβαια σοκαρίστηκε το παιδί. Και στην συνέχεια έπαθε δεύτερο σοκ όταν του συνέχισε την κουβέντα: «αν δεν πας να εξομολογηθείς μην ξανάρθεις εδώ». Και πάλι σοκαρίστηκε και θύμωσε το παιδί αλλά παρ’όλα αυτά σκέφτηκε «κάτι θα ξέρει για να μου το λέει». Και τον έστειλε στον πνευματικό μας.

Το παιδί πήγε αρκετές φορές και εξομολογήθηκε και στην συνέχεια πήγε και πάλι στην γερόντισσα όπου διαπίστωσε μια άλλη πια συμπεριφορά. Την πρώτη φορά που πήγε δεν τον άφησε να της φιλήσει το χέρι ούτε ν αγγίξει τίποτα, ένοιωθε σαν ξένος στον χώρο και μία παγωμάρα. Όταν πήγε και εξομολογήθηκε και ξαναπήγε κάποια φορά στην γερόντισσα της φίλησε το χέρι και του χαμογέλασε η γερόντισσα. Ένοιωθε τον χώρο δικό του, ένοιωθε ανάλαφρος, σαν να ήταν πάντα εκεί . Το παιδί ομολογεί με συντριβή: «Τότε κατάλαβα ότι ο Θεός ήθελε να ρίξω λίγο τον εγωισμό μου και να κάνω μία αρχή. Μου χρειαζόταν αυτά τα «χαστουκάκια» της γερόντισσας». Αργότερα του είπε η ίδια: «παιδί μου σε μάλωσα με πολύ πόνο αλλά και με πολλή αγάπη. Έτσι έπρεπε να γίνει».

Τα όρια στις σχέσεις μας

Πολύ σημαντική επίσης η βοήθεια της γερόντισσας στο να καταλάβουμε ποιά είναι τα όρια στις σχέσεις μας. Όχι συναισθηματισμοί και άδεια λόγια αλλά ουσιαστική, πραγματική σχέση με τον άλλο, που φιλτράρεται μέσα από την προσευχή.

Ένα νέο κορίτσι εξομολογείται: «Μια φράση της γερόντισσας που κρατάω καλά στην καρδιά μου είναι : «Αγαπώ με όλη μου την ψυχή κάποιον, θα πει προσεύχομαι γι’ αυτόν. Όποιος έχει την εμπειρία αυτή είναι στον Παράδεισο». Και συνεχίζει το κορίτσι: «Κάθε φορά που διαβάζω αυτήν την φράση συγκινούμαι και «προσγειώνομαι» γιατί μου υπενθυμίζει πόσο «λίγη» είμαι απέναντι σε κάθε συνάνθρωπο μου, πόσες φορές ο εγωισμός με κυριεύει και ξεχνάω την καρδιακή προσευχή. Πέφτω στην παγίδα της παντοδυναμίας «εγώ θα τους βοηθήσω όλους με τα λόγια μου» σκέφτομαι, ενώ δεν είναι έτσι. Καμιά φορά τα λόγια περισσεύουν και μόνο η προσευχή αρκεί. Η απουσία του εγωισμού, το να βάλει κανείς στην άκρη τον εαυτό του και να αντιληφθεί πόσο λίγο είναι, καλλιεργώντας μόνο καλούς λογισμούς είναι το πιο δύσκολο πράγμα. Χρωστάω λοιπόν ένα μεγάλο ευχαριστώ στην γερόντισσα Γαβριηλία γιατί μ’ έμαθε, με το ζωντανό της παράδειγμα, να αγαπώ καρδιακά και ουσιαστικά, να έχω ταπείνωση και αγάπη».

Σε σχέση με την αγάπη

Το πρώτο πράγμα που απασχολεί τα νέα παιδιά όλων των εποχών είναι η αγάπη και βέβαια ο τρόπος που την εκφράζουν. Ήξερε καλά η γερόντισσα ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι πλασμένη για να αγαπά τον Θεό και τους ανθρώπους. Και συνήθως την πρώτη του αγάπη την δίνει σε κάποιον άνθρωπο, ερωτεύεται, και συνήθως γίνεται και μια αποτυχία για να συνέλθει (πολύ απαραίτητη η αποτυχία για να μην χάσει ο άνθρωπος τον αληθινό προορισμό του που είναι πάλι η αγάπη ( «Εντολή καινή δίδωμι υμίν, ίνα αγαπάτε αλλήλους»), αλλά η ανιδιοτελή, που σε κάνει να βλέπεις οποιονδήποτε άνθρωπο και «να παύεις να υπάρχεις εσύ ως οντότητα και να μπαίνεις στην ψυχή του άλλου ο,τι και αν είναι αυτός ακόμη και κακοποιός, «γιατί έχει και αυτός μέσα του Πνοή Θεού και έχει μια καρδιά που χτυπά σαν την δικιά σου, με άλλα λόγια, εσύ ο ίδιος αντικατοπτρίζεσαι μέσα του. Αν δεν το κάνεις αυτό, δεν μπορείς να βοηθήσεις τον άλλο»

Ένα νέο κορίτσι που άκουσε στην εφηβεία του για την αγάπη την ανιδιοτελή που η γερόντισσα σκορπούσε άφθονη σε όλους τους ανθρώπους παρατηρεί: « Μου έκανε εντύπωση ότι δεν φοβόταν τίποτα, ότι ταξίδεψε σε πολλά μέρη του κόσμου και έδωσε βοήθεια σε τόσους ανθρώπους χωρίς να έχει ενδοιασμούς γι αυτούς, χωρίς να σκεφτεί ότι μπορεί να την εκμεταλευτούν. Έδινε πλήρη και ανιδιοτελή αγάπη σαν να βρισκόταν σε έναν κόσμο «αγγελικά πλασμένο» και τον γυρνούσε μιλώντας τις «πέντε γλώσσες». Γνωρίζοντας λοιπόν την ζωή της γερόντισσας στην ηλικία του γυμνασίου με βοήθησε να έχω κατά νου ότι είναι καλό να δίνω χώρο στους ανθρώπους γύρω μου, να ακούω τις σκέψεις των φίλων μου».

Κώδικες επικοινωνίας

Σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο έβρισκε τρόπο να επικοινωνεί η γερόντισσα πράγματι αποτελεί ένα μεγάλο σχολείο ειδικά στις μέρες μας που σε σχολεία όπως στην δική μας περιοχή συναντάς παιδιά από πάρα πολλές χώρες και πρέπει να βρεις άλλους κώδικες επικοινωνίας αφού η γλώσσα δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις δεν αρκεί.

Επίσης σήμερα περισσότερο από ποτέ ο τρόπος επικοινωνίας όλο και δυσκολεύει αφού ο καθένας κλείνεται στον κόσμο του και λειτουργεί με έναν αυτισμό.

Λέει ένα κορίτσι πάνω σ αυτό: «Σήμερα έχω αρχίσει να κατανοώ πόσο σημαντικό είναι να πορευόμαστε με αυτές τις «πέντε γλώσσες». Ότι με ένα χαμόγελο μπορείς να μαλακώσεις και να ηρεμήσεις οποιονδήποτε άνθρωπο, αλλά πρωτίστως να είσαι αισιόδοξος με τον τρόπο που βλέπεις την ζωή, ότι τα δάκρυα ιδίως κατά την διάρκεια της προσευχής υποδηλώνουν την αληθινή μετάνοια, ότι ένα άγγιγμα είναι η μεγαλύτερη παρηγοριά και η αίσθηση ότι είσαι κοντά σε έναν άνθρωπο. Όσο για την προσευχή, την τέταρτη γλώσσα της γερόντισσας, μάλλον τώρα καταλαβαίνω ότι αυτή την έκανε να μην φοβάται τίποτε και κανένα. Ήταν ο διάλογός της με τον Θεό, είχε χτίσει σχέση μαζί του και Αυτός την έπαιρνε από το χεράκι και την οδηγούσε. Τόύ ζητούσε να ελεήσει τους ανθρώπους που συναντούσε και Εκείνος το έκανε. Της άνοιγε τον δρόμο αφού έβλεπε την αυτοθυσία της. Έτσι η γερόντισσα με το παράδειγμά της μας δείχνει την ανιδιοτελή αγάπη. Είναι το πιο ζωντανό παράδειγμα για εμάς να προσπαθήσουμε, έστω και στο ελάχιστο, να μιμηθούμε αυτή την αγάπη».

Και καταλήγει πολύ σοφά το κορίτσι αυτό: «Για μένα το πιο δύσκολο πράγμα δεν είναι ότι κατάφερε να φτάσει στα βάθη της Ασίας αλλά ότι κατάφερε να προσεύχεται για όλους τους ανθρώπους που συναντούσε, να τους βάζει όλους στην αγκαλιά της. Είναι το πιο δύσκολο αλλά και το πιο αξιέπαινο, να προσεύχεσαι για όλους τους ανθρώπους που συναντάς, να τους ακούς, να σηκώνεις τον σταυρό τους, όταν οι περισσότεροι από εμάς, και πρώτη εγώ, δυσκολευόμαστε να το κάνουμε αυτό ακόμη και στους πιο οικείους μας».

Η γερόντισσα και ο χρόνος

Αν άφηνες την καρδιά σου να ζήσει λίγο κοντά στην γερόντισσα αποκτούσε άλλη αξία και το τώρα. Κάτι που συχνά έλεγε ήταν ότι «το παρελθόν είναι ένα φάντασμα, το μέλλον δεν υπάρχει, το μόνο που υπάρχει είναι το αιώνιο παρόν που ζεις κοντά στον Χριστό». Αυτό ελευθερώνει τους νέους ανθρώπους από το άγχος του αύριο και τις ενοχές του χτες.

Ένα νέο παιδί καταθέτει: « Η γερόντισσα ήταν ο άνθρωπος που με δίδαξε τι σημαίνει να ζεις κάθε στιγμή την αδιάλειπτη παρουσία του Χριστού στην ζωή σου. Παρουσία αισθητή στα πρόσωπα των ανθρώπων, υγιών και πασχόντων, παρουσία αισθητή σε κάθε ενέργεια της φύσεως, παρουσία αισθητή ακόμη και στην απουσία των ανθρώπων, των συναισθημάτων».

Σε πάρα πολλούς νέους ανθρώπους η γερόντισσα έδειξε και συνεχίζει να δείχνει πως ζώντας την Αγάπη δεν μπορεί παρά να αναπαράγαγεις αγάπη. Το χαμόγελο, η έγνοια για τους άλλους προσφέρονται έτσι με τρόπο φυσικό και μ αυτόν τον τρόπο αγιάζονται όλα, η ζωή μας, το περιβάλλον μας και εμείς ηρεμούμε. Τους έμαθε δηλ. η γερόντισσα να χαίρονται και να αγιάζουν την καθημερινότητά τους. Και αυτό έγινε αβίαστα, με το φωτεινό της παράδειγμα. Νοηματοδότησε την διαφορετικότητα των επιλογών και έδειξε με τρόπο μοναδικό πως κάθε στιγμή μπορεί ν’ αρχίσει η ζωή από την αρχή.

Σε σχέση με τα νέα ζευγάρια

Ένα σύγχρονο ζευγαράκι από την ενορία μας που απέκτησαν τώρα το πρώτο τους μωράκι καταθέτει το πόσο επηρεάζει την καθημερινότητα του το φωτεινό πρόσωπο της γερόντισσας: Το κορίτσι γεννήθηκε σε ιερατική οικογένεια με πολλά παιδιά και μεγάλωσε πολύ ευτυχισμένα. Από μικρό παιδί, όπως λέει η ίδια, ονειρευόταν τον παράδεισο και τον έψαχνε στην καθημερινότητά της και φυσικά σε πολλούς χώρους απογοητεύτηκε. Αργότερα ως φοιτήτρια κάπου συμβιβάστηκε με «πράγματα που δεν έχουν ίχνος παραδείσου» και όπως λέει η ίδια εξομολογητικά «αηδίασα».

Σήμερα, παντρεμένη και μαμά και εργαζόμενη κάνει τον αγώνα της να ισορροπήσει «μεταξύ της ανίερης πραγματικότητας και της ρουτίνας που «θέλει» η κοινωνία μας και της εμπνευσμένης κατά Χριστόν ζωής ενός πιστού χριστιανού, κάτι που δεν είναι καθόλου εύκολο αφού η μιζέρια είναι τεράστια παγίδα».

Σ αυτή την καθημερινή της πάλη, η παρουσία της γερόντισσας Γαβριηλίας έχει μπει για τα καλά στον αγώνα της με λυτρωτικά αποτελέσματα. Γράφει πάλι: «Διαβάζοντας για την γερόντισσα Γαβριηλία ξαναζώ στον Παράδεισο επί της γης των παιδικών μου χρόνων και μαθαίνω πως να φτιάξω και εγώ τον δικό μου Παράδεισο. Αυτόν μέσα στον οποίο θα ζήσω και εγώ, η οικογένειά μου και όλοι όσους γνωρίζω η πρόκειται να γνωρίσω. Η αγάπη του Χριστού κατάλαβα ότι μεταδίδεται πολύ γρήγορα, σαν φλόγα. Και αυτός νομίζω είναι ο αγώνας των χριστιανών. Να κατεβάσουν τον Παράδεισο στην γη».

Σαν νέο ζευγάρι με τις ανασφάλειες και τα άγχη του κάποια στιγμή νοιώθουν να πελαγώνουν καθώς ζουν δύσκολες και πρωτόγνωρες καταστάσεις. Με αφορμή τις τελευταίες καταστροφικές πυρκαγιές και τον άδικο για μας χαμό τόσων ανθρώπων ένοιωθε το κορίτσι ένα μεγάλο σφίξιμο στο στήθος και αβάσταχτη αγωνία που δεν ήταν εύκολο να το διαχειριστεί. Όπως λέει η ίδια «Η γερόντισσα Γαβριηλία μου απάντησε ότι είμαστε πλαστελίνη στα χέρια του Θεού και το κάθετί που επιτρέπει είναι για το καλό μας, δίχως εμείς να το καταλαβαίνουμε άμεσα ( είναι αυτό που έλεγε ο αγ Ιάκωβος ότι για κάθε θάνατο ο Χριστός μας έχει έναν ειδικό λόγο που τον επιτρέπει). Μ’ αυτήν την σκέψη και την στάση ζωής («τα πάντα ο Χριστός τα επιτρέπει η τα παραχωρεί»), γαληνεύει και νοιώθει «ένα βάρος να φεύγει αυτόματα από πάνω της».

Βλέπουμε δηλαδή πόσο πολύτιμα είναι τα γεμάτα πίστη λογάκια της γερόντισσας στα σημερινά νέα ζευγαράκια που δικαιολογημένα διακατέχονται από άγχος και ανασφάλεια για το παρόν και κυρίως για το μέλλον το δικό τους και των παιδιών τους. Και έρχεται η γλυκειά φωνούλα της γερόντισσας και τονίζει πάλι: «τρία πράγματα χρειάζονται, πρώτον πίστη, δεύτερον πίστη, τρίτον πίστη».

Η στάση της απέναντι στην αγάπη είναι πολύ θεμελιακή για το ξεκίνημα των νέων παιδιών. Πως πρέπει να στέκονται απέναντι στον αγαπημένο τους, πως πρέπει να αρχίσουν να σκέπτονται το θέμα του γάμου, τι είναι αυτό που πρέπει να κυριαρχεί σε μία σχέση. Ας γυρίσουμε λίγο στα λόγια που έλεγε στα νέα παιδιά για να δούμε πόσο διαχρονικά είναι:

-Οταν αγαπάει κανείς, πάντοτε θα βάλει το άλλο πρόσωπο πρώτο. … Η αληθινή αγάπη είναι όταν δίνεις χωρίς να περιμένεις να πάρεις τίποτε. Όταν όμως δώσεις μια αγάπη και περιμένεις και εσύ να πάρεις αγάπη, αυτό είναι πάλι αγάπη του εαυτού μας κατά βάθος.. Η αγάπη της μητέρας στο παιδί, είναι πράγματι ανώτερη. Γιατί δίνει χωρίς να είναι σίγουρη ότι θα πάρει.

-Όταν αγαπάς έναν άνθρωπο δεν μπορείς να είσαι εγωίστρια απέναντί του. Δεν θέλεις με τίποτε να τον λυπήσεις.

Μου έλεγε ένα νέο ζευγαράκι μας πόσο τους εντυπωσίασε που έλεγε η γερόντισσα πως οι γονείς της είχαν τέτοια ομόνοια και αγάπη και σεβασμό μεταξύ τους, τόσο αρμονική σχέση μεταξύ τους που έμοιαζαν «κουρδισμένοι σαν ρολόι». Δηλαδή σαν να ήταν συνεννοημένοι μεταξύ τους «όταν νευρίαζε με κάτι ο ένας, σιωπούσε ο άλλος, και το αντίθετο». Το αποτέλεσμα ήταν να μην φανεί ποτέ μπροστά στα παιδιά τους ότι διαφωνούν η ότι θέλουν να τα μπλέξουν σε τυχόν δικές τους αντιπαραθέσεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μεγαλώσει η γερόντισσα σε περιβάλλον ήρεμο, κάτι πολύ απαραίτητο αλλά και σπάνιο σήμερα όπου τα περισσότερα δυστυχώς παιδιά μεγαλώνουν σε νευρικό περιβάλλον και είναι τρομαγμένα.

Έλεγε λοιπόν το ζευγαράκι πόσο θεωρούν σημαντικό αυτό που έζησε η γερόντισσα και πως λειτουργεί γι αυτούς ως ζευγάρι και ως γονείς ως πρόκληση και παράδειγμα προς μίμηση. «Αυτό βέβαια απαιτεί από εμάς πολύ προσευχή, υπομονή και ωριμότητα», παραδέχονται, αλλά δεν παύει να αποτελεί στόχο. Όπως επίσης αγωνίζονται να δημιουργήσουν ωραίες παιδικές αναμνήσεις στα παιδιά τους που θα είναι η καλύτερη «προίκα» τους για το αύριο. Αυτό βέβαια απαιτεί πολύ αγώνα και κουράγιο και κέφι που δίχως το βαθύ θεμέλιο της «πίστης» δεν αντέχει για πολύ.

Παραμένουν διαχρονικές οι συμβουλές της γερόντισσας στα νέα ζευγάρια που δημιουργούν την δική τους οικογένεια. Πως πρέπει να προσεγγίζουν ο ένας τον άλλο, τι ακριβώς είναι αυτή η σχέση, πως πρέπει ο ένας να σέβεται την ιδιαιτερότητα του φύλου του άλλου καθώς και τον χαρακτήρα του.

Παραθέτουμε κάποια αυτούσια λογάκια της με τα οποία προσπαθεί να δημιουργήσει τις προυποθέσεις για να αντέξει ένας γάμος.

-Στον γάμο όταν έρχεται κάποιος, είναι σαν να μπαίνει σε μοναστήρι. Γιατί ο γάμος είναι κάτι ιερό. Είναι ένα μυστήριο του Θεού και της Εκκλησίας. Ξέρεις γιατί; Γιατί από τα πέρατα του κόσμου ξεκινάει ένας άνθρωπος και από τα άλλα πέρατα ένας άλλος, κι είναι αυτοί οι δυό σήμερα σύζυγοι. Πως έγινε; Κατά την δική μου αντίληψη, το να γεννηθούμε το να παντρευτούμε και το να πεθάνουμε δεν είναι στο χέρι μας. Είναι κανονισμένα από τον Θεό. Τον σύζυγο πρέπει να τον θεωρείς Ηγούμενό σου. Γιατί; Γιατί η βάση της ευτυχίας σ’αυτόν τον κόσμο είναι να παύσουμε να έχουμε δικό μας θέλημα, από εγωισμό. Όταν λοιπόν παύουμε να έχουμε δικό μας θέλημα και θέλουμε και οι δύο να ακούσουμε το Θέλημα του Θεού, τότε έρχεται η ευλογία του Θεού.

-Παλιά στα ζευγάρια ο καθένας είχε τη θέση του. Υπήρχε αξιοπρέπεια και όχι πολλά λόγια. Τώρα η φλυαρία τους έχει φάει όλους. Τι τραβώ να λέω σ όλες τις συζύγους που μιλώ «Μη μιλάτε. Μη λέτε τι κάνατε, τι σκεφτήκατε, τι θα πείτε, που πήγατε, τι δουλέψατε.. Γιατί μιλάτε; Δεν ξέρετε ότι οι περισσότεροι σύζυγοι θέλουν μόνο να τους ακούτε;»

Σήμερα πολύ λίγοι γάμοι αντέχουν γιατί σπάνια και οι δύο σύζυγοι είναι κατά Θεόν. Γιατί ο γάμος είναι Μυστήριο. Πρέπει να πεθάνεις για ν αναγεννηθείς. Είναι Μυστήριο σαν την Βάπτιση. Αν δεν αναγεννηθείς μέσα στην καρδιά του άλλου, κι ο άλλος μέσα στην καρδιά σου, τότε ο Θεός απουσιάζει».

Ο γάμος είναι αγάπη,στοργή, φιλία, όχι μόνο σαρκική σχέση. Η αγάπη δεν είναι απλά ένα συναίσθημα, αλλά βαθύτατη υπαρξιακή σχέση όπου παίρνω ταυτότητα από τον άλλο που αγαπώ και αυτός από εμένα. Δεν είναι ένα παροδικό συναίσθημα που εξαρτάται και από πάθη (πχ όταν μας επαινούν αισθανόμαστε ωραία, όταν μας μαλώνουν άσκημα) αλλά σχέση υπαρξιακή, μόνιμη, αιώνια. Οι σύζυγοι που αγαπιούνται και στον Παράδεισο θα είναι αγαπημένοι.

Σε σχέση με τους γονείς

Τέλος τα λόγια της γερόντισσας και οι συμβουλές της στους γονείς σχετικά με τα νέα παιδιά παραμένουν διαχρονικά:

-Το πρώτο που λέω στις μητέρες κοριτσιών είναι να γνωρίσουν τον φίλο του παιδιού τους και να τον φέρουν στο σπίτι κατευθείαν όσο παράξενος και αν είναι. Για να ξέρουν με ποιόν έχουν να κάνουν. Και κυρίως να θυμηθούν τα νείατα τους όταν και εκείνες είχαν τις ίδιες επιθυμίες αλλά τις έκρυβαν.

-θα πρέπει να αφήσουμε τα παιδιά να μάθουν μέσα από το πάθημα τους;

-Μπορούμε να κάνουμε τίποτε για να μη τ αφήσουμε; Το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να στεναχωρηθούμε και να αποξενωθούμε από τα παιδιά. Αλλά δεν θα τα αφήσουμε έτσι. Θα προσευχηθούμε μέρα-νύχτα στον Θεό να γίνει το Θέλημά Του στην ζωή τους. Όχι το δικό μου θέλημα, αλλά το θέλημά Του. Γιατί ο Θεός τα αγαπάει αυτά τα παιδιά πιο πολύ και πριν από εμάς.

… Αν το παιδί είναι ζωηρό η ακόμη και άσκημα μπλεγμένο δεν θα πρέπει σε καμιά περίπτωση να προσπαθήσουμε με την βία να το επαναφέρουμε γιατί και εμείς θα είμαστε εκτεθειμένοι στον πονηρό επειδή θα έχουμε θυμό και άρα ο φύλακας άγγελος μας δεν θα είναι μαζί μας και μπορεί να κάνουμε μεγάλο κακό και το παιδί θα μας συσχετίσει με κάτι δυσάρεστο και δεν θα θέλει να μας ξαναδεί .

-Στο παιδί πρέπει να φέρεσαι σαν σε μεγάλο, να το σέβεσαι και να μη προσπαθείς να το ξεγελάσεις. ..

-Οι γονείς είναι οι κηδεμόνες του παιδιού και γι αυτό θα πρέπει να σέβονται την προσωπικότητά τους και να τα αφήνουν να διαλέξουν μόνα τους τι θα κάνουν στην ζωή τους (δεν επιτρέπεται να τα εμποδίζουν αν θέλουν κάποιο επάγγελμα και να τα βιάζουν να γίνουν πχ δικηγόροι).

-Οι γονείς πρέπει να διδάσκουν τα παιδιά τους όχι με λόγια αλλά με το παράδειγμά τους. Δεν γίνεται να τα προτρέπουν πχ να πάνε στην Εκκλησία και οι ίδιοι να μην πηγαίνουν η να τους λένε να έχουν θυμό και να ζητάνε από το παιδί να είναι ήρεμο. Χρειάζονται παράδειγμα, σιωπή και αγάπη.

-Κανένας δεν μπορεί να βοηθήσει τον άλλο παρ όλη την θέληση και την αγάπη. Η βοήθεια έρχεται μόνο όταν έρθει η Ώρα του Θεού..

Σε σχέση με την εργασία

Πόσες φορές έρχονται κυρίως τα νέα παιδιά τσακισμένα και κουρασμένα και απογοητεύμενα γιατί δεν αντέχουν τον χώρο της εργασίας τους. Γεμίζουν άγχος, αγωνία που το κουβαλούν και στο σπίτι τους μεταφέροντας έτσι και στο οικογενειακό τους περιβάλλον ένα συνεχή μαρασμό και δυσκολεύονται να γεμίσουν τις ώρες που βρίσκονται στο σπίτι τους με χαρά και αισιοδοξία. Αυτήν ακριβώς την χαρά και την αισιοδοξία μετέφερε με την παρουσία της και τώρα με τα λόγια της και το παράδειγμά της η γερόντισσα. Τα έβλεπε όλα ωραία δίχως όμως να είναι «στον κόσμο της».

Τι μας μεταδίδει; «Τα πάντα εξαρτώνται από το πόσο εκπέμπουμε την χαρά του Χριστού. Και για να εκπέμπουμε την χαρά του Χριστού δεν πρέπει να τον ξεχνάμε ποτέ στην ζωή μας. Ανά πάσα ώρα και στιγμή να γίνει το κέντρο της ύπαρξής μας. Τότε όλος ο κόσμος θα είναι υπέροχος».

Και πιο πρακτικά συμβούλευε μια πνευματική της κόρη που εργαζόταν στο Πανεπιστήμιο: «Η εργασία είναι προσευχή. Και να την κάνεις πάντοτε με δοξολογική διάθεση. Και να μην θυμώνεις με τους φοιτητές που μπαίνουν μέσα και σε ρωτούν γι αυτό που γράφει η ανακοίνωση κάτω αλλά να λες «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Τότε θα καταλάβεις την αξία της εργασίας, γιατί πολλές εργασίες που κάνουν οι άνθρωποι δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητες. Η εργασία είναι μια έπαλξις (σημείο εκίνησης) που σε έχει βάλει ο Θεός μέσα στο σχέδιο Του για την ζωή σου και εκεί θα κάνεις ο,τι περνάει από το χέρι σου, ο,τι είναι καλύτερο, ο,τι είναι πιο σωστό. Όταν ο εργοδότης σου πάει κόντρα , τότε ξέρεις τι θα κάνεις; Θα πεις «γεννηθήτω το θέλημά Σου», και θα το πεις στον Κύριο, στην Πηγή της ζωής. Όπου βρίσκεσαι εσύ, να περνάς καλά και να ακτινοβολεί από σένα η χάρις του Χριστού Μη χάσεις ποτέ την χαρά σου. Τότε και οι άλλοι θα περνούν καλύτερα κοντά σου».

Βλέπουμε πόσα χαριτωμένα είναι τα λόγια της και γεμάτα έμπνευση. Μια νεαρή νοσηλεύτρια παρατηρεί ότι η γερόντισσα, με την χάρη και τον φωτισμό του Αγ Πνεύματος εφάρμοζε κατά γράμμα όλες τις θεωρίες επικοινωνίας που έβγαλαν οι Ευρωπαίοι επιστήμονες μετά από πάρα πολύ κόπο και με μια ξύλινη τεχνική που διδάχτηκε στο Πανεπιστήμιο σχετικά με το πως πρέπει να φέρονται στους ασθενείς. «Οι θεωρίες αυτές υπαγορεύουν την ανθρωπιά, την βαθειά αίσθηση ευθύνης για όλους, το χαμόγελο, την διάκριση, το να αποδέχεσαι τον άλλο όπως είναι, το να μπαίνεις στην θέση του ανεξάρτητα αν συμφωνείς η διαφωνείς» αλλά, όπως το έζησε στην πράξη στην συνέχεια στο νοσοκομείο, όλα αυτά «είναι μάταια και κενά δίχως την Χάρη του Αγ Πνεύματος».

Κουράγιο λοιπόν και όρεξη για ζωή και διακονία μεταδίδει και σήμερα στα νέα παιδιά η γερόντισσα της χαράς.

Αυτή είναι λοιπόν η γερόντισσα Γαβριηλία, ο δικός μας άνθρωπος, ο άνθρωπος του Θεού. Να την παρακαλάμε να μπαίνει απαλά στην ζωή μας, να την ομορφαίνει, να την γλυκαίνει, να την ηρεμεί και να την μεγαλώνει τόσο ώστε να κουρνιάζουν δίπλα μας όποιοι άνθρωποι επιτρέψει η αγάπη του Θεού να μας πλησιάζουν.

Την ευχή της να έχουμε.