Μαρτυρίες για τις ευεργεσίες του Μανωλάκη Καστοριανού

29 Αυγούστου 2015
[Προηγούμενη δημοσίευση: http://bitly.com/1IdGIta]

Ας ακολουθήσωμεν την περιγραφήν Αναστασίου του Γορδίου εις τον βίον του γέροντός του οσίου Ευγενίου του Αιτωλού, του μεγάλου του Γένους διδασκάλου († 1682): Συνεχώς επιστέλλειν ουκ ώκνει προς ους η δύναμις υπηγόρευε, γραμμάτων παιδευτήρια συνιστάν, ελεημοσύνης ουδέ μιας ελάττονα, αλλά και πασών των άλλων πρωτεύουσαν, την διά λόγου και ες λόγους γενομένην διά πολλών είναι πείθων αυτούς. Ταύτη τοι και της εν τη Κωνσταντινουπόλει συστάσης παρά του εν μακαρία τη λήξει γενομένου κυρίου Μανουήλου του από Καστορίας Σχολής, εί και πολλοί τινες ήσαν οι συνεργοί και άλλοι, και πάντων μάλλον ο μακαριώτατος πατριάρχης Ιεροσολύμων Νεκτάριος, ού και πρόσθεν εμνήσθημεν, αλλ’ ού μικρόν και ούτος συνεβάλλετο μέρος, συνεχώς αυτώ επιστέλλων, και εγκωμίοις γεραίρων του εγχειρήματος, και ετέρας  έτι συστήσαι προτρέπων αυτόν· και δη και συνέστησεν ετέρας τη τούτου προτροπή δύο, μίαν μεν εν Άρτης Ακαρνανίας, ετέραν δε εν τω Ανατωλικώ της Αιτωλίας.

GORDIOSANASTASIOS2

Γέγραφε γαρ πρώτον αυτώ περι της κατά το Ανατωλικόν, και υπέσχετο δούναι τα προς την του καθηγητού διατροφήν και των φοιτητών· αλλ’ ο Ναυπακτού και Άρτης Βαρθολομαίος εκείσε τότε παρών, διεκώλυσεν αυτόν, ανάξιον ηγησάμενος το Ανατωλικόν χωρίον αποδειχθήναι τοιαύτης σχολής, την του τόπου στενότητα προβαλλόμενος, και επί την Άρταν μεταθέσθαι ταύτην πείθων αυτόν, ως πόλιν ούσαν μεγάλην, και η φησι περί της Τροίας Όμηρος ευρυάγυιαν· ποιεί τούτο ο τρισμακάριος εκείνος ανήρ μάλα προθύμως, και εγχειρίζει φέρων τω διαλειφθέντι Βαρθολομαίω τω Άρτης αργυρούς τρισχιλίους. Και τοιαύτην έσχε την αρχήν η κατά την Άρταν σχολή προκαταρκτικόν αίτιον έχουσα τον Ευγένιον, εί και αμελεία των επιτροπευόντων αυτής μικρού δειν εις το μη ον ελθείν εκινδύνευε· νυν δε προ ολίγων ετών σπουδή και επιμελεία φιλοθέων τινών και φιλομούσων ανδρών, ήρξατο κατά τι ευδοκιμείν, και επί το κρείττον προκόπτειν».[17]

Ο ίδιος ο Ευγένιος Γιαννούλης ο Αίτωλός αποστέλει το 1664 επιστολήν προς τον μητροπολίτην Λαρίσης Διονυσιον Σερογλάνην, τον είτα Οικουμενικόν Πατριάρχην (α΄ πατριαρχία 1671-1673) και τον παρακαλεί «να συνδράμη και να συντύχη του άρχοντος κυρίου Μανωλάκη» διά το σχολείον της Άρτης. Τον αποκαλεί δε «χριστιανικώτατον άρχοντα». Αποστέλλει δε τρεις -σωζομένας- επιστολάς προς τον Μανωλάκην εκλιπαρών διά βοήθειαν προς ενίσχυσιν των σχολών Ανατολικού και Άρτης. Συγκινητικαί είναι αί προσφωνήσεις: «Τιμιώτατε και εν χριστιανοίς ανδράσιν ευγενέστατε και τιμής απάσης και λόγου άξιε κύριε Εμμανουήλ και κτίτορ της εν Κωνσταντίνου πόλεως νέας Σχολής, ευοδού και πρόκοπτε κατά πάντα επί τοις κατά Θεόν πράγμασι μεθ’ όσων εκ ψυχής φιλείς.

Ο πολύς εκείνος και θαυμάσιος εις την σοφίαν Σολομών, ο θείας και παρέδρου σοφίας και χάριτος αξιωθείς εκ Θεού, ευγενέστατε κύριε Εμμανουήλ, παραινεί πανσόφως και συμβουλεύει εμφρόνως πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον τον τρόπον της ελεημοσύνης λέγων «βλέπε, άνθρωπε, τίνι παρέχεις»·και τούτο, διά να μην γίνεται και παραπίπτεται το πράγμα της ελεημοσύνης ανωφελώς και εις πρόσωπα μην έχοντα χρείαν ελέους. Εγώ είπα πολλάκις και έγραψα προς την τιμίαν και θεοφιλή της ψυχήν πρότερον, και τώρα πάλιν λέγω το αυτό και λέγειν ου παύομαι, ότι εις τοιαύτην μεγάλην και ξηραντικήν πείναν και δίψαν του λόγου της Γραφής εψηφίσθη εκ της άνωθεν Προνοίας η αγάπη σου να υπηρετήση και με λόγον και με έργον εις τούτον τον κάκιστον και πολλών κακών αίτιον λιμόν.

Πόσους άρα πεπλουτισμένους και ευγενείς και πολλών χρημάτων κυρίους ήφερεν εις την ζωήν η μεγαλόπολις αύτη του, εν αγίοις Κωνσταντίνου και προ της εκπτώσεως και μετά την εκπτωσιν; Αλλ’ ουδείς εφρόντισε τοιούτου έργου καλλίστου ως αυτή νυν ουδέ ο Θεός ο σοφός, ο τα πάντα ειδώς, ωκονόμησεν η εμπιστεύθη εις άλλην ψυχήν τούτο αλλά εις την εδικήν της μόνον. Εκείνος γουν οπού τρέφει και ενδένει πτωχούς και ξένους και γυμνούς και τους βοηθάει εις τας σωματικάς αυτών χρείας έχει πολύν μισθόν εκ Θεού, κατά τα ιερά και θεοπαράδοτα λόγια, πόσω μάλλον ο τας ψυχάς αυτών περιποιούμενος, η και πόσον άρα ψυχή σώματος διαφέρει; Διά τούτο και ο τρέφων και ποτίζων αυτούς άνθρωπος με τα πότιμα νάματα των αγίων και θεοπνεύστων Γραφών έχει τον μισθόν ασύγκριτον. Καλόν τοίνυν έργον και ψυχωφελές και σωτήριον επενόησεν η τιμιότης σου, και η δύναμις του υπέρ ημών παθόντος και εκ νεκρών αναστάντος Χριστού να το διαφυλάξη εις πολλούς χρόνους ευοδούμενον και εις μαθήματα θεοφιλή προκόπτον»[18].

[Συνεχίζεται]
  1. Αναστασίου Γορδίου, «Βίος Ευγενίου Αιτωλού», εν Κ/νου Σάθα «Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη», Τόμος Γ’, 461.
  2. Επιστολή 109, αχρονολόγητος.