Ο γέρ. Αιμιλιανός, η Σιμωνόπετρα και η Ορμύλια

25 Σεπτεμβρίου 2014

Δ.Η εμπειρία  του  Αγίου Όρους προ  και  μετά  την εγκατάσταση  στη  Σιμωνόπετρα.

 Στο  μεταξύ , κατά  προτροπήν  του  γέροντός  του μητροπολίτου  Διονυσίου,    ο π. Αιμιλιανός  εξέρχεται  και  πραγματοποιεί  τις  πρώτες  ιεραποδημίες  του  στο Άγιον Όρος. Την  εποχή  αυτή ο Άθως  εορτάζει  πανηγυρικά  τη  χιλιετηρίδα  του , αλλά διανύει  περίοδο  παρακμής. Εντούτοις  στην  αθωνική  πολιτεία  διασώζονται στοιχεία  της  πατροπαράδοτης  μοναστικής  παράδοσης. Έρχεται  σ’επαφή  με  εξέχουσες  νηπτικές  μορφές  όπως ο γέρων Εφραίμ  Κατουνακιώτης[57]. Συνάπτει  βαθείς  πνευματικούς  δεσμούς  και  εμπλουτίζει  την  εμπειρία  του  με  τη  βιωματική  διδασκαλία  των  νηπτικών  αυτών  πατέρων. Ήδη  αναζητά  από  τα  τέλη  της  δεκαετίας  του ’60 , προφητικώ  τω  τρόπω, μέθοδο και τόπο  μεταφυτεύσεως  της  αδελφότητος  του Μ. Μετεώρου . Οι  μοναχοί αυξάνουν  μεν  αριθμητικά  αλλά  ανακόπτονται  ησυχαστικά  από  το  αυξανόμενο  ρεύμα  τουρισμού και  αντιμετωπίζουν  πρακτικές  δυσκολίες  στη  διαμονή  τους  στα  Μετέωρα.

Πηγή:www.panoramio.com

Πηγή:www.panoramio.com

             Η  τελική απόφαση  για  οριστική  αναχώρηση από  το   Μετέωρο  λαμβάνεται  στις  αρχές  του 1972 ,  όταν  επέρχεται  η  ρήξη της  αδελφότητος  με  το διάδοχο  του  Διονυσίου  νέο  μητροπολίτη Τρίκκης  και  Σταγών  Σεραφείμ. Οι  αποτυχημένες  προσπάθειες  μονίμου εγκαταστάσεως  της  γυναικείας  αδελφότητος, ο  περιορισμός  του  χώρου  και  του  χρόνου  των  μοναστικών  καθηκόντων  της  ανδρικής  αδελφότητος  λόγω της  επελάσεως  των  τουριστών  και  οι  διαρκείς  παρεμβάσεις  της  αρχαιολογικής  υπηρεσίας,  επιτάχυναν την  αναχώρηση  των  πατέρων  από  το Μ. Μετέωρο. Κλιμάκιο της  αδελφότητος  υπό το Γέροντα  , με  σχετική  άδεια  κι  ευλογία της  Ιεράς  Κοινότητος,  αναζητά  μεταξύ  των  παρηκμασμένων αγιορειτικών  μονών τον τόπο  της  καταπαύσεως. Μεταξύ των  δύο  επικρατεστέρων  επιλογών Φιλοθέου  και Σίμωνος  Πέτρας, προκρίνεται η  δεύτερη κυρίως  για  λόγους  συναισθηματικούς  εφόσον προσομοιάζει  στα  Μετέωρα.

  Οι εγκαταβιούντες  εκεί 7 υπερήλικοι  μοναχοί  αγαλλιούν  στη  θέα  των  νέων κι ενθουσιωδών  συμμοναστών και αδημονούν  για  τη μετεγκατάσταση  της  νέας  αδελφότητος. Η αναχώρηση  πραγματοποιείται  στα  τέλη  του 1972 μέσα  σε  κλίμα  συγκίνησης  και  οδύνης  για  το  λογικό ποίμνιο  των  Τρικάλων που  χάνει  τον  επί  σειράν  ετών  πνευματικό  του  οδηγό , διδάσκαλο  και  πατέρα. Στις  25  Νοεμβρίου 1972  ο  Γέροντας  εκλέγεται  κατά  τα  αγιορειτικά  θέσμια  ηγούμενος  της  Σιμωνόπετρας  και  ενθρονίζεται  επισήμως  στις  17  Δεκεμβρίου από  την Ιερά  Κοινότητα [58]. Η  μεταφύτευση  της  15μελους αδελφότητος  του Μετεώρου έγινε  αφορμή  και  για  πλείστες  ακόμη  μετεγκαταστάσεις  αδελφοτήτων η  μεμονωμένων  προσώπων  στο  Άγιον  Όρος , θέτοντας  με  τον  τρόπο  αυτό  το  θεμέλιο  γι’ αυτό  που  σήμερα  ονομάζεται  αναγέννηση  του αθωνικού  μοναχισμού[59] και έκρηξη  του  προσκυνηματικού  ρεύματος.

               Η  νηπτική  ζωή  του  Γέροντος  βρίσκει  την  πλήρη  καταξίωσή  της στο  περιβάλλον  της  Μονής Σίμωνος  Πέτρας. Αποσύρεται  επί ημέρες  στο  ηγουμενείο όπου  λειτουργεί  ακατάπαυστα , προσεύχεται , ησυχάζει,   μελετά  και  καθοδηγεί  την  αδελφότητα  και  τους προσκυνητές. Ακολουθεί  χρηστή  διοίκηση  και  αξιοποιεί με  πατρικό  ενδιαφέρον  τα  ιδιαίτερα  χαρίσματα  των  αδελφών[60], αποκεντρώνοντας  τις  διοικητικές  αρμοδιότητες[61]  και  διατηρώντας ακλόνητο  τον  προσανατολισμό  στον  «καταρτισμόν  των αγίων, της  παρατάξεως  Κυρίου»[62].  Με  την  εν  γένει  χρηστή  διαποίμανσή  του  ανορθώνει  το  κύρος  και  προβάλλει  τη  μακραίωνα  παράδοση  της  μονής  αλλά  και  του  αγιωνύμου  Όρους.

Η  μονή  αποκτά  πολυπληθή  αδελφότητα  , η  οποία  αποδύεται  στο  έργο  της  κτιριακής ανακαινίσεώς  της  και  της  προβολής του  ορθοδόξου  μοναστικού ιδεώδους, πανορθοδόξως  και  διαχριστιανικώς. Με ανάλογο πνεύμα  ανακαινίζονται  και  ενισχύονται  τα  παλαιά  μετόχια  της  μονής ( Αναλήψεως  Βύρωνα , Αγίου Χαραλάμπους  Θεσ/νίκης ) δημιουργούνται  νέα ( Ευαγγελισμού Ορμυλίας, Αγίου  Αντωνίου, Αγίας Σκέπης  και  Μεταμορφώσεως  στη  Γαλλία)  και προσαρτώνται στη  Σιμωνόπετρα ήδη  ολοκληρωμένα ( Οσίου  Νικοδήμου Γουμενίσσης). Για  όλα  τούτα  και  συνάμα για  τα  παμπληθή εν  κόσμω    πνευματικά  του  τέκνα  δείχνει  αμέριστο και  θυσιαστικό   ενδιαφέρον  εις   βλάβην  όμως  της  εύθραυστης  πάντοτε  υγείας  του. Δεν  αποποιείται  τη  συμμετοχή  του  στα αγιορειτικά  κοινά   και  συμμετέχει ενεργά  στις  συνεδριάσεις  των  θεσμικών οργάνων. Με  διάκριση  και  πείρα   συμβάλλει  στη  διευθέτηση  δυσκόλων υποθέσεων  χρησιμοποιώντας  την  ισχύ  της  αγαπητικής   διαπροσωπικής  προσεγγίσεως. Συχνά  εκπροσωπεί  την  Ιερά  Κοινότητα  και  το  Οικουμενικό Πατριαρχείο  έναντι  των  αρχών  της  ελληνικής  πολιτείας συμμετέχοντας  σε    ιεροκοινοτικές επιτροπές  και  εξαρχικές  αποστολές.

Ε. Η ίδρυση  της  Ορμύλιας και  οι  ποιμαντικές  εξορμήσεις  του  Γέροντα  στον  κόσμο ( ομιλίες – προσκυνήματα)

Από  την εποχή  των  Τρικάλων και  των  Μετεώρων   αναπτύσσεται  γύρω από το  γέροντα  Αιμιλιανό  μια  πολυπληθής  άτυπη γυναικεία  αδελφότητα. Αποτελείται  από  πνευματικά  του  τέκνα  με  μοναστικές  κλη(ι)σεις που  στελεχώνουν  το  κατηχητικό  έργο  της  Ιεράς  Μητροπόλεως  και επιδίδονται  στο  νεανικό  ιεραποστολικό  έργο. Η ιδιότυπη αυτή «συνοδεία»   ασκείται  στην υπομονή  της  αναζήτησης  μονής  για  εγκατάσταση. Το  μικρό  μοναστήρι  των  Αγίων  Θεοδώρων  Καλαμπάκας, που  προεκρίθη αρχικά , απεδείχθη  ελάχιστο  μπροστά  στο  ασυγκράτητο  ρεύμα  των  μοναστριών  που  έσπευδε για  ολοκληρωτική  αφιέρωση  μετά  από  μεγάλη  αναμονή.

             Μετά  από πλήθος  περιπετειών  , περιπλανήσεων  και  βασάνων , η κυρίαρχη  μονή  της  Σιμωνόπετρας αγοράζει  το  παλιό  βατοπαιδινό  μετόχι  του  Ευαγγελισμού  στην Ορμύλια  της  Χαλκιδικής  το  οποίο και  επιδιορθώνεται  για  να  εγκατασταθεί  η  35 μελής  αδελφότητα  το  1974 – 5.  Ο οραματισμός  του  Γέροντα  για  τη  φυσιογνωμία  αυτού  του  μετοχίου  φαίνεται  ήδη  από  τη  σύνταξη  του  «Τυπικού» , δηλ.  του  εσωτερικού  Κανονισμού  του  Κοινοβίου. Πρόκειται  για  ένα  από  τα  ελάχιστα  γραπτά  κείμενα  του π. Αιμιλιανού , ένα κείμενο  «κτιτορικής » , κατεξοχήν , εμπνεύσεως[63]  το  οποίο στοιχεί  στη  μακραίωνα  παράδοση  μοναχικών  υποτυπώσεων  μεγάλων  μορφών  της  Εκκλησίας  και  του  μοναχισμού. Αποτελεί  το  καταστάλαγμα  της  μοναστικής  εμπειρίας  και των  αναζητήσεων  του  γέροντος  Αιμιλιανού , όπως  διαμορφώθηκαν  μέσα  από  τη  λειτουργική  ζωη , την  αγάπη  προς  το  σύγχρονο  άνθρωπο  και  την  εμβριθή  μελέτη  της  πατερικής  βιωματικής  σοφίας.

 [Συνεχίζεται]

 

[57] Γέροντας  Εφραίμ  Κατουνακιώτης, εκδ. Ι. Ησυχαστηρίου Αγίου Εφραίμ  του  Σύρου Κατουνάκια,   Άγιον Όρος 2000, σ.90 κ.ε.

[58]Αρχιμ. Αιμιλιανού , Κατηχήσεις ,   οπ. παρ. τ.1 , σ. 113-126

[59] Γεωργίου Μαντζαρίδη, οπ. παρ.,  σ. 284-290

[60] Λορέντζο Ντιλέττο , οπ.παρ.,   σ. 110-114

[61] Πρβλ. «Τυπικόν» , ήτοι  Κανονισμός Ιερού Κοινοβίου Ευαγγελισμού Ορμυλίας στον προμνημονευθέντα  τόμο του  Αρχιμ. Αιμιλιανού  Κατηχήσεις και λόγοι ,  1 σελ. 193-199 και  208

[62] Σχόλιο του γέροντος Αιμιλιανού  σε  ντοκυμανταίρ  του καναλιού Ζ D F με  τίτλο :  «Άθως .  Χίλια  χρόνια  σαν μια  μέρα»

[63]Αρχιμ.Αιμιλιανού , Κατηχήσεις τ.1,   οπ. παρ.,  σ. 27