«Νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν»

23 Μαΐου 2011

Όταν ο λαός μας λέει, ότι η «καθαριότης είναι η μισή αρχοντιά», παραδέχεται ότι η ολοκληρωμένη αρχοντιά είναι μια σύνθεση εξωτερικής και εσωτερικής καθαρότητος. Γιατί η καθαριότητα, σαν «μισή αρχοντιά», υπογραμμίζει και τονίζει την εξωτερική μόνο όψη του ολοκληρωμένου ανθρώπου.

Ο ολοκληρωμένος άνθρωπος είναι εκείνος που είναι καθαρός όχι μόνο εξωτερικά αλλά και εσωτερικά. Έπειτα, εάν ένας άνθρωπος έχει εξωτερική καθαριότητα αλλά στερείται της εσωτερικής, αντιμετωπίζει προφανώς ένα σοβαρό πρόβλημα: Το πρόβλημα της διασαλεύσεως της ψυχικής (ηθικής) του ισορροπίας. Στην περίπτωση αυτή η «μισή αρχοντιά» είναι απλούστατα ένα προσωπείο και το προσωπείο, όσο αρχοντικό κι’ αν είναι, είναι μια προσποίηση κι’ ένα ψέμα.

Ο Κύριος ασχολήθηκε με το πρόβλημα του προσωπείου που προσποιείται την ηθική καθαρότητα και αποκάλυψε το υπαρξιακό ψεύδος που κρύπτεται κάτω από το προσωπείο αυτό. Όπως ήδη υπενθυμίσαμε, στην εποχή Του η καθαριότητα ήταν μια τελετουργική απαίτηση και μια έκφραση ψυχικής και ηθικής καθαρότητας. Αλλά και τότε, όπως συμβαίνει και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, ο ηθικός ξεπεσμός εύρισκε την έκφρασή του στην απλή τήρηση των εξωτερικών τύπων της ηθικότητας. Όταν οι άνθρωποι, λέγει ο Jung, χάνουν από τα χέρια τους την ουσία, αγωνίζονται απεγνωσμένα να διατηρηθούν τους τύπους.

Το προσωπείο της ηθικής καθαρότητος κατασκευάζεται εύκολα με τα σκηνικά της εξωτερικής καθαριότητας.

Πολλοί από τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους ήσαν εξωτερικά καθαροί και έδειχναν έτσι, ότι ήσαν πιστοί τηρηται του νόμου της πατρώας θρησκείας. Αλλ’ ο Κύριος αποκαλύπτει έντονα το προσωπείο που καλύπτει μια εσωτερική ρυπαρότητα. Έτσι δεν διστάζει να στηλιτεύσει την υποκρισία και το ψεύδος που σκεπάζει η εξωτερική τους καθαρότητα. «Ουαί υμίν, γραμματείς και φαρισαίοι υποκριταί, ότι καθαρίζετε το έξωθεν του ποτηριού και της παροψίδος, έοωθεν δε γέμουσιν εξ αρπάγης και αδικίας. Φαρισαίε τυφλέ, καθάρισον πρώτον το εντός του ποτηριού και της παροψίδος, ίνα γένηται και το εκτός αυτών καθαρόν» (Ματθ. 23, 25-26).

Ασφαλώς ο Κύριος, όταν λέει τα λόγια αυτά, βλέπει ενώπιόν Του μια φρικτή εικόνα. Βλέπει τούς φονείς και σταυρωτές Του, ύστερα από το έγκλημα της θανατώσεως ενός αθώου, να μη θέλουν να εισέλθουν στο Πραιτώριο (σε εθνικό, δηλ. ακάθαρτο χώρο) για να μη μολυνθούν. Επειδή σε λίγο θα εόρταζαν το Πάσχα, οι σταυρωτές του Ιησού, «ουκ εισήλθον εις το πραιτώριον», Όταν ο Ιησούς έχει πλέον παραδοθεί στη ρωμαϊκή εξουσία, «ίνα μη μιανθώσιν, αλλ’ ίνα φάγωσι το πάσχα» (Ιω. 18, 28).

Η περίπτωση αυτή των σταυρωτών του Κυρίου, που εξαρτούν την ηθική τους καθαρότητα από την εξωτερική καθαριότητα, υπενθυμίζει σήμερα τη συμπεριφορά του νευρωτικού άνθρωπου που αναγνωρίζει την ασυνεχή καθαριότητα σαν εξωτερική θρησκεία. Ο Caruso, αναφέροντας στο έργο του (Ψυχανάλυσις και σύνθεσις της υπάρξεως) παραδείγματα νευρωτικών ανθρώπων, ομιλεί και περί μιας γυναίκας, η οποία, ως υψίστη θεότητα, ανεγνώριζε την καθαριότητα. Όπως η ίδια είπε· «»Έχω και καθαράς θεότητας εκ των οποίων η υψίστη είναι η καθαριότης όλων των πραγμάτων, τα οποία έπλυνα μόνη μου καθ’ όλους τους κανόνας της σχολαστικότητας. Ήτοι φρεσκοπλυμένα ρούχα, το σώμα μου, τα μαλλιά μου κ.λπ. Ακολουθούν οι πλέον δυνατοί βαθμοί καθαριότητος, οι οποίοι συχνά μεταβάλλονται αναλόγως της εκάστοτε καταστάσεως της νευρώσεώς μου».

Στην περίπτωση της γυναίκας αυτής η καθαριότητα είναι μια υπεραξία, μια θεότητα στην οποία θυσιάζονται όλα τα άλλα. Αυτή η υπερβολή είναι συγχρόνως προβολή του απωθούμενου ηθικού προβλήματος, που εξορμά από το βάθος του ασυνειδήτου, δυνάμει της συμπλεγματικής του αυτονομίας, για να εκφρασθεί σαν μια δίψα για καθαριότητα. Η δίψα για καθαριότητα, η σχολαστική φροντίδα για τον καθαρισμό των αντικειμένων που χρησιμοποιούμε, η μανία για τη βίωση του αισθήματος της καθαριότητας, είναι λοιπόν αντικειμενοποίηση απωθουμένων αισθημάτων ένοχης.

Η πλούσια πείρα των ειδικών επί των συμπτωμάτων των αναγκαστικών νευρώσεων βεβαιώνει, ότι «ο νευρωτικός κόσμος είναι ένας κόσμος αντικειμένων. Ο νευρωτικός ενδιαφέρεται πώς θα τοποθέτηση το αντικειμενοποιηθέν άτομό του έναντι των άλλων αντικειμένων, κατά τρόπον ώστε αυτά να προάγουν και να επιβεβαιώνουν την υπεραξία της ατομικής του αντιλήψεως». Αυτό σημαίνει ότι ο νευρωτικός που εκδηλώνει τη δίψα της καθαριότητας ταυτίζεται με την καθαριότητα και αισθάνεται σαν ενσάρκωση της θεότητας της καθαριότητας. Πρόκειται για ένα εγωκεντρισμό ή ναρκισσισμό που έχει ουσιώσει το ηθικό πρόβλημα της ζωής στην ατομική υπεραξία που λέγεται καθαριότητα, καθαρό σώμα, φρεσκοπλυμένα ρούχα κ.λπ. Υπό τους όρους αυτούς όο νευρωτικός άνθρωπος είναι τυφλός μπροστά στην ηθική πραγματικότητα. Όπου κι’ αν κοιτάξει, βλέπει ενώπιον του τον πεντακάθαρο εαυτό του εν μέσω αμαρτωλών και ακάθαρτων ανθρώπων. Αυτή είναι ασφαλώς η ψυχολογική και ηθική θέση του φαρισαίου όλων των εποχών.

Αλλά μέσα σ’ ένα τέτοιο νευρωτικό κλίμα, που εν πολλοίς είναι το κλίμα της εποχής μας, η καθαριότητα σαν πολιτιστική ιδέα, αλλά και το πλήθος των ειδών και μέσων καθαρισμού και καθαριότητας, επιτείνουν, σε πολλές περιπτώσεις, την ψευδαισθησία του νευρωτικού ανθρώπου, ότι ψυχικώς και ηθικώς είναι καθαρός, θα τολμούσε μάλιστα να προχωρήσει κανείς ακόμη περισσότερο και να υποστηρίξει την άποψη, ότι μπροστά σε κάθε σύγχρονο άνθρωπο των αστικών κέντρων, που ζει τον πολιτισμό της καθαριότητος με την βοήθεια των ποικιλώνυμων απορρυπαντικών και λευκαντικών, υπάρχει η παγίδα τής ψευδαισθησίας της ηθικής καθαρότητας.

Ο Πιλάτος έπλυνε τα χέρια του για να κατασιγάσει υποκριτικά την επαναστατημένη φωνή της συνειδήσεώς του. Αλλά και ο πολιτισμός μας, νευρωτικός και ένοχος κατά ένα μεγάλο μέρος, λούζεται μέσα στο πλήθος των ειδών και μέσων καθαρισμού που διαθέτει, για να αισθανθεί ανακούφιση από το βάρος των απωθήσεων που πιέζουν την ηθική του συνείδηση. Αλλά όλες οι σχετικές αυτές ενέργειες δεν αποτελούν λύση του ηθικού προβλήματος που απωθεί ο σύγχρονος άνθρωπος. Αποτελούν μόνο αποδείξεις, ότι παραπαίει απεγνωσμένα κάτω από την λάμψη της εξωτερικής του καθαριότητος. Κι αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εναρμονίσει τις δυό όψεις της καθαρότητας για να σταθεί στα πόδια του και να συνεχίσει δημιουργικά την αυθεντική πολιτιστική του πορεία.

Στους παλαιούς βυζαντινούς ναούς και προ της κεντρικής των εισόδου υπάρχει συνήθως μια κρήνη, μια πηγή ύδατος που φέρει τη γνωστή επιγραφή· «Νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν». Η προτροπή αυτή είναι χρήσιμη στο σύγχρονο άνθρωπο που θεωρεί τον εαυτό του καθαρό χάρη στα πλούσια μέσα καθαριότητος που διαθέτει, θα ήταν αφροσύνη να προτρέψει κανείς τον σύγχρονο άνθρωπο να μη ενδιαφέρεται για την καθαριότητα. Εξίσου όμως αποτελεί αφροσύνη η ψευδαισθησία μιας εσωτερικής καθαρότητος που προκαλείται από το πολιτισμένο περιβάλλον που δημιουργεί η καθαριότητα. Η φρόνηση φανερώνεται στην επιδίωξη με το διπλό στόχο: εξωτερική και εσωτερική καθαρότητα. Αυτό είναι το αληθινό νόημα τής πολιτισμένης ζωής. Γιατί άλλωστε η ψυχή του πολιτισμού είναι ο πολιτισμός της ψυχής.

Όταν λοιπόν νοιώθουμε την ικανοποίηση του αισθήματος της καθαριότητας, που είναι πράγματι η «μισή αρχοντιά», ας μη ξεχνούμε· «Νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν». Πρόκειται για μια προτροπή που είναι πεντακάθαρη. Είναι μια προτροπή χωρίς προσωπείο. Γιατί είτε από την αρχή τη διαβάσουμε είτε από το τέλος, μας δίνει πάντοτε το ίδιο πεντακάθαρο νόημα: εσωτερικής και εξωτερικής καθαρότητας! Αυτή είναι η εικόνα του πολιτισμένου ανθρώπου

πηγή: Ι.Κ.Κορναράκη, «Ψυχολογία και πνευματική ζωή», σ.129-134, Έκδοσις Ορθόδοξος Κυψέλη