Συνοπτικό εγκώμιο στην αγία και δοξασμένη μεγαλομάρτυρα του Χριστού Μαρίνα

17 Ιουλίου 2011

Συνοπτικό εγκώμιο στην αγία και δοξασμένη μεγαλομάρτυρα του Χριστού Μαρίνα και για τη σύγκριση ανδρών και γυναικών την ημέρα της Κρίσεως

Αδελφοί και πατέρες,

Γνωρίζουμε όλοι οπωσδήποτε την αίτια της εδώ συνάθροισής μας: «Η καλή εν γυναιξίν», όπως το Άσμα των ασμάτων λέγει, η ωραία μάρτυρας και κάλλιστη παρθένα, κόρη και νύμφη του βασιλέα Χριστού, η μάρτυρας Μαρίνα, μας κάλεσε σήμερα στον ιερό της ναό.

Αυτής τα μάγουλα ομορφιά αστράψανε σεμνή, «σαν να ‘τανε τρυγόνα», μόλις διακήρυξε την κάλλιστη πίστη και αφοσίωση της στον σωτήρα και νυμφίο της Χριστό. «Πανώριος» πρόβαλε «ο τράχηλός της»· Στολίδι θαρρείς πως ήτανε χρυσό μ’ ασημοκόλλητα πετράδια. Ναι, έτσι φάνηκε, την ώρα που περήφανα σηκώθηκε αγαπητή Χριστού Νύμφη στεφανωμένη, την πίστη και την ευγνωμοσύνη της στον Κύριο της να ομολογήσει. Μυροθήκη είναι όλη, «νάρδος» μυστική, που τις ψυχές των φιλόθεων και φιλάθλων αρωματίζει.

Αυτής το κάλλος της ψυχής το ευωδιαστό και την αγνότητα αγάπησε ο των αγίων ψυχών άγιος Νυμφίος. Γι’ αυτό και λέγει προς αυτή: «Είσαι ωραιότατη, καλή μου’ αθώα ειν’ τα μάτια σου, καθαρά σαν περιστέρια». Σταθερά κατοπτεύουνε κι ακλόνητα ομολογούνε την προς εμένα πίστη σου, ενώ παράλληλα καταπατούνε τα σάπια και ξεπεσμένα είδωλα. «Σιρίτι κόκκινο είναι τα χείλη σου και θελκτική η λαλιά σου». Αγαπάς και λέγεις όσα ο Νυμφίος σου ποθεί και αγαπά. «Μοιρασμένο ρόδι» οι παρειές σου, θυσία έγιναν κι αυτές στο μαρτύριο σου. «Πύργος Δαβίδ ο τράχηλός σου σταθερά ορθώνεται» την ώρα των βασάνων. Καθόλου δεν λυγίζει τα είδωλα να προσκυνήσει. «Όλη ομορφιά παραμένεις η καλή μου» με την κρυστάλλινη πίστη σου. «Είσαι αψεγάδιαστη πέρα

για πέρα». Της κεφαλής σου οι πλεξούδες πορφύρα βασιλική αξίζουν. Στεφάνι μαρτυρικό προμηνούνε και του βασιλέα τη θωριά τραβούνε: «Καλή μου έλα από το Λίβανο, έλα απ’ το Λίβανο μαζί μου».

Το αίμα του μαρτυρίου σου πορφύρωσε το σώμα σου. Λεύκανε την ψυχή σου πιότερο κι απ’ το χιόνι του Λιβάνου· έλα απ’ το Λίβανο κοντά μου. «Πόσο ωραία έγινες και τί χαρά εγεύθηκες», κάλλιστη παρθένα, κόρη, του Χριστού μάρτυρας βαθυσέβαστη!

2. Έτσι ξέρει ο Χριστός να ομορφοστολίζει και να δοξάζει αυτούς πού Τον δοξάζουν· τίποτε στον κόσμο δεν μπόρεσε απ’ του Χριστού την αγάπη να σ’ αποσπάσει: γυναικεία φύση, σώματος απαλότητα, νεότητας ζωηρότητα, κάλλους εξωτερική εμφάνιση, σαρκικών επιθυμιών ηδονές, απολαύσεις τρυφηλές, πλούτος ρευστός, δόξα μάταιη, κούφια του βίου φαντασία, του κόσμου τα θελήματα και τελευταία τυράννων σκληρότητα, βασανιστηρίων επιβολή, φωτιά, ξίφος θανατερό κι άλλα ισοδύναμα. Όλα αυτά τα καταφρόνησες. Με νεανική ορμή έτρεξες, ακολουθώντας τον νυμφίο σου Χριστό. Αυτού «των μύρων η οσμή υπερέχει όλα τα αρώματα». Τελικά τον έφθασες, αφού έδραμες με της νεότητας σου όλη τη δύναμη. Αυτός, τότε, σαν βασιλέας και νυμφίος, σε εισήγαγε στο «ταμείο» του, στον ουράνιο νυμφικό θάλαμο και σαν νύμφη του καθαρή και αγνή «σε στόλισε με τα κοσμήματά του». Σαν Νύμφη Χριστού και παρθένα και νεανίδα στέφθηκες αντάξια. Τώρα πια συναγάλλεσαι με την πρωτομάρτυρα Θέκλα και τις λοιπές συναθλήτριές σου. Πρέσβευε για μας, μαζί τους, παρακαλούμε, μάρτυρα του Χριστού Μαρίνα, πανεύφημε, προς τον Κύριο.

Για την μάρτυρα, περιοριζόμαστε σ’ αυτά τα λίγα λόγια.

3. Εγώ, όμως, αγαπητοί αδελφοί, ποθούσα να μάθω και για την καρδιά του καθενός σας. Πώς δέχεται κάθε Κυριακή και εορτή τη διδαχή μας ή μάλλον, για να εκφραστούμε με τρόπο οικειότερο: Πώς δέχεται όσα προέρχονται από τη θεία χάρη και σ’ εσάς απευθύνονται;

Όμως κι αν εμείς, σαν άνθρωποι, αγνοούμε τις καρδιές σας, ο Κύριος, «που ξέρει σ’ όλο τους το βάθος σκέψεις κι επιθυμίες», βλέπει του καθενός την καρδιά πως δέχεται τα λεγόμενα. Ξέρει πως εμείς, για την εντολή Του και την αγάπη μας για σας αφιερώσαμε τους εαυτούς μας γι’ αυτό τον κόπο. Όχι για άλλο σκοπό, παρά για την ωφέλεια των ψυχών σας. Κι αν εμείς, που υποφέρουμε με γενναιότητα το μεγαλύτερο μερίδιο της κόπωσης, μάθουμε ότι βαρύνεστε να τ’ ακούσετε, κουράζεστε να προσηλώνεστε στη διάρκεια της λιγόχρονης διδασκαλίας, να κάθεσθε και ν’ ακούσετε, σας ρωτώ: ποιός και τί θα μας δώσει αφορμή για περισσότερη προθυμία να διδάσκουμε κάτι το χρήσιμο μελλοντικά; Αλλά και σ’ εσάς ποιά δικαιολογία θ’ απομείνει για να την προβάλετε σαν εύλογη απολογία μπροστά στο Θεό; Ποιά συγγνώμη θα πετύχουμε όσοι είμαστε κατώτεροι κι από γυναίκες, όπως πριν η τιμώμενη σήμερα μάρτυρας και οι λοιπές θεοστεφάνωτες χορείες των γυναικών; Αυτές δεν νικήθηκαν από σωματική τυραννίδα,   δαιμόνων   επιβολή,   τυράννων   σκληρότητα   ή από οποιαδήποτε άλλα χαμερπή και απατηλά θεάματα. Όλα τούτα τα παρέβλεψε και νίκησε το ασθενικό τούτο γυναικείο γένος και αντάξια στέφθηκε από το Θεό. Ποιάν, επομένως, θα προβάλουμε εμείς απολογία, οι τιμημένοι με ευρωστία ανδρική, ενώ αποδειχνόμαστε κατώτεροι γυναικών;

4. Δεν είναι το γεγονός αυτό μεγάλης ντροπής και σαρκασμού άξιο; Σε μέρες πολέμου ν’ ανδραγαθούν και ν’ αριστεύουν γυναίκες, να συντρίβουν αντιπάλων φάλαγγες, να φέρνουν στον βασιλέα κεφάλια εχθρικά και λάφυρα, ενώ οι οφείλοντες ν’ αριστεύουν, να ηττώνται, να λυγίζουν και να πέφτουν εύκολα νεκροί, χωρίς καμιά αντίσταση στον έχθρα! Αυτή η ντροπή δεν είναι βαρύτερη κι από το θάνατο; Πού ακούσθηκε; Οι στρατιώτες να συντρίβονται από τους εχθρούς και οι γυναίκες να κατασφάζουν τους εχθρούς! Δεν θα παρουσιασθούν άραγε και την ήμερα της Κρίσης ανάλογες περιπτώσεις ανδρών και γυναικών; Γυναίκες πάθη κι εχθρούς κατανίκησαν. Άνδρες από πάθη κι εχθρούς καταπατήθηκαν! Ποιός, λοιπόν, από μας θα τολμήσει ν’ ανοίξει το στόμα του για να πει, «νικήθηκα από τη σωματική μου ασθένεια και δεν μπόρεσα ν’ αντισταθώ στην έμφυτή μου επιθυμία»; Αν θα είναι καν δυνατό σ’ οποιοδήποτε, εκείνη την ώρα, να επικαλεσθεί σώματος ασθένεια, εχθρού σκληρότητα κι έμφυτες επιθυμίες, σαν απολογία! Να, λέγει ο Κριτής: Οι παρούσες γυναίκες, το ασθενέστερο γένος. Κι όμως! Ενοχλούμενο από παρόμοια πάθη, δεν νικήθηκε από τις ηδονές. Δεν υποχώρησε μπροστά στον εχθρό. Δεν τραυματίσθηκε απ’ τα βέλη των ανόσιων παθών. Το γένος τούτο στέφθηκε αντάξια. Κι ας ήσαν κόρες νεότατες και άλλες γριές, αλλά σωφρονέστατες! Όλες κληρονόμησαν κιόλας τη βασιλεία των ουρανών. Και πώς συ τολμάς να προβάλλεις, σαν απολογία, έμφυτες επιθυμίες και εχθρών επιβουλές, έχοντας φυσική ευρωστία σαν άνδρας; Συ την απαρνήθηκες για να παραδοθείς στις σαρκικές ηδονές. Δεν φάνηκες έτσι και γυναικών κατώτερος; Αν είχαν οι δαίμονες και τα πάθη τόση μεγάλη δύναμη και εξουσία ν’ αποκλείουν της βασιλείας μου όσους με ζήλο ένθεο την ποθούνε, πώς θα σωζόταν έστω κι ένας μονάχα άνθρωπος; Πώς, τότε, και οι παρούσες γυναίκες σώθηκαν; Πώς μπόρεσαν οι όχλοι των σωζόμενων και συγκεντρώθηκαν ολόγυρα μου; Γιατί «προφασίζεσαι δικαιολογητικά για προφανείς αμαρτίες»; Δεν ντρέπεσαι να προβάλλεις ασθένεια, σε στιγμή που αντικρίζεις στεφανωμένες και βραβευμένες γυναίκες; Ποιά απολογία σου απομένει; Όντας άνδρας, έπρεπε να παραδεχθείς σαν αιτία τη διεστραμμένη σου γνώμη·  τίποτε άλλο. Όντας αυτεξούσιος, με τρόπο αυτεξούσιο επέλεξες το κακό, σαγηνεύθηκες από τις ηδονές και νικήθηκες απ’ αυτές.

5. Αυτή θα ‘ναι του δικαιότατου Κριτή η δικαιότατη καταδίκη προς όλους τους ανθρώπους. Κι αν κάθε άνθρωπος υπόδικος στον Κριτή βρεθεί ένοχος ένεκα φαυλότητας, κι αν κάθε στόμα, όπως λέγει ο Παύλος, θα φιμωθεί, τί άραγε θα συμβεί με μας; Διαλέξαμε τον μοναχικό βίο και δεν τον τηρήσαμε. Απαρνηθήκαμε τον κόσμο και τα συνακόλουθά του. Συνταχθήκαμε με τον Θεό για να δουλεύουμε σ’ Αυτόν με καθαρότητα βίου και σωφροσύνη και υπακοή και όλα τα υπόλοιπα, όμως όλα αυτά τ’ απορρίψαμε στης λησμονιάς τα βάθη.

Ποιός, επομένως, δρόμος σωτηρίας εναπέμεινε σ’ εμάς; Κανένας, μονάχα ο δρόμος της ειλικρινούς μετάνοιας. Μέσα απ’ αυτό το δρόμο πέρασαν και σώθηκαν πόρνοι, άσωτοι, ληστές και τελώνες. Μέσα απ’ των παραπτώσεών τους τον βυθό, στους ουρανούς ανελκύστηκαν άνθρωποι. Μέσα απ’ αυτό τον δρόμο περνούνε του Θεού οι δούλοι για να τον υπηρετήσουν και συγχωρητικότατος σ’ αυτούς παρουσιάζεται. Όσοι βαδίζουνε τον δρόμο αυτό της μετάνοιας καταισχύνουν τους δαίμονες και χαροποιούν τους αγγέλους. Γιατί, όπως ακούσαμε, «χαρά γίνεται στον ουρανό για τη μετάνοια ενός αμαρτωλού». Και «δεν ήρθα να καλέσω σε μετάνοια τους δίκαιους, αλλά τους αμαρτωλούς», λέγει ο Χριστός. Σ’ Αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.

(Το αρχαίο κείμενο στο:Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου, Συγγράμματα τ. Β΄, Εκδ. Ι. Μονής Αγίου Νεοφύτου, Πάφος σ. 283-287)