Η συλλογή μικροτεχνίας

7 Δεκεμβρίου 2011

Αντικείμενα ξυλογλυπτικής , μικρογλυπτικής και έργα εκκλησιαστικής και κοσμικής χρήσης

Της Izilla Pleshanova,

Eπιμελήτριας του Κρατικού ρωσικού Μουσείου Πετρούπολης

Η συλλογή της παλαιορωσικής μι¬κροτεχνίας, γλυπτικής και μικρογλυπτικής, του Κρατικού Ρωσικού Μουσείου έχει ανάλογη σπουδαιότητα με τις εξέχουσες συλλογές του Κρεμλίνου, του Ιστορικού Μουσείου της Μόσχας και του Ζagorsk, και περιλαμβάνει περίπου 12.000 αντικείμενα. Διακρίνεται για την εξαίρετη συλλογή της ξυλογλυπτικής, τη σπάνια σε μέγεθος συλλογή της μικρογλυπτικής (πάνω σε πέτρα, οστό, ξύλο και μέταλλο) και την πληθώρα έργων εκκλησιαστικής και κοσμικής χρήσης κοσμημένων με πολύτιμους λίθους (κανδηλών, κηροπηγίων, κ.ά.). Στη συλλογή αυτή υπάγονται και τα πολλά αντικείμενα της εικονιστικής κεντητικής. Τα αντικείμενα της συλλογής καλύπτουν όλες τις περιόδους ανάπτυξης και εξέλιξης της ρωσικής μικροτεχνίας.

Τα αντικείμενα μικροτεχνίας που περιλαμβάνονται στην Έκθεση «Πύλες του Μυστηρίου», έχουν χωρισθεί σε κατηγορίες, που αρχίζουν με τα πρωιμότερα έργα της προ-μογγολικής εποχής.

Όπως γνωρίζουμε, η ένωση των ανατολικών σλαβικών κρατών έγινε στα μέσα του 9ου αιώνα. Τα ιστορικά δεδομένα της εποχής απαιτούσαν την αλλαγή των παλαιών ειδωλολα¬τρικών αντιλήψεων και την αποδοχή μιας άλλης θρησκείας, που θα ανταποκρινόταν καλύτερα στη νέα τάξη πραγμάτων, το φεουδαρχικό σύστημα. Οι δεσμοί των Ρώσων με το Βυζάντιο οδήγησαν στην αποδοχή της ορθόδοξης «Ελληνικής πίστης».

Βλαδίμηρος, ο Φωτισμένος

Η Ρωσία ασπάστηκε την Ορθοδοξία στα τέλη του 10ου αιώνα. Το 988-9, ο πρίγκιπας Vladimir Svesoi (Βλα¬δίμηρος ο φωτισμένος) βαπτίσθηκε και παντρεύτηκε την Ελληνίδα πριγκίπισσα Άννα. Στο Κίεβο, βάπτισε τους γιους του και τους κατοίκους της πόλης και προχώρησε στον εκχριστιανισμό των υπηκόων του. Η αποδοχή της χριστιανικής θρησκείας ενίσχυσε τη διεθνή θέση του ρωσικού κράτους και προσέφερε στους Ρώσους τη δυνατότητα να έλθουν σε επαφή με τον πλούτο της βυζαντινής λογοτεχνίας και τέχνης.

Ωστόσο, παρ’ όλη την επαφή με το Βυζάντιο, ο ρωσικός πολιτισμός δεν έχασε το δικό του εθνικό χαρακτήρα. Στην περίοδο που ακολούθησε οι παραδόσεις του Κιέβου αποτέλεσαν τη βάση πάνω στην οποία αναπτύχθηκαν οι τέχνες της Ρωσίας.

Από την προ-Μογγολική εποχή διατηρήθηκαν ελάχιστα δείγματα μικροτεχνίας κυρίως μικρού μεγέθους αντικείμενα προσωπικής χρήσης, όπως κοσμήματα, φυλακτά σταυροί (επιστήθιοι ή άλλοι) και εγκόλπια.

Στην έκθεση περιλαμβάνονται δύο χρυσά φυλακτά του 11ου-12ου αιώνα. Το ένα από αυτά είναι γνωστότερο ως -εγκόλπιο «Chernikov», από το όνομα της περιοχής όπου βρέθηκε το 1821. Το αμφιπρόσωπο αυτό εγκόλπιο φέρει έκτυπα ανάγλυφα. Στην εμπρόσθια πλευρά εικονίζεται σε ιερατική στάση ο «των ουρανίων στρατιών αρχιστράτηγος» ο Αρχάγγελος Μιχαήλ. Την εικόνα του Αρχαγγέλου περιτρέχει ταινία όπου είναι γραμμένα στο ελληνικά το κείμενο του τρισάγιου ύμνου. Στην πίσω πλευρά υπάρχει γυναικεία κεφαλή που περιστοιχίζεται από ελισσόμενα φίδια. Η κυκλική επιγραφή προς το κέντρο περιέχει σλαβικό κείμενο «Κύριε βοήθει τον δούλον σου Βασίλειον. Αμήν»..

Βλαδίμηρος ο Μονομάχος

Τις τελευταίες δεκαετίες του 11ου αιώνα ο Βλαδίμηρος ο Μονο¬μάχος, ηγεμόνας της περιοχής του Chernikov βαπτίσθηκε με το όνομα Βασίλειος. Την επωνυμία αυτή κληρονόμησε από τον εκ μητρός πάππο του, τον βυζαντινό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Μονομάχο. Ο Βλαδίμηρος βασίλεψε στο θρόνο του Κιέ¬βου από το 1113 έως το 1125. Ήταν φωτισμένος πολιτικός ηγέτης γενναίος μαχητής, συγγραφέας και αγωνίστηκε για την ένωση της Ρωσίας. Το μέγεθος και η λαμπρότητα του ενός από τα εγκόλπια και το όνομα Βασίλειος της επιγραφής, ενισχύουν την υπόθεση ότι ανήκε πράγματι σε αυτόν.

Το άλλο χρυσό φυλακτό που παρουσιάζεται στην έκθεση είναι το «εγκόλπιο Βelgorod»,που βρέθηκε κοντά στο Κίεβο το 1877. Η λεπτότητά του εικονιζόμενου οφιόμορφου μοτίβου που βρίσκεται στην πίσω πλευρά, και η καθαρότητα του έντονου ανάγλυφου το συνδέουν με το εγκόλπια από το Chernikov . Οι επιγραφές είναι γραμμένες στα ελληνικά. Στο ανάγλυφο της μπροστινής πλευράς διακρίνεται με δυσκολία η παράσταση της Παναγίας Βρεφοκρατούσας.

Ο αποτροπαϊκός χαρακτήρας των αντικειμένων αυτών ποτέ δεν αμφισβητήθηκε, αλλά οι μελετητές διατύπωσαν διαφορετική γνώμη ως προς τη σημασία και την προέλευση του μοτίβου και τα φίδια έχοντας ελληνικές επιγραφές ικεσίας και φέροντας την ελληνική πίστη και τις δοξασίες, τα φυλακτά με τα οφιόμορφα μοτίβα ήρθαν στη Ρωσία από το Βυζάντιο και δουλεμένα σε διάφορα μέταλλα, γνώρισαν μεγάλη διάδοση.

Στο Ρωσικό Μουσείο φυλάσσεται μεγάλη σε αριθμό συλλογή κοσμημάτων. Το χρυσά και ασημένια κοσμήματα αποτελούσαν απαραίτητο συμπλήρωμα της επίσημης ανδρικής και γυναικείας ενδυμασίας κατά την προ-μογγολική περίοδο. Όπως είναι φυσικό, τα γυναικεία κοσμήματα υπερτερούσαν σε ποικιλία και αριθμό. Στην Έκθεση παρουσιάζονται κοσμήματα που αντιπροσωπεύουν την εξαιρετική χρυσοχοΐα του Κιέβου.

Δύο χρυσά κοσμήματα του 11ου-12ου αιώνα, που ανήκουν σε θησαυρό ο οποίος βρέθηκε το 1887 στο Μikhailovskii, διακρίνονται για την ιδιαίτερη λεπτότητά τους και την ομορφιά του σχεδίου και των χρωμάτων που συνδυάζονται με την ακρίβεια της εκτέλεσης.

Ένα βραχιόλι από θησαυρό που βρέθηκε κοντά στο χωριό Τerekhovo της περιοχής Οrlον το 1876, είναι δουλεμένα πάνω σε ασήμι με την τεχνοτροπία του nieΙΙο και της εγχάραξης. Είναι πιθανό πως σ’ αυτά τα έργα αντικατοπτρίζονται οι αισθητικές αντιλήψεις της εποχής του δεύτερου μισού του 12ου-αρχών του 13ου αιώνα.

Τα αρχαία αυτά αντικείμενα που διασώθηκαν αποτελούν πολύτιμες μαρτυρίες για την τέχνη, τη χειροτεχνία και τις παλιές επίσημες ενδυμασίες της Ρωσίας.

Κειμήλια

 

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των λογοτεχνικών κειμένων και των χρονικών, οι αρχαίοι ναοί της Ρωσίας ήταν γεμάτοι με έργα διακοσμητικής τέχνης. Ο Iaroslav ο Σοφός έκτισε στο Κίεβο τον ναό της Αγίας Σοφίας «προς άφεσιν και συγχώρησιν των ε¬αυτού αμαρτιών· και εκόσμησεν αυ¬τόν χρυσώ και αργύρω και τιμίοις λίθοις και παντί ιερώ σκεύει…», όπως μας πληροφορεί ο Μητροπολίτης Ιλαρίων, σε κείμενο που έγραψε μεταξύ του 1037 και του 1050, για τα θαυμάσια κειμήλια του ναού, τα χρυσά και αργυρά σκεύη, τις επενδύσεις των εικόνων και τα καλύμματα των βιβλίων, τις μεταλλικές εγχάρακτες λειψανοθήκες των πρώτων Ρώσων αγίων, τα καντήλια και τις καμπάνες τα οποία εντυπωσίαζαν τους συγχρόνους του. Τα κειμήλια αυτά λεηλατήθηκαν και κάηκαν από τους κατακτητές, όταν, το χειμώνα του 1237 οι ορδές Μογγολοτατάρων που επιτέθηκαν στη Ρωσία έκαψαν και κατέστρεψαν ολόκληρες πόλεις και έσφαξαν τους κατοίκους τους ή τους έσυραν στην αιχμαλωσία. Το Κίεβο νεκρώθηκε για πολλά χρόνια.

Το 1238, αφανίζοντας το κάθε τι στο διάβα τους, οι Τάταροι προέλασαν απειλητικά προς το Νονgorod. Αλλά, αφού έφτασαν σε απόσταση εκατό χιλιομέτρων από την πόλη, γύρισαν πίσω. Σύμφωνα με τον χρονικογράφο της εποχής: «Ο Θεός επροστάτευσε το Νονgorod και την μεγάλη και Αποστολικήν εκκλησίαν της Αγίας Σοφίας». Ωστόσο σ’ αυτή τη δύσκολη περίοδο οι περιοχές της βορειοδυτικής Ρωσίας αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν την πίεση και άλλων επιδρομέων, των Γερμανών, των Σουηδών και των Δανών.

Μόνο το 1380, στη μάχη της πεδιάδας Κυlikov, η Ρωσία κατάφερε να αποτινάξει τον ζυγό των Μογγολοτατάρων.

Πολιτιστικό κέντρο

Στην περίοδο γύρω στο 1300 το Νονgorod ήταν μια από τις ισχυρότερες πόλεις της Ρωσίας και το μοναδικό πολιτιστικό κέντρο που μπόρεσε να διατηρήσει όλα τα μνημεία του, συνεχίζοντας παράλληλα τις καλλιτεχνικές του παραδόσεις. Είναι ενδεικτικά πως διέθετε λαϊκή συνέλευση ήδη από το 12ο αιώνα. Διατηρώντας και για την επόμενη περίοδο την ανεξαρτησία του, εναντιώθηκε στην ενωτική πολιτική του ρωσικού κράτους και καταφεύγοντας στις καλλιτεχνικές του παραδόσεις αντέταξε το δικό του αρχαίο πολιτισμό στην κυρίαρχη τέχνη της Μόσχας, Το 1478 όμως η πόλη παραδόθηκε. Τα έργα των καλλιτεχνών της μεταφέρθηκαν στη Μόσχα, όπου συνέχισαν να ασκούν την επιρροή τους στη μετέπειτα εξέλιξη της ρωσικής τέχνης. Η μικροτεχνία του Νονgorod εκπροσωπείται στη συλλογή του ρωσικού μουσείου από έργα μικρογλυπτικής, κεντήματα και διάφορα αντικείμενα μεταλλοτεχνίας. Υπάρχει επίσης και συλλογή ξυλογλύπτων, η οποία μεταφέρθηκε από τις μουσειακές αποθήκες του Νονgorod στα μέσα του 19ου αιώνα. Ανάμεσα σ’ αυτά τα έργα περιλαμβάνονται και ανάγλυφες παραστάσεις αγίων του Νονgorod από καλύμματα λειψανοθηκών.

Στην έκθεση περιλαμβάνεται και το ανάγλυφο που κάποτε στόλιζε το κάλυμμα της λάρνακας του αγίου Αντωνίου του Ρωμαίου, ο οποίος το 12ο αιώνα ίδρυσε τη Μονή της Θεομήτορος στο Νονgorod και ανακηρύχθηκε άγιος στα τέλη του 16ου αιώνα. Η λάρνακα ολοκληρώθηκε τα 1573 και τοποθετήθηκε στο ναό της μονής κοντά στο ιερό. Όπως συμβαίνει και σε άλλες περιπτώσεις, αυτή η ξύλινη επιχρυσωμένη λάρνακα, η κοσμημένη με ανάγλυφα και επιγραφές, αποτελούσε μίμηση αντίστοιχων μεταλλικών αργυρών ή χρυσών λαρνακών με εγχάρακτες παραστάσεις αγίων. Μέσα σε τέτοιας μορφής λάρνακα διατηρήθηκαν και τα λείψανα των αγίων Βοris και Gleb.

Η ανάγλυφη εικόνα του αγίου Γεωργίου Δρακοντοκτόνου που χρονολογείται στο 16ο αιώνα, κατασκευάστηκε στο Νονgorod ή στο βορρά όπως φαίνεται από τα εικονογραφικά και τεχνοτροπικά στοιχεία της. Η γλυπτή αυτή αναπαράσταση του αγίου Γεωργίου είναι χρωματισμένη με τέμπερα και τοποθετημένη σε πλαίσιο, πράγμα που συνηθιζόταν στην παλαιορωσική τέχνη. Στην εικόνα αυτή συνυπάρχουν τα στοιχεία από την υψηλή τέχνη των ανάγλυφων και την εκφραστικότητα της ζωγραφικής.

Ο 14ος και 15ος αιώνος είναι εποχή της ίδρυσης και ανάπτυξης σειράς μεγάλων μονών. Οι ρωσικές μονές εκτός από κέντρα πνευματικής ζωής. διέθεταν διαφόρων ειδών εργαστήρια με έντονη παραγωγική δραστηριότητα, λειτουργούσαν σαν στρατιωτικά φρούρια και παράλληλα ήταν κέντρα εκπαίδευσης με μεγάλη παραγωγή κωδίκων και χρονικών. Στις μονές του βορρά, οι μοναχοί κατασκεύαζαν γλυπτά αντικείμενα από ξύλο και κόκκαλο και ξύλινα ζωγραφιστά σκεύη που προορίζονταν για το εμπόριο ή για δώρα.

Ανάγλυφες εικόνες

Ανάγλυφες εικόνες μικρού μεγέθους βρίσκονται συχνά. Από την κατηγορία των αντικειμένων που παρουσιάζονται στην Έκθεση, ξεχωρίζουν η ξύλινη εικόνα της Ένθρονης Παναγίας με τον άγιο Κύριλλο της Λευκής Λίμνης και οι οστέινες εικόνες με τους αγίους Κοσμά και Δαμιανό, και Βoris και Gleb, οι οποίες ήταν δωρεά στη Μονή Αγ. Κυρίλλου από τη χήρα του Fedor Κarpov. Οι δύο οστέινες εικόνες παρουσιάζουν κοινά στοιχεία, όπως για παράδειγμα, τον τρόπο χάραξης των επιγραφών, αλλά η τεχνοτροπία τους παρουσιάζει σημαντικές διαφορές.

Η μία χαρακτηρίζεται για την αρμονία των γραμμών και το χαμηλό ανάγλυφο, ενώ στην άλλη. οι μορφές έχουν αποδοθεί πιο συνοπτικά, με περισσότερο αυστηρή έκφραση και τραχύτητα. Το θέμα της ανάγλυφης εικόνας με την εμφάνιση της Παναγίας στον άγιο Σέργιο του Randonezh σχετίζεται με τη Μονή Αγ. Τριάδας -Αγ. Σεργίου και από τις αρχές του 15ου αιώνα, το συναντούμε συχνά στη ζωγραφική Η εικόνα χρονολογείται στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα και ακολουθεί τα πρότυπα της Μοσχοβίτικης τέχνης της εποχής του Διονυσίου. Μια ακόμα σκαλιστή εικόνα που παρουσιάζεται στην Έκθεση είναι αυτή με την παράσταση της Αγίας Τριάδας που χρονολογείται επίσης στο 16ο αιώνα, αλλά είναι κατά τι μεταγενέστερη από την προηγούμενη.

Μικρές ζωγραφιστές και σκαλιστές εικόνες βρίσκονταν στη ζώνη του τέμπλου που έφερε την ονομασία «σπιθαμή» (προφανώς από το μέγεθος τους), πάνω από τις δεσποτικές εικόνες. Ήταν συνήθως αφιερώματα των πιστών και χάρη σ’ αυτές σώθηκαν τα μικρογραφημένα αντίγραφα πολλών έργων που έχουν χαθεί.

Μικρογλυπτική

Από την πλουσιότατη συλλογή μικρογλυπτικής του Ρωσικού Μουσείου παρουσιάζουμε δύο ξύλινα εικονίδια. Το ένα φέρει παραστάσεις από το Δωδεκάορτο και το άλλο εικονογραφεί το Βιβλικό στίχο «Η Σοφία ωκοδόμησε εαυτή οίκον». Τα εικονίδια χρονολογούνται μεταξύ του τέλους του 15ου και των αρχών του 16ου αιώνα. Εκτός από τη σπάνια παράσταση ταυ Βιβλικού στίχου, τα εικονίδια παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί φέρουν επιγραφή με το άνομα του παραγγελιοδότη – αφιερωτή. του πρίγκιπα Fedor Ivan Iaroslavich και. στο ένα απ αυτά, αναγράφεται και το όνομα του καλλιτέχνη μοναχού Ανανία.

Ελεφαντοστέινες

Δύο ελεφαντοστέινες εικόνες ταυ δεύτερου μισού του 16ου αιώνα, με θέμα το «Αινείτε τον Κύριον» και το «Επί σοι χαίρει» εικονογραφούν λειτουργικά κείμενα. Στις πολυπρόσωπες συνθέσεις τους είναι φανερή η προσπάθεια να αποδοθούν με ακρίβεια και πληρότητα τα σχετικά κείμενα που εικονογραφούνται.

Όταν η διαδικασία της ένωσης των μεμονωμένων πριγκιπάτων με τη Μόσχα ολοκληρώθηκε στα τέλη του 15ου αιώνα, η καλλιτεχνική δημιουργία της Μόσχας, αφομοιώνοντας τις παραδόσεις των παλαιών ρωσικών πόλεων διαμόρφωσε την ιδιαίτερη σε χάρη και ακρίβεια έκφρασή της. Στο Ρωσικό Μουσείο διασώζονται λίγα έργα αργυροχοΐας της Μόσχας καθώς και σπάνιες δωρεές του Τσάρου. Ανάμεσα στα αντικείμενα και στα εκκλησιαστικά σκεύη που εκτίθενται εδώ, διακρίνονται το Άγιο Δισκάριο και ο Αστερίσκος από την Αγ. Τριάδα του Ρskον. που χρονολογούνται στα μέσα του 16ου αιώνα. Η περιοχή του Ρskον, αν και έχασε την ανεξαρτησία της από το 1510, διατήρησε την καλλιτεχνική της παράδοση σε όλη τη διάρκεια του 16ου αιώνα. Οι αργυροχόοι της πόλης αυτής διακρίνονταν για τη γνώση πολλών τεχνικών επεξεργασίας των μετάλλων. Τα έργα τους διακρίνονται για την εξαιρετική και άρτια τεχνική και κοσμούνται με επιγραφές και μοτίβα.

Άγια Ποτήρια

Από την κατηγορία των εκκλησιαστικών σκευών παρουσιάζουμε εδώ δύο ξύλινα Άγια Ποτήρια ταυ τέλους του 19ου αιώνα, τα οποία χρησιμοποιούνταν σε αγροτικούς και μοναστηριακούς ναούς. Είναι λαξευμένα στον τόρνο και ζωγραφισμένα με τέμπερα, Στην έκθεση περιλαμβάνεται και Άγιο Ποτήρια του 1574, αφιερωμένο από τον Ιβάν τον Τρομερό στη μικρή Μονή Οten, που βρισκόταν κοντά στο Νονgorod. Η θαυμάσια φόρμα αυτού του σκεύους με την πλατιά κούπα που κοσμείται με παράσταση της Δέησης, είναι χαρακτηριστικό δείγμα της αργυροχοΐας της Μόσχας κατά το 16ο αιώνα.

Στα εργαστήρια της Μονής του Αγ. Αλεξάνδρου Svirskii κατασκευάστηκε το 1576 και ο σταυρός-λειψανοθήκη, ο οποίος κοσμείται με παραστάσεις από χυτό σμάλτα. Ο σταυρός είναι έργο Ελλήνων τεχνιτών που εξορίστηκαν στη Μονή από τον Ιβάν τον Τρομερό. Στο ίδιο μέρος, και μάλλον από την ίδια ομάδα καλλιτεχνών κατασκευάστηκε το 1592 και ο δεύτερος παρόμοιου τύπου, σταυρός της έκθεσης. Από την ίδια Μονή προέρχεται και η λεκάνη αγιασμού που είναι χαρακτηριστικό δείγμα της ρωσικής αργυροχοΐας υψηλής τέχνης και που, πιθανότατα, κατασκευάστηκε στη Μόσχα.

Τέλος, τα δυο εκτιθέμενα Ευαγγέλια με τα αργυρά ανάγλυφα καλύμματα και το ένθετο διάκοσμο από σμάλτο μας δίνουν τη δυνατότητα να διαπιστώσουμε τις αλλαγές που επήλθαν στη διακοσμητική τέχνη της Μόσχας κατά το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα.

Ελπίζουμε πως ο επισκέπτης θα πάρει μια γεύση της παλαιορωσικής τέχνης μέσα από τα δείγματα που εκτίθενται, τα οποία οι διοργανωτές επέλεξαν με το σκεπτικό να καλύψουν κατά το δυνατόν την τόσο πλούσιο και πολύμορφη πολιτιστική κληρονομιά της Ρωσίας

(Πηγή : Η Καθημερινή. «Επτά ημέρες» – αφιέρωμα: Ρωσικοί θησαυροί της Ορθοδοξίας . 8 Μαΐου 1994, σ. 14-16)

Σχετικά άρθρα Ορθόδοξοι Ρωσικοί Θησαυροί
Ρωσικό Μουσείο Πετρούπολης 7 Δεκεμβρίου 2011 Συλλογή με πάνω από 5000 εικόνες που χρονολογούνται από τις αρχές του 12ου ως τον 20ο αιώνα Της Tatiana Villimbakhova, Διευθύντρια του Τμήματος Εικόνων του Κρατικού Ρωσικού Μουσείου Πετρούπολης Η σημαντική συλλογή εικόνων του Ρωσικού Μουσείου Πετρουπόλεως μπορεί να συγκριθεί με τις μεγάλες ανάλογες συλλογές στη Ρωσία, όπως εκείνες της Πινακοθήκ...
Ρωσική τέχνη, εικονογραφία 7 Δεκεμβρίου 2011 Η ένταξη της Ρωσίας στη βυζαντινή πολιτιστική παράδοση Με τον εκχριστιανισμό των Ρώσων το 988-989 και την ένταξή τους στην άμεση σφαίρα βυζαντινής επιρροής, αρχίζει η πραγματική ιστορία της τέχνης της Ρωσίας. Στην ίδια γεωγραφική περιοχή από παλαιότερα είχαν αναπτυχθεί οι διακοσμητικές τέχνες και η ταφική αρχιτεκτονική αλλά μνημειακή τέχνη με την ...
Κεντητική τέχνη 7 Δεκεμβρίου 2011 Ακόμα και η κοσμική ζωή στη μεσαιωνική Ρωσία αντέγραψε τον καθημερινό βίο των ανδρικών και γυναικείων μοναστηριών και για το λόγο αυτό ιδιαίτερα οι γυναίκες περνούσαν μεγάλο μέρος της ζωής τους κλεισμένες στο οικογενειακό περιβάλλον. Κύρια απασχόληση τους ήταν η χειροτεχνία, πράγμα που εθεωρείτο και η κύρια αρετή τους. Το κέντημα ομόρφαινε τα αντικ...