Ρωσικό Μουσείο Πετρούπολης

7 Δεκεμβρίου 2011

Συλλογή με πάνω από 5000 εικόνες που χρονολογούνται από τις αρχές του 12ου ως τον 20ο αιώνα

Της Tatiana Villimbakhova, Διευθύντρια του Τμήματος Εικόνων του Κρατικού Ρωσικού Μουσείου Πετρούπολης

Η σημαντική συλλογή εικόνων του Ρωσικού Μουσείου Πετρουπόλεως μπορεί να συγκριθεί με τις μεγάλες ανάλογες συλλογές στη Ρωσία, όπως εκείνες της Πινακοθήκης Τretiakον και του Ιστορικού Μουσείου της Μόσχας. Η συλλογή περιλαμβάνει πάνω από 5.000 εικόνες, που χρονολογούνται από τις αρχές του 12ου ως τον 20ο αιώνα. Η δημιουργία της συμπίπτει με την ίδρυση του Μουσείου, το οποίο σύντομα θα γιορτάσει τα εκατό χρόνια λειτουργίας του. Σκοπός της ήταν, και παραμένει, η κατά το δυνατόν αντιπροσωπευτική και ολοκληρωμένη παρουσίαση της ιστορίας της ρωσικής αγιογραφίας.

Το 1914 ήταν ήδη η πλουσιότερη κρατική συλλογή εικόνων και εκκλησιαστικών κειμηλίων και η πληθώρα των αντικειμένων που είχαν συσσωρευτεί παρότρυνε την εγκατάστασή της σε ειδικά διασκευασμένο χώρο, που έφερε την επωνυμία «Μουσείο Νικολάου του Β΄». Χαρακτηριστική είναι η εκτίμηση του Ν. Ρ. Snichov, ο οποίος, το 1916, την αναφέρει ως «μοναδική έκθεση του πλούτου και της πολυμορφίας της παλαιορωσικής δημιουργίας…ένα από τα σημαντικότερα κέντρα όπου ο επισκέπτης μπορεί να παρακολουθήσει επαρκώς τη διαχρονική εξέλιξη της αγιογραφίας…ανεξάντλητο θησαυροφυλάκιο πολύτιμων πεδίων έρευνας για τους ιστορικούς της τέχνης…ναό νέων καλλιτεχνικών ανακαλύψεων για τους φιλομαθείς ζωγράφους».

Διωγμός της Εκκλησίας

Ωστόσο, η Ρωσική Επανάσταση επέφερε μεγάλες ζημιές στον πολιτισμό της χώρας. Ο διωγμός της Εκκλησίας προξένησε την απώλεια όχι μόνο ανθρώπινων ζωών αλλά και μνημείων της τέχνης. Στη δύσκολη μετεπαναστατική περίοδο τα μουσεία είχαν την τύχη να γίνουν τα μοναδικά σχεδόν καταφύγια της διωκόμενης τέχνης της Εκκλησίας. Χάρις στον ενθουσιασμό και τις συντονισμένες προσπάθειες του προσωπικού του Ρωσικού Μουσείου άρχισε η συστηματική περισυλλογή έργων από πολλές κατεστραμμένες και κλειστές εκκλησίες και μοναστήρια. Στο πλαίσιο αυτών των προσπαθειών, η διάσωση μεγάλου αριθμού αντικειμένων από τη Μονή του Αγ. Κυρίλλου της Λευκής Λίμνης, το πιο σημαντικά μοναστικό και πολιτιστικό κέντρο του ρωσικού Βορρά, έπαιξε σπουδαίο ρόλο στη διαμόρφωση των συλλογών του Μουσείου.

Η Μονή ιδρύθηκε το 1397 από τον Αγ. Κύριλλο και στη διάρκεια των πέντε αιώνων λειτουργίας της συγκέντρωσε τεράστιο πλούτο φορητών εικόνων, βιβλίων και κάθε λογής εκκλησιαστικών σκευών. Χαρακτηριστικά δείγματα του πλούτου αυτής της Μονής παρουσιάζονται στην έκθεση «Οι πύλες του Μυστηρίου». Ανάμεσα σε αυτά και από τα σημαντικότερα αντικείμενα της συλλογής του μουσείου είναι οι εικόνες από το τέμπλο του Καθολικού της Μονής Αγ. Κυρίλλου οι οποίες ζωγραφήθηκαν γύρω στο 1497 από μεγάλη ομάδα καλλιτεχνών που ήλθαν από πολλά μέρη της Ρωσίας. Οι αντιπρόσωποι αυτοί των ιδιαίτερων παραδόσεων των τοπικών σχολών της χώρας κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα σύνολο εικόνων, που καταπλήσσει για την ολοκληρωμένη σύλληψη και πραγματοποίησή του. Οι περισσότερες από τις εικόνες του Καθολικού της Μονής βρίσκονται σήμερα στο Ρωσικό Μουσείο. Στην έκθεση παρουσιάζονται αντιπροσωπευτικά δείγματά τους, όπως εικόνες από τις ζώνες των Προφητών και του Δωδεκαόρτου και η σπουδαία δεσποτική εικόνα του ιδρυτή της Μονής, αγίου Κυρίλλου, η οποία είναι έργα του κύκλου του σημαντικού ζωγράφου Διονυσίου (τέλη 15ου αρχές 16ου αι).

Περισυλλογή έργων

Συνήθως, οι αποστολές των συνεργατών του Μουσείου για την περισυλλογή έργων της ρωσικής τέχνης συνέβαιναν μια φορά το χρόνο, αλλά υπήρξαν και χρονιές που οργανώθηκαν περισσότερες. Οι συστηματικές αυτές δραστηριότητες κορυφώθηκαν τη δεκαετία του ’60, κατά την οποία μεταφέρθηκαν στο μουσείο πάνω από 500 εικόνες από το 14ο έως το 16ο αιώνα. Η κακή κατάσταση διατήρησης πολλών από αυτές έκανε αναγκαία την άμεση συντήρησή τους.

Η εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας που χρονολογείται στο 14ο αιώνα είναι ένας από τους πολύτιμους καρπούς των προσπαθειών διάσωσης που κατέβαλε το μουσείο. Βρέθηκα σε αρχαίο νεκροταφειακό ναό της περιοχής του Νονgorod, ο οποίος κατά τη δεκαετία του ’50 είχε μετατραπεί σε σιταποθήκη. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η διάσωση πολλών αντίστοιχων εικόνων οφείλεται καθαρά σε θέμα τύχης. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε άτι από το μισοκατεστραμμένο και σκεπασμένο με χιόνι τέμπλο του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην πόλη Τichvin αφαιρέθηκαν ορισμένες εικόνες οι οποίες σώθηκαν με τη μεταφορά τους στο μουσείο, ενώ από αυτές που απέμειναν έχουν χαθεί οι περισσότερες.

Ως αποτέλεσμα της συλλογικής προσπάθειας των γενεών των συνεργατών του μουσείου, η σημερινή συλλογή των εικόνων και εκκλησιαστικών κειμηλίων έχει μεγάλη ιστορική και καλλιτεχνική αξία. Το υλικό που υπάρχει για μελέτη είναι ικανό να προκαλέσει γόνιμο προβληματισμό σε καλλιτέχνες, ιστορικούς της τέχνης, θεολόγους και φιλόσοφους. Καλύπτει δε ένα ευρύτατο φάσμα της μεσαιωνικής ρωσικής τέχνης, που δεν περιορίζεται στην παραγωγή των μεγάλων κέντρων, αλλά επεκτείνεται και στα δημιουργήματα των επαρχιών.

Ωστόσο η συλλογή παραμένει ελάχιστα γνωστή, τόσο στους ειδικούς όσο και στο ευρύτερο κοινό. Το γεγονός οφείλεται στο ότι οι ειδικές εκθέσεις που συχνά οργανώνονται περιλαμβάνουν ένα πολύ μικρό μέρος των αντικειμένων που υπάρχουν. Επίσης δεν έχει εκδοθεί ακόμη ένας πλήρης κατάλογος.

Η σημασία που αποδίδουμε στις εκάστοτε εκθέσεις είναι μεγάλη. Στην περίπτωση της όχι μεγάλης σε όγκο έκθεσης «Πύλες του Μυστηρίου» στοχεύσαμε κυρίως να δείξουμε την τέχνη και το χαρακτήρα της ρωσικής εικόνας της περιόδου από το 14ο ως το 17ο αιώνα, μέσα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματά της. Για το λόγο αυτό περιλάβαμε έργα των μεγάλων καλλιτεχνικών κέντρων, αλλά και της επαρχίας. Είναι χαρακτηριστικό πως στη Ρωσία η τέχνη των εικόνων που συνδέεται με μεγάλα αστικά κέντρα ακολουθεί τις δικές της παραδόσεις, που, εκτός από τις γενικότερες ιστορικές και πνευματικές παραμέτρους, καθορίζονται και από τις τοπικές αντιλήψεις και αισθητικές προτιμήσεις.

Ρωσία και Βυζάντιο

Η έκθεση περιλαμβάνει και δύο από τις παλαιότερες εικόνες της Παναγίας Οδηγήτριας που, παρά τις έντονες διαφορές μεταξύ τους, αποδεικνύουν τις πολιτιστικές σχέσεις της Ρωσίας με το βυζαντινό κόσμο Οι σχέσεις της Ρωσίας με το Βυζάντιο και τα Βαλκάνια αποδυναμώνονται για κάποιο διάστημα λόγω της ταταρικής – μογγολικής εισβολής, αλλά και των εσωτερικών προβλημάτων του Βυζαντίου και ισχυροποιούνται ξανά το 14ο αιώνα. Την εποχή εκείνη, τεχνίτες απ’ το Βυζάντιο εργάζονται σε διάφορες πόλεις της Ρωσίας. Αναφορές για τους Έλληνες αυτούς ζωγράφους συναντούμε συχνά στα Χρονικά και τους Βίους των Ρώσων αγίων. Το 1344. οι Ρώσοι καλούν Έλληνες μαΐστορες από την Κωνσταντινούπολη για να ζωγραφίσουν το σημαντικότερο εκκλησιαστικό κτίσμα της Μόσχας, το ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κρεμλίνο, ενώ στο Νονgorod γίνεται πασίγνωστος ο Έλληνας ζωγράφος Ησαΐας (1338). Αλλά και ο Μητροπολίτης Αλέξιος φέρνει από την Κωνσταντινούπολη την εικόνα του Σωτήρα Στο τέλος του 14ου αιώνα γίνεται ξακουστός σε όλη τη Ρωσία ο Θεοφάνης ο Έλληνας, που τοιχογραφεί εκκλησίες της Μόσχας, του Νονgorod και του Κάτω Νονgorod (Νiznil Novgorod). Ανάμεσα στις ρωσικές εικόνες που κατασκευάστηκαν εκείνη την περίοδο, πολλές είναι εκείνες που φέρουν τα χαρακτηριστικό της τέχνης των Παλαιολόγων. Σε χέρι Βυζαντινού τεχνίτη αποδίδεται μάλλον και η μικρή εικόνα της Παναγίας που προέρχεται από τη Μονή Ρokrον της πόλης Suzdal.

Σχολή του Νονgorod

Άλλη μια ιδιαιτερότητα της συλλογής του Ρωσικού Μουσείου οφείλεται στο γεγονός ότι σ’ αυτήν περιλαμβάνονται τόσο κειμήλια του Νονgorod όσο και των βόρειων ρωσικών επαρχιών. Η θρησκευτική ζωγραφική του Νονgorod έχει μια μακρά και διαρκή παράδοση που ξεκάνει από την εποχή του εκχριστιανισμού της Ρωσίας. Η παλιά και ισχυρή πόλη που συναγωνιζόταν το Κίεβο σε δόξα και πλούτο, ήταν ταυτόχρονα και σημαντικό θρησκευτικό κέντρο, γνωστό για τους αγίους του. Προστατευμένο με αδιαπέραστα δάση και βάλτους από τις ταταρικές ορ¬δές, το Νονgorod δεν γνώρισε τη φρίκη της ξένης κατοχής όπως συνέβη με τις περισσότερες πόλεις της Ρωσίας, και γι’ αυτό οι καλλιτεχνικές παραδόσεις δεν διακόπηκαν. Το 13ο αιώνα το Νονgorod παρέμεινε η μόνη σχεδόν μεγάλη και ισχυρή πόλη της Ρωσίας. Οι εικόνες που παράγονται εκεί μαρτυρούν τη δημιουργία μιας τοπικής παράδοσης που διακρίνεται από τον ανεπανάληπτο χαρακτήρα της, ο οποίος μάλιστα διατηρήθηκε για δύο σχεδόν αιώνες.

Τα τοπικά χαρακτηριστικά της σχολής του Νονgorod φέρει η εικόνα του Αγίου Νικολάου με σκηνές του βίου του που χρονολογείται στο 14ο αιώνα. Την εικόνα αυτή διακρίνει ο καθαρός δυναμισμός με τον οποίο αποδίδεται ο ψυχισμός του αγίου, η πλούσια χρωματική κλίμακα, που στηρίζεται στις αντιθέσεις η εκφραστικότητα στην κίνηση των μορφών και η λιτότητα των εκφραστικών μέσων. Ο 15ος αιώνας θεωρείται η περίοδος μεγάλης άνθησης της σχολής ίου Νονgorod. Είναι η εποχή που σε κάθε έργο, μαζί με την ανεπανάληπτη μοναδικότητά του, ενυπάρχουν και τα χαρακτηριστικά ενός ώριμου, ιδιόμορφου και ενιαίου ύφους. Ιδιαίτερα μεγάλη διάδοση αυτή την περίοδο έχει ένα είδος εικόνας όπου οι άγιοι απεικονίζονται να στέκονται όρθιοι στη σειρά και ν’ απευθύνονται στους προσευχόμενους.

Αυτός ο τύπος αντιπροσωπεύεται στην Έκθεση με τις εικόνες των Αγίων Παρασκευής και Αναστασίας και των Αγίων Φλώρου, Ιακώβου και Λαύρου, όπου οι μορφές δεν παριστάνονται σε επίσημη ιερατική στάση, αλλά βρίσκονται σε πλήρη ετοιμότητα δράσης. Οι φιγούρες είναι γεμάτες κίνηση, τα χέρια τους με δύναμη κρατούν τους σταυρούς και στις αυστηρά προσηλωμένες μορφές τους, αποτυπώθηκε η ετοιμότητα για πνευματικούς άθλους.

Παρόμοιες μορφές αγίων -ισχυρές, απλές, που εμπνέουν την πίστη και τη σιγουριά στη ζωή- είχαν μεγάλη απήχηση στους κατοίκους του Νονgorod. Από τους προστάτες αγίους πιο συχνά οι ζωγράφοι απεικόνιζαν τον άγιο Νικόλαο, τον Προφήτη Ηλία, τους μάρτυρες Γεώργιο, Δημήτριο, Φλώρο Λούρο και Κοσμά, και από τις μάρτυρες γυναίκες τις Παρασκευή, Βαρβάρα και Αναστασία. Στα αγαπητά θέματα της ζωγραφικής του Νονgorod εντάσσεται και ο άγιος Γεώργιος Δρακοντοκτόνος. Στην Έκθεση αντιπροσωπεύεται με ένα από τ’ αριστουργήματα της συλλογής, το οποίο συγκεντρώνει τα καλύτερα και πιο τυπικά γνωρίσματα της σχολής, και μάλιστα της περιόδου της τελευταίας άνθησής της.

Μοσχοβίτικη τέχνη

Η Μόσχα κατέχει επίσης σημαντική και ιδιαίτερη θέση στην ιστορία του παλαιορωσικού πολιτισμού, αλλά η ανάπτυξή της ήρθε πολύ αργότερα από το Νονgorod, γιατί η πάλη αυτή και οι γύρω περιοχές έζησαν γιa δύο περίπου αιώνες κάτω από τη διαρκή απειλή των ταταρικών εισβολών. Τα παλιά μοναστήρια και οι ναοί με τα αντικείμενα που περιείχαν καταστράφηκαν μέσα στις φλόγες.

Έτσι δεν διασώθηκαν παλιά μνημεία της μοσχοβίτικης τέχνης, και οι λίγες εικόνες που επέζησαν από τις καταστροφές ανάγονται στο 14ο αιώνα. Την περίοδο αυτή η τέχνη της Μόσχας δέχθηκε την έντονη επίδραση του βυζαντινού πνεύματος. Οι σχέσεις με την Κωνσταντινούπολη οφείλονται, πριν απ’ όλα, στους Έλληνες Μητροπολίτες και το περιβάλλον τους, και στη Μόσχα είναι που έγινε δεκτή και απέκτησε εθνικά χαρακτηριστικά η διδασκαλία του ησυχασμού. Μεγάλη επίδραση στο χαρακτήρα της θρησκευτικής ζωγραφικής άσκησε η προσωπικότητα και η διδασκαλία του αγίου Σεργίου του Radonezh, ο οποίος τόνισε τη σημασία της «εν Χριστώ» ζωής και τελείωσης των ανθρώπων. Παρά τη φοβερή φτώχεια και την ερήμωση που χαρακτηρίζουν εκείνη την περίοδο της «βαθειάς και απέραντης διαφθοράς της Ρωσίας» (κατά τον Ρ. Α. Florenskii, στη θρησκευτική ζωγραφική διαφαίνεται το μήνυμα της ομόνοιας, της φιλαδελφίας και της ευσπλαχνίας.

Το μήνυμα αυτό ενσαρκώνεται στο ανεπανάληπτο έργο του Αndrei Rυbleν (περίπου 1360-1430) και αποκτά την υψηλότερη έκφραση του στη φημισμένη εικόνα της Αγίας Τριάδας, που ο καλλιτέχνης αυτός ζωγράφισε στη μνήμη του αγίου Σεργίου για το μοναστήρι της Αγίας Τριάδας. Ανάμεσα στα σημαντικότερα έρ¬γα του Αndrei Rυbleν αξίζει να σημειωθούν εδώ και οι εικόνες για τα τέμπλα του ναού της Κοιμήσεως στο Vladimir και του Καθολικού της Μονής Αγ. Τριάδος – Αγ. Σεργίου. Πρέπει ν’ αναφερθεί επίσης η αποφασιστική συμβολή του Rυbleν στη μορφολογική εξέλιξη του πολύ ψηλού ρωσικού τέμπλου, που ολοκληρώθηκε στον λεγόμενο «τύπο της Μόσχας». Στην Έκθεση παρουσιάζεται μια εικόνα από τη ζώνη με τους Προφήτες του τεράστιου τέμπλου του ναού της Κοιμήσεως στο Vladimir, που κατασκευάστηκε γύρω στο 1408.

Στην περίοδο μετά τον Rυbleν, άγνωστος Μοσχοβίτης καλλιτέχνης ζωγράφισε την εικόνα της Παναγίας Γλυκοφιλούσας. Στον εικονογραφικό αυτό τύπο έδειξαν ιδιαίτερη προτίμηση οι Μοσχοβίτες ζωγράφοι της εποχής, που τον επεξεργάστηκαν και τον απέδωσαν με πολλές παραλλαγές. Οι μορφές που δημιούργησε η τέχνη της Μόσχας του 15ου αιώνα χαρακτηρίζονται από τη βαθειά εσωτερική γαλήνη και απευθύνονται στο φωτισμένο εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου, ενσαρκώνοντας το όραμά του για τα υψηλά και ηθικά ιδανικά.

Ναός της Κοιμήσεως

Στο τέλος του 15ου αιώνα η Ρωσία απαλλάσσεται ολοκληρωτικά από τη μακρόχρονη υποδούλωση στις ορδές των βαρβάρων και ενώνεται κάτω από την εξουσία της Μόσχας. Η αίσθηση της απελευθέρωσης και η πίστη στη νίκη του καλού και της δικαιοσύνης προκαλούν στο λαό τη μεγάλη ψυχική ανάταση. Τη φανερή απόδειξη αυτών των αισθημάτων συναντούμε στο έργο του ζωγράφου Διονυσίου (1440-1508 περίπου). Από τις γραπτές πηγές πληροφορούμαστε πως ο καλλιτέχνης αυτός μαζί με τους βοηθούς και μαθητές του ζωγράφισε έναν τεράστιο αριθμό εικόνων, από τις οποίες όμως λίγες έχουν διασωθεί. Το σημαντικότερο έργο του ήταν οι τοιχογραφίες και το τέμπλο στο ναό της Κοιμήσεως στο Κρεμλίνο, τα οποία δυστυχώς δεν σώζονται. Μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το έργο του μας δίνουν οι τοιχογραφίες και οι εικόνες του ναού της Γεννήσεως της Θεοτόκου στη Μονή του Αγ. Θεράποντος, όπου ο Διονύσιος έζησε στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Οι εικόνες από αυτό το ναό που περιλαμβάνονται στην Έκθεση είναι ο Αρχάγγελος Γαβριήλ και ο Άγιος Συμεών ο Στυλίτης. Μια τρίτη εικόνα που συνδέεται με το όνομα του Διονυσίου είναι η εικόνα του αγίου Κυρίλλου από την ομώνυμη Μονή στη Λευκή Λίμνη. Εδώ ο

Διονύσιος εικονίζει τη μορφή του μοναχού μαχητή, η οποία εκφράζει τα πνευματικά ιδανικά της εποχής. Το έργο του ζωγράφου αυτού, στο οποίο εκφράζονται οι πνευματικές αναζητήσεις της εποχής, έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τους συγχρόνους του. θεωρούνταν ισότιμο με το έργο του Αndrei Rυbleν και άσκησε μεγάλη επίδραση στη θρησκευτική ζωγραφική πολλών περιοχών της Ρωσίας. Ιδιαίτερα βαθειά ήταν η επίδρασή του στους αγιογράφους της Μόσχας, οι οποίοι έμειναν κάτω από την επιρροή του μέχρι και τα μέσα του 16ου αιώνα. Η απήχηση της υψηλής και γεμάτης διαύγειας τέχνης του Διονυσίου διαφαίνεται σε εικόνες όπως η Σταύρωση και ο Αγ. Ανδρέας ο διά Χριστόν Σαλός.

Η θρησκευτική ζωγραφική της Ρωσίας κατά το 16ο αιώνα είναι εν γένει πολύπλοκη και πολύμορφη, Η τέχνη του Νονgorod, το οποίο ενώθηκε με τη Μόσχα το 1478, συνεχίζει για μισό περίπου αιώνα να απηχεί της παραδόσεις του παρελθόντος, οι οποίες παραμένουν ιδιαίτερα ζωντανές στις βόρειες επαρχίες αυτής της περιοχής. Η εικόνα με τους Αγίους Φλώρο και Λαύρο και τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, έργο του πρώτου μισού του 16ου αιώνα, ζωγραφήθηκε στις παραμεθόριες περιοχές του Νονgorod και με τα έντονα χρώματα και το χαρακτήρα των μορφών της αποτελεί δείγμα όλων των τυπικών χαρακτηριστικών της τέχνης αυτής.

Η Ανάσταση του Χριστού με παραστάσεις Αγίων. Ρωσικό Μουσείο, Αγία Πετρούπολη. Σχολή Πσκώφ, τέλη 15ου – αρχές 16ου αιώνα.

Αλλά και η τέχνη του Ρskον διατηρεί για πολύ καιρό τις παραδόσεις της. Η πόλη αυτή είναι μία από τις παλαιότερες της μεσαιωνικής Ρωσίας, που αναφέρεται και στις διηγήσεις του Παλαιού Χρονικού. Το 16ο αιώνα, όπως και το Νονgorod, το Ρskον ακολούθησε το φεουδαρχικό σύστημα και αναδείχθηκε σε σημα¬ντικό πνευματικό κέντρο. Μία άποψη της τέχνης της σχολής του φαίνεται σε δύο εικόνες, τον Αγ. Δημήτριο και την Εις Άδου Κάθοδο.

Στη δεύτερη από τις εικόνες που αναφέραμε φαίνονται καθαρά οι παραδόσεις της σχολής αυτής που ανάγονται στο 14ο αιώνα. Η εξπρεσιονιστική αυτή ζωγραφική προδίδει τις επιδράσεις της ύστερης παλαιολόγειας τέχνης που αφομοιώνονται ωστόσο και εντάσσονται στο πνεύμα των τοπικών πνευματικών και αισθητικών αντιλήψεων. Ως προς την εικονογραφία της, η εικόνα συνεχίζει την παράδοση που βρίσκουμε σε σειρά έργων της κλασικής ζωγραφικής του 14ου και του 15ου αιώνα. Όπως συμβαίνει σε πολλά έργα της σχολής αυτής, η εικόνα χαρακτηρίζεται από την ένταση και γεωμετρική ακρίβεια της σύνθεσης, τις έντονες αντιθέσεις στα χρώματα και την αυστηρότητα των προσώπων με την προσήλωση και πνευματική σταθερότητα.

Στο Vologda

Το 16ο αιώνα, στο Vologda, πόλη του Βορρά και κέντρο μεγάλης περιφέρειας, σημειώνεται ανάπτυξη της τέχνης. Στην πόλη αυτή, που είναι σημαντικός εμπορικός κόμβος, συγκρούονται διάφορες καλλιτεχνικές τάσεις και αναπτύσσεται μια ιδιόμορφη θρησκευτική ζωγραφική. Στις τέσσερις εικόνες που περιλαμβάνονται την Έκθεση και αντιπροσωπεύουν την τέχνη του Vologda, συνυπάρχουν στοιχεία των σχολών του Νονgorod και της Κεντρικής Ρωσίας. Μια τέτοια συνύπαρξη καλλιτεχνικών ρευμάτων είναι φαινόμενο που χαρακτηρίζει το σύνολο της ρωσικής θρησκευτικής ζωγραφικής από το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα και μετά, και εξηγείται από την πολιτική ένωση της Ρωσίας. που κατέληξε σε ανακατατάξεις του πληθυσμού και ενοποίηση όλων των μορφών της εκκλησιαστικής ζωής. Έτσι, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της καθεμίας από τις τοπικές σχολές χάνονται, αλλά ταυτόχρονα διατηρείται το υψηλό επίπεδο της τεχνικής των αγιογράφων. Εικόνες όπως αυτές της Αγ. Τριάδος και του Ακάθιστου Ύμνου, που χρονολογούνται στα μέσα του 16ου αιώνα, μαρτυρούν το φαινόμενο που αναφέραμε.

Ιβάν ο Τρομερός

Η περίοδος γύρω στα μέσα του 16ου αιώνα, που είναι γνωστή και ως «περίοδος του Ιβάν του Τρομερού» (1533 – 1584), είναι σημαντική για την ιστορία της ρωσικής θρησκευτικής ζωγραφικής.

Την εποχή αυτή ολοκληρώνεται η δημιουργία της αυτοκρατορικής εξουσίας, η οποία δείχνει ζωηρό ενδιαφέρον και εποπτεύει τα θέματα της πνευματικής ζωής. Έτσι δημιουργούνται νόμοι, που, εκτός από πολλές πλευρές της καθημερινής ζωής, αφορούν και τη θρησκευτική ζωγραφική. Το έργο των αγιογράφων, για πρώτη φορά, γίνεται αντικείμενο συζητήσεων στην Εκκλησιαστική Σύνοδο των «Εκατό Κεφαλών» (Stoglaν) του 1551, στην οποία προΐστανται ο Τσάρος και οι Μητροπολίτες. Οι προσπάθειες να υπαχθεί σε κανόνες η θρησκευτική ζωγραφική σχετίζονται με την εμφάνιση των καινούργιων εικόνων που ζωγραφήθηκαν στους ναούς του Κρεμλίνου για ν’ αντικαταστήσουν αυτές που κάηκαν στην πυρκαγιά του 1547.

Τα νέα εικονογραφικά θέματα είναι ασυνήθιστα και απεικονίζουν σύνθετες θεολογικές έννοιες σε καινούργιες μορφές, πράγμα που απαιτεί μεγάλη ευρυμάθεια στα θέματα των συμβολικών ερμηνειών και της θρησκευτικής ιστορίας. Αυτή την εποχή έχουν μεγάλη διάδοση οι εικόνες που εικονογραφούν το κείμενο του Ακάθιστου Ύμνου. Στην ευρεία αυτή κατηγορία περιλαμβάνονται εικόνες όπως η Αγία Σκέπη και το Όραμα του Ευλογίου.

Περίοδος ταραχών

Η περίοδος γύρω στα τέλη του 16ου αιώνα και στις αρχές του 17ου είναι γνωστή ως «περίοδος ταραχών». Η Ρωσία, που υποφέρει από λοιμό, ανταγωνισμούς για την κατάκτηση του θρόνου, εμφύλιο πόλεμο και την επέμβαση των Πολωνών και Σουηδών, πληρώνει το τίμημα με πολλούς νεκρούς, αιματοχυσία και απόγνωση. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες γεννιέται η τέχνη της σχολής των Stroganον, που βασίζεται στις παραδόσεις της σχολής της Μόσχας και έγινε αποδεκτή από το θρόνο. Το όνομα της σχολής οφείλεται στην οικογένεια των Stroganον πλουσίων βιοτεχνών και μαικηνών της τέχνης, που υποστήριζαν τους αγιογράφους παραγγέλλοντας σύνολα έργων για τη διακόσμηση των ναών. Η προσφορά των Stroganον στην καλλιέργεια και συγκέντρωση εικόνων μικρού σχήματος, που χαρακτηρίζονται από λεπτεπίλεπτη μικρογραφική τεχνική, και εξαίρετη τεχνική εκτέλεση, είναι μεγάλη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ζωγράφοι αυτής της σχολής καταφεύγουν συχνά στα εικονογραφικά πρότυπα της Κρητικής Σχολής, ιδίως αυτά του 15ου αιώνα, πράγμα που εξηγείται από το άτι το κύρος των Ελλήνων αγιογράφων παραμένει μεγάλο αυτή την περίοδο. Συγχρόνως, οι κρητικές εικόνες αποτελούν το μέσο με το οποίο οι Ρώσοι αγιογράφοι έρχονται σε επαφή με την υστερογοτθική τέχνη και την τέχνη του ιταλικού Τrecentο. Στη λεπτεπίλεπτη ομορφιά και τα ελαφρά και φωτεινά χρώματα της τέχνης της σχολής Stroganον διαφαίνεται το όνειρο για έναν ανώτερο κόσμο και μια ολοκληρωμένη πνευματική ομορφιά.

Ανάμεσα στους πιο σημαντικούς ζωγράφους αυτού του ρεύματος βρίσκονται ο Ρrokopii Chririn, ο Νikiphor Savin, ο Simeon Boroshdin και ο Stefan Αreviev. Στην έκθεση παρουσιάζονται έργα από τους καλύτερους εκπροσώπους της σχολής, που προέρχονται από τη συλλογή του απογόνου της οικογένειας, του G. S. Stroganovον, κρατικού αξιωματούχου και μεγάλου συλλέκτη.

Κατά το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα παρατηρούμε αποσύνθεση της μεσαιωνικής αντίληψης και σοβαρές αλλαγές στους εικονογραφικούς τύπους των εικόνων. Οι παραπάνω αλλαγές είναι ιδιαίτερα αισθητές στους καλλιτέχνες των οποίων τα έργα βρίσκονται στην «Οπλοθήκη» του Κρεμλίνου. Το μουσείο αυτό, το οποίο στην αρχή του 18ου αιώνα ήταν έκθεση όπλων, μετατράπηκε στα μέσα του αιώνα σε μεγάλο εργαστήριο στο οποίο εκπαιδεύονταν στην αγιογραφία τεχνίτες απ’ όλη τη Ρωσία και δίδασκαν ξένοι καλλιτέχνες.

Σημαντική φυσιογνωμία αυτού του περιβάλλοντος ήταν ο Simeon Ushakον, με του οποίου το όνομα συνδέονται οι μεγάλες αλλαγές στην παραδοσιακή τεχνοτροπία. Η ζωγραφική του χαρακτηρίζεται από έντονο ρεαλισμό, από πρόσωπα με σκουρόχρωμο προπλασμό και από απόδοση του χώρου, εσωτερικού και εξωτερικού, με τις αρχές της γραμμικής προοπτικής.

Τις περισσότερες φορές ο Ushakον χρησιμοποιεί ως πρότυπα του τις δυτικές χαλκογραφίες. Χαρακτηριστικά έργα του, που προέρχονται από την Οπλοθήκη του Κρεμλίνου, είναι οι εκτιθέμενες εικόνες της Παναγίας του Vladimir και του Συμβόλου της Πίστεως, με τις οποίες κλείνουμε αυτή τη διαχρονική παρουσίαση της ρωσικής θρησκευτικής τέχνης.

(Πηγή : Η Καθημερινή. «Επτά ημέρες» – αφιέρωμα: Ρωσικοί θησαυροί της Ορθοδοξίας . 8 Μαΐου 1994, σ.10-13)

Σχετικά άρθρα Ορθόδοξοι Ρωσικοί Θησαυροί
Η συλλογή μικροτεχνίας 7 Δεκεμβρίου 2011 Αντικείμενα ξυλογλυπτικής , μικρογλυπτικής και έργα εκκλησιαστικής και κοσμικής χρήσης Της Izilla Pleshanova, Eπιμελήτριας του Κρατικού ρωσικού Μουσείου Πετρούπολης Η συλλογή της παλαιορωσικής μι¬κροτεχνίας, γλυπτικής και μικρογλυπτικής, του Κρατικού Ρωσικού Μουσείου έχει ανάλογη σπουδαιότητα με τις εξέχουσες συλλογές του Κρεμλίνου, του Ιστορι...
Ρωσική τέχνη, εικονογραφία 7 Δεκεμβρίου 2011 Η ένταξη της Ρωσίας στη βυζαντινή πολιτιστική παράδοση Με τον εκχριστιανισμό των Ρώσων το 988-989 και την ένταξή τους στην άμεση σφαίρα βυζαντινής επιρροής, αρχίζει η πραγματική ιστορία της τέχνης της Ρωσίας. Στην ίδια γεωγραφική περιοχή από παλαιότερα είχαν αναπτυχθεί οι διακοσμητικές τέχνες και η ταφική αρχιτεκτονική αλλά μνημειακή τέχνη με την ...
Κεντητική τέχνη 7 Δεκεμβρίου 2011 Ακόμα και η κοσμική ζωή στη μεσαιωνική Ρωσία αντέγραψε τον καθημερινό βίο των ανδρικών και γυναικείων μοναστηριών και για το λόγο αυτό ιδιαίτερα οι γυναίκες περνούσαν μεγάλο μέρος της ζωής τους κλεισμένες στο οικογενειακό περιβάλλον. Κύρια απασχόληση τους ήταν η χειροτεχνία, πράγμα που εθεωρείτο και η κύρια αρετή τους. Το κέντημα ομόρφαινε τα αντικ...