Έκθεση της Όπυ Ζούνη, με τίτλο “Η τελευταία πινελιά-Το εργαστήρι της Όπυ Ζούνη»”, παρουσιάζει το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, από 6 έως 27 Ιουλίου 2012, στους Δελφούς. Στην έκθεση θα παρουσιαστούν 26 έργα της αξέχαστης Ζωγράφου Όπυ Ζούνη, η οποία πέθανε από καρκίνο το 2008, εκ των οποίων τα 21 έργα είναι της τελευταίας της δουλειάς, που δεν έχουν ξανά παρουσιαστεί. Την επιμέλεια της παρουσίασης, έχουν ο σύζυγός της Αλέκος και τα παιδιά της. Σύμβουλος στην έκθεση θα είναι η ιστορικός τέχνης και μουσειολόγος Κατερίνα Κοσκινά.
Η Όπυ Ζούνη, η σημαντικότερη ίσως εκπρόσωπος της «καθαρής» γεωμετρικής τέχνης στην Ελλάδα, κατάφερε να συνδυάσει με ένα μοναδικό τρόπο τη γεωμετρία με την ποίηση, οι οποίες συνυπάρχουν, συνδιαλέγονται, κάποιες φορές συγκρούονται στα έργα της. Σ’ αυτά τα έργα κυριαρχεί το φως αλλά και η σκιά. «Χωρίς φως δεν υπάρχει χρώμα, χωρίς φως δεν υπάρχει σκιά… και αν δεν καταλαβαίνεις τη δομή του ασπρόμαυρου δεν στήνεις εύκολα την σύνθεσή σου», έλεγε η ίδια. Στα έργα της όμως, συνυπάρχουν και άλλες έννοιες όπως το κενό και το πλήρες, το πραγματικό και το φανταστικό, η προοπτική και η επιπεδότητα.
Η Οπυ Ζούνη έγραψε την ιστορία της στην ελληνική τέχνη. Γεννημένη στο Κάϊρο το 1941, εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα από το 1963, όπου συνέχισε στη Σχολή Καλών Τεχνών τις σπουδές που είχε ολοκληρώσει σε πρώτη φάση στην Αίγυπτο. Από την δεκαετία του ’70 αναγνωρίζεται ως μια καλλιτέχνις της γεωμετρικής αφαίρεσης, ενώ από την δεκαετία του ’90 μπολιάζει τη δουλειά της και με μια εξπρεσιονιστική συνύπαρξη, όπως έλεγε η ίδια.
Στα τέλη του 2008 διακόπτεται το νήμα της ζωής της αφήνοντας πίσω της ένα πλούσιο έργο μοιρασμένο σε μουσεία, δημόσιους χώρους και ιδιωτικές συλλογές. Ένα απάνθισμα από τα πιο πρόσφατα έργα της δουλεμένα μέσα στο 2008 -«τελευταία πινελιά»- συμπληρωμένα με ελάχιστα προγενέστερα, παρουσιάζονται σ’ αυτή την έκθεση, σαν μια πρόταση ορισμού της καλλιτεχνικής της δημιουργίας.
…………………………………………………………
«Τα τελευταία χρόνια έχω τολμήσει στην απεικόνιση του χώρου, τομές που ούτε εγώ προγενέστερα είχα φανταστεί», έγραφε η ίδια η Όπυ Ζούνη, αναφορικά με την πιο πρόσφατη δουλειά της. «Εκεί βρίσκεται και η γοητεία της έρευνας στην τέχνη. Εάν σ’ αυτές διακρίνεται η δική σου ταυτότητα, τότε όσο πληθαίνει το λεξιλόγιό σου, είτε αυτό είναι νέα μέσα έκφρασης είτε άλλες τεχνικές, γεννιέται πάντα το έναυσμα για κάτι άλλο. Χρησιμοποιώ την προοπτική ελεύθερα, όπως και τη συμμετρία. Δεν είναι αυτοσκοπός, ίσα-ίσα είναι το κλειδί, η ιδέα για κάτι άλλο… Όταν ο επισκέπτης σου λέει «η τέχνη με βοηθά να ζήσω», είτε είναι νέος είτε είναι τρίτης ηλικίας, σου δίνει την κινητήρια δύναμη για να δουλεύεις, να προχωρήσεις τον εαυτό σου… Απώτερος σκοπός κάθε καλλιτέχνη είναι η επικοινωνία με το κοινό και κάθε μουσείο καλείται με τη σειρά του να συνδράμει στην ολοκλήρωση αυτής της επικοινωνίας».
«Αν συλλογιστώ το έργο της Όπυς Ζούνη αντιλαμβάνομαι, πράγματι, ότι αυτό το αίσθημα της άνετης επικοινωνίας, της διαισθητικής όσμωσης ανάμεσα σε ένα εξαιρετικά αυστηρό δομικό δεδομένο και ένα κλίμα καθολικής ευαισθησίας, ελεύθερο και σε πλήρη άνθηση, καθιστά το έργο της πολύ οικείο για το κοινό. Αυτή η ανάγκη τάξης μέσα στη γαλήνη είναι αυτό που αποτελεί, σε τελευταία ανάλυση, το κύριο πλεονέκτημα για εκείνους που θεωρούν το οπτικό γεγονός ως μια καθεαυτό πληρότητα και όχι ως μια ανοιχτή πόρτα σε όλες τις τυχαίες αποκλίσεις. Αυτός ο πλούτος των συγκινήσεων που υποδηλώνεται ή μεταδίδεται μέσα από το κενό των δομών, μου φαίνεται η πιο συγκινητική, η πιο σαγηνευτική υπαρξιακή διάσταση και, χωρίς άλλο, η πιο αληθινή της καλλιτέχνιδας…» έγραφε σε παλιότερο σημείωμα του ο μεγάλος θεωρητικός της τέχνης Pierre Restany.
«Με την πάροδο των χρόνων, το έργο της Όπυς Ζούνη, ολοκληρωμένο πλέον, επιβεβαιώνει τη θέση που δικαιωματικά του αναλογεί στους διεθνείς κόλπους της γεωμετρικής αφαίρεσης και της οp art. Κι’ όμως αυτό το λιτό και αυστηρό έργο, παρά τα φαινόμενα, δεν ανήκει αποκλειστικά ούτε στην οπτική τέχνη ούτε στη γεωμετρική αφαίρεση.
Από τα πρώτα ακόμη παραστατικά της έργα της δεκαετίας του ‘60, η Όπυ Ζούνη εκφράστηκε λιτά και σχηματικά, παρόλο που τα θέματα της ήταν κυρίως τοπιογραφίες. Ήδη από αυτήν την εποχή άφησε να εννοηθεί ότι οι εικόνες που έβλεπε κωδικοποιούνταν στα έργα της σε γεωμετρικά σχήματα. Αυτό μπορεί εν μέρει να οφείλεται στο γεγονός ότι οι χώρες που την επηρέασαν σημαντικά, η γενέτειρα Αίγυπτος και η πατρίδα Ελλάδα, παρά τις διαφορές τους, στήριξαν για μεγάλες περιόδους κατά την αρχαιότητα την πολιτισμική τους έκφραση, τόσο τεχνολογικά και καλλιτεχνικά, μέσα από την αρχιτεκτονική και τις καλές τέχνες, όσο και θεωρητικά, μέσα από τη φιλοσοφία και τη σκέψη, σε μια στέρεα, σχεδόν γεωμετρική δομή.
Η Όπυ Ζούνη είχε την ευκαιρία να επιλέξει ανάμεσα στις τάσεις και τα κινήματα της εποχής της αυτήν που θα την εξέφραζε περισσότερο, πέρα από καταβολές και αναφορές, λόγω των δυνατοτήτων που της παρείχε η παιδεία και η οικογενειακή της κατάσταση. Αναφερόμαστε δε σε αυτό για να τονίσουμε τη συνειδητή επιλογή του τρόπου έκφρασης που θα υιοθετούσε από νωρίς και θα υπηρετούσε σταθερά καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής της. Από το 1972 γίνεται ξεκάθαρη η «στρατολόγησή» της στο χώρο της γεωμετρικής τέχνης. Οι συνθέσεις της είναι από εδώ και εμπρός όχι μόνο αυστηρές και γεωμετρικές, αλλά και αφαιρετικές. Τα θέματά της εξακολουθούν ενδεχομένως να είναι τοπιογραφίες ή αρχιτεκτονικοί χώροι, τους λείπει όμως κάθε ανεκδοτολογικό, περιττό κατά την ίδια, στοιχείο, που θα πρόδιδε την ταυτότητά τους. Είναι προφανές ότι αυτό που την ενδιαφέρει είναι η σύνθεση, η δομή, η απόδοση του όγκου στη δισδιάστατη επιφάνεια, η επιμήκυνση του χώρου και οι χρωματικές αξίες. Αυτές βασίζονται πρωτίστως στην αντίθεση μαύρου και άσπρου και στη σχέση αυτών με τα χρώματα. Πρόκειται αρχικά για πλακάτες ζωγραφισμένες επιφάνειες και κολλάζ. Στο έργο αυτής της περιόδου φόρμα και χρώμα συχνά ταυτίζονται. Ο χώρος αποδιδόμενος με την προοπτική γίνεται ζωγραφικός. Αλλά και η ζωγραφική της γίνεται, κατ’ αντιστροφή, χώρος. Η οφθαλμαπάτη είναι η συνήθης οπτική, αλλά και νοητική άσκηση που επιφυλάσσει η καλλιτέχνις στους θεατές των έργων της. Η άσκηση αυτή, που τους προκαλεί συχνά και χωρικό αποπροσανατολισμό, μοιάζει με διαδραστικό παιχνίδι, ενίοτε με τη συμμετοχή και του περιβάλλοντα χώρου, όπως στις περιπτώσεις χρήσης καθρέπτη. Ένα άλλο ειδοποιό χαρακτηριστικό του έργου της είναι η τακτική και ρυθμική κατάτμηση της επιφάνειας κυρίως με οριζόντιες γραμμές, άλλοτε σε συμμετρική διάταξη και άλλοτε σε πυκνώσεις που υπογραμμίζουν τη χρήση της προοπτικής.
Τα τελευταία χρόνια ο αυστηρός χαρακτήρας των έργων της «διαταράχθηκε» από την παρεμβολή ακαθόριστων μορφολογικά χρωματικών στοιχείων, που αντιπαραβάλλονται στη σαφήνεια των γεωμετρικών σχημάτων των έργων της. Είναι σαφές ότι από τη δεκαετία του ’90 τα έργα της Όπυ Ζούνη ακροβατούν ηθελημένα μεταξύ δύο κόσμων. Ο ορθολογισμός που αποπνέουν δεν αποκλείει την πρόκληση συναισθηματικών φορτίσεων. Η Όπυ Ζούνη είναι μια γυναίκα καλλιτέχνις. Τα έργα της αντανακλούν όχι μόνο τη σκέψη της, αλλά και το συναίσθημά της. Η ίδια αγαπούσε τον κόσμο, τη φύση. Η αυστηρή λογική της φόρμας προέκυπτε γι’ αυτήν φυσικά από τον πραγματικό, τον εξωτερικό κόσμο. Τη «συμπλήρωσε» με τη ζεστασιά και τη φωτεινότητα του χρώματος, που πηγάζουν από τον εσωτερικό, ψυχικό κόσμο της δημιουργού και που παραπέμπουν, ακαθόριστα, σε κάτι που θυμίζει την ελεύθερη ιμπρεσιονιστική χρωματική πανδαισία ή την εξπρεσιονιστική χειρονομιακή αποτύπωση ενός έντονου συναισθήματος.. Αυτή η διπλή ταυτότητα προσέδωσε στο έργο της δυνατότητες για δύσκολους συνδυασμούς συνθετικούς, αισθητικούς αλλά και συναισθηματικούς, που αντί να προδίδουν, εμπλουτίζουν την πολύχρονη έρευνά της» γράφει για την Όπυ Ζούνη, η ιστορικός της τέχνης Κατερίνα Κοσκινά.




