Εκκλησία, νέες αντιλήψεις και νέες τεχνολογίες

10 Οκτωβρίου 2012

ΕΚΚΛΗΣΙΑ, νέες αντιλήψεις και νέες τεχνολογίες[i]

Μακαριώτατε,

Σεβασμιώτατοι άγιοι αδελφοί,

Δεν μπορώ να μην αρχίσω με την έκφραση των ειλικρινών μου ευχαριστιών για την τιμή και την εμπιστοσύνη αυτής της ομιλίας, μάλιστα σε μια περίοδο που η ακριβής αποτίμηση της πραγματικότητος μέσα στην οποία έκτυλίσσεται η εκκλησιαστική αποστολή, ενώ είναι μεγίστης σημασίας, είναι εξαιρετικά δύσκολη. Οι καινοφανείς αντιλήψεις, τα σύγχρονα κοινωνικά και φιλοσοφικά ρεύματα, τα μέσα διάδοσής τους, ανατρέπουν παγκόσμιες διαχρονικές σταθερές, εναλλάσσονται με εκπληκτική ταχύτητα, χαρακτηρίζονται από πολυπαραμετρικότητα και φυσικά αιφνιδιάζουν και τον οργανισμό της Εκκλησίας ως προς τον τρόπο κατάθεσης της μαρτυρίας της.

Θα ήθελα να ξεκινήσω με έναν σαφή προσδιορισμό του θέματός μου. Αρχικά ο τίτλος ήταν «Εκκλησία και νέες τεχνολογίες». Επειδή όμως προσωπικά δεν πίστευα ότι το πρόβλημά μας είναι οι νέες τεχνολογίες, η χρήση τους από πλευράς Εκκλησίας η και η αξιοποίησή τους, πρότεινα τη διεύρυνσή του με την εισαγωγή του όρου «νέες αντιλήψεις», προκειμένου να διευκολυνθούμε στην κατά το δυνατόν καλύτερη ανατομική περιγραφή του νέου πλαισίου ζωής που διαμορφώνεται γύρω μας και να προσδιορίσουμε μερικά αναγκαία στοιχεία για την αποτελεσματικότερη κατάθεση της εκκλησιαστικής μαρτυρίας και ζωής.

Το πλαίσιο αυτό έχει δύο επίπεδα: Το πρώτο σχετίζεται με τη συμπτωματολογία και τα συγκεκριμένα προβλήματα που μας κάνουν να συνειδητοποιούμε δυσκολίες και αλλαγές. Το δεύτερο αποτελεί το ουσιαστικό περιεχόμενο αυτού που ονομάζεται νέες αντιλήψεις και νοοτροπίες και το οποίο έχει προκληθεί από μακροχρόνιους μηχανισμούς, ενδεχομένως προσχεδιασμένους, που έχουν όμως να κάνουν με την ίδια την ανθρώπινη φύση και τον πτωτικό χαρακτήρα της. Είναι σαφές ότι «ο κοσμοκράτωρ του αιώνος τούτου» αλλάζει όψεις και είναι απαραίτητο να τις εντοπίζουμε ως Εκκλησία. Στην παρούσα ομιλία θα ασχοληθούμε κυρίως με αυτό το δεύτερο στοιχείο.

Α. Υπόβαθρο και αίτια των νέων αντιλήψεων

Νέες αντιλήψεις, νέα ήθη, νέες τεχνολογίες, ένας νέος πλέον κόσμος διαμορφώνεται γύρω μας. Στην επεξεργασία του θέματός μας, εφόσον χρησιμοποιούμε τη λέξη «νέες», θεωρώ πως θα πρέπει να έχουμε μπροστά μας νέους φοιτητικής και κάτω ηλικίας, που βομβαρδίζονται με ερεθίσματα και προκλήσεις, τέτοια που διαμορφώνουν τον σύγχρονο άνθρωπο. Το σύστημα των κοινωνικών αντιλήψεων, η εποχή, η τηλεόραση, η παιδεία, ο διαδικτυακός κόσμος, εκφράζουν ιδέες, στόχους, επιλογές που επηρεάζουν, αλλά και εν πολλοίς δίνουν σχήμα και μορφή στο σύγχρονο πρότυπο ανθρώπου.

Πάντοτε το κακό εκφραζόταν μέσα από μία τάση έλξης προς την καλοπέραση, την ευμάρεια, την ύλη, το συμφέρον, τη σάρκα, το εγώ. Ο ευδαιμονισμός, ο υλισμός, η σαρκολατρεία, η αμφισβήτηση των αρχών, το γκρέμισμα των προτύπων, ο μηδενισμός και φυσικά ο εγωισμός αποτελούν τον αιώνιο επηρεασμό και τον συνεχή πειρασμό της ανθρώπινης φύσης.

Η εποχή μας όμως είτε έχει καίρια αλλάξει διαχρονικές έννοιες και όρους είτε έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα, που ουσιαστικά διαμορφώνουν πλέον νέες αντιλήψεις, συμπεριφορές, προσεγγίσεις κλπ.  Ας δούμε μερικά από αυτά.

(α) Οι κοινωνίες μας τα τελευταία χρόνια άλλαξαν τα μεγέθη του πλούτου και τους αριθμούς των πλουσίων και κατέστησαν την ευμάρεια κυρίαρχο στόχο και επιδίωξη ζωής. Η αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της γης, σε συνδυασμό με τη γενικότερη πρόοδο της ζωής και την εκρηκτική αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, οδήγησε στη βιομηχανοποίηση και εταιρικοποίηση της κατανομής των αγαθών. Αυτό έδωσε άλλη διάσταση στις έννοιες του συμφέροντος και του πλούτου. Η απόκτηση πλούτου έγινε πιο εύκολη, η απόλαυσή του δυνατή σε όλο και μεγαλύτερους πληθυσμούς, σε όλο και περισσότερες μορφές και ποικιλίες. Πολυτελή σκάφη, χλιδάτα ξενοδοχεία, εύκολα ταξείδια σε ονειρεμένους κόσμους, εξωφρενικές ποικιλίες των προϊόντων, διαφημιστική βιομηχανία αυξάνουν την όρεξη, προκαλούν τη σύγκριση, μετατοπίζουν την επιθυμία από το αναγκαίο στο εντελώς περιττό, καθιστούν την πολυτέλεια και τη χλιδή αυτονόητες, μεταλλάσσουν τη φιλοσοφία των αξιών σε διεκδίκηση υλικών αγαθών, αναδεικνύουν σε στόχο ζωής την εφημερότητα –το εδώ και τώρα- και επιπεδοποιούν τον άνθρωπο σε έναν κόσμο όπου η πραγματικότητα αντικαθίσταται από το ψέμα και η αλήθεια από χιλιάδες πράγματα που όλα μαγεύουν, αλλά κανένα δεν αξίζει. Ο Δυτικός άνθρωπος ζει μόνον για το σήμερα και για τον εαυτό του, γι’ αυτά που βλέπει και για τα λίγα που κατανοεί, ως υλική και βιολογική οντότητα με ναρκωμένη την ψυχή και νεκρωμένο το πνεύμα.

(β) Η εξέλιξη των μέσων μαζικής μεταφοράς και επικοινωνίας (τηλέφωνο, τηλεόραση, διαδίκτυο, smartphones, blogs, videocasts, fora, wikis, Skype, συσκευές ευρύτατης ψηφιοποίησης και τελευταία τα εργαλεία ηλεκτρονικής κοινωνικής δικτύωσης όπως το facebook και το twitter, το myspace και το linkedin) δημιούργησαν μία παγκόσμια κοινωνία που φτωχεύει σε αμεσότητα, στερείται την ιδιωτικότητα, σκλαβώνει σε εξαρτήσεις, στηρίζεται σε τηλεγνωριμίες, και χαρακτηρίζεται από περιχώρηση νοοτροπιών, ισοπέδωση ιδιομορφιών και σχετικοποίηση των αξιών, και ως εκ τούτου η αναζήτηση της αλήθειας υποκαθίσταται ως αξία από την ανάγκη να συνυπάρξουμε, να τα βρούμε, να συμφωνήσουμε, να διαλεχθούμε∙ όχι να την ομολογήσουμε.

(γ) Το αγαθό της απόκτησης γνώσεως έχει κυριαρχήσει. Τα ποσοστά των σπουδαγμένων έχουν αυξηθεί. Το ίδιο τα Πανεπιστήμια, τα βιβλία, οι Ακαδημίες. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: το πρώτο ότι περισσεύει η φυσίωση και το αίσθημα της αυταρκείας και το δεύτερο ότι πλεονάζει ο κίνδυνος να ποδηγετούνται οι μάζες και να κατευθύνονται μέσα από συγκεριμένους εκπαιδευτικούς μηχανισμούς και προγράμματα. Το σχολείο όμως δεν έχει πλέον την έννοια που γνωρίζαμε. Από χώρος που κατά κύριο λόγο ασκεί αγωγή, καλλιεργεί τη σοφία, εμβαθύνει στον πολιτισμό, τον συντηρεί και παράγει νέον έχει εξελιχθεί σε ένα μηχανισμό παραγωγής και μετάδοσης πληροφοριών, που μάλιστα λόγω του όγκου τους μόνον μηχανές μπορούν να τις αποθηκεύσουν, αναλύσουν η και συνθέσουν. Η γνώση επειδή απαιτεί κρίση, προσωπική μετοχή στη σύνθεση και ελευθερία έχει εκφυλισθεί σε δεξιότητα συλλογής επί μέρους πληροφοριών και εξειδίκευσης στη χρήση εργαλείων πρόσβασης σε αυτές. Η αναζήτηση πληροφοριών στον ωκεανό του διαδικτύου ονομάζεται surfing, που σημαίνει περπατώ πάνω στα κύματα, δηλαδή δεν βουλιάζω στον βυθό της αλήθειας, επιπλέω στην επιφάνεια, ακουμπάω τα επιφαινόμενά της. Ο άνθρωπος ως προς τις δυνατότητες γίνεται αβαθής, ενώ διαθέτει απίστευτες γνώσεις∙ οι έξυπνοι που όμως αδυνατούν εντελώς να διαχειρισθούν την καθημερινότητά τους περισσεύουν επικίνδυνα. Τα αποθέματα σοφίας έχουν πλέον εξαφανισθεί.

(δ) Η πρόοδος της ιατρικής και των βιολογικών επιστημών έχει θεαματικά αποτελέσματα στον τομέα της Οι θάνατοι από λοιμώξεις έχουν περιορισθεί εντυπωσιακά, η διαγνωστική ιατρική βλέπει στις εσώτερες γωνιές του ανθρώπινου σώματος, διεισδύει στους κυτταρικούς μηχανισμούς, η επεμβατική ιατρική έχει επινοήσει ιδιοφυή θεραπευτικά σχήματα που συχνά κάνουν τον θάνατο δυσκολότερη διαδικασία από την επιβίωση. Ο μέσος όρος επιβίωσης εκτινάχθηκε σε απίστευτα ύψη. Ήδη στην Ελλάδα σήμερα ζουν περίπου 1700 υπεραιωνόβιοι και 36.000 συνάνθρωποί μας διανύουν την δέκατη δεκαετία της ζωής τους, υπολογίζεται δε ότι το 25% αυτών που γεννιούνται σήμερα θα φθάσουν στην ηλικία των 100 ετών[ii]. Το ίδιο και η ποιότητα ζωής φαίνεται πως έχει σημαντικά βελτιωθεί. Τα Κέντρα Αποκατάστασης και η φαρμακευτική θεραπευτική κάνουν θαύματα. Αυτά όλα απομακρύνουν τους ανθρώπους από τη σκέψη του θανάτου τους και υπερτονίζουν την αξία και την ανάγκη της βιολογικής τους συντήρησης και ευεξίας. Η αίσθηση ότι με την ιατρική πετυχαίνουμε πολύ περισσότερα από ο,τι με τις προσευχές και τα ευχέλαια οδηγεί στη λογική μιας ανθρώπινης δύναμης μεγαλύτερης από αυτήν του «δήθεν» παντοδύναμου Θεού. Μάλλον ένας τύπος θεού-ανθρώπου, χωρίς όμως τα γνωστά θεϊκά και ηθικά ιδιώματα, έχει βγάλει έξω και από το περιθώριο τον όποιον άλλον Θεό.

Αλλά και ο υπερτονισμός της εφήμερης ζωής -και ως προς τη διάρκεια και ως προς την ποιότητα- έστω και αν οι ψυχικές παθήσεις η οι ασθένειες του γήρατος, όπως η άνοια, η ακόμη και καινοφανείς ιατρογενείς καταστάσεις που παρατείνουν μεν την διάρκεια της επιβίωσης, αλλά συντρίβουν την ποιότητα της ζωής (χρόνιες φυτικές καταστάσεις, συνέπειες και παρενέργειες χημειοθεραπευτικών σχημάτων κλπ.), αυτός ο υπερτονισμός αποδυναμώνει κάθε έννοια αιωνιότητος και συνεπώς αντιμάχεται την μετά θάνατον προοπτική της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο άνθρωπος έχει διογκωθεί ως προς την εφήμερη χρονική και βιολογική του διάσταση και έχει απίστευτα συρρικνωθεί ως προς την πνευματική.

(ε) Όλα αυτά οφείλονται ασφαλώς στην εκρηκτική πρόοδο της επιστήμης. Αυτή οδήγησε σε εντυπωσιακή αύξηση της γνώσης και φυσικά σε θαυμαστές εφαρμογές. Ήδη το σύμπαν που θεωρείτο άπειρο και ακατανόητο πλέον ερμηνεύεται και φαίνεται πως γίνεται όλο και λιγότερο μυστήριο. Το ίδιο και η ύλη. Το πρόσφατο πείραμα του CERN έδειξε όμως πόσο εύκολα οι επιστήμονες ξεγελιούνται και πόσο συχνά οι έξυπνοι αποδεικνύονται αφελείς. Όλα αυτά μόνο και μόνο επειδή φαίνεται πως κάπως εξηγήθηκε η παρουσία της μάζας στο σύμπαν (πεδίο του μποζονίου higgs) η βρέθηκε μια θεωρία να ερμηνεύει την αρχή του (big bang), μάλιστα από κάποιον καθολικό μοναχό, τον Lemaitre. Τα πράγματα είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα στο πεδίο του κυττάρου και της ζωής και ακόμη περισσότερο στον χώρο των Νευροεπιστημών. Εδώ ο στόχος είναι να αποδείξουμε τη νομοτελειακότητα της σκέψης, την κατάργηση του αυτεξουσίου, τη μηχανοποίηση του ανθρώπου. Πομπώδεις όροι όπως «αποκωδικοποίηση» του ανθρώπινου γονιδιώματος η «αυτόματη γένεση, δημιουργία ζωής και ύλης», η «θεωρία των πάντων» ή μεταφυσικοί όροι όπως «μαγικός αριθμός» ή «μυστική συμμετρία» ή «strange quark» ή «σωμάτιο του Θεού» ή «αιωνιότητα του σύμπαντος» εύκολα ρίχνονται στο λεξιλόγιο των επιστημονικών μεγεθών και θεωριών και αποδεικνύουν τη διάθεση κάποιων επιστημόνων, μπερδεύοντας τα προσωπικά τους πιστεύω με τα επιστημονικά συμπεράσματα, να παραπλανήσουν τον κόσμο, και φυσικά την αφέλεια του κοινού να ανταλλάσσει τους θησαυρούς της ιστορίας του, τα εσωτερικά πιστεύματά του που γέννησαν πολιτισμό, με τα ξυλοκέρατα ενός κράματος επιστημονικής αληθοφάνειας, προσωπικής επιπολαιότητος και ανόητης αλαζονείας, που καταστρέφουν κάθε στοιχείο ιερότητος στον ίδιο τον άνθρωπο και τον κόσμο μας. «Πάσα επιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης και της άλλης αρετής πανουργία τις και ου σοφία φαίνεται»[iii].

(στ) Η επιστημονική γνώση οδήγησε και σε εφαρμογές που χαρακτηρίζονται ως τεχνολογία. Πάντοτε στην ιστορία βλέπουμε τον άνθρωπο να παρεμβαίνει στο έργο της φύσης και να δημιουργεί. Αυτό όμως που συμβαίνει τις τελευταίες δεκαετίες αποτελεί πραγματική επανάσταση. Ποιός φανταζόταν ότι κάποτε με τα τηλεσκόπιά μας θα μπορούσαμε να πλησιάσουμε τις εσχατιές του σύμπαντος και να αντικρύσουμε τις πρώτες στιγμές της ζωής του; Ήδη τηλεκατευθυνόμενο διαστημόπλοιο[iv] προσεδαφίσθηκε στον Άρη και άλλο οδεύει έξω από το ηλιακό μας σύστημα[v]. Σήμερα υπάρχουν κάποια εκατομμύρια ανθρώπων που ζουν με όργανα ζωντανών η και νεκρών συναθρώπων τους, από δε το 1978 έχει διαχωρισθεί η σύλληψη από τη συζυγική συνεύρεση και σήμερα ζουν περισσότερα από 5 εκατομμύρια άνθρωποι ανάμεσά μας που ξεκίνησαν την πορεία τους ασεξουαλικά[vi]. Αλλά και οι γενετικές παρεμβάσεις, οι γονιδιακές θεραπείες, ενδεχομένως η βλαστοκυτταρική η κλωνοποιητική τεχνολογία, συνδυασμένα με την u964 τεχνολογία υλικών, τη νανοτεχνολογία και φυσικά την πληροφορική, γεννούν ένα αίσθημα ανθρώπινης επιτυχίας, τέτοιου μεγέθους που μόνον στον Θεό ως τώρα αποδιδόταν.

(ζ) Στο σημείο αυτό θεωρώ ότι θα έπρεπε να κάνω και μία αναφορά στην αποδυνάμωση της αίσθησης του φύλου που απεργάσθηκε η εποχή μας. Η μητρότητα, η συζυγική πίστη, η παρθενική καθαρότητα, η ταπείνωση και σεμνότητα, η αφοσίωση, έννοιες ιερές που διαχρονικά χαρακτηρίζουν τη γυναικεία φύση έχουν καίρια τραυματισθεί από τα σύγχρονα κοινωνικά ήθη. Με το πρόσχημα του φεμινιστικού κινήματος, της προστασίας των δικαιωμάτων των γυναικών, της ισότητος των φύλων, η γυναίκα βγήκε από το σπίτι στην εργασία, εγκατέλειψε τη λογική της μητρότητος και άρχισε να μιμείται ανδρικούς όρους ζωής, κατήντησε ελκυστική διαφήμιση, η ομορφιά της θηλυκότητος έδωσε τη θέση της στην πρόκληση της σεξουαλικότητος, το κάλλος στην αλόγιστη απογύμνωση του σώματος, η γυναικεία αμφίεση παραδόθηκε στις αχόρταγες επιθυμίες σχεδιαστών αποκλειστικά του ανδρικού κόσμου, με αποτέλεσμα την αποϊεροποίηση της γυναικείας φύσεως. Παράλληλα, αναπτύχθηκε και μία τάση εκθήλυνσης του ανδρικού φύλου (αρώματα, μακρυά μαλλιά, ψηλοτάκουνα παπούτσια, βάψιμο μαλλιών, σκουλαρίκια κλπ), προωθήθηκε μια unisex αμφίεση και συμπεριφορά και έτσι άνοιξε ο δρόμος προς μια προκλητική κοινωνική ανεκτικότητα απέναντι σε μια λογική κατά την οποία ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν καθορίζεται από το φύλο, την ανατομία και τη φυσιολογία του σώματος, αλλά είναι αποτέλεσμα προσωπικής επιλογής.

(η) Θα κλείσω με τη θεοποίηση της δημοκρατίας. Ονομάσθηκε το καλύτερο πολιτικό σύστημα. Ο ίδιος ο λαός να επιλέγει τους κυβερνήτες του, να επιβάλλει τη θέλησή του στη διαχείριση των θεμάτων και προβλημάτων του. Καταργήθηκε το «ελέω Θεού». Η ελευθερία ταυτίσθηκε με τη διεκδίκηση του θελήματος και των ατομικών δικαιωμάτων, με την απόλυτη ανάληψη της ευθύνης. Τελικά όμως, ενώ τα θελήματα και τα δικαιώματα εξάπτονται υπερβολικά, καταπατούνται όσο ποτέ άλλοτε∙ ενώ μιλούμε για ελευθερία, τα ίδια τα επιτεύγματά μας, δορυφόροι και κάμερες, κάρτες και τσιπάκια, μας έχουν σκλαβώσει σε άγνωστους μηχανισμούς και άδηλα κέντρα αφόρητης καταγραφικής παρακολούθησης. Η έννοια της δημοκρατίας εξαντλείται στο δικαίωμα της ψήφου και συχνά της επιλογής ανάμεσα σε εντελώς ακατάλληλα και επικίνδυνα πρόσωπα να διαχειρισθούν την ιστορία των λαών και του κόσμου. Τα πολιτικά συστήματα ξεγέλασαν τον κόσμο με τους ψεύτικους θεούς που πρότειναν και σήμερα οδηγούν ιστορικά έθνη και πολιτισμούς οικονομικά μεν στο στόμα των άγνωστων κερδοσκόπων, πνευματικά δε στον μονόδρομο του αφανισμού. Αυτά όλα γεννούν έναν κόσμο με θεριεμένες απαιτήσεις, με συλλογική αγανάκτηση και ανεξέλεγκτο κενό, με αίσθημα θυμού, πανικού και αδιεξόδου. «Συνοχή εθνών εν απορία ηχούσης θαλάσσης και σάλου»[vii].

Νέες αντιλήψεις και Εκκλησία

Σίγουρα, εκτός από αυτούς τους παράγοντες υπάρχουν και άλλοι που ο καθένας τους συνεισφέρει ως συνιστώσα στη διαμόρφωση του σύγχρονου κόσμου που κυριαρχείται από τις λεγόμενες νέες αντιλήψεις. Αντιλήψεις που αγνοούν τον πολιτισμό, αντιμάχονται την ιστορία, προτάσσουν τον εγωισμό, περιορίζουν τον φιλοσοφικό ορίζοντα των προσώπων και των κοινωνιών, αλλοιώνουν ιερές έννοιες όπως ο πατριωτισμός και τις ονομάζουν ρατσισμό η εθνικισμό,αντιλήψεις που με τη μία η την άλλη μορφή έκαναν δειλά την εμφάνισή τους στην ιστορία, σήμερα όμως η παρουσία τους έχει χαρακτηριστικά γενικευμένης κυριαρχίας και ισχύ όχι απλής απόψεως η θεωρίας αλλά δογματικής εμβελείας. Ας δούμε λοιπόν πως παρουσιάζονται στην εποχή μας κάποιες από αυτές τις αντιλήψεις, που μάλιστα επηρεάζουν την εκκλησιαστική μαρτυρία.

(α) Οι περί της ύλης και του ανθρώπου αντιλήψεις

Όλα όσα προαναφέραμε οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η δύναμη του ανθρώπου, κυρίως η διανοητική είναι τεράστια. Ποτέ δεν είχε εκφρασθεί η έκτασή της όσο στην εποχή μας. Με την πρόοδο της επιστήμης μπορούμε να ερμηνεύσουμε και να κατανοήσουμε σχεδόν τα πάντα. Με την εξέλιξη της τεχνολογίας μπορούμε να κατορθώσουμε ασύλληπτα πράγματα. Αυτά δημιουργούν ένα αίσθημα αλαζονικής αυτάρκειας, εγωπαθούς ανθρωποκεντρισμού και μυωπικού και αφιλοσόφητου υλισμού. Συρρικνώνουν τον άνθρωπο χρονικά στο παρόν και την επικαιρότητά του, και η αξία του πνεύματός του έγκειται μόνον στη δυνατότητα ερμηνείας και αξιοποίησης του υλικού, του αισθητού και ορατού κόσμου.Η απολυτοποίηση της πραγματικότητος έπνιξε την αναζήτηση της αλήθειας. Ξεπερνούμε την ταχύτητα του ήχου, διασπούμε τη δύναμη του ατόμου, υπερνικούμε τη δράση της βαρύτητας, διαφεύγουμε από την ατμόσφαιρα στο διάστημα, συντρίψαμε ψηφιακά τα όρια της σκέψης, επιθυμούμε να δούμε πριν από την αρχή και να δρασκελίσουμε το άπειρο, όλο όμως και βυθιζόμαστε στο βαρυτικό πεδίο της φιλοσοφικής μυωπίας μας. Γονιμοποιούμε πλέον έξω από το σώμα, μεταμοσχεύουμε όργανα, παρεμβαίνουμε στις ψυχικές εκδηλώσεις, θεραπεύουμε σχεδόν τα πάντα. Επιβάλλουμε εμείς την ανθρώπινη αρχή τεχνολογώντας τη γονιμοποίηση, τη σύλληψη ή προσδιορίζοντας τα χαρακτηριστικά της ευγονικά. Απομακρύνουμε τον θάνατο η τον αποφασίζουμε ευθανασιακά. Δημιουργούμε ηθική, δεοντολογία και νόμους που διευκολύνουν και επιβάλλουν τις δικές μας αποφάσεις. Συγκεντρώνουμε ασύλληπτο όγκο πληροφοριών. Αξιοποιούμε τον νανο-κόσμο και εκεί που τίποτα δεν διακρίνεται αντικρύζουμε νέες δυνατότητες να παρέμβουμε τεχνολογικά στην καθημερινότητά μας. Λύνουμε τα προβλήματά μας με το χρήμα και τη δύναμη. Κάνουμε ο,τι θέλουμε. Τελικά βλέπουμε περισσότερο την ομορφιά του υλικού κόσμου σαν κάτι ενυπάρχον ως ιδίωμά του και ακόμη περισσότερο τη δύναμη του ανθρώπου, όπως την περιγράψαμε προηγουμένως. Και προχωρούμε ένα ακόμη βήμα. Μεθυσμένοι από το κατόρθωμα της τεχνολόγησης του κόσμου χάσαμε το ενδιαφέρον του Ποιος και του πώς της δημιουργίας του. Η δόξα της ανθρώπινης επιτυχίας εκμηδένισε τη δόξα του Θεού δημιουργού. Για κάποιον λόγο οι άνθρωποι της εποχής μας επιθυμούν να δημιουργήσουν αυτόματη ζωή, να ερμηνεύσουν τις σύγχρονες εξελικτικές θεωρίες της ζωής έτσι ώστε να καταδεικνύεται η ζωώδης προέλευση του ανθρώπου. Αμφισβητούν την καταξιωμένη από την κοσμολογία «ανθρωπική αρχή», ότι δηλαδή οι τιμές των παγκοσμίων σταθερών είναι τέτοιες ώστε υποχρεωτικά να οδηγούν στην εμφάνιση και στη ζωή του ανθρώπου στη γη[i], η θέλουν την ύπαρξη άλλων όντων στο σύμπαν όχι για να επικοινωνούν μαζί τους -αυτό δεν μπορεί να γίνει-αλλά προκειμένου να καταρριφθεί η μοναδικότητα του ανθρώπου. Προτιμούν να διακηρύσσουν ότι ο υλικός κόσμος, το σύμπαν, είναι αποτέλεσμα τύχης, προέκυψε δηλαδή εκ του μηδενός χωρίς θεϊκή παρέμβαση η ότι είμαστε μία «ανακατανομή του τίποτα»[ii], δηλαδή όντα που προέκυψαν τυχαία από το μπέρδεμα του τίποτα με τον εαυτό του (!), παρά να ομολογήσουν ότι είμαστε θεόπλαστοι, μάλιστα «κατ’ εικόνα και ομοίωσιν Θεού». Προβάλλεται έτσι μία ανθρωπολογία εξωφρενική μόνο και μόνο για να διώξει στο περιθώριο το μεγαλείο του «εν τιμή όντος ανθρώπου». Προτιμάται η υλικότητα η η τυχαιότητα, η εφημερότητα και η ζωικότητα της ανθρώπινης φύσης, προκειμένου να ανατραπεί η θεϊκή της προέλευση. Ένας άνθρωπος δυνατός σαν δεινόσαυρος, με παρελθόν πιθήκου,με προέλευση αμοιβάδας, με προοπτική το μηδέν, θνητός θεός ο ίδιος, χωρίς το μυστήριο του αιώνιου Θεού μέσα του η την παρουσία Του γύρω του∙ «άνθρωπος εν τιμή ων ου συνήκε, παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς»![iii]

(β) Οι περί του Θεού αντιλήψεις

Όλα αυτά προφανώς καταργούν τον λόγο και την υποψία του επέκεινα,του έξω από μας, τον κόσμο και τη λογική μας. Δεν υπάρχει η ανάγκη του Θεού. Ούτε η προσδοκία Του. Το ποιος και το πώς, το ποιος δηλαδή είναι ο αληθινός Θεός η το τι είναι, αν είναι δύναμις η έννοια η οντότητα η πρόσωπο η το πώς ενεργεί και το γιατί ενεργεί έτσι, δεν υφίστανται πλέον ούτε ως ερωτήματα.Το μόνο που ακόμη ακούγεται είναι το αν και το πού. Το αν υπάρχει Θεός και το πού είναι, γιατί δεν εμφανίζεται με τρόπους συμβατούς με τη λογική και τις αισθήσεις μας. Και αυτό όχι ως προβληματισμός που οδηγεί σε αναζήτηση, αλλά ως αμφισβήτηση που διακηρύσσει την απόρριψη. Ακόμη και οι πιστοί, όσοι ομολογούμε πίστη, έχουμε μπολιαστεί από ερωτήματα τέτοιας αμφισβήτησης.Όλη αυτή η αντίληψη ξεχύνεται στις μέρες μας μέσα από εκδόσεις που κυκλοφορούν ως best sellers, όπως: «Το τέλος της πίστης» του Σαμ Χάρις[iv], η«Επιστολή σε ένα Χριστιανικό Έθνος» του ιδίου[v], το «Λύνοντας τα μάγια» του Ντάνιελ Ντένετ[vi], «Η περί Θεού αυταπάτη» του Ρίτσαρντ Ντόκινς[vii] και το «Ο Θεός δεν είναι τέλειος» του Κρίστοφερ Χίτσενς[viii] ή από προκλητικές διαφημίσεις όπως αυτή του Ιδρύματος «Giordano Bruno» της Γερμανίας με το μήνυμα σε πινακίδες των λεωφορείων «Δεν υπάρχει, σχεδόν με βεβαιότητα, θεός» η μέσα από ευρείας κλίμακος θεατρικά η κινηματογραφικά έργα χαμηλής ποιότητος και υπερβολικής ασεβείας[ix].Δίπλα σε αυτά ο Francis Collins, επικεφαλής του προγράμματος αποκρυπτογράφησης του ανθρώπινου γονιδιώματος και σημερινός πρόεδρος του Εθνικού Συστήματος Υγείας (NIH) των ΗΠΑ, με το βιβλίο του «Η γλώσσα του Θεού»[x], υποστηρίζει ότι το θέμα του Θεού δεν είναι θέμα επιστήμης αλλά επιστήμονα[xi], και ότι όλες οι παραπάνω αθεϊστικές διακηρύξεις δεν αποτελούν αποδείξεις της ερευνητικής διαδικασίας, αλλά σαφείς πιστοποιήσεις αυθαίρετης κρίσης συγκεκριμένων επιστημονικών εγκεφάλων. Αυτά από τον μεγαλύτερο επιστήμονα, με εξαιρετικής ακριβείας επιστημονικό λόγο, μέσα από μία περιπέτεια αδυσώπητου προσωπικού προβληματισμού. Ένα μοναδικό βιβλίο πορείας προς την πίστη από τον καλύτερο εκπρόσωπο της γενετικής, το οποίο όμως παραμένει άγνωστο και συναντά δυσκολίες στην κυκλοφορία του! Τούτο διότι, ενώ η Γενετική επιστρατεύεται για να καταδείξει την επιστημονική απόρριψη του Θεού, ο κορυφαίος γενετιστής ομολογεί τη συνάντηση μαζί Του!Η τραγική διαπίστωση είναι ότι τον Θεό δεν Τον θέλει η εποχή μας. Επιμένει ότι δεν υπάρχει. Αυτό που παραμένει είναι το φαινόμενο και η κουλτούρα της θρησκείας. Οι θρησκείες όμως είναι προϊόντα κάποιας άλλης εποχής που εμείς κληρονομήσαμε και τώρα, ενώ δεν τις έχουμε ανάγκη, δεν μπορούμε να απαλλαγούμε. Δεν μας χρειάζεται ένας θεός για να εξηγήσουμε τον κόσμο η να κάνουμε δύσκολα πράγματα. Πλέον τα εξηγούμε όλα με την επιστήμη μας και κάνουμε ο,τι θέλουμε με την τεχνολογία μόνοι μας.Αυτοί που την χρειάζονται είναι όλο και λιγότεροι, όλο και πιο άρρωστοι.Όσοι ταλαιπωρούνται με το άγνωστο που όμως όλο και περιορίζεται, η με το συναίσθημα που όμως και αυτό όλο και εκλογικεύεται και ισοπεδώνεται. Τελικά τον Θεό ούτε τον βλέπουμε ούτε τον χρειαζόμαστε ούτε και τον θέλουμε. Δεν είναι κάποιος, αλλά είναι κάτι που με κάθε τρόπο πρέπει να αποβληθεί από τη ζωή μας! Αυτά προσπαθούν να μας κάνουν να πιστεύσουμε. Η Βαβελική αντίληψη αναβιώνει στον 21ο αιώνα όσο ποτέ ξανά, μάλιστα συνδυασμένη πάλι με σοδομικά φαινόμενα! Τελικά, η εποχή μας, αγνοώντας την ελευθερία της αλήθειας,μας σκλαβώνει στη φυλακή της πραγματικότητας.

(γ) Οι περί της Εκκλησίας αντιλήψεις

Υπό την επήρεια όλου αυτού του πλαισίου σκέψης δημιουργείται και η αντίληψη περί Εκκλησίας στις μέρες και στον τόπο μας. Η Εκκλησία κηρύσσει την πίστη στον Θεό και την ζωή κατά το ιερό Ευαγγέλιο, ομιλεί για Τριαδική Θεότητα, για ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού εν τω προσώπω του Ιησού Χριστού, για κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, για εν Χριστώ ζωή κλπ.  Αυτά όλα υπερβαίνουν τον σύγχρονο άνθρωπο, κυρίως τον νέο. Ούτε τα γνωρίζει, ούτε τα κατανοεί, ούτε τα θέλει. Θεωρεί την Εκκλησία ως μία θρησκευτική έκφραση εναντίον της οποίας έχει ήδη προϊδεασθεί από τους πανίσχυρους μηχανισμούς της σύγχρονης κοινωνίας.

Η Εκκλησία για τον μέσο σύγχρονο άνθρωπο και ειδικότερα τον σύγχρονο νέο Έλληνα, είναι κάτι που έχει χαρακτηριστικά αταίριαστα με το σήμερα. Ας δούμε το περίγραμμα της νέας εικόνας που τείνει να επικρατήσει.

(1) Είναι ένα κοινωνικο-ψυχολογικό κατασκεύασμα γεμάτο δογματικές διακηρύξεις, τύπους και συμβολισμούς, απίστευτες και υπερβολικές αφηγήσεις που δεν έχουν καμμία σχέση με την πραγματικότητα της ζωής και στην καλύτερη περίπτωση παρουσιάζουν την πιθανότητα ως υποβάλλουσα αλήθεια για να πείσει, να δημιουργήσει οπαδούς η να κρατήσει τον ιστορικό ρόλο υπάρξεώς της. Δεν έχει καμμία σχέση με την πρόοδο και την ανάπτυξη. Είναι ό,τι συντηρητικότερο υπάρχει στις μέρες μας. Είναι όπιο που ναρκώνει.

(2) Εκφράζει μιαν άλλην εποχή. Δημιούργησε και διαμόρφωσε κάποιον πολιτισμό που ταίριαζε σε άλλους ανθρώπους με άλλες εικόνες για τη ζωή. Ακόμη και το ωραίο το εννοεί με όρους παρωχημένους. Οι πλούσιοι συμβολισμοί της, οι πανηγύρεις και οι εορτασμοί της, η μουσική και η αισθητική της δεν έχουν σχέση με το σήμερα. Επιπλέον, οι αφηγήσεις της, οι ιστορικές βάσεις των εορτών της, η εκ Παρθένου γέννηση, η Μεταμόρφωση, η Ανάσταση, η Πεντηκοστή, τα θαύματα όπως ο πολλαπλασιασμός των άρτων, απευθύνονται σε εποχές που αρέσκονταν σε υπερβολικές μυθοπλασίες και δεν έχουν σχέση με τη δική μας που αξιώνει αποδείξεις, λιτότητα εκφράσεων και σαφήνεια.

(3) Ταυτίσθηκε με το κοσμικό σύστημα και το εκμεταλλεύθηκε για να αποκτήσει δύναμη, επιρροή, πλούτο. Και σήμερα που αυτό απομυθοποιείται καταρρέει μαζί του. Αυτό το σύστημα της έδωσε την περιουσία της και τον ρόλο της, γι’ αυτό και σήμερα οφείλει να τα επιστρέψει όλα και αμέσως να καταργηθεί. Κατέχει αμύθητη περιουσία την οποία αρνείται με ποικίλα επιχειρήματα και αναληθείς δικαιολογίες να αποδώσει στον λαό, ο οποίος και ανάγκη την έχει και του ανήκει.

(4) Ο λόγος της δεν έχει σχέση με τη ζωή της, ούτε το κήρυγμα με τις πράξεις και τα έργα των οπαδών της. Η διάλεκτός της είναι πομπώδης, μη κατανοητή, μιλάει για έννοιες πολύ αφηρημένες, υψηλές και αμφίβολες με τέτοια βεβαιότητα που όχι μόνον δεν πείθει, αλλά και επειδή δεν επιβεβαιώνονται στην καθημερινότητα της ζωής καλλιεργεί το ψέμμα και την υποκρισία. Οι άγιοί της έζησαν και τα θαύματα συνέβησαν σε άλλες εποχές, ενώ οι σημερινοί άγιοι είναι δήθεν κρυμμένοι και τα θαύματα είτε είναι φτιαχτά είτε δεν μπορούμε εμείς να τα δούμε. Γι’ αυτό και τελικά δεν τα πιστεύουμε.

(5) Το κήρυγμα και οι επαγγελίες της προσφέρουν κάτι που το ονομάζει η ίδια μεν αλήθεια, αλλά αλήθεια δεν υπάρχει, δεν αποδεικνύεται, δεν μας ενδιαφέρει, δεν σχετίζεται με την πραγματικότητα, δεν επηρεάζει την καθημερινότητα και δεν την διορθώνει. Γι’ αυτό ούτε μας αρέσει ούτε μας απασχολεί. Ούτε που την έχουμε ανάγκη.

(6) Η Εκκλησία αποτελεί εστία συμβιβασμού, ασυνέπειας, υποκρισίας, υπερβολικής χλιδής, συμφερόντων των ολίγων εις βάρος των πολλών, ακόμη δε και ηθικής διαφθοράς και διαπλοκής, χώρο σκανδάλων. Όχι απλά δεν μας ενδιαφέρει ή δεν την καταλαβαίνουμε, αλλά θέλουμε να απαλλαγούμε από αυτήν. Φταίει πολύ για τα επικρατούντα κοινωνικά δεινά. Δεν είναι μόνον όπιο που ναρκώνει τη σκέψη, αλλά είναι και δηλητήριο που αρρωσταίνει τις κοινωνίες.

(7) Παρά ταύτα χρειάζεται σε κάποιους που διαθέτουν περιδεείς συνειδήσεις η δεν μπορούν να απαλλαγούν από φόβους και ανασφάλειες η που συντηρούνται με ιδέες και φαντασιώσεις. Χρειάζεται ενδεχομένως και ως πολιτικός αντίλογος σε άλλες θρησκείες η ως συντηρητής ενός ιστορικού παρελθόντος. Χρειάζεται επίσης και για τον μηχανισμό της, ο οποίος σε συνδυασμό με τη διδασκαλία της περί εθελοντισμού και προσφοράς και τις οικονομικές δυνατότητές της, θα μπορούσε να βοηθήσει τους αναξιοπαθούντες των κοινωνιών μας. Την κατανοούμε και την ανεχόμαστε μόνο για τον κοινωνικό της ρόλο. Εκεί εξαντλείται η αποστολή της.

(δ) Οι περί της ηθικής αντιλήψεις – Αλλοίωση ηθικού κριτηρίου

Τέλος, η έννοια της ηθικής έχει εντελώς αλλοιωθεί. Οι λεγόμενες παγκόσμιες αξίες, όπως η αλληλεγγύη, ο αλληλοσεβασμός, η αξιοπρέπεια, η δικαιοσύνη, η δημοκρατία αντικατέστησαν τις αρετές. Το να κρατήσεις ένα έμβρυο που ελεγχόμενο προγεννητικά παρουσιάζει κάποια πάθηση «ελέγχεται ηθικά» κατά την Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής[xix]. Ο ευγονισμός και η ευθανασιακή αντίληψη παρουσιάζονται με ηθικές βάσεις και σταδιακά νομιμοποιούνται. Αντίθετα ο σεβασμός της ζωής και η συστολή μας απέναντι στον απόλυτο έλεγχό της απορρίπτεται από την νέα ηθική αντίληψη.

Αυτό που επικρατεί είναι ο υπερβολικός τονισμός των ατομικών δικαιωμάτων. Ελευθερία είναι να κάνεις ό,τι θέλεις. Ο λαός έχει και δίκιο και δύναμη. Η σχέση του με την εξουσία δεν έχει ιδεολογική βάση. Δεν εκλέγουμε τους καλύτερους για να μας διοικήσουν η για να μας διορθώσουν, αλλά αυτούς που υπηρετούν τα μικροσυμφέροντά μας. Αυτό γεννά την ηθική της διαμαρτυρίας, της αγανάκτησης, των συνεχών διεκδικήσεων. Επίσης, τα λεγόμενα ατομικά δικαιώματα έφεραν την «σεξουαλική απελευθέρωση» της γυναίκας, την αντικατάσταση του γάμου από τα σύμφωνα συμβίωσης, τις παρελάσεις και τους γάμους των ομοφυλοφίλων. Σαν να έπεισαν οι τελευταίοι ότι το πάθος τους οφείλεται σε γονίδιο και το ονόμασαν ιδιαιτερότητα, την οποία και πρέπει να διεκδικήσουν και προκλητικά να επιδείξουν. Κανένας όμως δεν σκέπτεται μήπως και η παιδοφιλία έχει γονιδιακό υπόβαθρο, οπότε θα έπρεπε να είμαστε πιο ανεκτικοί απέναντί στους παιδεραστές. Το ίδιο και η εγκληματικότητα. Ανοχή στους λαθρομετανάστες, ελεύθερες συμβιώσεις, σεβασμός στον σεξουαλικό προσανατολισμό, νομιμοποίηση του ευγονισμού και της ευθανασίας και άλλα συναφή που έπονται αποτελούν εκφράσεις της νέας ηθικής.

Το φρόνημα της Ορθόδοξης μαρτυρίας

Μέσα λοιπόν σε αυτήν την ατμόσφαιρα αντιλήψεων το ερώτημα είναι πως πρέπει να κινηθούμε ως Εκκλησία. Πως θα καταθέσουμε τη μαρτυρία μας σε ανθρώπους που είναι εντελώς αδιάφοροι, προκατειλημμένοι η και αρνητικοί απέναντι και μόνο στην έννοια του Θεού; Πως θα μιλήσουμε για τον Θεό σε κάποιον που δεν Τον θέλει, αισθάνεται πως δεν Τον χρειάζεται, δεν τον απασχολεί, δεν Τον υποψιάζεται; Ο Απόστολος Παύλος βρήκε στην Αθήνα βωμό αφιερωμένο στον άγνωστο Θεό. Βρήκε σπόρο πίστεως και αναζήτησης. Οι τότε Αθηναίοι έψαχναν τον Θεό. Οι σημερινοί αρνούνται και τους βωμούς. Οι αντιδράσεις για να κτισθεί σήμερα ένας ναός είναι γνωστές σε όλους μας. Για την εποχή μας μάλλον ισχύει το «πλην ο Υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;»[xx].

Οφείλουμε επίσης να ομολογήσουμε ότι το δηλητήριο αυτών των νέων αντιλήψεων έχει διεισδύσει και μέσα στον εκκλησιαστικό οργανισμό και εκδηλώνεται ως εκκοσμίκευση, ως κόπωση και εφησυχασμός, ως γενικευμένη απροθυμία, ως δειλία, ως συμβιβασμός και συσχηματισμός, ως τήρηση τύπων και όχι βίωση μυστηρίου, ως ορθολογισμός, που κατά παράξενο τρόπο συνυπάρχει με ένα φρόνημα αφελούς επαρχιωτισμού η και νοσηρού συντηρητισμού.

Αυτό όμως που μέσα στην ιστορία βλέπουμε να λειτουργεί ως μάχαιρα μαρτυρίας είναι η προφητικότητα του λόγου, η βεβαίωση του κηρύγματος από σημεία[xxi], το πνεύμα της αυτοθυσίας και του μαρτυρίου, ο ηρωισμός του απολύτου της ασκητικής επιλογής, η διάκριση του μέτρου της ποιμαντικής, η απόδειξη της αγιότητος μέσα από έργα. Εκκλησία χωρίς εμφανή στοιχεία μετάνοιας, χωρίς σύγχρονα σημεία, χωρίς μαρτυρικό φρόνημα, χωρίς ασκητική ζωή, χωρίς ανιδιοτελή ποιμαντική μέριμνα, χωρίς καρπούς αρετής και αγιότητος αποτελεί λόγον ευσεβείας με ταυτόχρονη άρνηση της δυνάμεώς της[xxii]. Ο λόγος της πρέπει να είναι προφητικός, λόγος πίστεως στον Χριστό και όχι απλή διδασκαλία ηθικής η προτροπή έργων κοινωνικής αγάπης. Κορμός της εκκλησιαστικής μαρτυρίας δεν είναι τα έργα της αγάπης, ούτε βέβαια ο θεολογικός στοχασμός, αλλά η βιωμένη προφητική θεολογία και αλήθεια, η ζωή και ομολογία της πίστεως.

Δίπλα σε αυτά, δεν μπορεί η αλήθεια να μην εκφράζεται με ειλικρίνεια. Ο λόγος της Εκκλησίας πρέπει να διακρίνεται για την αυθεντικότητα της μαρτυρίας, την ευθύτητά του, όπως και για την απόλυτη συμβατότητα με τη ζωή και τα έργα μας. Δεν μπορεί όταν η ζωή μας πάσχει ο λόγος μας να είναι δυσανάλογα πληθωρικός. Η αλήθεια είναι υπερβατική, μπορεί να μην κατανοείται. Η ζωή όμως είναι το ορατό και ψηλαφητό μέρος της αλήθειας, η σάρκα της. Σωτηριώδες μήνυμα χωρίς παρουσία αισθητών και μυστικών αρετών, δίχως το άρωμα της κατά χάριν ζωής και της αγιότητος δεν πρόκειται κανείς να το προσέξει. Και αυτό δεν είναι υπόθεση των κοινωνιών∙ είναι προϋπόθεση της εκκλησιαστικής κοινότητος. Η κατηγορία που μας προσάπτουν για ξύλινο, τυποποιημένο και συνάμα πομπώδη λόγο έχει ασφαλώς τη βάση της. Σε μία εποχή και κοινωνία που ένα ζεις και δέκα δείχνεις, καλύτερα δέκα να ζούμε και ένα να ομολογούμε.

Κάποιοι υποστηρίζουν ότι μας χρειάζεται εκσυγχρονισμός και προσαρμογή στα σημερινά δεδομένα και άλλοι επιμένουν ότι ο εκκλησιαστικός λόγος πρέπει να διατηρήσει τη διαχρονικότητα και την ετερότητα του μηνύματος που κομίζει, όπως αυτό συνέβη στην παράδοσή μας. Ας μου επιτραπεί να τοποθετηθώ προσωπικά: Ο λόγος του Θεού δεν είναι εκ του κόσμου τούτου∙ είναι μυστήριο, αποκάλυψη του απροσίτου και του ακατανοήτου, το οποίο όμως είναι μεθεκτό από τον άνθρωπο. Ο Κύριος όταν μίλησε για το σώμα και το αίμα Του στους εβραίους δεν στρογγύλεψε τον λόγο Του, με αποτέλεσμα να Τον εγκαταλείψουν κάποιοι απαντώντας ότι «σκληρός ο λόγος ούτος»[xxiii]. Αλλά και στο κήρυγμα της Πεντηκοστής, όπου το άκουσμα ήταν «ξένον» και το θέαμα «έτερον», κάποιοι θεώρησαν ότι οι απόστολοι «ήσαν γλεύκους μεμεστωμένοι»[xxiv]. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Παύλο στην Αθήνα∙ μίλησε σαφώς για αναστάντα Χριστό και οι ορθολογιζόμενοι φιλοσοφούντες του απήντησαν ειρωνικά «ακουσόμεθά σου και πάλιν»[xxv]. Τα τρία αυτά δημόσια κηρύγματα παρουσίασαν την αλήθεια της πίστεως ως μυστήριο, αυτή αρχικώς απερρίφθη, η κατάθεσή της όμως ως σπόρου στην γη των τότε κοινωνιών βλάστησε και μάλιστα θαυμαστώς. Αυτό που τελικά χρειάζονται τα σύγχρονα «έθνη» δεν είναι τόσο η κατανόηση του μηνύματος, όσο η έκπληξη του μυστηρίου και η μετά φόβου Θεού και συστολής κατάθεση της μαρτυρίας του δια του στόματος και της ζωής της Εκκλησίας.

Η Εκκλησία είναι καθολική και αποστολική. Αυτό σημαίνει ότι η όλη της παρουσία δεν μπορεί να έχει καμμία σχέση με τον επαρχιωτισμό, τον ρατσισμό, τον φόβο των ανθρώπων. Σε μια εποχή και έναν κόσμο ξεγελασμένο από κηρύγματα ενότητος, ύμνους δημοκρατίας και επαγγελίες ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπου η έννοια της ελευθερίας έχει χαθεί, όπου οι άνθρωποι όλο και περισσότερο περιχαρακώνονται πίσω από τα τείχη του ασφυκτικού ατομισμού και οι κοινωνίες συνωστίζονται μέσα στους θαλάμους μιας παγκόσμιας ηλεκτρονικής φυλακής, βασικό στοιχείο της μαρτυρίας της Εκκλησίας είναι η οικουμενικότητα του κηρύγματος, το άνοιγμα εις «πάντα τα έθνη», η απέραντη χωρητικότητά της, η ευρύτητα, το έλεος, η ελευθερία της, όλα αυτά σε συνδυασμό με τη σαφήνεια και την τόλμη της ομολογίας της.

 Πρακτικές προτάσεις

Ας μου επιτραπεί να κλείσω την συνοπτική αυτή παρέμβασή μου με μερικές πρακτικές προτάσεις, οι οποίες κάτω από όρους θα μπορούσαν να υλοποιήσουν τις παραπάνω θέσεις.

(1) Το πρώτο πράγμα είναι η ζωή μας ως Εκκλησιών. Όταν η εικόνα μας, αντανάκλαση μάλλον του φρονήματός μας, ταυτίζεται με επίδειξη κοσμικής δυνάμεως, με έριδες και διαμάχες για ανούσια πράγματα, με διεκδικήσεις δικαιωμάτων, με εγωιστικές αντιπαραθέσεις και συνεχείς ανταγωνισμούς, με πρωτοκαθεδρίες, με υπερθετικούς τίτλους που ούτε αξία έχουν ούτε κανείς τους πιστεύει, τότε το μήνυμά μας δεν έχει την ετερότητα της θεϊκής μαρτυρίας που επαγγέλλεται την αλήθεια, αλλά το ίδιο εκφράζει μια αποκρουστική και προκλητική διάψευση των επαγγελλομένων. Καιρός οι δομές της συνοδικής και συλλογικής εκκλησιαστικής έκφρασης (π.χ. η εκλογή των επισκόπων) να αποκτήσουν συμβατότητα με τον ευαγγελικό λόγο.

(2) Το ζωντάνεμα της δικής μας ζωής. Θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι η μαρτυρία δεν δίνεται ως οφειλή στον κόσμο, αλλά αναδύεται φυσικά και αυθόρμητα. Θα μπορούσε να τρώμε νηστήσιμα φαγητά αλλά να μην ξέρουμε να νηστεύουμε, να λέμε προσευχές αλλά να μην γνωρίζουμε να προσευχόμαστε, να πηγαίνουμε στη εκκλησία αλλά να μην λατρεύουμε, να διαβάζουμε βιβλία αλλά να μην καλλιεργούμεθα, να εξομολογούμαστε τις αμαρτιες μας αλλά να μην μετανοούμε, να κοινωνούμε ίσως και συχνά αλλά να μην μυσταγωγούμεθα, να τηρούμε τους εκκλησιαστικούς νόμους και τις ευαγγελικές εντολές αλλά να μην έχουμε την χάρι. Οι ιερείς μας από τελετουργοί πρέπει να γίνουν μυσταγωγοί, ο λαός μας από εκκλησιαστικοί οπαδοί πρέπει να γίνουν πιστοί, τα δόγματά μας πρέπει να γίνουν ζωή, η Σύνοδός μας από διοικητικό σώμα πρέπει να λειτουργεί ως πνευματικός εκφραστής της θείας βούλησης στη ζωή μας. Τότε η όποια μαρτυρία, ακόμη και αυτή της σιωπής, ακόμη και αν παρουσιάζει ατέλειες, είναι αληθής και λειτουργεί ως μάχαιρα του Πνεύματος.

(3) Θα πρέπει η παιδεία της πίστεως και η εκκλησιαστική καλλιέργεια να έχουν στοιχεία ζωντανής κατήχησης και όχι σχολικού μαθήματος. Η ευθύνη του καταρτισμού των πιστών βαρύνει αποκλειστικά την ίδια την Εκκλησία. Είναι μέρος της ζωής της. Οφείλουμε ιδιαίτερα να επιμεληθούμε την κατήχηση σε καθημερινή βάση και να συνδυασθεί η διδασκαλία με τη λατρεία και τη συμμετοχή στην εκκλησιαστική ζωή. Αυτό πρέπει να αρχίσει όχι με απόφαση της Συνόδου αλλά με άμεση ενεργοποίηση των επισκόπων.

(4) Μεγάλη παρακαταθήκη της Εκκλησίας μας αποτελεί η Λειτουργική ζωή. Την ανάγκη της αλλά και τα αποτελέσματά της τα ζούμε σε κάποιο βαθμό όλοι μας. Μέσα από αυτήν το Άγιον Όρος μαγεύει και τους πλέον άσχετους με την πίστη επισκέπτες του. Η λειτουργική αναγέννηση για την οποία τόσος λόγος γίνεται στις μέρες μας είναι περισσότερο αναγκαία παρά ποτέ. Όχι όμως με όρους εκσυγχρονισμού και εκκοσμίκευσης που μπορεί να την μεταβάλλουν από μυσταγωγία σε τέχνη η από μυστήριο και λατρεία σε δρώμενο και αναπαράσταση. Λατρεία δεν σημαίνει τάξη, σωστό τυπικό και κατανόηση. Σημαίνει μέθεξη και μυσταγωγία. Αν την εκκοσμικεύσουμε θα την καταστρέψουμε. Επίσης, πρέπει η λατρεία μας να γίνει κατά το δυνατόν συμμετοχική (π.χ. κοινή απαγγελία Συμβόλου Πίστεως, Κυριακής προσευχής, ψαλμωδία κ.λπ.)

(5) Πρέπει οπωσδήποτε να δημιουργήσουμε άλλη σχέση με τον λαό του Θεού και γενικότερα με την κοινωνία. Να πλησιάσουμε τον λαό !!!. Όχι μόνο να φροντίσουμε, αλλά κυρίως να εμπνεύσουμε. Δεν μπορούμε πλέον να πείσουμε με δελτία τύπου και ανακοινώσεις η με προβολή του έργου μας μέσα από τα ΜΜΕ. Η εις βάρος της Εκκλησίας μας προκατάληψη έχει πλέον αποκτήσει ρίζες βαθιές στην καρδιά του λαού και το γενικότερο κλίμα είναι εξαιρετικά δυσμενές. Η συμπόρευσή μας με το κοσμικό σύστημα εξουσίας πρέπει ριζικά να αναθεωρηθεί. Τίποτα δεν είναι πλέον δεδομένο. Η δυτικότροπη σχέση Εκκλησίας και Κράτους που μας επιβλήθηκε κι εμείς αποδεχθήκαμε καίρια έπληξε την παραδοσιακή σχέση Εκκλησίας και λαού. Ήρθε η ώρα που ως Εκκλησία πρέπει εν τοις πράγμασι να την καταγγείλουμε ως έκτρωμα. Αυτό δεν είναι πολύ δύσκολο, δεδομένης της ιστορικής σχέσης Εκκλησίας και λαού στον τόπο μας.

(6) Επίσης, υπάρχουν και ανάγκες έξω από το άμεσο πεδίο ευθύνης και αρμοδιότητος της Εκκλησίας. Έτσι, στον τόπο μας η Εκκλησία οφείλει να πρωτοστατήσει στον αγώνα για την διαφύλαξη της ιστορίας, για τη διατήρηση της εθνικής ιδιοπροσωπείας και της γλώσσας, για την επιβίωση των ηθικών αρχών και του δικαίου. Κάποιος πρέπει να πει τα πράγματα με το όνομά τους.

Αυτά όλα χωρίς κοσμικό φανατισμό και εμπάθεια, αλλά ως έκφραση ομολογίας της αλήθειας που ποικιλότροπα πολεμείται, όχι εκμεταλλευόμενη την κοσμική της δύναμη αλλά αξιοποιώντας την πνευματική της παρακαταθήκη. Στο πλαίσιο αυτό η όλη προσπάθεια ανάδειξης του λεγομένου «Τάματος του Έθνους» σε νέο όραμα, με σύνθημα «από τον ευσεβή λαό για τον λαό», θα μπορούσε υπό συγκεκριμένους όρους να έχει μοναδικά στοιχεία εθνικής συσπείρωσης, επιστροφής στην ιστορία, σύγχρονης δημιουργίας, ανάδειξης της δύναμης της Εκκλησίας και φυσικά ανανέωσης της σχέσης της με τον λαό.

(7) Η ζωή της Εκκλησίας είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τον πολιτισμό. Εκκλησία που δεν παράγει πολιτισμό είναι οργανισμός χωρίς ζωή. Η αλήθεια και η ομορφιά συμβαδίζουν. Η εποχή μας δεν έχει πλέον ευγένεια και αισθητική. Δεν παράγει πολιτισμό. Καιρός εμείς να καλύψουμε το υφιστάμενο κενό. Να δώσουμε πολιτισμό. Περιορισθήκαμε στα συσσίτια, στα κοινωνικά παντοπωλεία, στα ιατρεία, στα γηροκομεία. Αυτό είναι πολύ σημαντικό αλλά δεν αρκεί. Εκκλησιαστικές τέχνες, ποίηση, λογοτεχνία, ανάδειξη της υγιούς λαογραφίας θα μπορούσαν κάλλιστα να καλύψουν το κενό πολιτισμού στις μέρες μας.

Αυτό όμως συμβαδίζει με την ποιότητα, την πρωτοτυπία, την ιδιοφυΐα, το μεγαλείο και φυσικά προϋποθέτει πνευματική ακμή. Είναι αδικία να μην αξιοποιήσουμε την τεράστια και μοναδική εμπειρία της παραδόσεώς μας. Καιρός να προσφέρουμε την αλήθεια πάνω σε ένα όχημα κουλτούρας και πολιτισμού.

(8) Στην πορεία της η Εκκλησία μέσα στην ιστορία πάντοτε σεβάσθηκε τη σοφία των γερόντων αλλά και συγκίνησε τις αγνές νεανικές ψυχές. Από τη μαρτυρία της δεν έλειψαν ποτέ οι νέοι. Σήμερα είναι αλήθεια ότι τουλάχιστον φαινομενικά έχει κοπεί το νήμα της σχέσης της με τον νεανικό κόσμο και η απήχησή της σε αυτόν, με αποτέλεσμα η νεότητα να αγνοεί τη διάλεκτό της και να μένει ξεκομμένη από το σωτήριο μήνυμά της. Στο δύσκολο αυτό σημείο πρέπει να δημιουργηθεί ένα ανανεωτικό κίνημα. Ο λόγος μας σήμερα πρέπει να είναι ξεκάθαρος, τολμηρός, σύγχρονος, ελπιδοφόρος, νεανικός, ηρωικός. Μόνο με τέτοια στοιχεία στη γενική μαρτυρία της θα μπορέσει να κατακτήσει τις αποπροσανατολισμένες και δίχως καμμία ελπίδα νεανικές καρδιές. Η επικρατούσα αντίληψη ότι το μήνυμα της Εκκλησίας συμβαδίζει με τον συντηρητισμό είναι ασυγχώρητο λάθος που πρέπει να αποβληθεί από το φρόνημα και τη ζωή μας.

Ο συντηρητισμός δεν είναι αρετή. Η αλήθεια του Θεού είναι κατ’ εξοχήν επαναστατική, ανατρεπτική, απρόβλεπτη, γεμάτη εκπλήξεις, πλούσια σε αιφνιδιασμό, ελευθερία και δύναμη. Ό,τι ζητάει μια διψασμένη νεανική ψυχή.

(9) Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην σχέση μας με την επιστήμη. Την επιστήμη  δεν υπάρχει κανένας λόγος να την φοβόμαστε. Τα προβλήματα που φαινομενικά υπάρχουν οφείλονται αποκλειστικά στη δυτική θεώρηση της πίστεως, η οποία επικίνδυνα και αθεολόγητα ορθολογιζομένη ερμηνεύει στενά το μυστήριο του κόσμου, της ζωής και του άνθρώπου και αναζητεί ερείσματα στα εκάστοτε επιστημονικά επιτεύγματα. Η σύγχρονη επιστήμη δεν απειλεί την πίστη μας. Αντίθετα, την επιβεβαιώνει -και μάλιστα πανηγυρικά- όπως την ζει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Θα μπορούσε σήμερα να γραφεί μια θαυμάσια Εξαήμερος, αξιοποιώντας τα εκπληκτικά πορίσματα των συγχρόνων φυσικών και βιολογικών επιστημών, όχι στη βάση της κατά γράμμα συμφωνίας της επιστήμης με το βιβλίο της Γενέσεως, που δήθεν «αποδεικνύει» την ύπαρξη του Θεού, αλλά στην βάση μιας εντυπωσιακής συμβατότητος της σύγχρονης επιστημονικής κοσμολογίας και ανθρωπολογίας με την Ορθόδοξη θεολογία και τον αποφατικό χαρακτήρα της, που παραπέμπει στην αιώνια παρουσία Του και διακηρύσσει ότι «ο Θεός ούτε είναι ούτε μη είναι, αλλά ως ο Ων υπέρ είναι»![xxvi]

Το έτος 2000 η Ιερά Σύνοδος είχε οργανώσει ένα πρωτοποριακό Συνέδριο με τον τίτλο «Επιστήμη, Τεχνολογία, Ορθοδοξία», το οποίο θα έπρεπε χωρίς καθυστέρηση να επαναληφθεί και μάλιστα με τη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας. Η ποιμαντική ευθύνη μας να ζεστάνουμε τις καλοπροαίρετες επιστημονικές ψυχές και να αξιοποιήσουμε τον θησαυρό των γνώσεών τους είναι επιτακτική.

(10) Ανάλογη αντιμετώπιση πρέπει να τύχουν και τα τεχνολογικά επιτεύγματα. Είναι αλήθεια ότι εδώ τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Γιατί υπάρχουν εφαρμογές κυρίως στον χώρο των βιολογικών επιστημών που κυριολεκτικά σκοτώνουν το πνεύμα. Κατά το πρότυπο όμως της Επιτροπής Βιοηθικής, θα μπορούσε να δημιουργηθεί μία Επιτροπή Επιστημονικής Ηθικής και Αξιοποίησης της Τεχνολογίας, η οποία αφ’ ενός μεν να αξιολογεί την πρόοδο των Επιστημών και τις εξελίξεις της τεχνολογίας, αφ’ ετέρου δε να αξιοποιεί με θεολογική ωριμότητα ο,τι αυτές προσφέρουν. Επί παραδείγματι, δεν μπορούμε αυθαίρετα να σχολιάζουμε σύγχρονα ερευνητικά επιτεύγματα της φυσικής, της ιατρικής και της γενετικής χωρίς να κατανοούμε τη φύση τους, ούτε να μιλούμε για τα προβλήματα που δημιουργούνται από την αλόγιστη χρήση των σελίδων κοινωνικής δικτύωσης (εννοώ το facebook η το twitter) χωρίς να έχουμε την απαιτούμενη κατάρτιση. Οι Επιτροπές αυτές θα πρέπει οπωσδήποτε να έχουν διεθνή χαρακτήρα, να οδηγούν σε διορθόδοξη επικοινωνία και να εκφράζονται μέσα από σύγχρονους δρόμους κοινωνικής ενημέρωσης. Επίσης, η συνετή αξιοποίηση των διαδικτυακών μέσων, θα μπορούσε να αποτελέσει μοναδικό εργαλείο εκκλησιαστικής μαρτυρίας, η δε προσπάθεια που τελευταία καταβάλλεται από πλευράς Εκκλησίας της λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού θα πρέπει να προχωρήσει άμεσα χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση.

(11) Σε μια κοινωνία που κυριαρχούν έννοιες όπως κέρδος, αμοιβή, μισθός είναι ανάγκη η Εκκλησία να απαντήσει προβάλλοντας αφ’ ενός μεν τη ζωή της θυσιαστικής φιλοπτωχείας και λιτότητος, αφ’ ετέρου δε την ανιδιοτελή προσφορά και τον εθελοντισμό. Και τη σχετική διδασκαλία διαθέτει και την εμπειρία και τόσα μέσα και τον μηχανισμό. Ο εθελοντισμός μπορεί να συνεγείρει κόσμο και να λάβει διαστάσεις εκκλησιαστικού κινήματος. Ήδη υπάρχει πλούσια εμπειρία σε άλλες Ορθόδοξες χώρες με θαυμαστά αποτελέσματα.

(12) Τέλος, η Εκκλησία μας θα πρέπει να αποτινάξει τον επαρχιωτισμό της και να δώσει έμφαση στην οικουμενική της διάσταση. Θεωρώ ότι είναι αναγκαία και επιβεβλημένη η ανάπτυξη όσο το δυνατόν ισχυροτέρων και υγιεστέρων διορθοδόξων σχέσεων. Στον τομέα αυτόν, η Εκκλησία της Ελλάδος έχει πολλά να προσφέρει αλλά και πολλά να ωφεληθεί. Πέραν όμως του όποιου πρακτικού οφέλους (ανταλλαγή εμπειρίας, πολιτιστικές ανταλλαγές, αμοιβαίες οικονομικές συνεργασίες, πολιτική στήριξη σε περιόδους δοκιμασίας και τομείς αδυναμίας της μιας από τους άλλους κλπ.), η διεύρυνση του πνευματικού ορίζοντος, ο πλατυσμός της εκκλησιαστικής αγκαλιάς και η οικουμενική αρμονία της συμπόρευσής μας ως Ορθοδόξων αποτελεί την έμπρακτη απόδειξη ότι η Εκκλησία είναι «μία, αγία, καθολική και αποστολική».

Αυτή είναι η πειστικότερη αντιπρόταση στις νέες αντιλήψεις, η ισχυρότερη από κάθε τεχνολογία θεολογία, η δυνατότερη μαρτυρία μας ως Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο. Σήμερα, το κενό της πίστης στη Δύση, σύμφωνα με τον Αρχιεπίσκοπο Τιράνων κ. Αναστάσιο[xxvii], το καλύπτει ο Μουσουλμανισμός. Ίσως ήρθε η ώρα αυτό το κενό να το καλύψει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας[xxviii].

 

[i] Ομιλία στην Τακτική Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 4 Οκτωβρίου 2012.

[ii] Νταντάνα, Μίνα: Η γήρανση του πληθυσμού και οι νέες προκλήσεις στη διαμόρφωση των πολιτικών της Υγείας, www.papageorgiou-hospital.gr/cms/upload/…/kostos_nosileias.pdf. Επίσης www.inews.gr, 18.7.2011.

[iii] Πλάτωνος εις Μενέξενον, [247a].

[iv] To Curiosity στις 6.8.2012.

[v] Voyager 2, εκτοξεύθηκε στις 20.8.1977.

[vi] http://www.tovima.gr/science/medicinebiology/article/?aid=465009, 2.7.2012.

[vii] Αστερίου Χατζηνικολάου, Ο άνθρωπος μέσα στο σύμπαν, εκδ. ΣΩΤΗΡ

[viii] Νανόπουλου Δημήτρη, Το σύμπαν θα υπάρχει για πάντα, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 25.5.2003, σ. 30.

[ix] Ψαλμ. μη΄  20.

[x]  εκδ. Ενάλιος, 2008.

[xi] εκδ. Κέδρος, 2007.

[xii] εκδ. Viking Adult, 2006.

[xiii] εκδ. Κάτοπτρο 2007.

[xiv] εκδ. Atlantic Books.

[xv] Απάντηση στις επιστημονικές διακηρύξεις δίδεται από άλλους επιστήμονες, όπως ο AlbertEinstein με τον περίφημο λόγο του: «Ποτέ δεν βρήκα τίποτε, στην επιστήμη μου, που να μπορώ να αντιτάξω στη θρησκεία», η το ανάλογο του Max Planck ότι «οπουδήποτε και οσονδήποτε βαθιά αν προσηλώσουμε τα βλέμματά μας, πουθενά δεν βρίσκουμε καμία αντίφαση μεταξύ της θρησκείας και των φυσικών επιστημών· αντίθετα μάλιστα, στα κρισιμότερα σημεία βρισκουμε πλήρη συμφωνία»∙ η του Werner Heisenberg: «Μολονότι είμαι τώρα πεπεισμένος ότι η επιστημονική αλήθεια είναι ακλόνητη στο πεδίο της, δεν τα κατάφερα ποτέ μου να απορρίψω το περιεχόμενο της θρησκευτικής σκέψης σαν δήθεν μέρος μιας ξεπερασμένης φάσης στη συνείδηση της ανθρωπότητας, ένα μέρος που θα πρέπει να το εγκαταλείψουμε από εδώ κι εμπρός». Αυτές όμως είναι θέσεις άλλης εποχής και απόψεις άλλης λογικής. Και κάπως τις αντιπαρερχόμεθα.

[xvi] εκδ. Παπαζήση, 2009.

[xvii] Η αθεΐα ενός επιστήμονα δεν αποτελεί απόδειξη επιστημονικής απόρριψης της πίστεως. Συχνά μεγάλοι επιστήμονες (Einstein, Stephen Hawking) εμφανίζονται με μεταβαλλόμενες η και αντιφατικές μεταξύ τους επί του θέματος απόψεις (βλ. εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 5.10.2012)

[xviii] Λουκ. κα΄  25.

[xix] Εισήγηση-Γνώμη για την Προγεννητική και Προεμφυτευτική διάγνωση, www.bioethics.gr

 [xx]  Λουκ. ιη΄  8.

[xxi] «σημεία δε τοις πιστεύσασι ταύτα παρακολουθήσει» (Μαρκ. ιστ΄ 17).

[xxii] «έχοντες μόρφωσιν ευσεβείας την δε δύναμιν αυτής ηρνημένοι» (Β΄ Τιμ. γ΄ 5).

[xxiii] «Σκληρός εστιν ο λόγος ούτος τις δύναται αυτού ακούειν… εκ τούτου πολλοί εκ των μαθητών αυτού απήλθον εις τα οπίσω και ουκέτι μετ’ αυτού περιεπάτουν» (Ιω. στ΄  60, 66).

[xxiv] Πράξ. β΄  13.

[xxv] Πράξ. ιζ΄  32.

[xxvi] Βλ. Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, Μυσταγωγία, PG. 91, 664B.

[xxvii] Λόγος κατά την τελετή αναγορεύσεώς του σε Επίτιμο Διδάκτορα του Τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, Κέρκυρα, 20 Μαρτίου 2007.

[xxviii] «Ίσως μετά από έναν αιώνα η Ορθόδοξη Εκκλησία θα είναι η μόνη από τις μεγάλες Χριστιανικές Εκκλησίες που θα έχει επιζήσει, αφού μόνη αυτή θυμάται πως η θρησκεία είναι μυστήριο» (Sir Steven Runsiman, Ορθοδοξία και Ελληνισμός, «ΒΗΜΑ» 8.9.2002).