Φιλεπίστροφα φαντάσματα

22 Οκτωβρίου 2012

Σημείωμα 12ο

 Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από τη θεολογία μας: ο Νεοεθνικισμός. Ο νεοεθνικισμός δεν εμφανίζεται ακριβώς όπως ο παλιός εθνοφυλετισμός που παρήχθη από την αρχή των εθνοτήτων του Διαφωτισμού. Είναι γέννημα της σύγχυσης γύρω από την καίρια σχέση Ελληνισμού και Χριστιανισμού, και θρέμμα της χρόνιας πρακτικής να εκχωρείται η ψήφος των θρησκευομένων σε πλειοδότες της «εθνικοφροσύνης» (είτε δεξιούς είτε αριστερούς σήμερα). Και βέβαια αυτός ο νεοελληνοκεντρισμός  θα έπρεπε να μην έχει να κάνει με τη Ρωμιοσύνη (τον πολιτιστικό καρπό της πρόσληψης της Ανατολής στο χωνευτήρι της Ορθοδοξίας μέσα σε συγκεκριμένες  ιστορικές συνθήκες), ωστόσο συχνά όχι μόνο αντιποιείται τον όρο, αλλά υπεξαιρεί και το περιεχόμενο.

Την παραπάνω σύγχυση επιτείνει το πυροτέχνημα της προτεραιότητας του «εθνικού συμφέροντος πέρα από τις ιδεολογικές διαφορές», που εξαπολύεται σήμερα απ’ όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα, χωρίς να διευκρινίζεται ποιο είναι αυτό, το «εθνικό», που μπορεί να αποτελέσει κοινό τόπο για τους διαφορετικούς ιδεολογικούς προσανατολισμούς. Μήπως «εθνικό συμφέρον» είναι η φυλετικά άμικτη επιβίωση μιας ράτσας; Είναι μήπως το εκάστοτε σύστημα οικονομικής ανάπτυξης άσχετο με τον υπηρετικό αυτής της ανάπτυξης  ρόλο, τον οποίο προσδίδει το σύστημα αυτό στην παιδεία;  Ποιο είναι το «εθνικό συμφέρον» για τις κομματικές δυνάμεις που είναι προγραμματικά προσανατολισμένες σε αλλότριους τρόπους ζωής; Τι εννοούν οι αείποτε παριστάμενοι στις πανηγυρικές θείες Λειτουργίες κομματικοί ηγέτες, όταν αναγνωρίζουν στην Ορθοδοξία ρόλο στηρίγματος του ελληνισμού και στα Πατριαρχεία ρόλο προκεχωρημένου φυλακίου του ελληνισμού;

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης σε συσσίτιο της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, όπου, ως γνωστόν, προσφέρεται βοήθεια σε όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως φυλής και θρησκεύματος

Η Εκκλησία μας πρέπει να προσέξει ιδιαίτερα, διότι δεν είναι παράγωγο του ελληνισμού, έστω και από τα υψηλοτέρα. Ούτε είναι απλώς η μοντέρνα έκφραση του αιώνιου φυλετικού ελληνισμού, όπως παλιότερα οι αρχαιότητές του. Απόψεις ότι ο Χριστιανισμός μπορεί να υπάρξει μόνο μέσα στο κλίμα του ελληνισμού ή ότι η «Σλαβική» Ορθοδοξία δεν μπορεί παρά να είναι νόθα, ή ότι η «Συριακή» Ορθοδοξία δεν μπορεί παρά να είναι ουραγός της «Ελληνικής», ή ότι η «Αμερικανική» Ορθοδοξία δεν πρέπει να έχει αγγλόφωνη λατρεία κ.λπ., ερωτοτροπούν με την Αίρεση. Και, συνακόλουθα, είναι πολύ προβληματικές οι όποιες απόψεις για την αποψίλωση του μυστηρίου του γάμου σε φάμπρικα αύξησης του φυλετικού πληθυσμού, καθώς και τα όποια κηρύγματα δεν βλέπουν την Εκκλησία σαν τίποτα άλλο πέρα από ένα εθνικό όργανο πάλης κατά του κομμουνισμού παλαιότερα, κατά της ντισκοτέκ τώρα, κ.ο.κ.

 Σημείωμα 13ο

Μόνιμο πρόβλημα, η θεολογούσα εθελοτυφλία μπροστά στα λεγόμενα «κοινωνικά» θέματα, μπροστά στην κοινωνική αδικία και στην ταξική διάρθρωση των κοινωνιών. Απαράδεκτες κατασκευές και εφευρήματα διαιωνίζονται για να φαλκιδευτεί η ρωμαλέα Πατερική αμφισβήτηση της αδικίας, για να θεωρηθεί το κοινωνικό πρόβλημα ως άσχετο με το «πνευματικό» ή για να στιγματιστεί η κοινωνική ευαισθησία ως απειλή για το Πρόσωπο. Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ έχουν γίνει σημαντικά βήματα σε άλλους θεολογικούς «τομείς», δαιμονιώδεις προσπάθειες εμποδίζουν να γίνει συνείδηση του χριστιανικού πληρώματος ότι η «πλουτοκρατία ήτο, είναι και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου, ο διαρκής αντίχριστος» (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης). Ελάχιστα βήματα γίνονται προς την κατανόηση ότι το κοινωνικό δεν είναι παράπλευρο – έστω και ισότιμο – μέγεθος προς το «πνευματικό», αλλά ομοούσιό του. Αυτή η αναιμία πολιτικής συνείδησης ευνουχίζει και το θετικό έργο των ενοριών και τη γενικότερη θεολογική προοπτική, αφού αποδυναμώνει τη δυνατότητα για συνολική θεώρηση του ενεστώτος κόσμου. Αυτή η αναιμία έχει κάνει την «επίσημη Εκκλησία» να φαίνεται ότι ανησυχεί μόνο όταν απειλείται «το μαγαζί της», δηλαδή όταν π.χ. πυρποληθεί το επισκοπικό μέγαρο, κι όχι όταν το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης των κοινωνιών μας δυναμιτίζει οικολογικά την κτίση ολόκληρη. Ούτε είναι αφορμή για καύχημα το ότι οι επίσημοι εκκλησιαστικοί μας μιλούν πλέον για «δημοκρατία, ελευθερία, δικαιοσύνη», σήμερα που οι όροι έχουν γίνει ακίνδυνοι και για όσους τους διατυπώνουν και για το ίδιο το σύστημα.

Από το βιβλίο του Θανάση Ν. Παπαθανασίου«Ανεστιότητα και παραπεμπτικότητα», Αθήνα 1998, εκδ. Αρμός, σελ. 43-47.

Πηγή: kafsokaliva.blogspot.gr/