Ο Κόντογλου και οι Τούρκοι

28 Νοεμβρίου 2012

Ο μαστρο-Φώτης γεννήθηκε στη Μεγάλη Στεριά της Ανατολής, στο Αϊβαλί, κάτω από την Οθωμανική τυραννία, στα 1895. Παρά το ότι στις ελληνοπρεπέστατες Κυδωνίες η τουρκική παρουσία ήταν πολύ περιωρισμένη, εξ αιτίας των ιστορικών προνομίων της πόλεως, δεν ήταν δυνατόν να μη γνωρίσει τον Τουρκο από κοντά, κι άπ’ την καλή κι άπ’ την ανάποδη! Έζησε ώρες γαλήνης με τους Τούρκους, μα έζησε και ώρες μεγάλης αντάρας και οργής, με αποκορύφωμα τη Μικρασιατική Καταστροφή και τον βίαιο ξερριζωμό του, μαζί με μια λαοθάλασσα απάνθρωπα κατατρεγμένων ομογενών, από τη γη των πατέρων του, την Αιολική Γη, που τον έφερε πρόσφυγα δώθε της Άσπρης θάλασσας, με πρώτο σταθμό τη Λέσβο και τελικό την Αθήνα που τότε έψαχνε ακόμη την ταυτότητα της (…κι ακόμα δεν τη βρήκε, κατά που βλέπω!..).

Η παρουσία του Τούρκου στις ατέλειωτες σελίδες του λογοτεχνικού έργου του Κόντογλου, αδρή και πλούσια, παρουσιάζει συνήθως μιαν εικόνα καρδιογραφήματος. Φαίνεται πως όταν υπερίσχυαν οι αρνητικές ιστορικές μνήμες φούντωνε μέσα του ο θυμός κ’ η (δίκαιη αναμφίβολα) αγανάχτηση, κι έγραφε ανάλογα, στολίζοντας τους Τούρκους, και μάλιστα τους ηγέτες τους, με όλο τον πρεπούμενο «στολισμό της αισχύνης». Όμως, σε ώρες νηφάλιας περισυλλογής, έβλεπε και τα θετικά στοιχεία αυτού του τζαναμπέτη λαού, που η ιδιοτροπία της Ιστορίας τον έφερε πλάγι μας και, για αιώνες, πάνω στο κεφάλι μας, και δε δίσταζε να χρησιμοποιήσει γλώσσα γλυκειά, με λόγια αληθινής ανθρωπιάς, συμπόνοιας κι αγάπης. Άλλωστε ο μεγάλος Αϊβαλιώτης ήταν πάντα, πάνω άπ’ ο,τιδήποτε άλλο, ένας συνειδητός Χριστιανός, με παραδειγματική συνέπεια πίστεως και ζωής! Έτσι δεν ήταν δυνατόν παρά να βλέπει και τους Τούρκους ως «πλησίον», κατά τον άγιο λόγο του Χριστού και να τους συμπονά: «Κύριε Ιησού Χριστέ», εξομολογείται στο «θρηνητικό Συναξάρι του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου», «Εσύ με δίδαξες, και για τούτο δεν κλαίγω μοναχά απάνω στα μνημούρια των Χριστιανών, μα και των Τούρκων, επειδής έμαθα από τ’ άγιο στόμα Σου να πονώ μαζί με τον κάθε άνθρωπο».

Στον «Άγιο Γιώργη το Χιοπολίτη» γράφει: «Κι εδώ, σε τούτο το νησί που πατώ, (σημ.: την Αγία Παρασκευή του Αϊβαλιού) και περ’ από ‘δω, τα χώματα είναι βασανισμένα άπ’ τον Τούρκο. Όπου πατήσεις και όπου σταθείς, βλέπεις και θυμάσαι τη σκληρότη αυτουνού του σκύλου, που ξεπέζεψε σαν μερμηγκιά απάνου σε τούτα τ’ αρχαία χώματα, μπήκε μέσ’ στα σπίτια μας, πατσαβούριασε την τιμή μας, ρούφηξε το αίμα μας… Πως δεν ξεράθηκε για ούλους τους αιώνες το δέντρο που μαράθηκε άπ’ το φαρμακερό χνώτο αυτουνού του φιδιού!…Κάτ’ άπ’ το κάστρο αρχινάνε τα σπίτια, τα τουρκόσπιτα, μ’ ένα σωρό μιναρέδες ‘δω κι εκεί. Οι χαραμοφάγοι πήρανε τα χωράφια, πήρανε τ’ αμπέλια, δεν αφήκανε γης μηδέ για μνημούρι. Κι ο νοικοκύρης πήγε και λούφαξε κλωτσημένος μέσα στα λαγούμια, μέσα στα χαλάσματα, πεινασμένη λεμπεσουριά. Έτσ’ είναι ο νόμος του πολέμου για τον Τούρκο…». Στη «Μυτιλήνη, Γενουβέζικη και Τουρκεμένη•», σημειώνει με πόνο: «Οι Τούρκοι, παίρνοντας τη Μυτιλήνη, επιδοθήκανε, κατά τα συνηθισμένα τους, σε κάθε βαρβαρότητα. Αρπούσανε, σφάζανε, βιάζανε γυναίκες, δέρνανε δίχως αιτία, βασανίζανε, μ’ έναν λόγο κάνανε σαν διάβολοι, έχοντας για παράδειγμα τον άξιο σουλτάνο τους Μεχμέτ, που στάθηκε ο πιο σκληρόκαρδος, ο πιο αιμοβόρος, ο πιο αναίσθητος, ο πιο πρόστυχος κι αδιάντροπος άπ’ όλους τους σουλτάνους. Η μυρουδιά που βγάζει το αίμα ήτανε γι’ αυτόν το πιο έμορφο μυρουδικό. Οι θρήνοι και τα βογγητά της απελπισίας ήτανε για τ’ αυτιά του η πιο γλυκεία μουσική, θηριώδικη ψυχή! Χιλιάδες έσφαξε, κρέμασε, παλούκωσε, χώρισε στα τέσσερα, ατίμασε, άντρες και γυναίκες, μικρούς και μεγάλους, σε κάθε χώρα που πατούσε το καταραμένο ποδάρι του». Ανάλογα αναφέρει και στην «Πολιορκία της Χαλκίδας»: «Ανάμεσα σ’ ένα σωρό σκληρόκαρδους πολέμαρχους που φανήκανε στην Ανατολή, κανένας δεν ματόχωσε τον κόσμο σαν και κείνο τ’ αφορεσμένο Τουρκί που το γράψανε στην ιστορία Μεμέτη Καταχτητή. Αυτός δεν πρέπει να παρασταθεί με σκήμα ανθρώπου, μόνο σαν εκείνα τα φοβερά τέρατα της Αποκάλυψης. Μ’ όλο πόχουνε περάσει τόσα χρόνια από τότες που ψόφησε, η Χριστιανωσύνη ακόμα χλωμιάζει σαν ακούσει τ’ όνομα αυτουνού του Αντίχριστου… Ποιος έκοψε κεφάλια σαν κι αυτόν, ποιος άλλος σούβλισε, ποιος πριόνισε, ποιος παλούκωσε, ποιος επινόησε βασανιστήρια, ποιος ατίμασε γυναίκες, ποιος εμόλεψε παλληκαρόπουλα, ποιος ρεζίλεψε τιμημένα σπίτια, ποιος ξέθαψε κόκαλα, ποιος κατάπιε πλατείες σούμπιτες, ποιος σουργούνεψε χιλιάδες χώρες και χωριά, ποιος έκανε να τρέμει στεριά και θάλασσα, κι ούλα τα βασίλεια ν’ ασπροκαλιάζονε σαν τις κότες που τις κλώθει ο αϊτός;» Σπαραξικάρδια επίσης παρουσιάζει τη σκηνή του φοβερού «ντεβσιρμέ» (Παιδομαζώματος), ενός από τα πιο φρικώδη τουρκικά εγκλήματα σε βάρος του Ελληνισμού, πάλι στη «Μυτιλήνη – Γενουβέζικη και Τουρκεμένη»: «Σαν τα κοπάδια τα τρομαγμένα σπρωχνόντανε χιλιάδες άνθρωποι μπροστά στο σουλτάνο, σαν να ‘τανε η Δευτέρα Παρουσία, κι ο θρήνος κι ο αλαλαγμός ανέβαινε στον ουρανό. Μ’ ένα φοβερό γνέψιμο του σουλτάνου, πεντακόσια παλήηκάρια και κορίτσια αρπαχτήκανε από τους γενίτσαρους, για τα χαρέμια του αφέντη τους. Μέ σπαραγμό βλέπανε οι γονιοί να χωρίζουνται από τα παιδιά τους κι από τα εγγόνια τους, τ’ αδέρφια από τ’ αδέρφια. Μήτε να κλάψουνε ελεύθερα μπορούσανε, παρά ξεροκαταπίνανε τον πόνο τους, γιατί οποίος έδειχνε πως λυπότανε έχανε το κεφάλι του. Όλοι στεκόντανε σαν πεθαμένοι, κι ακούγανε τον ντελάλη που φώναζε τη σουλτανική διαταγή».

Από την άλλη μεριά τώρα, στο κείμενο «Έλληνες και Τούρκοι», διαπιστώνει: «Ενώ Τούρκος έχει πολλά καλά, είναι καλοκάγαθος, απλοϊκός και φιλόξενος, σαν δεν τον έχει πιάσει ο φανατισμός που τον κάνει από πρόβατο θερίο, αλλά είναι βαρύς κι αδιάφορος, δεν αγαπά τη δουλειά, δεν έχει το κέφι που έχει ο Έλληνας κι αυτή η φυσική νωθρότητά του χειροτερεύει από την πίστη που έχει στο «κισμέτ», στο γραφτό, κ’ έτσι κ’ η λίγη δραστηριότητά του χάνεται ολότελα».

Στο διήγημα «Τίμιος Κουρσάρος» ρίχνει τα «κατάξυλα» στον πόλεμο, που διαφθείρει τους ανθρώπους: «Οι Τούρκοι είναι καλοί και πονόψυχοι από φυσικό τους, πλην ο πόλεμος είναι σαν μια αρρώστεια που χτυπά και τους καλούς και τους κακούς και τους αγριεύει». Και μόνο το γεγονός ότι οι Τούρκοι είναι Ανατολίτες, κάνει τον πάντοτε συναισθηματικό Κόντογλου να τους θεωρεί, με αρκετή δόση από sancta simplicitas ασφαλώς, κι αυτούς ευλογημένους! «Στεριανοί και θαλασσινοί είχανε την Ανατολή για βλογημένη, γιατί εκεί γεννήθηκε ο Χριστός, κι από κει βγαίνει ο ήλιος, κι όσοι άνθρωποι γεννιούνται στην Ανατολή είναι βλογημένοι,Έλληνες και Τούρκοι». Στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας» συγκρίνει τους Παπικούς με τους Τούρκους και υπερτιμά χωρίς δισταγμό τους δεύτερους; «Όλοι οι υπήκοοι του Πάπα ερχόντανε στην Ανατολή ντυμένοι με προβατοπροβιά, ενώ ήτανε από μέσα λύκοι… Ενώ οι Τούρκοι κ’ οι άλλοι μωχαμετάνοι, μπορεί νάχανε τη σκληρότητα που έχουνε οι άνθρωποι του πολέμου, μα είχανε και καλωσύνη, πολλά γενναία αισθήματα, αγάπη στη δικαιοσύνη, φόβο Θεού, επειδής ήτανε πιο απλοί και ζούσανε πιο φυσική ζωή». Δεν διστάζει να ομολογήσει πως και από τον τουρκικό λαό αναδείχθηκαν Άγιοι στην Εκκλησία, προβάλλοντας με περισσή αγάπη και τρυφερή ευλάβεια έναν νεαρό Τούρκο Νεομάρτυρα, τον Άγιο Κωνσταντίνο «τον εξ Άγαρηνών» από τη Μυτιλήνη, που ομολόγησε τον Χριστό στο Αϊβαλί κι εμαρτύρησε στην Κωνσταντινούπολη στις 2 Ιουνίου 1819: «Ανάμεσα στους πολλούς Νεομάρτυρες είναι κ’ ένας που ήτανε Τούρκος, και τον φώτισε ο Θεός, κι όχι μοναχά έγινε Χριστιανός, αλλά και μαρτύρησε για τον Χριστό, «αναφανείς εξ ακανθών ως ρόδον εύοσμον, και τω του θείου λουτρού βαπτίσματι αναγεννηθείς»… Σαν πέρασε η πανούκλα, εκείνο το βλογημένο Τουρκάκι μπήκε σ’ ένα καΐκι που πήγαινε στο Άγιον Όρος…».

Όμως, η πιο εντυπωσιακή κατάθεση, είναι εκείνη μιας προπολεμικής ιδιωτικής επιστολής του (σαραντάχρονου τότε) Κόντογλου στον Κωνσταντινουπολίτη φίλο και συνεργάτη του Αβραάμ Παπάζογλου, αδημοσίευτης μέχρι σήμερα, άπ’ όσο ξέρουμε, το πρωτότυπο της οποίας βρίσκεται στο ΕΛΙΑ (Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο) των Αθηνών, προσφορά της αδελφής του παραλήπτη Θάλειας Νεμπάρη, και αντίγραφο της υπάρχει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, άπ’ όπου και τη λάβαμε. Την παραθέτουμε αυτούσια, διατηρώντας την ορθογραφία (η υπογράμμιση δική μας), με τη ρητή προειδοποίηση ότι δεν είναι καρπός της πλήρους ωριμότητας του συγγραφέα. Τη γράφει ο Κόντογλου του Πέδρο Καζα, της Βασάντας και του Αστρολάβου. Όχι ο Κόντογλου του Μυστικού Κήπου και της Αγιασμένης Ελλάδας!

«Γράφω στην Αθήνα, στις 28 Νοέμβρη του 1935.

Αγαπητέ μου φίλε, Παπάζογλου.

Μέ συγκίνησε πολύ το γράμμα σου γιατί είνε γραμμένο από άνθρωπο, σπάνιο πράμα για τα χρόνια μας. Σε φχαριστώ από καρδιάς. Σε φχαριστώ και για τη φωτογραφία. Μου κάνεις πολλή τιμή να κοπιάζης να μετάφρασης τόσα πράματα. Ας είσαι καλά. Από την άλλη μεριά χαίρουμαι που έδωσα σ’ έναν άνθρωπο πνευματική τροφή και τόσο φχαριστήθηκε που θέλει να δώση από δαύτη και σ’ άλλους. Δηλαδή τους Τούρκους, που τους αγαπώ σαν αδέλφια και θέλω να το μάθουνε. Ανάθεμα στην ιστορία που συντείνει να χωρίζουνται οι άνθρωποι. Αύτη την ιστορία, τη μητρυιά της ανθρωπότητας πρέπει να τη στείλουμε πειά στο διάβολο. Οι Τούρκοι είναι από φυσικό τους πειό αγαθοί από μας, ράτσα καλή, σεμνή κι αξιαγάπητη. Πάντα λέγω πως είμαι τουρκομερίτης, πολλές φορές βρήκα και το μπελά μου από κουτούς εθνικιστές, που, δόξα σοι ο Θεός είνε πολύ λίγοι, σχεδόν τίποτα σήμερα. Σε παρακαλώ γράψε πως έχω τέτοια αισθήματα για τους πατριώτες μου. Στις ζουγραφιές που κάνω, και το βιβλία που γράφω βάζω απουκάτου

από τόνομά μου «Αϊβαλιώτης».

Σε ζάλισα μαυτά τα λόγια, μα συμπάθησε με. Διψώ πειά αγάπη, γιατί είνε τόσο λίγη στα χρόνια μας, και σημείωσε δεν είμαι αδύνατος άνθρωπος.

Σε φχαριστώ για όσα λες να μου γράψεις και να ξέρεις πως δεν θα πάνε χαμένα. Η πεθυμιά μου είνε νάρτω καμμιά φορά στην Τουρκιά, να προσκυνήσω τάγια χώματα. Ξέρω καλά πως θάρτη ώρα να βγούνε ξανά πολύ μεγάλα πράμματα από την Ανατολή.

Γεια σου το λοιπόν και να με λογαριάζεις κ’ έσύ σαν αδερφό σου. Σε χαιρετά και η γυναίκα μου. Γεια σου, Γεια σου,

Φώτης»

Καρδιογράφημα, λοιπόν, αλλά με έντονες καμπύλες ζωή! Όχι ευθύγραμμον, καταληκτήριον!… «Τα επίλοιπα της αναγνώσεως», κατά το αγιορειτικόν, εν «ώραις αισίαις» ελληνο-τουρκικών, τουρκο-ευρωπαϊκών, αμερικανο-τουρκικών, τουρκο -ελληνο-αμερικανικών, ελληνο-τουρκο-αμερικανο-ευρωπαϊκών και λοιπών προσεγγίσεων και ειδυλλίων, δι’ ευχών των Αγίων Νεομαρτύρων Αχμέτ του Κάλφα και Κωνσταντίνου του Μυτιληναίου «των εξ’ Αγαρηνών», τα αφήνουμε «επ’ ελπίσι χρησταίς» στα χέρια του Κυρίου της Ζωής, παρά τω Οποίω, δόξα νάχει τ’ όνομα Του!, «ουκ ενι Ιουδαίος ουδέ Έλλην», ούτε -όγλου, ούτε -ίδης, ούτε -όπουλος, μηδέ Τούρκος, μηδέ Ρωμηός!…

 Πηγή: Περιοδικό Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς «Πειραϊκή Εκκλησία», Απρίλιος 2009

Σχετικά άρθρα Φώτης Κόντογλου
Ο Φώτης Κόντογλου και η Νεοελληνική Ζωγραφική 13 Ιουλίου 2021 Η νεοελληνική τέχνη, χώρος μέχρι πριν δυο τρία χρόνια σχεδόν άγνωστος, αρχίζει σιγά-σιγά να γίνεται αντικείμενο μελέτης και σπουδής και ίσως δεν είναι μακρυά η ημέρα που θα έχουμε μια γενική εικόνα της και θα γνωρίζουμε το έργο και τη συμβολή του κάθε καλλιτέχνη στην πορεία της. Τότε μόνον θα δυνηθούμε να εκτιμήσουμε με ακρίβεια την προσφορά και το...
Περί του Εικονοστασίου και της εν αυτώ θέσεως των αγίων Εικόνων 1 Αυγούστου 2015 Το εικονοστάσιον, κοινώς τέμπλον, του ιερού ναού χωρίζει το Άγιον Βήμα από τον κυρίως ναόν. Πρέπει δε να είναι χαμηλόν, διά να φαίνεται η Θεοτόκος Πλατυτέρα, και να έχη τρεις θύρας, ήγουν εις το μέσον την Ωραίαν Πύλην, και δύο πλαγίας μικρότερας θύρας. Να έχη και θυρίδας, εις τας οποίας να μπαίνουν αι εικόνες, ζωγραφισμένες επάνω εις σανίδι. Η δε ...
Ο Φώτιος Κόντογλου και το έργο του 14 Οκτωβρίου 2014 Η αφιέρωση του παρόντος τόμου των «ΔΙΠΤΥΧΩΝ» της Εκκλησίας της Ελλάδος στον μακαριστό Φώτιο Κόντογλου αποτελεί ευώδες μνημόσυνον στην μνήμη εκείνου, ο οποίος με το ορθόδοξο εκκλησιαστικό του φρόνημα και την βαθιά θρησκευτικότητά του, με τον «χυμώδη λόγον αληθείας» και με την «πολύφωνη γλώσσα των χρωμάτων και των σχημάτων της εσωτέρας ησυχίας και σ...
Θέλω να μιλήσω για τον άγιο Bασίλειο 31 Δεκεμβρίου 2011 Ένα «διαφορετικό» κείμενο για τον Μέγα Βασίλειο από τον Φώτη Κόντογλου. Έχει γραφεί και υποστηριχθεί από πολλούς ότι κανείς άλλος νεοέλληνας συγγραφέας δεν προσέγγισε σε τέτοιο βαθμό τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου, όπως ο Φώτης Κόντογλου. Ίσως γιατί είναι από τους λίγους που «πάτησαν» γερά πάνω στην παράδοση του τόπου και συνδέθηκαν στενά ...
Περί της διατάξεως των διαφόρων Αγίων Εικόνων και παραστάσεων εν τω ιερώ Ναώ 15 Οκτωβρίου 2011 Ο Χριστιανικός ναός παριστάνει συμβολικώς την Άνω Ιερουσαλήμ ή τον Επίγειον Ουρανόν, όπως λέγει τούτο το ωραίον τροπάριον: «Ουρανός πολύφωτος η εκκλησία, συγκαλούσα άπαντας προς ευφροσύνην τους πιστούς, εν ω εστώτες κραυγάζομεν· Τούτον τον οίκον στερέωσον Κύριε.» Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης λέγει ότι «ο ναός είναι η εικών της θείας Εκκλησίας κα...