Thomas Mann: Γκαίτε και Τολστόι

9 Νοεμβρίου 2012

Στο δοκίμιο αυτό ο Th. Mann παρακολουθεί συγκριτικά δύο μεγάλες μορφές της παγκόσμιας λογοτεχνίας, τον Γκαίτε και τον Τολστόι, που εκπροσωπούν, ως γνωστόν, δύο διαφορετικούς κόσμους, εθνικούς και ιδεολογικούς.

Εξ αρχής είναι ευνόητο να διερωτηθεί κανείς αν οι δύο μεγάλοι συγγραφείς συναντώνται ‘’ιδεολογικά’’, αφού ούτως η άλλως δεν ήταν δυνατό να συναντηθούν εθνικά και προφανώς ιστορικά (ο Τολστόι γεννιέται το 1828, ενώ ο Γκαίτε πεθαίνει το 1832). Εάν εξαιρέσει κανείς τον παιδαγωγικό προσανατολισμό των δύο συγγραφέων (σσ. 17-18) και τον αυτοβιογραφικό χαρακτήρα των έργων τους (σσ. 18-19), η πραγμάτευση του Th. Mann αφορά κυρίως στην ανάδειξη των διαφορών τους. Στο σημείο αυτό ας μου επιτραπεί να παρατηρήσω ότι η ανάδειξη αυτή δεν είναι κάποια εντυπωσιακή ανακάλυψη, έστω κι αν συνοδεύεται από ενδιαφέρουσες επισημάνσεις.

Μία πρώτη διαφορά εντοπίζεται, κατά τον Mann, στην ιδεολογική αφετηρία και συγκρότηση των δύο συγγραφέων. Συγκεκριμένα, η χριστιανική-κοινωνική ηθική του Τολστόι αντιπαραβάλλεται με τον παγανιστικό και πολιτιστικό ιδεαλισμό του Γκαίτε (σ. 42). Ο Γκαίτε, κατά τον Μann, «αποτίει φόρο τιμής στον ηθικό πολιτισμό του χριστιανισμού. δηλαδή στην πολιτιστική, αντιβαρβαρική επιρροή του» (σ. 84).

Αλλά, ενώ ο Μann, κάνει λόγο για τον παιδαγωγικό προσανατολισμό των δύο συγγραφέων, επισημαίνει παράλληλα ότι «στον Τολστόι η πηγή της παιδαγωγικής ενόρμησης ήταν κοινωνική και ηθική … Στον ωραίο ουμανισμό του Γκαίτε το κοινωνικό ιδεώδες αποτελούσε οργανική εκβλάστηση του πολιτιστικού και του παιδαγωγικού ιδεώδους» (σ. 118). Εν συνεχεία προστίθεται και μία άλλη διαφορά, κατά τον Μann, στα παιδαγωγικά γραπτά του Τολστόι και του Γκαίτε, ότι «αποκαλύπτουν μία άκρως αντιουμανιστική, αντιφιλολογική, αντιρητορική αντίληψη» (σ. 130).

Σε ορισμένα σημεία του δοκιμίου του Mann ο αναγνώστης θα διακρίνει ένα “γερμανικορωσσικό τετράγωνο”. Διότι ο Mann συγκρίνει την ανθρώπινη και την λογοτεχνική παρουσία του Τολστόι και του Γκαίτε με τις αντίστοιχες του Σίλλερ και του Ντοστογιέφσκι (βλ. ενδεικτικώς σ. 13, σσ. 30-31, σσ. 48-49, σσ. 54-55, σ. 66, σ. 104). Θυμίζω εδώ ότι την σχέση του Σίλλερ με τον Ντοστογιέφσκι είχε δείξει ο Μann και στο «Δοκίμιό για τον Σίλλερ» (μετ. Θ. Λάμπρου, Ίνδικτος, Αθήναι 2002, σσ. 78-79).

Σε μία γενική αποτίμηση, οι συγκριτικές παραρητήσεις του Mann, πλαισιωμένες και από την αναφορά σε στοιχεία της ζωής των δύο συγγραφέων, παρουσιάζονται με ένα τρόπο, θα έλεγα συναρπαστικό και ενδιαφέροντα. Ωστόσο, δεν είναι ευδιάκριτος ο σκοπός του παρόντος δοκιμίου. Εάν ο Μann ήθελε απλώς να συνηγορήσει υπέρ του χαρακτηρισμού των δύο συγγραφέων ως «θεϊκών» (σ. 13), αυτό είναι κατανοητό. Εάν ο Mann ήθελε να αναδείξει τις διαφορές του Γκαίτε και του Τολστόι, τότε είναι βέβαιο ότι επιχείρησε κάτι καινούργιο μεν, αλλά εν πολλοίς αυτονόητο. Διότι η καταγωγή του Γκαίτε και του Τολστόι, η εθνική και η γνωσιολογική, ακόμη και ο προσανατολισμός του έργου τους, δεν θα συνέτειναν ποτέ σε μία συνάντησή τους.

Γκαίτε και Τολστόι
συγγραφέας: Thomas Mann
μετάφραση: Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος
Ύψιλον, 2012 – 141 σελ.
ISBN 978-960-17-0307-7, [Κυκλοφορεί]