Εκκλησιαστική Ακρίβεια & Οικονομία Δ΄. Η Διάκριση

19 Δεκεμβρίου 2012

Η ορθή ποιμαντική χειραγώγηση διασφαλίζεται, όταν ο πνευματικός πατέρας έχει την ικανότητα να διακρίνει τις θείες από τις δαιμονικές ενέργειες. Η διάκριση θεωρείται στη νηπτική παράδοση από τις σπουδαιότερες αρετές. Ο άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος διηγείται ότι, στη σκήτη της Θηβαΐδας είχαν συγκεντρωθεί πολλοί γέροντες και συζητούσαν για την τελειότητα της αρετής και πως μπορεί να φυλαχθεί ο μοναχός από τις παγίδες του πονηρού, για να προσεγγίσει τον Θεό. Ο καθένας κατέθετε τη δική του γνώμη δίδοντας την πρώτη θέση σε κάποια αρετή. Άλλοι πρόβαλαν τη νηστεία και την αγρυπνία, άλλοι την αγνότητα, την ακτημοσύνη και την καταφρόνηση των υλικών αγαθών, ενώ άλλοι την ελεημοσύνη και διάφορες άλλες αρετές. Όταν πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας με τη συζήτηση, τελευταίος μίλησε ο Αββάς Αντώνιος. Όλες οι αρετές είναι απαραίτητες είπε, αλλά δεν επιτρέπεται να δώσουμε σε αυτές τα πρωτεία, διότι πάντα υπάρχει ο κίνδυνος της πλάνης, είτε από την υπερβολή είτε από την έλλειψη. Η διάκριση ως «οφθαλμός της ψυχής και λύχνος», «πάσας τας ενθυμήσεις και τας πράξεις του ανθρώπου διερευνώσα, διαστέλλει και διαχωρίζει παν φαύλον και απαρέσκον Θεώ πράγμα και μακράν αυτού ποιεί την πλάνην»29. Χωρίς το χάρισμα της διακρίσεως καμιά αρετή δεν μπορεί να είναι ασφαλής μέχρι τέλους. Έτσι η διάκριση «πασών των αρετών γεννήτρια και φύλαξ υπάρχει». Με τη γνώμη του οσίου Αντωνίου συμφώνησαν και οι υπόλοιποι πατέρες30. Η αρετή της διάκρισης πρέπει να κοσμεί ιδιαίτερα τον πνευματικό πατέρα.

Στη συνέχεια ο όσιος Κασσιανός διηγείται διάφορα παραδείγματα μοναχών που πλανήθηκαν, διότι δεν είχαν την αρετή της διάκρισης. Είναι αξιοπρόσεκτη η περίπτωση του ασκητή Ήρωνα, ο οποίος ενώ νήστευε και εγκρατευόταν με αυστηρότητα, έφθασε στο σημείο ακολουθώντας το λογισμό του να μη συνεορτάζει το Πάσχα με τους άλλους αδελφούς για να μη διακόψει τον «κανόνα του». Απατημένος όμως από το «ίδιον θέλημα» και τον διάβολο τον προσκύνησε ως άγγελο φωτός. Έτσι με σκοτισμένο νου έπεσε εκούσια σε πηγάδι πιστεύοντας τα λόγια του Σατανά, ότι θα βγει από εκεί σώος. Οι πατέρες με πολύ κόπο τον έβγαλαν μισοπεθαμένο και μετά τρεις μέρες ξεψύχησε. Ο αββάς Παφνούτιος φιλάνθρωπα φερόμενος δεν του στέρησε τα μνημόσυνα και τις προσευχές που γίνονται στους κεκοιμημένους, διότι θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ο θάνατός του ως αυτοκτονία31.

Ο πνευματικός με βάση τη διάκριση πρέπει να κάνει σωστή διάγνωση της πνευματικής κατάστασης του μετανοούντος, να βοηθεί με κάθε τρόπο στην πνευματική καρποφορία του και να αξιοποιεί το χάρισμα του καθενός. Σκοπός της ποιμαντικής χειραγώγησης δεν είναι ο πειθαναγκασμός του πιστού σε οποιοδήποτε σκοπιμότητα, αλλά η καθοδήγησή του στην εν Χριστώ ελευθερία. Για να γίνει αυτό, πρέπει η πνευματική πατρότητα και η πνευματική υιότητα να καλλιεργούνται μέσα στο πνεύμα της εν Χριστώ ελευθερίας και της κοινής αναφοράς στο θέλημα του Θεού. Μόνο όταν διασφαλίζεται η ελευθερία των ανθρώπων γεννιούνται υγιή πνευματικά τέκνα, ολοκληρωμένα πρόσωπα.

Ο Θεός έπλασε ελεύθερο τον άνθρωπο και δεν παραβιάζει το αυτεξούσιό του. Έτσι και ο πνευματικός πατέρας δεν μπορεί να το παραβιάσει. Οφείλει όχι μόνο να σεβαστεί την ελευθερία του, αλλά και να τον βοηθήσει να απελευθερωθεί από τα πάθη του, και να τελειωθεί στην ελευθερία. Μολονότι η αναμαρτησία και η αγιότητα αποτελούν θεμελιώδη αιτήματα της πνευματικής ζωής, εμφανίζονται συνήθως ανέφικτες. Ο άνθρωπος καθημερινά αμαρτάνει, είτε με τη διάνοια, είτε με το λόγο, είτε με την πράξη. Έργο του πνευματικού πατέρα είναι να διαγράψει με διάκριση τα όρια της αληθινής μετάνοιας και να συμβάλλει έτσι στην γέννηση ελεύθερων εν Χριστώ πνευματικών τέκνων.

Σε κάθε περίπτωση η ζωή του Πνεύματος είναι πέρα και πάνω από κανονιστικές διατάξεις. Στην επίπονη πορεία του Χριστιανού για την πνευματική ωρίμανση βοηθά ο πνευματικός πατέρας, όχι ως νομοφύλακας και εκκλησιαστικός χωροφύλακας αλλά ως μυσταγωγός στην εν Χριστώ ζωή. Η πνευματική γνώση που αποκτάται με τη μαθητεία, είναι ευρύτερη από τη  μελέτη και την εξ ακοής διδασκαλία. Με τη μαθητεία  και την άσκηση δεν αποβάλλεται η θέληση του χριστιανού, αλλά το «ίδιον θέλημα», το εγωϊστικό και φίλαυτο φρόνημα. Έτσι ο χριστιανός οικειώνεται τη Χάρη του Θεού και κάνει το θέλημα του Θεού δικό του θέλημα. Η μαθητεία ισχυροποιεί την θέληση και την ελευθερία και δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να φαλκιδεύει την ικμάδα της αληθινής ζωής. Και η υπακοή είναι άθλημα πνευματικό, που βοηθά στην ωρίμανση και τη χειραφέτηση. Σε αντίθετη περίπτωση πίσω από το μυστήριο της μετανοίας και το πρόσχημα της υπακοής, μπορεί να κρύπτονται δικανικές αντιλήψεις, που αφορούν κατά κύριο λόγο τους πνευματικούς πατέρες αλλά και τα πνευματικά τέκνα.

29 Αγίου Κασσιανού του Ρωμαίου, Προς Λεόντιον Ηγούμενον, Φιλοκαλία  τόμ. Α , εκδ. Παπαδημητρίου, Αθήνα 1982, σ. 86.

30  Αγίου Κασσιανού του Ρωμαίου, ό.π., σ. 86-87.

31 Ό.π., σ. 87.