Πάσχα στα Μύρα – 2013 (α’ μέρος)

25 Ιουνίου 2013

DSC00533 copy

Μ’ ένα Δεσπότη απροσδιορίστου ορίζοντος, ένα παπά από την Βασιλεύουσα, ένα γιατρό από την Αθήνα ζαλισμένο από τρέξιμο και προσφορά και μεις τρεις καλόγεροι από το όμορφο Βατοπαίδι, βαλθήκαμε να δράμουμε για ακόμα μια φορά στο Νότο της Τουρκίας για να κάνουμε Πάσχα αντάμα με τον Άγιο των θαλασσών και της στεριάς Νικόλαο και με πολλές χιλιάδες Ρώσσους Ορθοδόξους και ομοδόξους μας και ελάχιστους Έλληνες.

Αυτές τις εντυπώσεις μας θα προσπαθήσουμε να διατυπώσουμε στο γραφτό αυτό, για μια αξέχαστη επιδρομή κατά του χρόνου και του χώρου! Γιατί πρέπει να μάθει ο κόσμος ότι ο Χριστός Ανέστη περισσότερο βυζαντινά εκεί όπου επικρατεί ακόμα βαθύ σκότος και άγνοια περί Χριστού θανόντος και Αναστάντος!

Κωνστανινούπολη και Αγία Σοφία

Ο γιατρός λοιπόν ξεκίνησε από Αθήνα Μ. Δευτέρα μεσημέρι και τις νυχτερινές ώρες έφθασε στο μετόχι της Μονής Βατοπαιδίου στο Πόρτο Λάγος, απ’ όπου, την επομένη λίαν πρωί, προσεπιβιβάσας ημάς τους τρεις βατοπαιδινούς αδελφούς, πορευθήκαμε όλοι μαζί για την Κωνσταντινούπολη. Ήσυχη η πορεία μέχρι τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Κομοτηνή, Αλεξανδρούπολη, Έβρος. Οι έλληνες φαντάροι απτόητοι στις θέσεις τους στα σύνορα, τηρούν Θερμοπύλες. Τους ευχηθήκαμε εγκάρδια «Καλή Ανάσταση». Σίγουρα θα νοσταλγούν τις οικογένειές τους αυτές τις άγιες μέρες, αλλά «νυν υπέρ πάντων η πατρίς».

Θες διότι ήταν πρωϊ, θες εξαιτίας της μαστίζουσας τη χώρα μας οικονομικής κρίσης η οποία επιβάλλει περιορισμό των ταξιδιών, διαπεράσαμε τα σύνορα πολύ εύκολα και χωρίς καθυστέρηση διότι δεν υπήρχε άλλος πριν από μας.

Η σκλαβωμένη Ανατολική Θράκη μας καλωσόρισε με το ανοιξιάτικο καταπράσινο χαλί της, τους ατέρμονους σιτοβολώνες της και τα αγέρωχα μπουμπουκιασμένα ήδη στάχυά τους. Διασχίσαμε την Κεσσάνη, αφήσαμε στα αριστερά μας την Αδριανούπολη και αφού αποχαιρετίσαμε τη Σηλυβρία την πατρίδα του μεγάλου αγίου του 20ου αι. Αγίου Νεκταρίου, βάλαμε μπρος αψοφητί για Κων/λη.

Φθάσαμε σε μια πόλη, για την οποία οι λέξεις ανάπτυξη, εξέλιξη, προκοπή, πρόοδος, καθαριότης, εξωραϊσμός, μπορούν να αναφερθούν στην κυριολεκτική τους απόδοση και χωρίς σχήμα υπερβολής. Μπορείς να δεις ένα απίστευτο οικοδομικό οργασμό, με ουρανοξύστες υπερσύγχρονης τεχνολογίας και παράλληλα ανάδειξη των φυσικών καλλονών σε κάθε σπιθαμή γης με δημιουργία τεχνητών νησίδων και πλαγιών με παμποίκιλους θάμνους και δένδρα, με πρασιές από γκαζόν διακοσμημένα με ευφάνταστα αλλεπάλληλα γεωμετρικά σχήματα που διακρίνονται με την διαφορετικότητα των χρωμάτων των λουλουδιών μέχρι και επιγραφές καλωσορίσματος σε πλαγιές που τα γράμματα και οι λέξεις σχηματίζονταν με εμφύτευτα λουλούδια στην επιφάνεια του γκαζόν. Χωρίς να απουσιάζουν βέβαια και οι πίδακες που τα βράδυα φωταγωγούνται εκεί όπου διακριτικά και εύστοχα τοποθετήθηκαν.

Συναντηθήκαμε με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μύρων κ. Χρυσόστομο και άλλους αρχιερείς και κληρικούς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, πήραμε τις ευλογίες τους, και αφήσαμε τις απαρχές του πρώτου εαρινού αμητού του μελισσομανδρίου της Μονής στον Οικουμενικόν Πατριάρχην και Πατέρα ημών κ.κ. Βαρθολομαίον συν τη παρακλήσει ίνα φάγη καρπόν μέλιτος αγιορειτικών ανθέων εκ πόνων δε βατοπαιδινών ανθηδόνων προς υγιείαν προσφερομένου και ευφρανθείς ευλογήση το μελισσομάνδριον της Μονής, ώστε εύφορον είναι εν όλω τω ενιαυτώ.

Αφού κλείσαμε ραντεβού για την εκκίνηση της επομένης για τα Μύρα, φύγαμε για την Αγία Σοφία που συγκινεί τις καρδιές των ελλήνων στο άκουσμά της, ως σημείο κατατεθέν της σκλαβωμένης Ρωμιοσύνης, που αναμένει την ανάσταση του «Μαρμαρωμένου Βασιλιά» και τον αγγελόφερτο παπά με τ’ άγια για να τελειώσει τη θεία λειτουργία που έμεινε μισοτελειωμένη…

Κάθε σπιθαμή της είναι και μια ιστορία, κάθε πετραδάκι κι ένας θρύλος, κάθε πατιά και θαύμα, κάθε αρχιτεκτονικό δημιούργημα συνηθισμένο σ’ αυτή υπερβαίνει την σύγχρονη επιστημονική επάρκεια σε δεοντολογία, εξικνούμενο μέχρι και της τελειότητος. Όλα αυτά σαν ένας απόηχος βυζαντινός γεμάτος μόνο ρωμιοσύνη δονεί τις ψυχές των ελλήνων προσκυνητών σαν τις δεκάδες καμπάνες και τα εκατοντάδες σήμαντρα που ηχούσαν όταν ήταν λεύτερη η εκκλησιά και λειτουργούσα.

DSC00534 copy

Αγία Σοφία. Οι εργασίες αποκατάστασης των εκπληκτικών ψηφιδωτών-αγιογραφιών προχωρούν…

Βασιλική μεγαλοπρέπεια και σοφία στην αρχιτεκτονική δομή του ναού, ιεροπρέπεια στην χωροτακτική κατανομή, σεμνοπρέπεια με τον τεράστιο γυναικωνίτη ως χώρο κατάπαυσης των θηλέων, αφού και η βασίλισσα ακόμη είχε το χώρο της εκεί, απαράμιλλα αριστοτεχνικά δημιουργήματα όπως ψηφιδωτές παραστάσεις και τοιχογραφίες που καθημέραν αποκαλύπτονται από τις αρχαιολογικές υπηρεσίες, αφού καλύφθηκαν με μουσουλμανικά σύμβολα όταν ο ναός μετατράπηκε σε τζαμί και μερικές υπενθυμίζουν τον ξεχωριστό τους θρύλο. Ιδιαίτερα στοχοποιήσαμε με τα ερευνητικά βλέμματά μας τις πρόσφατα αποκαλυφθείσες νωπογραφίες των εξαπτερύγων Σεραφίμ και των τετραπτερύγων Χερουβίμ κάτω από τον τρούλλο, για τις οποίες ακούστηκαν πολλά: «Όταν θα αποκαλυφθούν οι άγγελοι στον τρούλλο της Αγιά Σοφιάς ηξεύρετε ότι …».

DSC00540 copy

Προσκύνημα στο λείψανο της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Ευφημίας

Τέλος, γεμάτοι συγκίνηση και δέος αναχωρήσαμε για να προλάβουμε την ακολουθία των Παθών του Κυρίου, καθ’ ο Μ. Τρίτη, στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου. Εκεί προσκυνήσαμε και το άφθαρτο λείψανο της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Ευφημίας.

Κατελύσαμε στο ξενοδοχείο Δάφνη κοντά στο Πατριαρχείο.

Σαγγάριος

Στις 5:00 το πρωί της επομένης, Μ. Τετάρτη, ξεκινήσαμε για τα Μύρα, μια απόσταση χιλίων περίπου χιλιομέτρων.

Κοιμάται ακόμη η πλειονότης των είκοσι εκατομμυρίων κατοίκων της Πόλης και τους αφήνουμε πίσω μας να ξυπνήσουν με την ησυχία τους, εμείς οι «τρελλοί και ανήσυχοι» που ξεκινήσαμε από την άκρη της Ελλάδος για να μη μείνει αλειτούργητος ο ναός του Αγίου Νικολάου.

Περάσαμε την περίφημη γέφυρα του Βοσπόρου, που ακόμη και εκείνη την ώρα είχε την κίνησή της. Κοιτάζαμε τον πολυθρύλητο Βόσπορο, εκτείνοντας το βλέμμα μέχρι και τα μακρύτερα μέρη δεξιά και αριστερά, γρήγορα γρήγορα, σαν να θέλαμε να τον καταπιούμε με μιας, αφού ο προσφερόμενος χρόνος ενατένισης με το αυτοκίνητο είναι πολύ λίγος συγκριτικά με το ιστορικό μεγαλείο που κουβαλά σε κάθε σταγόνα του, παρά το γεγονός ότι η γέφυρα αυτή είναι από τις μακρύτερες στον κόσμο.

Αποχαιρετίσαμε τις τελευταίες επεκτάσεις της Κων/λεως με υπερσύγχρονους γυάλινους ουρανοξύστες και φθάσαμε στο Χάρακα. Χαϊδέψαμε με το βλέμμα μας τον Αστακηνό κόλπο, που τώρα παρ’ όλο που είναι άδειος από αστακούς εξακολουθεί να διατηρεί την ομορφιά και την γραφικότητά του όπως και παλαιά.

Ξεπρόβαλε η Νικομήδεια, και παρ’ όλο που τώρα δεν είναι παρά μια πολίχνη, ένα μικρό προάστειο της Κων/λης, στη μνήμη μας όρθωσε αληθινά το ανάστημά της συναγωνιζόμενη την Κων/πολη στην πνευματική ακτινοβολία, από την υπερπληθύν των αγίων της, μαρτύρων και Ιεραρχών που κατά καιρούς αναδείχθηκαν και κόσμησαν το στερέωμα της Εκκλησίας στο διηνεκές.

Φθάσαμε στη Νίκαια και κάναμε στάση για τσάι ή καφέ. Αναφέρει η Παράδοση ότι ο Άγιος Νικόλαος χρειάστηκε 52 μέρες με βοδάμαξα για να διανύσει την απόσταση Μύρα – Νίκαια, προκειμένου να λάβει μέρος στην Α’ Οικουμενικὴ Σύνοδο. Στο άκουσμα αυτό ντραπήκαμε, διότι άρχισαν να μας φαίνονται βουνό τα 800 χιλιόμετρα και οι επόμενες δέκα ώρες που χρειαζόμασταν για να διανύσουμε την ίδια απόσταση με το πουλμανάκι της Μητροπόλεως Μύρων.

Ο Μητροπολίτης μας σέρνοντας πίσω του τα 65 του χρόνια, ακμαιότατος όμως στο ηθικό, καίτοι στην πολλοκαιδέκατη φορά που κάλυπτε την απόσταση αυτή για τα «όμορφά του Μύρα», δεν μας άφηνε να λιποψυχήσουμε. Παρόμοια και ο γιατρός κ. Κολιομιχάλης που στο άκουσμα του Αγίου Νικολάου πάντοτε τρέχει για να θεραπεύσει την πρώτη του αγάπη, όπως λέγει, αφού ακόμη και η εγγονή του έρχεται σε δεύτερη μοίρα μπροστά στον Άγιο Νικόλαο.

Περάσαμε το Βιλόκομο. Εδώ λέει ο Σεβασμιώτατος έγιναν πολλές μάχες… Βογγάει η γη από τα αδικοχαμένα παιδιά μας. Ξερνάει ακόμη ο Σαγγάριος, που με γέφυρα διαπερνούμε ένα παρακλάδι του, το ελληνικό αίμα που ήπιε τότε.

Η Άνοιξη κάνει τη διαδρομή τόσο ευχάριστη. Οι καταπράσινες πεδιάδες, τα λουλούδια, τα ανθισμένα δένδρα, που ξεπρόβαλαν συνάμα τα πρώτα βλαστάρια από τα σκασμένα μάτια τους.

Φθάσαμε στο Ινονού. Η πόλη πήρε το όνομα από τον ομώνυμο τούρκο στρατηγό που αναχαίτισε για πρώτη φορά την προέλαση του ελληνικού στρατού. Κάναμε δεύτερη στάση για ξεμούδιασμα και για να φάμε κάτι πρόχειρο. Φρούτα, ψωμάκι, ελίτσες και αναψυκτικό για δρόσισμα, μιας που το μενού δεν επιτρέπει περισσότερο, λόγω της Ιερότητος των ημερών.

Γι’ αυτό το λόφο εδώ, ακούστηκε η φωνή του Σεβασμιώτατου, έγιναν πολλές μάχες, μια τον έπαιρναν οι Έλληνες μια οι Τούρκοι. Κοίταξα και ήταν ένας λόφος χωρίς βλάστηση, χωρίς τίποτα. Και μέσα μου η απορία, γιατί χύθηκε τόσο ανθρώπινο αίμα για ένα φαλακρό βουνό, που ούτε αυτοί που το έχασαν, έχασαν τίποτε, ούτε αυτοί που το κέρδισαν, κέρδισαν τίποτε. Τόσο αίμα για ένα τίποτε… Και άρχισαν οι συμπληγάδες να μου αλέθουν την ψυχή, όπως κάθε φορά που περνώ απ’ αυτά τα μέρη… Πόσες μάνες τούρκισσες και ελληνίδες έκλαψαν για τα χαμένα παιδιά τους, για ένα φαλακρό βουνό για ένα τίποτε, πόσες σύζυγοι έμειναν χήρες, πόσα παιδάκια ορφανά από πατέρα. Πόσα δάκρυα χύθηκαν μαζί με το αίμα αυτών που έπεσαν, για ένα τίποτε. Λες και καταράστηκε ο Θεός το βουνό και το φαλάκρωσε από το πότισμα με τα τόσα πικρά δάκρυα και το αλμυρό αίμα… Τόσες ζωές αλέστηκαν, τόσος πόνος… «για ένα λινό κυμάτισμα (σε φαλακρό βουνό), για το πούπουλο ενός κύκνου, για το πέταγμα μιας πεταλούδας, για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη…»!