Μνήμη οσιακής κοιμήσεως Κασσανδρείας Ειρηναίου

16 Αυγούστου 2013

Ο Ειρηναίος υπήρξε ένας εκ των επιφανέστερων ιεραρχών στην εκκλησιαστική ιστορία της χώρας μας και  ο μακροβιότερος μητροπολίτης στη μητρόπολη Κασσανδρείας, αφού ποίμανε τη συγκεκριμένη επαρχία επί 38 συναπτά έτη, από την άφιξή του στον Πολύγυρο τον Οκτώβριο του 1907 μέχρι το θάνατό του στις 16 Αύγουστο του 1945.

Συμμετείχε ενεργά σ’ όλα τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στη Χαλκιδική, όπως στο Μακεδονικό Αγώνα, στην απελευθέρωση του Πολυγύρου το 1912, στα «Κονδυλικά» του 1916, στην ανέγερση δεκάδων σχολείων, στην λύση του Ημερολογιακού ζητήματος τη δεκαετία του ’20, στην αποκατάσταση των προσφύγων στη Χαλκιδική, κλπ. Είχε τη φήμη του δυναμικού ιεράρχη, καθώς τα δύσκολα θέματα, ιδιαίτερα κατά τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, δεν τα επέλυε πάντα με το… “σταυρό στο χέρι”, αλλά με τρόπο άμεσο και δυναμικό. Η ισχυρή του προσωπικότητα επιβλήθηκε κατά τη διάρκεια της διακονίας του σ’ όλη τη Χαλκιδική και άφησε μνήμη αγαθή μέχρι και σήμερα.

eirinaios

Ο Εμμανουήλ Παντολέοντος, όπως ήταν το κοσμικό ονοματεπώνυμο του Ειρηναίου, γεννήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 1863 στη Χάλκη των Πριγκιποννήσων. Το 1890 αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και στη συνέχεια διεύθυνε επί ένα έτος την Αστική Σχολή της Ξάνθης. Ακολούθως,  με τη σύσταση και προστασία του πρώην Ιεροσολύμων κ. Νικοδήμου μετέβη στο Κίεβο της Ρωσίας, όπου μετά τετραετή φοίτηση (1891-1895) στην εκεί Ακαδημία συμπλήρωσε τις σπουδές του. (κατά τον αείμνηστο δάσκαλο και συνεργάτη του «Π» Ιωακείμ Τάσιο υπήρξε συμφοιτητής του Ιωσήφ Στάλιν).

Από το Κίεβο επανέκαμψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου διορίσθηκε καθηγητής στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, στην οποία δίδαξε επί οκταετία. Τον Οκτώβριο του 1903, ως αρχιμανδρίτης και καθηγητής της Χάλκης, εξελέγη μητροπολίτης Μελενίκου και τον Ιούλιο του 1907 μητροπολίτης Κασσανδρείας.

Ο Ειρηναίος κατέφθασε έφιππος στον Πολύγυρο, το απόγευμα της Παρασκευής 7 Σεπτεμβρίου 1907, και στην είσοδο της κωμόπολης τον υποδέχθηκαν επίσημοι και πλήθος κόσμου παρατεταγμένοι εκατέρωθεν του δρόμου.

 Άμα τη αφίξει του στον Πολύγυρο, ο Ειρηναίος ανήγγειλε την ανέγερση οικοδομήματος Ελληνικής Σχολής, έργο το οποίο ολοκληρώθηκε το 1911, «…φιλογενή των κατοίκων μέριμναν…». Στη συνέχεια επισκέφτηκε όλα τα χωριά της επαρχίας του, γνώρισε από κοντά την κατάσταση που επικρατούσε, κέρδισε την εμπιστοσύνη τους και από κοινού έδωσε λύσεις σε προβλήματα που ταλάνιζαν επί χρόνια τη «δύστηνη επαρχία».

eirinaios3

Όταν ο Ειρηναίος εγκαταστάθηκε στον Πολύγυρο, ο Μακεδονικός Αγώνας ήταν στην κορύφωσή του. Τότε, ο δυναμικός ιεράρχης, ανέλαβε δράση και κατέστη ο ηγέτης και του εθνικού αυτού αγώνα. Συγκροτώντας Επιτροπές (Μακεδονικού Αγώνα) σε κάθε χωριό και βοηθώντας με κάθε τρόπο τα ένοπλα ελληνικά σώματα που κατέφθαναν από την ελεύθερη Ελλάδα, συνέβαλε τα μέγιστα ώστε η Χαλκιδική να μην απειληθεί ουσιαστικά από την προσπάθεια των Βουλγάρων να διεισδύσουν στην περιοχή.

Το 1908, με την επικράτηση των Νεοτούρκων και την άρνηση των περισσοτέρων στρατευσίμων Ελλήνων να υπηρετήσουν στον Τουρκικό στρατό, οι κάτοικοι των χωριών της Χαλκιδικής γνώρισαν πρωτοφανείς διώξεις. Στο κλίμα αυτό της κατατρομοκράτησης του κόσμου έλαβε χώρα και η απόπειρα δολοφονίας του Ειρηναίου την 8η Μαΐου 1909 σε μετόχι της Ι. Μ. Εσφιγμένου κοντά στην Πορταριά.

Και φτάνουμε  στα 1912, έτος κατά το οποίο απελευθερώνεται η Χαλκιδική ύστερα από μισή περίπου χιλιετία σκλαβιάς και η συμβολή του Ειρηναίου στην αναίμακτη απελευθέρωση του Πολυγύρου, είναι καθοριστική. Τις μέρες εκείνες του ’12, είχαν συγκεντρωθεί στον Πολύγυρο περί τους 2.000 Τούρκοι απ’ όλη τη Χαλκιδική, φοβούμενοι απόβαση Ελληνικών ανταρτικών σωμάτων στα παράλια. Ένα από τα σώματα αυτά, του Β. Παπακώστα, με λίγους αντάρτες κατάφερε να φτάσει μέχρι τον Πολύγυρο και από τους γύρω λόφους να προκαλεί εκνευρισμό στους Τούρκους. Οι πληροφορίες μάλιστα, που διέσπειραν επίτηδες συνεργάτες του Ειρηναίου, ότι τάχα στους γύρω λόφους υπήρχαν χιλιάδες οπλισμένοι αντάρτες έτοιμοι να εισβάλουν στον Πολύγυρο, προκάλεσαν φόβο και τρόμο στους Τούρκους και ανάγκασαν τον Τούρκο διοικητή να απευθυνθεί στον Ειρηναίο.

Ο δυναμικός και πανέξυπνος ιεράρχης δεν έχασε ευκαιρία. Με λογικά επιχειρήματα τον έπεισε πως το καλύτερο που είχε να κάνει ήταν να πάρει το στρατό και τους υπαλλήλους του, να φύγουν προσωρινά από τον Πολύγυρο και όταν θα αποκαθίστατο η τάξη να επέστρεφαν πάλι. Έτσι οι Τούρκοι, την 23η Οκτωβρίου 1912, φόρτωσαν τα υπάρχοντά τους σε ζώα και, συνοδευόμενοι από τον Ειρηναίο, άφησαν για τελευταία φορά τον Πολύγυρο φεύγοντας δια μέσου των Τούρκικων συνοικισμών της Καλαμαριάς με κατεύθυνση τη Θεσσαλονίκη. Έτσι απελευθερώθηκε ο Πολύγυρος και ολόκληρη η Χαλκιδική και το γεγονός γιορτάστηκε με δοξολογίες στις εκκλησίες και πανηγύρια που διήρκησαν πολλές μέρες.

Τα επόμενα χρόνια (από το 1912 μέχρι το 1930) ο Ειρηναίος εφέρετο ως ο επικρατέστερος υποψήφιος για τον Πατριαρχικό θρόνο της Βασιλεύουσας, καθώς πολλά δημοσιεύματα ανέφεραν ότι ο αείμνηστος Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄ προ του θανάτου του «είχεν υποδείξει τον Άγιον Κασσανδρείας ως μόνον άξιον διάδοχόν του». (Ν. Αλήθεια 27/12/1912). Η υποψηφιότητά του όμως δεν ικανοποίησε, καθώς φαίνεται, την Υψηλή Πύλη, η οποία διέγραψε από τον σχετικό κατάλογο υποψηφίων Πατριαρχών 7 Μητροπολίτες μεταξύ των οποίων και τον Ειρηναίο.

eirinaios2

Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που απασχόλησαν τον Ειρηναίο τη δεκαετία του ‘20 ήταν η αποκατάσταση των προσφύγων που κατέκλυσαν τη Χαλκιδική και ιδιαίτερα την περιοχή της Καλαμαριάς, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Με την έλευσή τους στη Χαλκιδική εξέδωσε άμεσα εγκύκλιο με την οποία προέτρεπε «… εκάστη των κοινοτήτων να αναλάβει, να στεγάσει, να θερμάνει… να διαθρέψει ορισμένον αριθμόν οικογενειών προσφύγων…». Επέμενε μάλιστα ένα μέρος προσφύγων από τα Μουδανιά να εγκατασταθεί στον Πολύγυρο, χωρίς όμως η πρότασή του να ευοδωθεί. Πάντως παρακολουθούσε από κοντά τα ζητήματα των προσφύγων, ήλεγχε την Επιτροπή Εποικισμού και παρενέβαινε όποτε χρειαζόταν προς επίλυση των προβλημάτων που αντιμετώπιζαν. (Βλ. Ιωακείμ Παπαγγέλου, «Η συμβολή του Κασσανδρείας Ειρηναίου στην αποκατάσταση των προσφύγων» τ. 23ο /2004 του «Π»).

Ο Ειρηναίος, λόγω της έντονης προσωπικότητάς του και της μεγάλης του προσφοράς στους αγώνες του Έθνους, εθεωρείτο καθ’ όλη τη διάρκεια της διακονίας του ένας εκ των επιφανέστερων ιεραρχών στην ιεραρχία της εκκλησίας, τον οποίο σέβονταν και τιμούσαν όλοι. Οι απόψεις του είχαν βαρύνουσα σημασία και οι παρεμβάσεις του σε σοβαρά ζητήματα της εκκλησίας, όπως ήταν το Οικονομικό ζήτημα, ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας, το Ημερολογιακό πρόβλημα κ. ά., υπήρξαν καταλυτικές, ερχόμενος πολλές φορές, όταν το απαιτούσαν οι περιστάσεις, σε σύγκρουση με την πολιτική και εκκλησιαστική εξουσία. Αξιομνημόνευτη η περίπτωση υπομνήματος που υπέβαλε, σχετικού με τα παραπάνω ζητήματα, το οποίο ανέγνωσε ο ίδιος στην Ιερά Σύνοδο τον Ιούνιο του 1929 και του οποίου «…η εντύπωσις εκ της αναγνώσεως… υπήρξεν τοιαύτη παρ’ όλη τη Ιεραρχία, ώστε ομοφώνως απεφασίσθη να τυπωθεί και μελετηθεί παρ’ ενός εκάστου των Ιεραρχών…». (ΣΚΡΙΠ 15/6/1929).

Στο ζήτημα του Ημερολογίου, που δημιουργήθηκε από το 1924 και ταλάνισε επί δεκαετίες την εκκλησία, θεωρούσε «… ότι είναι άξιοι επαίνου οι εμμένοντες πιστοί εις τας παραδόσεις της Εκκλησίας παλαιοημερολογίται και δια τούτο η Εκκλησία πρέπει να επιδείξει οικονομίαν…» (ΣΚΡΙΠ 3/7/1929).

Σύμφωνα με σημείωμα του Ιωακείμ Τάσιου (ο. π.), ο Ειρηναίος «στα γεράματά του υπέφερε από ρευματισμούς και στα 82 του χρόνια επήλθε ο ξαφνικός θάνατός του την επαύριο της γιορτής της Παναγίας, στην οποία είχε χοροστατήσει στη θεία λειτουργία, 16 Αυγούστου 1945. Όταν κατάλαβε ότι θα πέθαινε, κατά τα λεγόμενα στενών του συγγενών, δεν ζήτησε γιατρό και οι τελευταίες του λέξεις ήταν, “ήρθε η ώρα μου”».