Με τα πλούτη δεν αγοράζονται όλα

24 Νοεμβρίου 2013

Όπως και όλοι οι άνθρωποι, έτσι και εκείνοι που θρησκεύουν, που βρίσκονται κοντά στη μυστηριακή ατμόσφαιρα της Εκκλησίας, θέλουν τη ζωή τους να γίνεται όλο και καλύτερη. Προσηλώνονται, έτσι, στην προσπάθεια βελτίωσης των συνθηκών του βίου τους και στην απόκτηση υλικών αγαθών για τους ίδιους και τους δικούς τους ανθρώπους. Οι περισσότεροι, όμως, δεν θέλουν να ξεχνούν το Θεό και την Εκκλησία και φροντίζουν να συμμορφώνονται με τις εντολές του Ευαγγελίου.

money-no-enough

Στο σημείο αυτό πάντως υπάρχει ένας κίνδυνος. Μπορεί ο πιστός να θεωρήσει αφενός ότι τα πλούτη που συγκεντρώνει αποτελούν σημάδι εύνοιας του Θεού προς το πρόσωπό του. Κάτι τέτοιο εξάλλου πιστευόταν στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης. Αλλά και σήμερα, πολλοί χριστιανοί έχουν τις αντιλήψεις αυτές, όπως διάφορες προτεσταντικές ομολογίες που ερμηνεύουν κατά γράμμα την Π. Διαθήκη.. Μπορεί να νομίσει ακόμη ότι, όπως με τα χρήματά του μπορεί να αγοράσει πλήθος αγαθών στη ζωή του, έτσι μπορεί με την οικονομική του δύναμη να εξασφαλίσει και τη σωτηρία της ψυχής του.

Κάτι τέτοιο φαίνεται να πίστευε και ο άρχοντας της αυριανής ευαγγελικής περικοπής (Λουκ. 18, 18-27). Πλησίασε τον Ιησού και τον ρώτησε τι πρέπει να κάνει για να κερδίσει την αιώνια ζωή. Ο καρδιογνώστης, όμως, Κύριος κατάλαβε τις προθέσεις του. Γι’ αυτό και όταν ο πλούσιος τον προσφώνησε ως «αγαθό», ο Χριστός δεν δέχθηκε το χαρακτηρισμό και του είπε πως αγαθός είναι μόνο ο Θεός. Συνειδητοποίησε, με άλλα λόγια, ότι ο άνθρωπος αυτός δεν Τον έβλεπε ως Θεό, αλλά ως άνθρωπο που θα τον δικαίωνε για τις επιλογές του. Αυτό ήθελε και αυτό επιζητούσε από τον Ιησού. Ήθελε από τη συνομιλία τους να ακουστεί σε όλους τους παρισταμένους ότι ο ίδιος είναι δίκαιος και έχει εξασφαλίσει τη σωτηρία του.

Όταν λοιπόν ο Χριστός του λέει πως πρέπει να τηρεί τις εντολές του Νόμου, νιώθει ήσυχος. Δεν τις έχει παραβεί ποτέ, λέει. Δεν αποκλείεται όμως να συνέβη αυτό εξαιτίας της δύναμής του. Ίσως ήταν αρκετά ισχυρός, ώστε να μη βρέθηκε ποτέ στην ανάγκη να καταπατήσει κάποια διάταξη του Μωσαϊκού Νόμου. Κάποιες ερμηνείες, μάλιστα, αυτού του Νόμου έδιναν τη δυνατότητα οικονομικής «εξαγοράς» ορισμένων θρησκευτικών υποχρεώσεων.

Γι’ αυτό και ο Κύριος συμπληρώνει: Σου λείπει κάτι ακόμη. Πρέπει να πουλήσεις όλα σου τα υπάρχοντα και να τα δώσεις στους φτωχούς. Τα λόγια αυτά του Χριστού λύπησαν βαθιά τον άρχοντα, επειδή είχε μεγάλη περιουσία («πλούσιο σφόδρα» τον χαρακτηρίζει ο Ευαγγελιστής). Είναι φανερό: ο Θεός ζητά όλο τον άνθρωπο. Θέλει την ψυχή του ανθρώπου, απογυμνωμένη από τις σκοπιμότητες του βίου. Και από την άλλη μεριά, ο πλούσιος διαλέγει αμέσως: προτιμά τα επίγεια αγαθά του από την αιώνια ζωή. Δεν είναι διατεθειμένος να χάσει τις απολαύσεις του απέναντι σε αυτό που μόλις προηγουμένως έδειχνε πως τον ενδιαφέρει τόσο πολύ.

Κι αμέσως μετά, ο Χριστός εξηγεί τι ακριβώς συνέβη. Είναι πολύ δύσκολο, σχεδόν αδύνατο, να μπει ένας πλούσιος στη Βασιλεία των Ουρανών. Οι άνθρωποι αυτοί είναι τόσο δεμένοι με τα πλούτη τους, που δεν είναι διατεθειμένοι να χάσουν οτιδήποτε, έστω και για μία τόσο σημαντική προοπτική. Και επειδή οι ακροατές Του συνειδητοποιούν ότι η πρόσδεση στα υλικά αγαθά είναι ένας κίνδυνος που απειλεί όλους, φτωχούς και πλούσιους, σπεύδουν να τον ρωτήσουν αμέσως: Και τότε ποιος θα μπορέσει να σωθεί;

Ο φιλεύσπλαχνος Θεός, όμως, δεν πρόκειται να αφήσει κανέναν στην απελπισία. Αγαπά τα δημιουργήματά Του και δεν πρόκειται να τα αφήσει να χαθούν. Θέλει να ζει μαζί τους αιωνίως, γι’ αυτό και τους καθησυχάζει: Όσα δεν μπορεί να κατορθώσει μόνος του ο άνθρωπος, μπορεί να το καταφέρει η αγάπη του Θεού. Μη μεριμνάτε, λοιπόν, για τα αγαθά σας και μην κομπάζετε για την αρετή σας. Να έχετε την ελπίδα σας στο Θεό και την αγάπη Του, και όλα τα υπόλοιπα θα τα φέρει η θεία Πρόνοια.