Τα Όρια της Ζωής μας

29 Νοεμβρίου 2013

Πριν από πολλά χρόνια, ως νεαρός φοιτητής της θεολογικής σχολής, ήθελα να ζωγραφίσω εικόνες. Δεν γνώριζα τίποτε για τις εικόνες, παρά μόνο ότι  μού άρεσαν και ότι ήταν άγιες. Για μένα ήταν σαν να  μην υπήρχε η πλούσια βιβλιογραφία για τα υλικά και το νόημά τους καθώς και για την τεχνική της εικονογραφίας. Το ίδιο μηδαμινή ήταν και η γνώση μου της ζωγραφικής.  Αλλά έσπευσα σαν τρελός να αγοράσω υλικά (τα οποία ήταν λανθασμένα έτσι κι αλλιώς) και έστησα ένα τεράστιο καμβά στην είσοδο του διαμερίσματός μου. Και εκεί άρχισα να ζωγραφίζω μια εικόνα του Χριστού Παντοκράτορα. Δεν είχα εκπαιδευτεί καθόλου και δεν χρησιμοποίησα  κανένα μοντέλο. Απλώς ζωγράφιζα. Η προσπάθειά μου διήρκεσε σχεδόν ένα μήνα. Όταν τελικά έφτασα το σημείο που λογικά θα έλεγε κανείς ότι ‘τέλειωσα’, ρώτησα ένα φίλο μου, συμφοιτητή, που ήταν και ζωγράφος να αξιολογήσει το έργο μου.

Και ήρθε. Και γέλασε.

paralia

‘Ξέρεις σε ποιόν μοιάζει;’

‘Τον Χριστό;’ αντέτεινα δειλά.

 ‘Όχι, σε σένα μοιάζει!’ Και μού εξήγησε κάτι που γνωρίζουν όλοι οι ζωγράφοι. Αν ζωγραφίζεις χωρίς μοντέλο υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να ζωγραφίσεις ασυναίσθητα τον εαυτό σου. Η εικόνα ήταν ‘ο εαυτούλης μου’.

Σκέφτομαι αρκετά συχνά αυτό το συμβάν ( και έχω γράψει κιόλας γι αυτό). Υπάρχει ένα πνευματικό μάθημα σ’ αυτό. Το να ζωγραφίζει κάποιος χωρίς μοντέλο, κατ’ ευθείαν από τη φαντασία, σημαίνει να ζωγραφίζει χωρίς όρια. Το μόνο πράγμα που υπάρχει χωρίς όρια είναι το εγώ μου, ο φανταστικός εαυτός μου. Η ‘εικόνα’ που ζωγράφισα του Χριστού αποτέλεσε την ιδανική αναπαράσταση της αμαρτίας: το εγώ ως Θεός.

Πώς διαφοροποιούμαι το εγώ μας από τον Άλλο; Ο μόνος τρόπος είναι να αναγνωρίσουμε τα όρια, ότι υπάρχει μια γραμμή, ένας χώρος, ένας φράκτης που με χωρίζει από τον Άλλο. Η αγάπη δεν προσπαθεί να διαπεράσει το όριο, ούτε να το θολώσει. Η αγάπη προϋποθέτει ένα περιορισμό του εαυτού  μας και του προβαλλόμενου εγώ. Η ζωή σου δεν έχει να κάνει με μένα.

Τα όρια παίρνουν πολλές μορφές. Μπορεί να είναι ανησυχίες, απόψεις, ανάγκες, φόβοι για κάποιο άλλο πρόσωπο. Αυτά τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά δεν χρειάζεται να είναι απόλυτα για να είναι όρια. Ως όρια κάποιας άλλης ύπαρξης δεν είναι ο εαυτός μου. Σταματώ εκεί που αρχίζεις εσύ.

Το εγώ μας, το οποίο ξεχωρίζω από τον αληθινό εαυτό, βρίσκει μεγάλη δυσκολία με τα όρια. Το εγώ είναι  μια αφήγηση της ζωής μας που δημιουργήσαμε εμείς. Είναι η ιστορία που λέμε για μας. Είναι συχνά ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε κάποια πράγματα και τα ξεκαθαρίζουμε.  Αυτή είναι μια συνεχής διαδικασία που αναθεωρείται συνέχεια. Μας προκαλεί να κρίνουμε και να κριτικάρουμε, να ζυγίσουμε και να συγκρίνουμε. Ο Αρχ. Μελέτιος Γουέμπερ περιγράφει αυτήν τη διαδικασία ως την εργασία του μυαλού (σε αντίθεση με τη διαδικασία της καρδιάς):

«Για να είμαστε σωστοί για οτιδήποτε, το μυαλό μας έχει ανάγκη να βρει κάποιον ή κάτι που είναι λανθασμένο. Υπό κάποια έννοια, το μυαλό ψάχνει πάντοτε για έναν εχθρό ( το άτομο που είναι ‘λανθασμένο’) γιατί χωρίς τον εχθρό, το μυαλό δεν μπορεί να είναι σίγουρο για την ταυτότητά του. Όταν υπάρχει εχθρός, τότε μπορεί να νιώσει περισσότερη σιγουριά για τον εαυτό του. Επειδή το μυαλό συνέχεια ψάχνει τη βεβαιότητα, η οποία είναι παράγωγο της επιθυμίας να είναι κάποιος ορθός, η διαδικασία με την οποία ψάχνουμε και βρίσκουμε εχθρούς είναι ένας συνεχής αγώνας επιβίωσης.  Το να αναγνωρίζει τους εχθρούς είναι για το μυαλό όχι ένα ατυχές ελάττωμα του χαρακτήρα, αλλά ένα ουσιαστικό και αναγκαίο έργο… Δυστυχώς το να είναι κάποιος σωστός δεν είναι αυτό που χρειάζονται οι άνθρωποι έστω και αν δαπανούν μεγάλο μέρος της ζωής τους προσπαθώντας να το επιτύχουν. Η υπεράσπιση του εγώ είναι σχεδόν πάντοτε θέμα να είμαστε ορθοί”. (Από το: Ψωμί και Νερό, Κρασί και Λάδι)

Κατά παράδοξο τρόπο, αυτή η διαδικασία δημιουργεί λανθασμένα όρια, τα όρια που στοιχειοθετούν τον ορισμό του ίδιου του εγώ. Και έτσι είναι ουσιαστικά μια ναρκισσιστική άποψη για τον κόσμο,  έναν κόσμο σύμφωνα με μένα.  Όταν συναντούμε τα αληθινά όρια, τότε βρίσκουμε τα όρια του εαυτού μας και επομένως αρχίζουμε να βρίσκουμε τον αληθινό εαυτό μας. Η φύση της καρδιάς (και του αληθινού εαυτού) δεν ορίζει τον εαυτό της από τα όριά της ή από τον ορισμό του άλλου ως λανθασμένου. Αποδέχεται μάλλον παρά κρίνει. Είναι σιωπηλή αντί θορυβώδης. Η συνάντηση με τα όρια δεν προάγει την ανάγκη της εξέτασης, του προσδιορισμού και της συζήτησης.

Όταν το εγώ αναζητά το Θεό, απογοητεύεται βαθειά από τη σιωπή Του. Τα όρια της σιωπής, του σκότους και της απόκρυψης με το οποία συνήθως ο Θεός περιβάλλει τον Εαυτό Του, αντιμετωπίζονται με απογοήτευση, επιχειρήματα, θυμό ακόμα και απόρριψη. Το εγώ συχνά αντικαθιστά τα προϊόντα του μυαλού με την αλήθεια του Θεού. Ο Θεός ως ιδέα είναι ένας Θεός που ταιριάζει απόλυτα στις ανάγκες του εγώ. Τέτοιος Θεός θα καταλήξει να είναι μια εικόνα του ίδιου του εγώ.  Αναπόφευκτα γινόμαστε αυτό το οποίο λατρεύουμε.

Τα χρόνια κατά τα οποία έψαχνα σοβαρά για την Ορθοδοξία, με έλκυε ένας Θεός τον οποίο δεν μπορούσα να αποκτήσω. Αντιλαμβανόμουν  την ευχαριστιακή πειθαρχία της Ορθοδοξίας και ότι υπήρχαν πράγματα που δεν μπορούσα να φάω ή να πιώ και χώρους στους οποίους δεν μπορούσα να επισκεφτώ, ενώ το πνευματικό μου ταξίδι έξω από την Ορθοδοξία δεν είχε όρια. Μπορούσα να πάω όπου ήθελα, να πω οτιδήποτε, να φάω ή να πιώ και να ταξιδέψω όπου ήθελα.  Και έτσι κάθε προσπάθεια που κατέβαλλε το εγώ μου, με έφερνε αντιμέτωπο με το ίδιο το εγώ μου. Οι ακολουθίες της Κυριακής που επιτελούσα ως Αγγλικανός ιερέας ήταν το αποτέλεσμα μεγάλων διαπραγματεύσεων, μεταξύ του δικού μου εγώ ενάντια στα εγώ των άλλων που ήθελαν κάτι άλλο. Η λατρεία ήταν το αποτέλεσμα μιας ανήσυχης ειρήνης, μια εκπαίδευση σ’ έναν ανταρτοπόλεμο. Στην τελευταία μου ενορία, είχαμε τρείς λειτουργίες κάθε Κυριακή, για τρεις διαφορετικές ομάδες, οι οποίες συχνά δεν συμπαθούσαν η μια την άλλη.

Η σύγχρονη συνήθεια τού να ψάχνουμε μια φιλική Εκκλησία είναι το λογικό παράγωγο μιας ζωής που περιστρέφεται γύρω από τη θεωρία της αγοράς. Αλλά δεν μπορεί ποτέ να θεραπεύσει την ασθένεια που μας ταλαιπωρεί όλους. Ο Ιησούς δεν πέθανε για να σώσει το εγώ. Πέθανε για να το νεκρώσει. Όταν μεταστράφηκα στην Ορθοδοξία ένας φίλος,  ο οποίος ασπαζόταν το σύγχρονο φιλελευθερισμό, είπε: ‘Ο Στέφανος έγινε Ορθόδοξος γιατί φοβάται την αλλαγή’.

Για την ακρίβεια έγινα Ορθόδοξος γιατί φοβόμουν ότι δεν θα υπήρχε αλλαγή, αλλά ότι οι ίδιες κουβέντες θα επαναλαμβάνονταν διαρκώς.

Το εγώ κατασκευάζει μια χαρούμενη πόλη, γεμάτη με κτίρια, που είναι  προϊόντα διαπραγμάτευσης και διαρκώς μεταβαλλόμενους δρόμους. Δεν μπορεί να υπάρχουν αξίες γιατί δεν υπάρχει πραγματικότητα. Μόνο τα όρια που βάζουμε στη ζωή μας φανερώνουν το ποιοι είμαστε. Εγώ δεν είμαι Θεός.

Μετάφραση: Φιλοθέη
Πηγή: http://glory2godforallthings.com/