Η λειτουργική θεολογία του αγ. Συμεών Θεσσαλονίκης

7 Ιανουαρίου 2014

Συνεχίζουμε σήμερα τη δημοσίευση της μελέτης του αρχιμ. Νικολάου Ιωαννίδη (προηγούμενο άρθρο: www.pemptousia.gr/?p=58855) σχετικά με την παρουσίαση της βυζαντινής λειτουργικής θεολογίας. Στο σημερινό άρθρο προχωρούμε στην ειδικότερη παρουσίαση της θεολογίας του μεγάλου ιεράρχη της Θεσσαλονίκης, αγ. Συμεών.

Πηγή:www.eikonografos.com/

Πηγή:www.eikonografos.com/

Στο πρόσωπο του σαρκωθέντος Χριστού στηρίζει τη δυαδικότητα των μυστηρίων· «Ος (ο Χριστός) και καθ’ ημάς γεγονώς, ίν’ αγιάση ημάς διπλούς όντας, και μυστηρίων εδεήθη. Και διπλώς ημίν την χάριν εβράβευσε»[135]. Δηλαδή ο Θεάνθρωπος Κύριος όντας τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος μας παρέδωσε τα ιερά μυστήρια διπλώς, ως αισθητά, «από των ορωμένων όντα», και ως πνευματικά,«Πνεύματι αγίω τελούμενα και της χάριτος παρεκτικά», ώστε να αγιάζεται ο διπλούς «εκ ψυχής τε και σώματος» άνθρωπος, τόσο με τη χάρι του αγίου Πνεύματος όσο και με τα εξαγιασθέντα υλικά μέσα.

Λέγει συγκεκριμένα: «Ταύτα δε πάντα Ιησούς Χριστός ο Θεός ημών παρέδωκε, και οι αυτού δι’ αυτού θείοι μαθηταί. Διπλών γάρ όντων ημών εκ ψυχής τε και σώματος, διπλώς και ταύτα ημίν παρέσχετο, ως αληθώς και αυτού διπλού δι’ ημάς γεγονότος, Θεού αληθώς όντος, και ανθρώπου αληθώς χρηματίσαντος, ως αν τη μέν χάριτι του Πνεύματος νοητώς ημών τας ψυχάς αγιάζη, τοις αισθητοίς δε ύδατί τε και ελαίω, και άρτω και ποτηρίω και τοίς λοιποίς αγιαζομένοις τω Πνεύματι, καθαγιάζη ημών και τα σώματα, και ολοτελή περέχη την σωτηρίαν… Διά τούτο τοίνυν και τα μυστήρια ταύτα δέδωκε διπλώς, αισθητώς μέν από των ορωμένων όντα, Πνεύματι δε αγίω τελούμενα, και της θείας χάριτος παρεκτικά ψυχαίς τε και σώμασι»[136].

Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι ο άγιος Συμεών προσεγγίζει χριστολογικά τα μυστήρια και τις ιερές τελετές, η δε θεία οικονομία της σωτηρίας αποτελεί την αρχή, το τέλος και όλο το περιεχόμενό τους. Έτσι συνδέει με πατερικό τρόπο χριστολογία και σωτηριολογία. Το έργο του Θεανθρώπου Χριστού υπέρ της σωτηρίας του ανθρώπου και κυρίως το Θεανθρώπινο πρόσωπό του αποτελούν το κεντρικό γεγονός της θείας λατρείας.

Ο Θεάνθρωπος Κύριος και ο άνθρωπος συναντώνται σ’ αυτήν, ο μέν «χορηγούμενος» ο δε αγιαζόμενος, όπως αναφέρει σ’ ενα πολύ χαρακτηριστικό κείμενό του ο άγιός μας: Ο Χριστός «πανταχού τη τελετή και τη κοινωνία (εστί)… ούτω γαρ ηθέλησεν ο πάντων τεχνίτης την αυτήν λειτουργίαν άνω τε και κάτω τελείσθαι· και αυτός ούτως ώφθη πεποιηκώς και άνθρωπος οφθείς, δι’ εαυτού την μεθ’ ημών ένωσιν εξετέλεσε… Ημών δε την κτιστήν προσείληφε φύσιν και υποστατικώς ημίν ήνωται· και τη βροτεία φύσει των της θεότητος μεταδίδωσιν αυχημάτων ενδεδυμένος αχωρίστως και ασυγχύτως αυτήν… Ωράθη ουν, και πάλιν ως ευδόκησε καθοράται. Και εαυτό δέδωκεν ημίν, και υπέρ ημών και τανύν αύθις δίδωσι. Και των τοιούτων έργων, ω πολλής αγαθότητος, ημείς (οι ιερείς) λειτουργοί τε και υπηρέται και μύσται. Τι τούτου μείζον, κατά το ενεργείν τα μυστήρια… ω του θαύματος! Τοις μυστηρίοις γινόμενος (ο Κύριος) και φαινόμενος, και διδόμενος, και φερόμενος, και χορηγούμενος, και οικιζόμενος, και ενδυόμενος, και οργιζόμενος, και καταλλατόμενος, και ιλεούμενος, και μεταλαμβανόμενος»[137].

Πρόκειται ασφαλώς για το έργο της οικονομίας της σωτηρίας, που παρέχεται σε κάθε μυστήριο, δηλαδή πρόκειται για την «εκδίωξη αφ’ ημών του θανάτου» και την «εμφύτευση της αθανασίας», η οποία παρέχεται στο ανθρώπινο γένος από «τον άτρεπτον φύσει, τον αεί όντα Λόγον… δια των μυστηρίων αυτού και των οικείων (ιερέων), εχόντων την χάριν αυτού». Έτσι σε κάθε μυστήριο και ιερά τελετή ο ίδιος ο Χριστός ενεργεί ως ιερέας και ιερουργός: «αυτός εις αεί ενεργεί, και φθάνει διά πολλών… και πάντα διά πάντων ενεργεί». Η ενέργειά του όμως τελείται διά των ιερέων, εμείς, λέγει ο άγιος αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, δεν «ενεργούμεν τελούντες τα μυστήρια· αλλά λειτουργούμεν μόνον, ήτοι υπηρετούμεν. Αυτός δε δι’ ημών ενεργεί»[138].

Γι’ αυτό ο Χριστός είναι και ιερέας και ιερουργός, αλλά, όπως είπε ο άγιός μας λίγο πιο πάνω, είναι ο «φαινόμενος, και διδόμενος, και μεταλαμβανόμενος». Αυτά ισχύουν ασφαλώς για όλα τα μυστήρια αλλά κατ’ εξοχήν για το μυστήριο της θείας ευχαριστίας. Είναι σαφής ο Συμεών όταν στη συνέχεια των παραπάνω συνδέει την ιερουργία του Κυρίου με το μυστήριο της θεία ευχαριστίας:«Διό και μυρίων προσφερόντων καθεκάστην και εν ταυτώ ιερουργών, εν εστι το σώμα και αίμα, και μία η θυσία, και ου πολλαί, ο γάρ του Θεού Λόγος ζών εστι και ενεργής, και πανταχού, και υπέρ το πάν»[139].

Η θεία λειτουργία, «ην ευχαριστίαν και κοινωνίαν» ονομάζουμε, οπως αναφέρει ο Συμεών ακολουθώντας τα Αεροπαγιτικά συγγράμματα, βρίσκεται στο κέντρο όλων των μυστηρίων και ιερών τελετών, είναι «μυστήριον μυστηρίων… και τελετών απασών τελετή»[140], γιατί σ’ αυτήν πραγματώνεται το μυστήριον της θείας οικονομίας της σωτηρίας, «το μυστήριον της σαρκώσεως και του πάθους κηρύττεται, και τα της ενανθρωπήσεως ώδε εκτυπούνται και της σταυρώσεως… τα της οικονομίας του Σωτήρος τέλεια εν τώ άρτω… καθοράται… ή αυτός ο Σωτήρ εξεικονιζόμενος, τον αναρχόν τε και ατελεύτητον Λόγον σεσαρκωμένον πάντων ομού δεικνύντων, και Θεόν όντα και καθ’ ημάς οφθέντα, και σαρκωθέντα αληθώς και παθόντα, και τον εν μορφή Θεού όντα, και εν μορφή ανθρώπου γενόμενον»[141].

Βεβαίως εδώ δεν πρόκειται για μια απλή τελετή αναπαράστασης της οικονομίας του Χριστού, αλλά για προσωπική παράδοση του ίδιου του Χριστού σε μας και στην Εκκλησία του και για «την ημετέρα σωτηρία». Αυτό γίνεται σαφές όταν ο άγιός μας αναφέρει ότι ο Χριστός «ιερούργησε, και ιερουργείν ημίν παραδέδοκε»[142] ή «την αυτού (του Χριστού) ενεργεί παράδοσιν»[143] ή «εκτυποί (ο Χριστός) την ανάμνησιν αυτού ως παρέδωκεν ενεργών»[144]. Συνεπώς η θεία ευχαρτιστία είναι ο ίδιος ο Χριστός, η πραγμάτωση της παράδοσης του έργου του «δι΄ ημάς και δια την ημετέραν σωτηρίαν», όπως ακριβώς ο προφήτης την προείδε λέγοντας «ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω» (Β’ Κορ. 6,16: Λευ. 26,11 κ. έξ. Ησ. 14,23.  Αποκ. 21,3) και όπως ο ίδιος την εκζήτησε από τον Θεόν Πατέρα «ίνα ώσιν εν καθώς ημείς» (Ιω. 7, 11) και την προανήγγειλε λέγων «ιδού εγώ μεθ’ ημών ειμί πάσας τας ημέρας» (Ματ. 28, 20)[145].

Αλλά η πραγμάτωση αυτή εμφαίνεται κυρίως στην κοινωνία «της σαρκός και του αίματος αυτού του Χριστού» που λαμβάνουμε κατά τη θεία ευχαριστία. Ο Κύριος σταυρώθηκε και έχυσε το αίμα του «δι΄ ημας, ίν αυτού κοινωνώμεν… ίνα μεθ’ ημών ή (ο Χριστός), και κοινωνοί ώμεν αυτού… και των αγαθών αυτού μετέχωμεν πάντες»[146] και η θεία ευχαριστία τελείται «εις το ιερουργηθήναι αυτό το πανάγιον σώμα Χριστού και αίμα, και τοις πιστοίς άπασιν εις κοινωνίαν δοθήναι»[147].

Συνεπώς, καταλήγει ο άγιος Συμεών, η θεία κοινωνία είναι «ένωσις Θεού μεθ’ ημών, θέωσις ημών, αγιασμός, χάριτος πλήρωμα, έλλαμψις, αποτροπή παντός εναντίου, χορηγία παντός αγαθού»[148]. Γι’ αυτό και ονομάζει τη θεία ευχαριστία όχι μόνο «μυστήριον μυστηρίων… και τελετών απασών τελετή», όπως είδαμε, αλλά και «τελετάρχη και τελεστική»[149], γιατί τελειοί τη χάρη που λαμβάνουμε σε όλα τα άλλα μυστήρια. Είναι πολύ χαρακτηριστικά τα όσα λέγει περί αυτού, αναφερόμενος στη θεία κοινωνία που παρέχεται στον νεοβαπτισθέντα: «το τέλος του βαπτίσματος και του μύρου, η κοινωνία (εστί)… ο μέν ουν αρχιερεύς μετά το μεταδούναι τώ βαπτισθέντι της κοινωνίας, ευχαριστήσας τώ Σωτήρι, και απολύσας… απέρχεται… και συνεχώς εις την κοινωνίαν άγειν των μυστηρίων το βρέφος· ούτω γαρ μάλλον έσται συντηρούμενόν τε και αυξανόμενον υπό του Χριστού»[150].

[Συνεχίζεται]

135. Διάλογος, ΛΑ’, PG 155, 156D.

136. Αυτόθι, ΠΗ’ PG 155, 265D-268A Πρβλ. Αυτόθι, PG 155, 524D-525Α «Δύο γάρ ευχαί είσι τελεστικαί… εν πασι τοίς μυστηρίοις, και τον διφυή σημαίνουσιν Ιησούν. Ος αληπτός ων, ασώματός τε και άφραστος, και σώμα έλαβε δι’ ημάς, και περιληπτός ώφθη, και τοίς ανθρώποις συνανεστράφη, μένων αναλλοιώτως Θεός, ίνα και ημάς διπλώς κατά τε το αόρατον και ορατόν αγιάση· την ψυχήν λέγω και το σώμα… Και τα μυστήρια δέδωκε διπλά, ορατά μέν όντα και εκ στοιχείων διά το σώμα ήμων, νοητά δε και μυστικά και πλήρη χάριτος αοράτου διά το πνεύμα ημών· οτι τοίς μυστηρίοις τύτοις, και σώμασι και ψυχαίς αποκαθαιρόμεθά τε και φωτιζόμεθα, και ιάσεως αμα μετέχομεν και αγιασμού».

137. Περί ιερωσύνης, PG 155, 956C – 957Α.

138. Διάλογος, ΜΑ’, PG 155, 181CD. Πρβλ. Αυτόθι, ΤΑ’, PG 155, 553CD: «Αυτή η Θεία και ιερωτάτη (λειτουργία)… μόνον έργον Θεού (έστιν), και υπό των ιερέων αυτού και ου τινος άλλου τελούμενον».

139. Αυτόθι, ΜΑ’, PG 155, 181D-184Α.

140. Αυτόθι, PG 155, 253BC.

141. Αυτόθι, ΠΗ’, PG 155, 265D-268Α.

142. Αυτόθι, ΜΔ’, PG 155, 189Β.

143. Αυτόθι, ΠΔ’, PG 155, 264Β.

144. Αυτόθι, ΠΕ’, PG 155, 265Α.

145. Αυτόθι, ΞΗ’, PG 155, 233Β.

146. Αυτόθι, PG 155, 233BC.

147. Αυτόθι, ΟΗ’, PG 155, 252D.

148. Αυτόθι, PG 155, 253C.

149. Αυτόθι.

150. Αυτόθι, ΞΗ’, PG 155, 233Β-236Α. Πρβλ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ (JEVTIC), «Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ως ερμηνευτής ιερών ακολουθιών», σσ. 232-234.