Πώς τα πάθη διαβρώνουν την ψυχική συγκρότηση

2 Φεβρουαρίου 2014

Στη σειρά των τμηματικών δημοσιεύσεων της διεισδυτικής μελέτης του κ. Δημήτρη Τσιολακίδη (προηγούμενο άρθρο:www.pemptousia.gr/?p=60658), η οποία εξετάζει τη διασύνδεση της Νηπτικής Παράδοσης με την Ποιμαντική Ψυχολογία, πληροφορούμαστε σήμερα τους τρόπους με τους οποίους τα πάθη επιδρούν διαβρωτικά στην πνευματική συγκρότηση του ανθρώπου.

pa8i2

Όπως είδαμε οι παρενέργειες από τη δουλεία στα πάθη διαστρέφουν το τριμερές της ψυχής, καταστέλλοντας την πρόοδο της βουλήσεως που οδηγεί τον άνθρωπο στη μέθεξη των Θείων μυστηρίων και τον εντάσσει στην εσχατολογική πραγματικότητα. Η φιλαυτία, η υπερηφάνεια, η κενοδοξία, προσβάλλουν το λογιστικό οδηγώντας σε άμετρη συμπεριφορά. Συνεκδοχικά το θυμικό όπως αυτό αποκαλύπτεται από τις συνήθεις, όμως τόσο ουσιαστικές παραστάσεις της λαιμαργίας, δεν επιζητεί την ένωση με το Θεό, αλλά κινούμενο παρορμητικά ψάχνει να βρει έρεισμα και δικαίωση στην «κτίσιν μάλλον παρά στον κτίσαντα»[72]Έτσι φουντώνει η ανθρώπινη κτητικότητα αντικαθιστώντας την αγάπη με τη ζηλοφθονία και το μίσος. Το επιθυμητικό κυριευμένο από την έξαψη της πορνείας αντί να ποθήσει την ηδονή που υπόσχεται η κοινωνία με το Θεό, στρέφεται στην ύλη και σκιρτά για τη γεύση της σάρκας.

Σύμφωνα με την πατερική διδασκαλία η μεταστροφή των θεμελιωδών δυνάμεων της ψυχής μπορεί να επιτευχθεί στο λογιστικό με την πίστη, την αδιάλειπτη και καθαρή προσευχή, την ταπείνωση, την υπακοή και την τήρηση των Θείων εντολών. Στο θυμικό με την αγάπη και στο επιθυμητικό με την άσκηση της εγκράτειας μέσα από τη νηστεία και την εκούσια αποφυγή κάθε πράγματος ή κατάστασης που αποσπά την προσοχή του ανθρώπου από την πνευματική συμπεριφορά.

Πρέπει να σημειώσουμε ότι η φαινομενολογία της άσκησης δεν ορίζει και την ποιότητά της διότι στην ουσία της είναι καρδιακή κατάσταση και παραμένει ένα βαθειά εσωτερικό γεγονός.[73] Στην πλατειά έκτασή της, άσκηση σημαίνει αποειδωλοποίηση της κτίσης και της ύλης, όπως και επαναπροσδιορισμό της σχέσης με τον περιβάλλοντα κόσμο μέσα στο πλαίσιο που έθεσε ο Δημιουργός. Προσήλωση στα πράγματα του κόσμου σημαίνει περιορισμένη γνώση της δημιουργίας και άγνοια της δυνατότητας να γνωσθεί ο Θεός και να επιτευχθεί η ένωση μαζί του.

Άσκηση λοιπόν είναι πρώτον: χαρισματική κατάσταση στην οποία αποκτούμε δικαίωμα και καλούμαστε να συμμετέχουμε αφού λάβουμε τη Χάρη από το μυστήριο της βάπτισης· και δεύτερον ευθύνη απέναντι στην εν Χριστώ ζωή στην οποία μας εντάσσει το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας καλλιεργώντας ταυτόχρονα τη συναίσθησή της σε όλο και υψηλότερα επίπεδα. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει κάποια αξιολογική διάκριση έναντι των άλλων μυστηρίων, ούτε να προδικάζει ότι υπάρχει ταύτιση των ορίων της Θείας δράσης με τα όρια δράσης της εκκλησίας.

Συνεπώς η άσκηση ως μέσο τελειώσεως είναι αναγκαία και όχι αναγκαστική ενέργεια εφόσον προσβλέπει σε έναν ιερό σκοπό, ομοίως δε κρατά την αυθεντία της στο βαθμό που είναι εκδήλωση εσωτερικής φοράς και όχι καταναγκασμός της θέλησης.

2.3   Όταν η πατερική εμπειρία συναντά τους ορισμούς της επιστημονικής μαρτυρίας

Μέσα στις αλήθειες που μας αποκαλύπτουν τα νηπτικά κείμενα διαπιστώνουμε επίσης μια ακόμη πτυχή του διεισδυτικού πνεύματος των πατέρων η οποία συναντά τα πορίσματα των ψυχολογικών επιστημών όπως αυτά έχουν καταγραφεί στη κωδικοποιημένη επιστημονική ορολογία. Παρακάτω θα αναφερθούμε σε κάποια από τα διαθέσιμα παραδείγματα που εντοπίζονται στην Κλίμακα του Ιωάννη του Σιναΐτη. Ο άγιος Ιωάννης εκκινά την συγγραφή της Κλίμακος με τη δεδομένη αρχή ότι απευθύνεται σε υπηρέτες του Θεού, εντοπίζοντας σε αυτούς τέσσερις μορφές υπαρξιακής στάσης που αντιστοιχούν σε ισάριθμες κατηγορίες ανθρώπων.[74]Μιλώντας για τις προϋποθέσεις που καθιστούν γόνιμη την είσοδο στη μοναχική ζωή και τις δυσκολίες προσαρμογής που αυτές συνεπάγονται, αναφέρεται στους σχετικούς με κάθε μια από τις κατηγορίες χαρακτηρολογικούς τύπους σκιαγραφώντας παράλληλα τα συμπεριφορικά τους γνωρίσματα. Έτσι στο κέντρο της διδασκαλίας του τοποθετεί την αναζήτηση και τον έλεγχο των κινήτρων της κάθε συμπεριφοράς αλλά και στάσης.

Στον Λόγο Περί αποταγής Α΄,34. «Κανείς άς μη θεωρήση τον εαυτό του ανάξιο για την μοναχική πολιτεία, προφασιζόμενος το βάρος και το πλήθος των αμαρτιών του και άς μη νομίζη ότι ταπεινώνει έτσι τον εαυτό του, ενώ στην ουσία φοβείται μη στερηθή τις ηδονές του κόσμου. Όλα όσα λέγει είναι ‘’προφάσεις εν αμαρτίες’’ (Ψαλμ. ρμ΄4).»[75] Πολύ εύστοχα προβαίνει στην εξέταση της πιο τετριμμένης συμπεριφοράς αναγνωρίσιμης σε κάθε άνθρωπο που θέλει να δικαιολογήσει όλες του τις πράξεις, επενδύοντάς τες με μια βολική προσέγγιση ώστε να αποφύγει να παραδεχθεί κάποιο σφάλμα ή κάποια λανθασμένη ή επιβλαβή ενέργεια. Έτσι χρησιμοποιεί το πιο διαθέσιμο μέσο γι αυτή τη στάση που δεν είναι η απλή δικαιολογία αλλά η επένδυσή της με ένα λογικό σκοπό. Αναγνωρίζουμε εδώ το στοιχείο της εκλογίκευσης: δείγμα ανωριμότητας και εμπόδιο στην οικοδόμηση ενός αυθεντικού εαυτού.[76]

Στον Λόγο Περί απροσπαθείας Β΄,10. «Έχω ιδεί πολλά και διάφορα φυτά αρετών, φυτευμένα μέσα στον κόσμο, που εποτίζονταν από τον βόρβορο του υπονόμου της κενοδοξίας και εσκαλίζονταν από το πνεύμα της επιδείξεως και ελιπαίνονταν με το λίπασμα των επαίνων. Τα ίδια όμως φυτά, όταν μεταφυτεύθηκαν σε γη έρημο και άβατο από κοσμικούς, και άνυδρο, χωρίς το βρωμερό νερό της κενοδοξίας, αμέσως εξεράθηκαν.»[77]Στην περιγραφή παρατηρούμε την αναζήτηση της ικανοποίησης του αισθήματος για αναγνώριση και αποδοχή που συνεπάγεται μέριμνα για τροφοδοσία της εικόνας ενός εξωτερικού επίπλαστου ανθρώπου ώστε να ικανοποιηθεί το ναρκισσιστικό αίσθημα. Στην περίπτωση αυτή είμαστε σε θέση να ισχυριστούμε ότι έχουμε το αίτημα της ικανοποίησης του ναρκισσιστικού συνδρόμου.[78]

[Συνεχίζεται]

 

[72]Πρβλ. Ρωμ. Α΄25

[73] Ψέγει ο Εφραίμ ο Σύρος όσους είναι, «Κατά το σχήμα μονάζοντες και κατά τον τρόπον ωμοί και απάνθρωποι, κατά το σχήμα ταπεινοί, και κατά τον τρόπον ολέθριοι, το σχήμα ευλαβείς, και τον τρόπον φονείς·», και εφιστά την προσοχή για τον καθολικό χαρακτήρα της νήψης και της άσκησης επισημαίνοντας ότι: «μεν τις κατόρθωσε την νηστείαν, εκυριεύθη όμως υπό της ζηλοτυπίας και του φθόνου· άλλος κατώρθωσεν αγρυπνίαν, και επαγιδεύθη εις την καταλαλιάν·…». Εφραίμ του Σύρου, Προς διόρθωσιν των εμπαθώς διαγόντων και τιμάς απαιτούντων, εκδ. ΒΑΣ. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ, θεσσαλονίκη, 1979

[74]Κλίμαξ, Λόγος Πρώτος Περί Αποταγής, ο.π., «Το ‘’από Θεού άρχεσθαι’’ είναι ορθόν και πρέπον, εφ όσον απευθύνομαι προς υπηρέτας του Θεού. Αυτού λοιπόν του αγαθού και υπεραγάθου και παναγάθου Θεού και βασιλέως μας, ο οποίος ετίμησε όλα τα λογικά όντα που εδημιούργησε με το δώρο του αυτεξουσίου, άλλοι είναι φίλοι Του και άλλοι γνήσιοι δούλοι Του. Άλλοι είναι αχρείοι δούλοι Του και άλλοι τελείως αποξενωμένοι απ Αυτόν. Υπάρχουν τέλος και αυτοί που είναι εχθροί Του, καίτοι είναι αδύνατοι και ανίσχυροι.»

[75]Κλίμαξ, ο.π.

[76] Πρβλ. π. Βασιλείου Θερμού, ο.π., σ.170

[77]Κλίμαξ, ο.π.

[78] Πρβλ. Dominique Bourdin Η ψυχανάλυση από τον Φρόυντ ως τις μέρες μας, Ιστορία, έννοιες, πρακτικές. Μτφ. Αναστασία Καραστάθη, Εκδ. Κριτική Αθήνα 2005, «ναρκισσισμός, ηθικός», σ. 431.