Η Τέχνη ως Προσευχή: Τζόναθαν Τζάκσον, «Το Μυστήριο της Τέχνης»

9 Αυγούστου 2016

Όταν η Τέχνη πετά ψηλά

Jonathan Jackson, Το Μυστήριο της Τέχνης. Η γέννηση του Καλλιτέχνη κατ’ εικόνα Θεού, Πρόλογος: Καθηγούμενος Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου, Γέρ. Εφραίμ, Μετάφραση: Ιωσήφ Ροηλίδης, εκδ. Εν Πλω, Αθήνα 2016, σσ. 237.

Ο Τζόναθαν Τζάκσον είναι γνωστός στο ευρύ κοινό από τη συμμετοχή του σε δημοφιλείς τηλεοπτικές σειρές και ταινίες του Χόλιγουντ, καθώς και από τις μουσικές δημιουργίες του ροκ συγκροτήματός του «Enation». Οι Ορθόδοξοι πιστοί τον γνώρισαν καλύτερα μετά από τη μεταστροφή του στην Ορθοδοξία το 2012 και τον ενθουσιασμό του για το γεγονός αυτό. Στην «Πεμπτουσία», ειδικότερα, είχαμε τη χαρά να φιλοξενήσουμε πολλές συνεντεύξεις του αλλά και να κυκλοφορήσουμε το δίσκο του «Βασιλεία των Ουρανών». Αυτή τη φορά τον ξανασυναντάμε μέσα από ένα ξεχωριστό και πολύ ενδιαφέρον βιβλίο των εκδόσεων «Εν Πλω», στο οποίο μιλά για την πνευματική εμπειρία της καλλιτεχνικής δημιουργίας.

jaxonmyst

Η αλήθεια είναι πως στους θρησκευτικούς κύκλους της χώρας μας κυριαρχεί μια ευρεία καχυποψία για την καλλιτεχνική παραγωγή. Οι πιστοί είναι περισσότερο εξοικειωμένοι με την εκκλησιαστική τέχνη και κατά κανόνα αδιαφορούν ή απαξιώνουν οτιδήποτε κινείται εκτός αυτής. Σε αρκετές περιπτώσεις, η στάση αυτή δικαιολογείται από τη διευρυμένη εμπορευματοποίηση της καλλιτεχνικής παραγωγής, την εκκεντρικότητα, τον εστετισμό και την ηθική εκζήτηση  που ανθούν στους καλλιτεχνικούς χώρους. (Δυσκολότερα, βέβαια, ερμηνεύεται αν ληφθεί υπόψη η εκτεταμένη προτίμηση μεγάλου μέρους των πιστών σε προϊόντα μαζικής αισθητικής ή υποκουλτούρας, αλλά αυτό είναι μάλλον αντικείμενο μιας άλλης συζήτησης)

Το συγκεκριμένο έργο του Τζ. Τζάκσον έρχεται λοιπόν να πετάξει πολλά βότσαλα στη λιμνάζουσα αισθητική αντίληψη των θρησκευόμενων ανθρώπων. Έρχεται, συγκεκριμένα, να προσδώσει μια άλλη διάσταση στο καλλιτεχνικό έργο, τόσο προφανή που είναι δύσκολο πολλές φορές να τη διακρίνουμε. Τη διάσταση εκείνη που θέλει τον καλλιτέχνη δημιουργό, έναν υψιπετή τεχνίτη της δημιουργίας, έναν άνθρωπο που ζει και αναπνέει στο ρυθμό της εικόνας του Μεγάλου Ποιητή. Ένα πλάσμα που, μέσα από το καλλιτεχνικό του έργο συλλαμβάνει το δράμα της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά και το καθιστά μια άλλης τάξης ιερουργία που ανάγει την κτίση στον Πλάστη της.

Η αλήθεια είναι ότι η λειτουργία της τέχνης αίρεται πάνω από την καθημερινότητα και της κοινοτοπίες της. Ένας καλλιτέχνης, ανεξάρτητα το πεδίο του ταλέντου του (μουσική, ζωγραφική, λογοτεχνία κ.λπ.), είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος από τους υπόλοιπους. Αυτό που έρχεται να μας καταθέσει όμως ο Τζ. Τζάκσον είναι ότι ένας καλλιτέχνης που αποκτά τη χάρη να βλέπει με τα μάτια της ψυχή του το Δημιουργό πίσω και πέρα από τα δημιουργήματα, υψώνει το έργο του ακόμη πιο ψηλά, πέρα από τις κοινοτοπίες που μπορεί να προσλάβει ακόμη και η Τέχνη του καιρού του. Ψηλαφεί το αιώνιο, ίπταται στα χάη της ανθρώπινης ψυχής και περιδιαβαίνει τις αβύσσους των τεράστιων αδυναμιών και δυνατοτήτων του ανθρώπινου όντος.

Ο συγγραφέας, παρά το σχετικά νεαρό της ηλικίας του, έχει μια υπολογίσιμη πείρα στο χώρο του θεάματος. Έχει κάνει πολλές και σημαντικές δουλειές με λεγόμενα «μεγάλα» ονόματα, αλλά έχει βιώσει και αποτυχίες, όπως ομολογεί ο ίδιος. «Το Μυστήριο της Τέχνης», λοιπόν, έρχεται ως μία κατάθεση ψυχής και πνεύματος, ένα απόσταγμα όσων έχει κάνει μέχρι τώρα, ιδωμένων όμως μέσα από ένα αλλιώτικο πρίσμα, αυτό μιας προσευχής ιδιότυπης, ως ένα κάλεσμα να ξαναδούμε την Τέχνη όχι σαν «show business», αλλά σαν ένα άνοιγμα του ανθρώπου προς το θείο, ένα σκίρτημα και πέταγμα της ψυχής στο ανείπωτο.

Κάτι που οπωσδήποτε δεν αφορά στενά και ατομικά τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Είναι κάτι που εξακτινώνεται στο περιβάλλον του, τους συνεργάτες του και σε όσους θα έλθουν σε επαφή με το έργο του. Όπως σημειώνει εξάλλου και ο Γέρ. Εφραίμ στον Πρόλογο του βιβλίου, το ζητούμενο είναι η αναγέννηση του καλλιτέχνη ως εικόνα του Θεού και μέσω του έργου του η αναγέννηση των θαυμαστών του.

Περιδιαβαίνοντας κανείς τις γραμμές αυτής της εξομολόγησης, του σταθμούς του ταξιδιού που μας οδηγεί ο ταλαντούχος συγγραφέας, ενδεχομένως να αναρωτιέται: «Μα τι λέει; Είναι δυνατόν όλοι οι καλλιτέχνες να σκέφτονται με αυτόν τον τρόπο; Αντιλαμβάνονται όλοι τους την τέχνη ως ιερό λειτούργημα». Ασφαλώς όχι. Ούτε ο Τζάκσον δηλώνει κάτι τέτοιο. Κι αν δεν ξεκαθαρίζει ρητά το αντίθετο, είναι γιατί παρασέρνεται από έναν άδολο ενθουσιασμό, την υπερχείλιση της καρδιάς του ανθρώπου που διεισδύει στην ουσία των πραγμάτων, όχι σαν αποτέλεσμα κάποιας αναλυτικής σκέψης ή μιας ψυχρής εκτίμησης, μα ως απαύγασμα της επιστροφής του ανθρώπου στον εαυτό του, της επανανακάλυψης του αληθινού νοήματος που «πλακώσαμε κάτω από τόνους φτιασίδια», όπως ένας άλλος ποιητής έλεγε. Επιπλέον, ο Τζ. Τζάκσον είναι παραπάνω από ειλικρινής. Ομολογεί ότι ο σκοπός της καλλιτεχνικής περιπέτειας είναι η εύρεση της χαμένης παιδικής αθωότητας. Να ξαναγίνουμε «ως τα παιδία», για να καταφέρουμε να εμπιστευτούμε και πάλι τον Ουράνιο Πατέρα.

Και στο σημείο αυτό εντυπωσιάζει άλλη μια αποκαλυπτική επισήμανσή του. Ότι πολλοί συνάδελφοί του, «χωμένοι» στα άδυτα της κατά το κοινώς λεγόμενο showbiz, ζουν περισσότερο Θεό από όσο καταλαβαίνουν οι ίδιοι (και σίγουρα περισσότερο από πολλούς άλλους…)! Χωρίς ηθικολογίες και κηρύγματα, γεύονται το μυστήριο της ανθρώπινης πτώσης και ανάστασης, κι οι οριακές καταστάσεις που ζουν ενίοτε τους φέρνουν αντιμετώπους με αλήθειες μεγάλες.

Ένα συναφές ερώτημα που αναδύεται εδώ, είναι πώς ο Τζάκσον, παιδί βγαλμένο από τα σπλάχνα της σύγχρονης Μέκκας του θεάματος μπορεί να τα διαχειριστεί όλα αυτά; Ο αναγνώστης του «Μυστηρίου της Τέχνης» εύκολα θα διαπιστώσει ότι ο συγγραφέας είναι αρκούντως υποψιασμένος. Είναι εμφανείς η σεμνότητά του, η εμπνευσμένη πνευματική του καθοδήγηση στα νάματα της πίστης, αλλά και η οξυδερκής αφομοίωση όσων έμαθε. Στις σελίδες του βιβλίου θα διαπιστώσει κανείς πόσο αρμονικά συνδυάζονται τα εύστοχα αγιογραφικά και πατερικά εδάφια που παραθέτει με το δημιουργικό πνεύμα της πράξης που τον διακατέχει.

Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι σε τελική ανάλυση το βιβλίο δεν απευθύνεται αποκλειστικά σε καλλιτέχνες, όσο και αν σε πρώτη φάση μοιάζει να συμβαίνει αυτό. Δεν είναι μόνο ότι λίγο πολύ όλοι ζούμε σε μια κοινωνία όπου τα προϊόντα της Τέχνης διαχέονται παντού και είναι σχεδόν ευεργετική η θεώρηση που προσφέρει. Ούτε μόνο ότι επιβεβαιώνεται η διδασκαλία του οσίου Πορφυρίου, πως ο Χριστός θέλει ποιητές και όχι χοντροκομμένες ψυχές. Αλλά κυρίως ότι ο καθένας μας σε κάποιο μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό είμαστε δημιουργοί, καλούμαστε να λειτουργήσουμε κατ’ εικόνα του Δημιουργού, καλούμαστε να κάνουμε το έργο μας προσευχή και την προσευχή μας καθημερινό έργο.