«Ο Ιερός Χρυσόστομος παραμένει οδηγός της πνευματικής μας ζωής»

28 Νοεμβρίου 2017

Ομιλία του Μητροπολίτη Μιλήτου κ. Αποστόλου στο Κελλί του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στην σκήτη της Μονής Κουτλουμουσίου στο Αγιο Ορος, όπου λειτούργησε και μίλησε για τον Άγιο που τιμήθηκε στον Αθωνα.

 

Μετά πολλής συστολής αλλά και περισσής πνευματικής χαράς και αγαλλιάσεως,

Πανοσιολογιώτατοι άγιοι Καθηγούμενοι,

Οσιολογιώτατε άγιε Γέρων της πανηγυριζούσης Καλύβης και συνώνυμε του εορταζομένου Αγίου, κ. Χρυσόστομε,

Οσιώτατοι μοναχοί και Ευλαβέστατοι φιλάγιοι πιστοί,

Ευρίσκομαι σήμερον εν τω μέσω υμών, συνεορτάζων και συμπανηγυρίζων την μνήμην ενός εκ των Μεγάλων Ιεραρχών της Εκκλησίας μας, του εν αγίοις πατρός ημών Ιωάννου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου. Χαίρων δε μεθ᾽ υμών διά την εορτήν ταύτην της Εκκλησίας, αναλογίζομαι το ύψος της ευθύνης του έχοντος την διακονίαν του κηρύγματος κατά την μνήμην του κατ᾽ εξοχήν ιεροκήρυκος των αιώνων, του βασιλέως του άμβωνος. Διό και επικαλούμαι τας ευχάς του Ιερού Πατρός «του πάντας διδάσκοντος διά των χειλέων του, προσκυνείν τον ένα εν Τριάδι Θεόν», προς ενίσχυσιν και αρωγήν της υψηλής ταύτης διακονίας του λόγου.

Ασφαλώς, δεν απεδόθη επί ματαίω εις τον εορταζόμενον πατέρα της Εκκλησίας ο μοναδικός και ανταποκρινόμενος εις την πραγματικότητα χαρακτηρισμός του «χρυσοστόμου». Οι άμβωνες της Αντιοχείας και της Βασιλίδος των πόλεων αντηχούν ανά τους αιώνας τα βαθυστόχαστα, εποικοδομητικά, εκφραστικώτατα και ομολογιακά κηρύγματά του, τα οποία προεκάλουν τοιαύτην εντύπωσιν, ώστε οι ακροαταί έλεγον ότι «ο χρυσός ρέει εκ των χειλέων του Ιωάννου». Χρυσά ρείθρα ανέβλυζον εκ του στόματος αυτού και Χρυσόστομον τον απεκάλεσεν ευλόγως ο λαός και η Εκκλησία. Ευστόχως δε ο ιερός υμνογράφος σημειώνει: «Χρυσέοις έπεσι και θεοφθόγγοις διδάγμασι, κατακοσμήσας την του Θεού Εκκλησίαν, πλούτον πνευματικόν εθησαύρισας εν αυτή, διό στέφανον εξ ακηράτων ανθέων, πλεξαμένη τοις άσμασι, τη ιερά σου προσφέρει μνήμη, πάγχρυσε τη ψυχή συν τη γλώττη, Ιωάννη Θεόσοφε». (Δοξαστικό των Αίνων).

Αλλά δεν ηυτύχησαν να τον απολαύσουν ως ρήτορα μόνον οι ζώντες κατά την εποχήν της δράσεώς του πιστοί, διότι και ημείς σήμερον, μετά την παρέλευσιν τοσούτων αιώνων, έχομεν την δυνατότητα να αποθαυμάζωμεν τα αθάνατα κηρύγματά του και να εντρυφώμεν εις την υπέροχον διδασκαλίαν του, την οποίαν ο ίδιος μας παρέδωκεν ως πολύτιμον παρακαταθήκην διά των εξαιρέτων και θεοπνεύστων συγγραμμάτων του. Διότι ο Χρυσόστομος είναι εις εκ των πολυγραφωτάτων Πατέρων της Εκκλησίας μας, είναι δε όλως ιδιαιτέρως ευτυχείς και προνομοιούχοι όσοι εντρυφούν εις τας σελίδας των σοφών και εποικοδομητικών συγγραμμάτων του, αντλούντες εκείθεν σοφίαν και πνευματικήν καθοδήγησιν.

Αλλά και δι᾽ αυτούς οι οποίοι δεν έχουν τον τρόπον και την δυνατότητα να προσεγγίσουν τα συγγράμματα του ιερού πατρός και να μελετήσουν τα θεόσοφα διδάγματα αυτού, δυνάμεθα να υποδείξωμεν άλλον μέγιστον θησαυρόν, προερχόμενον από την σοφίαν και αγιότητά του: την Θείαν Λειτουργίαν, την οποίαν, συμφώνως προς την παράδοσιν, συνέθεσεν ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Υποδεικνύομεν δε την Θείαν Λειτουργίαν, διότι είναι βέβαιον ότι πας χριστιανός, λαϊκός τε και μοναχός, παρακολουθών μετά προσοχής και κατανύξεως το κείμενον των ευχών αυτής, αισθάνεται να ζωνταντεύη ενώπιόν του, ως κήρυξ μετανοίας και μυσταγωγός, ο ιερός ούτος πατήρ της Εκκλησίας μας.

Πέραν όμως των ειρημένων τούτων σημαντικών σημείων, ο ιερός χρυσολόγος πατήρ της Εκκλησίας διαθέτει και άλλας αφορμάς εμπνεύσεως και πνευματικής εξάρσεως. Διήλθε την ζωήν του εν μέσω αγώνων διά την πίστιν της Ορθοδοξίας. Αγωνιστής και μαχητής ακατάβλητος, αντιμετώπισεν την κακίαν των ανθρώπων και υπέμεινεν τας διώξεις. Κατεδικάσθη, εξωρίσθη και εγνώρισε αλλεπαλλήλους κακουχίας. Ο φθόνος των εχθρών του τον μετεκίνησεν από την Κωνσταντινούπολιν εις τον Πόντον. Σύρων ο Άγιος υπομονετικώς τα βήματά του επί μήνας ολοκλήρους, έφθασεν εις τον τόπον της εξορίας του διά μέσου δυσβάτων μερών και μετά πολλών κακουχιών. Μετά από μακράν και εξαντλητικήν οδοιπορίαν, εισήλθεν εις τον επί της οδού της πορείας αυτού ευρισκόμενον ναόν του Αγίου Βασιλίσκου, διά να αναπαυθή δι᾽ ολίγον. Εξηντλημένος ως ήτο, απεκοιμήθη και εν οράματι βλέπει τον Άγιον της Εκκλησίας, τον μάρτυρα Βασιλίσκον, όστις ενεθάρρυνεν αυτόν διά τοιούτων λόγων: «Θάρσει, αδελφέ Ιωάννη, αύριον γαρ άμα εσόμεθα». Ο Άγιος Ιωάννης αντελήφθη ότι το όραμα εκείνο ήτο αποκαλυπτικόν. Εζήτησε να λάβη την Θείαν Κοινωνίαν, αφού προηγουμένως ενεδύθη άμφια λευκά, και, τοιουτοτρόπως, λευχειμονών και έχων κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων, παρέδωσε την αγίαν του ψυχήν εις τον Χριστόν αναφωνών:

«Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν».

Αγαπητοί πατέρες και αδελφοί,
Ο ιερός Χρυσόστομος ζη εν ουρανοίς, αλλά παραμένει εν μέσω ημών ως οδηγός και κανών ακριβείας διά την πνευματικήν μας ζωήν. Εδίδασκεν απ᾽ άμβωνος την μελέτην της Αγίας Γραφής, την αγάπην του Θεού, την μετάνοιαν, την ελεημοσύνην, την προσευχήν, την αφιλοχρηματίαν και την μετοχήν εις τα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Πολλάκις, όμως, ωμίλει και διά την ματαιότητα των ανθρωπίνων πραγμάτων, θέμα το οποίον ήτο όλως ιδιαιτέρως ηγαπημένον εις τα κηρύγματά του. Παρωμοίαζε την ζωήν ως μίαν θάλασσαν. «Αύτη η θάλασσα η μεγάλη και ευρύχωρος». Και όπως εις την θάλασσαν υπάρχουν κύματα και κλυδωνισμοί, τοιουτοτρόπως και εις την ζωήν μας, ακόμη και εις την μοναχικήν, υπάρχουν θλίψεις και δοκιμασίαι, οδύναι και βάσανα. Το μικρόν πλεούμενον της ζωής μας κλυδωνίζεται. Πολλάκις δε οι άνθρωποι, έχοντες απολέσει τον προσανατολισμόν των, αποτυγχάνουν, διότι αναζητούν την γαλήνην και την ευτυχίαν, δηλαδή τον εύδιον λιμένα, όχι εις τον Χριστόν, αλλ᾽ εις γήινα και μάταια πράγματα.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρομοιάζει τον προσκολλώμενον εις τα μάταια άνθρωπον με δέντρον φυλλοβόλον. Σήμερον οι κλώνοι του είναι κεκαλυμμένοι από φύλλα, είναι ευσκιόφυλλον. Αύριον, όμως, ότε το φθινόπωρον ελεύσεται και άρχεται ο χειμών, τα φύλλα πέφτουν. Σημειώνει χαρακτηριστικώς: «Δένδρω τινί προσέοικεν άνθρωπος, νυν μεν το της ευθηνίας ανθηρόν περιφέρων, νυν δε τω ταύτης ως δέντρον εκδυόμενος φύλλον» (ΕΠΕ 31, 376). Άπαντα δε τα γήινα αγαθά τα θεωρεί ο ιερός πατήρ ως συνεζευγμένα μεθ’ ενός σκιάχτρου, το οποίον λέγεται μαρασμός. Όλα μαραίνονται και φεύγουν. Όλα όσα αποκτώμεν έχουν ένα γείτονα, ο οποίος κάποτε θα τα καταστρέψη, και είναι ούτος η φθορά.

Αλλά διά τους πιστούς ο βίος δεν είναι μόνον θλίψεις. Είναι η αρχή της χαράς. Διά της θλίψεως οδηγούμεθα εις την χαράν. Διά του θανάτου οδηγούμεθα εις την ζωήν και διά των ρεόντων μεταβαίνομεν εις τα μένοντα και σταθηρά. Ο ίδιος άλλως τε επέλεξε την μοναχικήν ζωήν, η οποία, όπως το γνωρίζετε εσείς όλοι οι ευλαβείς οικήτορες της Αθωνικής Πολιτείας, συνιστά εν εκούσιον μαρτύριον, αναίμακτον μεν, σκληρόν και απαράκλητον δε. Εξεδιώχθη του θρόνου του από τον φθόνον των συνεπισκόπων του και εκοιμήθη εις την εξορίαν, ένεκα των πολλών κακουχιών τας οποίας υπέστη. Αλλά εδόξαζε τον Θεόν, διότι εγνώριζεν καλώς ότι «ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς» (Ρωμ. 8, 18).

Αξίζει να σημειωθή, εν προκειμένω, ότι όταν ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αντιμετώπισε ενδοεκκλησιαστικά προβλήματα, έχων ενώπιόν του τον κίνδυνον της εκθρονίσεως και εξορίας και, ενώ είχε την υποστήριξιν του φίλου αυτού Πάπα Ρώμης Ιννοκεντίου, εζήτησε εις αυτόν μετ᾽ επιστολής, συμπεριλαμβανομένης εις τα έργα του εν τη Ελληνική Πατρολογία, να μην επέμβη προσωπικώς, αλλά να επιδείξη «φροντίδα και σπουδήν», ώστε να συγκληθή Σύνοδος και μάλιστα Οικουμενική, κάτι το οποίον τελικώς δεν επετεύχθη.

Εις την επιστολήν αυτήν του αγίου Ιωάννου διασώζηται το ήθος του. Προετίμησε να θυσιασθή ο ίδιος, παρά να επιτρέψη εις τον Πάπαν Ρώμης να επέμβη εις προσωπικόν επίπεδον, παρ᾽ ότι το αποτέλεσμα της επεμβάσεώς του θα ήτο αναμφιβόλως θετικόν. Όμως, ο Χρυσόστομος δεν επίστευε εις τον ρόλον του Επισκόπου της Πρεσβυτέρας Ρώμης, ως συντονιστού της Εκκλησίας έχοντος παγκόσμιον εξουσίαν, όπως δεν επίστευε και εις την άποψιν ότι η αλήθεια δύναται να διασφαλισθή από μεμονωμένα πρόσωπα, αλλ᾽ ετόνιζε την αξίαν του Συνοδικού συστήματος και της Συνόδου, ως μόνης αυτής εχούσης την δυνατότητα να διασφαλίση την Ορθόδοξον φωνήν της Εκκλησίας, κάτι το οποίον κάποιοι σήμερον -δυστυχώς- δεν δύνανται να αποδεχθούν. Αυτό φαίνεται και εκ του γράμματός του προς τον Ιννοκέντιον, εις το οποίον μεταξύ άλλων σημειώνει: «Αλλά τι κατά των τοιούτων νυν εν τω παρόντι ποιήσωμεν; Αναγκαία εστί διάγνωσις συνοδική, ην και πάλαι έφημεν συναθροιστέαν, μόνη γαρ εστιν ήτις δύναται τας κινήσεις των τοιούτων καταστείλαι καταιγίδων… Πάντα όσα ούν τω φθόνω του διαβόλου προς την των πιστών δοκιμασίαν τετάρακται, πραϋνθήσεται… Και γαρ ημείς πολλά σκεπτόμεθα ον τρόπον η σύνοδος οικουμενική συναχθείη, όπως τη βουλήσει του Θεού αι ταραχώδεις κινήσεις παύσωνται» (PG Migne 52, 538). Με τους λόγους αυτούς ο ιερός πατήρ τονίζει ότι ημείς πολλά σκεπτόμεθα και πολλά λέμε, αλλά η Σύνοδος δύναται να εκφράση μετά περισσοτέρας ασφαλείας την βούλησιν του Θεού. Είναι δε καλύτερον να εμπιστευόμεθα την γνώμην της Εκκλησίας, η οποία θα αποφασίση συνοδικώς και θα κρίνη τας θέσεις και τας απόψεις μας, παρά να εμπιστευόμεθα την ημετέραν γνώμην ή την των μεμονωμένων προσώπων τοιαύτην. Η υπακοή εις την Εκκλησίαν και εις τους γεροντάδες μας, η υπακοή εις τους ηγουμένους και εις τους Επισκόπους, η υπακοή εις τον Πατριάρχην και ποιμενάρχην μας, ουδεμία αρνητικήν συνέπεια επιφέρει εις την ζωήν μας και την πνευματικήν μας πορείαν, τουναντίον μάλιστα εκ της υπακοής εξαρτάται η πρόοδος και η κατά Θεόν προκοπή μας διά να μη είπω η σωτηρία μας.

Ας μη διαφεύγει, της προσοχής μας, φίλτατοι πατέρες, ότι εις την ιστορίαν της Εκκλησίας κάποιαι Σύνοδοι – βεβαίως ελάχισται – εχαρακτηρίσθησαν ως ληστρικαί. Ωστόσο, αυτό δεν έγινε υπό ομάδων ή μεμονωμένων προσώπων αλλά πάλιν από Σύνοδον, καθώς εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν η Σύνοδος θα χαρακτηρίζη και θα αξιολογή τελικώς μια άλλην Σύνοδον, ακόμη κι αν πρόκειται περί Οικουμενικής.

Ο ίδιος ιερός πατήρ ετόνιζε με απόλυτον σιγουριάν εις άλλον σημείον της διδασκαλίας του ότι ούτε το αίμα του μαρτυρίου δύναται να εξαλείψη την αμαρτίαν του σχίσματος και του διχασμού της Εκκλησίας. Σημειώνει χαρακτηριστικώς: «ουδέ του μαρτυρίου το αίμα ταύτην την αμαρτίαν δύναται εξαλείφειν» (PG Migne 62, 85). Σχετικώς δε με όλους αυτούς, οίτινες υπεραμύνονται διά την σωτηρίαν της Εκκλησίας και θεωρούν εαυτούς ως σωτήρες και προστάτας της πρέπει να τονίσουμε διά του στόματός του ότι η Εκκλησία σώζει και δεν σώζεται υπό ουδενός. Η Εκκλησία είναι σώμα Χριστού αποσκοπούσα εις την σωτηρίαν των ανθρώπων, διό και οι άνθρωποι δεν μπορούν να αφανίσουν την Εκκλησίαν ούτε και να την καταποντίσουν. Θα είπει ο Ιερός πατήρ: Άρχοντες θρησκευτικοί, άλλοτε και τώρα, φορείς κοσμικής εξουσίας, αιρετικοί, ακόμη και οι ίδιοι οι δαίμονες «επολέμησαν την Εκκλησίαν», η οποία όμως όχι μόνον δεν ενικήθη αλλ᾽ «αύτη, πολεμουμένη νικά, επιβουλευομένη περιγίνεται, υβριζομένη, λαμπροτέρα καθίσταται, δέχεται τραύματα, και ου καταπίπτει υπό των ελκών, κλυδωνίζεται, αλλ᾽ ου καταποντίζεται, πυκτεύει, αλλ᾽ ου νικάται» (PG Migne 52, 397-8).

Ευλαβέστατοι πατέρες,
Δεν δύναμαι, αναφερόμενος εις τον Μέγιστον αυτόν Άγιον της Εκκλησίας μας, τον ιερόν Χρυσόστομον, καθώς και εις την περί της ματαιότητος της παρούσης ζωής και εις την περί των θλίψεων διδασκαλίαν του, να μην μνημονεύσω τον μακαρία τη λήξει γενόμενον, αοίδιμον μοναχόν Μωϋσήν τον Αγιορείτην, τον εν έργοις ακολουθήσαντα τα βήματα του ιερού χρυσολόγου πατρός, τον πολλά υπομείναντα διά την αγάπην του Χριστού, τον αγογγύστως διελθόντα την παρούσαν ζωήν, τον λόγιον, τον πολυγραφώτατον συγγραφέα, τον πολλούς ορθοδόξους χριστιανούς φωτίσαντα διά της γραφίδος του και των εμπνευσμένων ομιλιών του, τον ανακαινιστήν του παρόντος Κελλίου και Γέροντα του εκλεκτού και τιμίου, σεμνού και ευλαβώς αγωνιζομένου ιερομονάχου Χρυσοστόμου, αξίου διαδόχου αυτού.

Ο μοναχός Μωϋσής, ει και ευρίσκεται εις την μακαρίαν ζωήν, αποτελεί εισέτι κεφάλαιον διά την Εκκλησίαν μας και το Αγιώνυμον Όρος, αντανακλάται δε πλήρως εις το πρόσωπόν του ο λόγος του Αποστόλου, όστις προτρέπει να μνημονεύωμεν «των ηγουμένων υμών, οίτινες ελάλησαν υμίν τον λόγον του Θεού» (Εβρ. 13, 7)· διότι όντως ο μακαριστός Μωϋσής ελάλησεν υμίν, ως καλός ηγούμενος, τον λόγον του Θεού, διά των ανά το πανελλήνιον και ουχί μόνον ομιλιών του και των εξήκοντα και πλέον, τύποις εκδοθέντων, συγγραμμάτων του. Διό και δεν είναι υπερβολή να είπη τις ότι ο μακαριστός Γέρων εδημιούργησε μίαν φιλοκαλικήν και πνευματικήν παράδοσιν, συνδέουσαν το Αγιώνυμον Όρος μετά της οικουμένης συμπάσης.

Ευχαριστούντες τω όντι τον εν Τριάδι Θεόν διά τας πολλάς Του ευλογίας, διά την σημερινήν πανήγυριν, ην άπαντες ηξιώθημεν να εορτάσωμεν, διά την νοεράν και ευχετικήν παρουσίαν του μακαριστού μοναχού Μωϋσέως, διά την τιμητικήν παρουσίαν των αγίων Καθηγουμένων, των πατέρων και αδελφών, πρωτίστως δε διά την φιλόστοργον πρόσκλησιν του Οσιολογιωτάτου Γέροντος του Κελλίου Ιερομονάχου Χρυσοστόμου, ίνα προεξάρχομεν της πανηγύρεως, προτρέπομεν χρυσοστομικώς, λέγοντες ότι όλα όσα έχομεν δεν μας ανήκουν. Διά τούτο, άλλωστε, και ο θάνατος όλα κάποτε θα μας τα κλέψη. Εν μόνον μας ανήκει: η ευσέβεια του βίου. «Ενός ει κτήματος μόνου ευσεβείας ιδιοκτήτωρ. Ταύτης σε θάνατος επελθών ου συλήσει» (ΕΠΕ 31, 380). Ασπαζόμεθα δε πάντας εορτίως και εν Χριστώ Ιησού, τω Κυρίω ημών, ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.