Ιερά Μονή Φιλοσόφου Γορτυνίας, «το κρυφό σχολειό»

23 Νοεμβρίου 2018

Η µονή βρίσκεται σε µια χαράδρα του Λουσίου ποταµου και ιδρύθηκε το 960 [1] ή, κατά άλλους, το 967 [2] από τον βυζαντινό άρχοντα Ιωάννη Λαµπαρδόπουλο, που ήταν φίλος του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά [3]. Πραγµατι, η µονή αυτή βρίσκεται «Κολληµένη σαν όστρακο» στον ιερό «βράχο της Μονόπορης» [4]. Έχει ονοµαστεί ως «η αρχόντισσα του φαραγγίου» και έχει κτιστεί στην περιοχή «Μονόπορη» που είναι το καλύτερο και οµορφότερο τµηµα του φαραγγιού. [5]

Πρόκειται, όπως προλογικώς αναφέραµε, για ένα από τα πιο παλαιά µοναστήρια της Πελοποννήσου. [6] Να σηµειωθεί ότι η µονή έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο µνηµείο. Σχετικά µε την χρονολόγηση της µονής έχουν αναφερθεί διάφορες απόψεις όπως αυτή του H. Megaw ο οποίος υποστήριξε ότι η ανοικοδόµηση του καθολικού της παλαιάς µονής αποκλείεται να είναι σύγχρονο του αρχικού ιδρύµατος του 10ου αιώνος.[7] Τον χώρο που βρισκόταν το παλιό µοναστήρι ο λαός εµαθε να τον αποκαλεί «κρυφό σχολειό» [8] και είναι χτισµένος σε όλο το µήκος µιάς φυσικής κοιλότητας-σπηλιάς 128 µέτρων στην ρίζα ενός πανύψηλου βουνού. [9] Να επαναλάβουµε ότι η µονή ιδρύθηκε ανάµεσα στα έτη 963-967 µ.Χ. όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο Νικηφόρος Φωκάς που ονοµαζόταν και «φιλόσοφος» λόγω της ανωτάτης παιδείας που κατείχε.[10] Ο ίδιος λέγεται ότι µόνασε στη Μονή, αφού παραιτήθηκε από το αξίωµα του. [11] Αυτή η υπόθεση θεωρείται ως πιο βάσιµη και για την µετέπειτα ονοµασία της µονής[12].

Για την παλαιά µονή Φιλοσόφου θα αναφέρουµε συνοπτικά µόνο µερικά ιστορικά και άλλα στοιχεία. Θέλοντας να περιγράψουµε τη Μονή θα λέγαµε ότι εξωτερικά και σχεδόν σε όλη την κοιλότητα του βράχου, η µονή ήταν περιτειχισµένη µε υψηλό τείχος πάνω στο οποίο υπήρχε παρατηρητήριο και πολεµίστρες για την φύλαξη και ασφάλεια από διαφόρους επιδροµεις. Μέσα και γύρω από το τείχος αυτό ξεκινούσαν τα κτιριακά συγκροτήµατα του µοναστηριού δηλαδή το καθολικό, τα κελλιά και οι βοηθητικοί χώροι που ανάγονται στα βυζαντινά χρόνια και υφίστανται σηµερα ως ερείπια. [13] Όσον αναφορά στα χαρακτηριστικά του καθολικού θα λέγαµε ότι είναι ένα κοµψοτέχνηµα, ένα µνηµείο της Βυζαντινής µεγαλοπρέπειας. [14] Ανήκει στον τετράστηλο τύπο εγγεγραµµένου σταυρού και περιλαµβάνει οκταγωνικό τρούλο, ενώ οι αγιογραφίες έχουν καταστραφεί εκτός από ένα µικρό τµηµα που διατηρείται και µας µαρτυρά το χάρισµα του αριστοτέχνη αγιογράφου. [15]

Σηµαντικά στοιχεία περί του θεµατος µας καταγράφει µε σαφήνεια ο µακαριστός ιστορικός Τάσος Γριτσόπουλος, ο οποίος είχε ασχοληθεί επισταµένως µε την ιερά αυτή Μονή στα περισπούδαστα έργα του: α) «Μονή Φιλοσόφου» που συνέγραψε στην Αθήνα το 1960 και β) «Πωλητήρια και άλλα έγγραφα της παρά την Δηµητσάναν Μονής του Φιλοσόφου (1626-1787 µ.Χ.) του έτους 1950». Στα έργα αυτά ο ενδιαφερόµενος µπορεί να βρεί περισσότερα στοιχεία.

Παραπομπές:

1. Λέκκου Ευαγ., Τα Ελληνικά Μοναστήρια, Αθήνα 1995, σ. 255.
2. Δηµητρακοπούλου Σ., Αρκαδία, Αθήνα 2006, σ. 87.
3. 963-969 µ.Χ.
4. Στην Μονόπορη και στην γύρω απ᾽αυτήν περιοχή έχει υποστηριχθεί ότι υπήρχαν σπηλιές και ασκητήρια που καταστράφηκαν από επιδροµες των Σλάβων τον 7ο και 8ο αιώνα.
5. Θεοχάρη Γ., Μονή Φιλοσόφου-Κρυφό σχολειό, Αθήνα 2000, σ. 17.
6. Σιόλα Ιωάννου, «Η Μονή Φιλοσόφου και η σχολή της Δηµητσάνας», περιοδικό Πειραική Εκκλησία, τεύχος 235, Μάρτιος 2012, σελ. 14.
7. Megaw Η., «The Chronology of Some Middle-Byzantine Churches», εν Annual of the British School at Athens, τοµ. XXXII (1921-32), σσ. 98-99.
8. Σιόλα Ιωάννου, «Η Μονή Φιλοσόφου και η σχολή της Δηµητσάνας», περιοδικό Πειραική Εκκλησία, τεύχος 235, Μάρτιος 2012, σελ. 14.
9. Χαιρέτη Μαρία, «Φιλοσόφου Μονή», ΘΗΕ, τοµ. 11ος, Αθήναι 1967, στ. 1150.
10. Θεοχάρη Γ., Μονή Φιλοσόφου–Κρυφό σχολειό, Αθήνα 2000, σ. 18.
11. Σιόλα Ιωάννου, «Η Μονή Φιλοσόφου και η σχολή της Δηµητσάνας», περιοδικό Πειραική Εκκλησία, τεύχος 235, Μάρτιος 2012, σελ. 14
12. Λέκκου Ευαγγ., Τα Ελληνικά Μοναστήρια, Αθήνα 1995, σ. 255.
13. Θεοχάρη Γ., Μονή Φιλοσόφου–Κρυφό σχολειό, Αθήνα 2000, σ. 19.
14. Αρκαδία–Θρησκευτικός Προορισµός, Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αρκαδίας, Τρίπολη, σ.98.
15. Πάντως, ο αγιογράφος των έργων ήταν το πιθανότερο λαικός τεχνίτης που είχε εργαστεί στο Άγιον Όρος και γνώριζε καλά τα βυζαντινά πρότυπα.

Να πως περιγράφει τα συναισθήµατα του προσκυνητού της Ιεράς αυτής Μονής ο προαναφερθείς συγγραφέας: «Εδώ αισθάνεται κανείς ότι ευρίσκεται εις επαφήν µε την βυζαντινήν Ελλάδα. Από τα σπλάγχνα αυτού του χώρου προεβλήθη κάποτε εις δυσκόλους καιρούς η µεγαλυτέρα εθνική αντίστασις που γνωρίζει η ιστορία. Διά να κρατηθούν όρθια τα όσια και ιερά του έθνους. Η πίστις προς τον Θεόν, τον άνθρωπον και τας ηθικάς αξίας. Κοντά εις την λατρείαν του θείου συνετελέσθη η καλλιτεχνική έκφρασις του θρησκευτικού συναισθήµατος, εκαλλιεργήθη η ελληνική παιδεία και συνετηρήθη η ελληνική παράδοσις». Και συνεχίζει: «Κοµψοτέχνηµα της αρχιτεκτονικής είναι το άριστα διατηρούµενον παλαιόν καθολικόν της µονής. Αξιόλογος καλλιτεχνική δηµιουργία είναι του νεωτέρου καθολικού αι τοιχογραφίαι, αι φορηταί εικόνες και το ξυλόγλυπτον τεµπλον. Δεν γνωρίζοµεν ακόµη ποίοι υπήρξαν οι τοιχογράφοι ούτε των δύο αλλεπαλλήλων στρωµάτων του πρώτου καθολικού ούτε της λαµπρας δηµιουργίας του νέου. Εκείνο που έχοµεν ακόµη να θαυµάσωµεν, διότι εµεινεν απείραχτο απ’ το χρόνο, καθώς θα έλεγεν ο ποιητής, είναι η θέσις της µονής. Εκλογή αρίστη, που µόνον τα εταστικά βλέµµατα των µοναχών επιτυγχάνουν. Μέσα εις µίαν φάραγγα αγρίαν ετοποθετήθη το µοναστήριον, αντικρύ του Λουσίου ποταµου, όπου το παν σιγά και η ψυχή γαληνεύει…». Αυτό πάντως που µπορούµε να βεβαιώσουµε σχετικά µε την ιστορική πορεία της µονής είναι ότι από την ίδρυσή της ακόµα µέχρι και το έτος 1624 δέχθηκε ανυπολόγιστες βαρβαρικές επιδροµες, ακόµα περισσότερες εθνικές δοκιµασίες όπως επίσης και µεγάλες πολιτικές, κοινωνικές, οικονοµικές αλλαγές και ανακατατάξεις. [16] Και πάλι ως προς την προσφορά της µονής στο γένος και στα γραµµατα µπορούµε να αναφέρουµε ότι υπήρξε σπουδαίο πνευµατικό κέντρο της περιοχής. [17] Αυτό βεβαιώνεται από την λειτουργία στην µονή σπουδαίας βιβλιοθήκης µε σπάνια χειρόγραφα του 12ου αιώνος εκ των οποίων κάποια φυλάσσονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Αθήνας. [18] Τέλος, να σηµειώσουµε ότι στην Μονή αυτή λειτούργησε αρχικά µια σχολή [19] που αργότερα µετεξελίχθηκε στην Δηµητσάνα από την οποία αποφοίτησαν δεκάδες ιεραρχών και λογίων που διέπρεψαν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. [20]

Μπορούµε να υποστηρίξουµε ότι η µονή βρισκόταν στην µεγάλη της ακµή τον 17ο αιώνα κατά τον οποίο κατείχε µεγάλες εκτάσεις γης. Επίσης, είναι σηµαντικό να αναφέρουµε ότι τα έσοδα από την περιουσία της δεν τα χρησιµοποίησε µόνο για την συντήρησή της αλλά και για την παροχή βοηθείας στους οικονοµικά αδυνάτους κατοίκους που ζούσαν γύρω από την µονή. [21] Η σηµαντική οικονοµική άνθηση της µονής σε σχέση µε το γεγονός ότι οι κτιριακές εγκαταστάσεις βρίσκονταν σε δυσπρόσιτο έδαφος θεωρείται η βασική αιτία για την εγκατάσταση σε νέο πιο οµαλό τόπο. [22] Έτσι, η παλαιά µονή Φιλοσόφου εγκαταλείφθηκε και µεταφέρθηκε σε νέα τοποθεσία ανατολικώτερα, σε απόσταση περίπου ενός χιλιοµέτρου. [23] Εκεί ιδρύθηκε η νέα µονή µε το νέο καθολικό το έτος 1691.
Αναµφισβήτητα, η νέα µονή αποτελεί συνέχεια της παλαιάς γεγονός που αποδεικνύεται από ιστορικές πηγές. [24]

Όπως προαναφέραµε, ο κυριώτερος λόγος της µετεγκατάστασης της παλαιάς µονής σε καινούργιο χώρο ήταν η εξεύρεση νέου εδάφους πιο οµαλού και πιο προσιτού τόσο για τους ίδιους τους µοναχούς όσο και για την διακίνηση των αναγκαίων αγαθών
όπως επίσης και την µετακίνηση των επισκεπτών της. [25]

Το όλο κτιριακό συγκρότηµα της µονής αποτελείται από τρία οικοδοµηµατα. Το καθολικό, ένα διώροφο κτίριο το οποίο στέγαζε και τα κελλιά των µοναχών και άλλους βοηθητικούς χώρους και ένα άλλο τριώροφο κτίριο που ονόµαζαν «πύργο», το οποίο λειτουργούσε ως ξενώνας των επισκεπτών και στεγαζόταν η τράπεζα των µοναχών. [26] Το καθολικό αυτό είναι ναός τετρακιόνιος µε τρούλο και εξωτερικά έχει κεραµικό διάκοσµο. [27] Πραγµατι, υπάρχουν και κοσµούν τον τρούλο ανάγλυφα ζωγραφιστά πιάτα έως και σηµερα. Εσωτερικά είναι αγιογραφηµένος µε τοιχογραφίες λαικής τέχνης. [28] Να σηµειώσουµε ότι η σπουδαιότητα των υπέροχων τοιχογραφιών της µονής είναι µεγάλη, αφού είναι οι ίδιες που χρησίµευσαν ως πρότυπο για την δηµιουργία των περισσοτέρων αγιογραφιών στους ναούς της Γορτυνίας κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. [29] Επίσης, οι φορητές εικόνες του τεµπλου είναι έργα ανωνύµου λαικού ζωγράφου του 17ου αιώνος.

Παραπομπές:

16. Θεοχάρη Γ., Μονή Φιλοσόφου–Κρυφό σχολειό, Αθήνα 2000, σ. 20.
17. Λέκκου Ευαγγ., Τα Ελληνικά Μοναστήρια, Αθήνα 1995, σ. 257.
18. Αρκαδία-Θρησκευτικός Προορισµος, Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αρκαδίας, Τρίπολη, σ. 98.
19. Λέκκου Ευαγγ., Τα Ελληνικά Μοναστήρια, Αθήνα 1995, σ. 256.
20. Καρδάση Α., Δηµητσάνα – Μια δοξασµένη πόλη, Αθήναι 1988, σ. 203.
21. Θεοχάρη Γ., Μονή Φιλοσόφου-Κρυφό σχολειό, Αθήνα 2000, σ. 22.
22. Θεοχάρη Γ., ενθ’ ανωτ.
23. Κοκκίνη Σπ., Τα µοναστήρια της Ελλάδος, Αθήνα, σ. 97.
24. Σιόλα Ιωάννου, «Η Μονή Φιλοσόφου και η σχολή της Δηµητσάνας», περιοδικό Πειραική Εκκλησία, τεύχος 235, Μάρτιος 2012, σελ. 15.
25. Θεοχάρη Γ., Μονή Φιλοσόφου – Κρυφό σχολειό, Αθήνα 2000, σ. 23.
26. Αρκαδία-Θρησκευτικός Προορισµος, Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αρκαδίας, Τρίπολη, σ. 98.
27. Λέκκου Ευαγγ., Τα Ελληνικά Μοναστήρια, Αθήνα 1995, σ. 256.
28. Κοκκίνη Σπ., Τα µοναστήρια της Ελλάδος, Αθήνα, σ. 98.
29. «Φιλοσόφου µονή», Εγκυκλοπ. Γιοβάνη, τοµ. 20, σ. 117.

Η κτητορική επιγραφή του καθολικού, µας πληροφορεί ότι ο ναός χτίστηκε µε την µέριµνα και τις δαπάνες των µοναχών Παχωµίου, Γρηγορίου, Παρθενίου και του ηγουµένου Ανθίµου. Γνωρίζουµε, επίσης, ότι ο αρχιµάστορας του καθολικού ήταν ο Γεώργιος Αρβανίτης που καταγόταν από το Μπιθεκούκι της Βορείας Ηπείρου. [30] Οι τοιχογραφίες του ναού έγιναν το έτος 1693 µ.Χ. και χορηγός τους ήταν ο Μαυροειδής Φαρµάκης που καταγόταν από την Στεµνίτσα. [31] Υπάρχει πιθανότητα για κάποιο διάστηµα η νέα µονή να λειτούργησε ως µετόχι της παλαιάς. Είναι γνωστό ότι την µονή σέβονταν και αγαπούσαν οι κάτοικοι των γύρω περιοχών και µάλιστα έκαναν σ᾽αυτήν µεγάλες δωρεές και χορηγίες. [32] Η περιουσία που βρισκόταν υπό την κατοχή της, επεκτεινόταν µέχρι και την Καλαµάτα.

Την περίοδο της τουρκοκρατίας το µοναστήρι του Φιλοσόφου ήταν ένα σηµαντικό πνευµατικό και εκπαιδευτικό κέντρο στο οποίο καλλιεργούνταν τα γραµµατα ενώ λειτούργησε, και είναι γνωστό αυτό, όπως προαναφέραµε ως κρυφό σχολειό. [33] Το κρυφό σχολειό της µονής Φιλοσόφου είναι πασίγνωστο στην Ελλάδα και µάλιστα λένε, ότι εκεί ακούστηκε για πρώτη φορά το γνωστό «φεγγαράκι µου λαµπρο φέγγε µου να περπατώ…» που ψιθύριζαν στα χείλη τους τα νεαρά ελληνόπουλα. [34]

Η Μονή, µέσα στο πέρασµα των χρόνων, πέρασε δυσκολίες και διακυµάνσεις που για να τις περιγράψει κάποιος θα χρειαζόταν πολλές σελίδες, κάτι που δεν είναι εφικτό στην παρούσα εργασία. Ωστόσο, σηµαντική ηµεροµηνία για την ιστορία της µονής αποτελεί η 6η Μαρτίου 1834 [35] κατά την οποία οι δηµογέροντες της Δηµητσάνας Κουντούρης, Τζαννής, Αντωνόπουλος και Καρβέλης έκαναν µια ύστατη προσπάθεια για την λειτουργία τόσο της σχολής όσο και της ίδιας της µονής. Δυστυχώς, ο υπουργός Σχινάς διέταξε να διαλυθεί η µονή και να εκποιηθεί η περιουσία της. Ύστερα από αυτήν την εξέλιξη το µοναστήρι ερήµωσε. Η µονή που εκπαίδευσε 7 πατριάρχες, 70 µητροπολίτες και 3.500 λογίους άνδρες θα οδηγηθεί σε µαρασµο. [36] Όλα αυτά µέχρι την στιγµη που ο σεβαστός και δραστήριος γέροντας της µονής Προδρόµου Θεόκτιστος Αλεξόπουλος, από την Σύρνα καταγόµενος, ανέλαβε την αναστύλωση της ερειπωµένης µονής. Με την βοήθεια αρχών, φορέων, γνωστών και αγνώστων, και κυρίως µε την ευχή της Παναγίας αποκαταστάθηκαν πολλά κτίρια και φυσικά ο κυρίως ναός. Σηµαντικές ήταν προς τον ίδιο σκοπό οι προσπάθειες και του σηµερινού µετοχιάρη γέροντος Θεοφίλου Θεοδωροπούλου που κρατά το µοναστήρι ανοικτό και δέεται στην Κεχαριτωµένη για όλους τους προσκυνητές που φθάνουν ως εκεί. Επιγραµµατικώς καταγράφουµε τα ονόµατα των ηγουµένων περί των οποίων έχουµε αναφορές σε γραπτά κείµενα: Νεόφυτος Διγενόπουλος (αρχές 17ου αιώνος), Ιάκωβος Παλάτος, Ιωάσαφ Λαµπαρδόπουλος (περί το 1645), Μακάριος (1661), Παίσιος (1663), Θεοδόσιος (1664), Θεοφάνης, Παχώµιος (1691), Άνθιµος (τέλη 17ου αιώνος), Δανιήλ ο Αθηναίος και Παρθένιος Κλαδάς, Γερµανός (1714-1716), Καλλίνικος Σπηλιωτόπουλος (1724), Παχώµιος ᾽Ανδρονικόπουλος (1735), Νεκτάριος Κολοτούρος (µέσα 18ου αιώνος), Παρθένιος (1767), Διονύσιος Κακαβάς (1781), Δοσίθεος Διαµαντόπουλος (1793), Χατζη-Παρθένιος (1820), Νικηφόρος Παπαντωνόπουλος (1822), Γρηγόριος (1823), Θεοδόσιος (1827), και Παρθένιος Ηλιόπουλος ο οποίος αναφέρεται ως µοναχός µεταξύ των ετών 1831-1837. [37] Οι επίσηµες εορτές της µονής είναι στις 23 Αυγούστου που πανηγυρίζουµε την απόδοση της Κοιµήσεως της Θεοτόκου, [38] στις 9 Δεκεµβρίου εορτή της αγίας Άννης και στις 20 Μαίου, πανήγυρις του αγίου Νικολάου. [39]

Παραπομπές:

30. Θεοχάρη Γ., Μονή Φιλοσόφου – Κρυφό σχολειό, Αθήνα 2000, σ. 24.
31. Ο ίδιος πιθανόν είχε εξισλαµισθεί αλλά επανήλθε στην χριστιανική πίστη επί ᾽Ενετοκρατίας και ήταν γνωστός ως «Μαυροειδής-πασά Φαρµάκης». Στην δυτική πλευρά του ναού υπάρχει απεικόνιση του χορηγού αυτού της µονής υπό την µορφή τυπικού Ανατολίτη µε βλοσυρό ύφος, πολυτελές ένδυµα και κοµπολόι.
32. Σιόλα Ιωάννου, «Η Μονή Φιλοσόφου και η σχολή της Δηµητσάνας», περιοδικό Πειραική Εκκλησία, τεύχος 235, Μάρτιος 2012, σελ. 15.
34. Κοκκίνη Σπ., Τα µοναστήρια της Ελλάδος, Αθήνα, σ. 99.
34. www.dimitsana.net
35. Σιόλα Ιωάννου, «Η Μονή Φιλοσόφου και η σχολή της Δηµητσάνας», περιοδικό Πειραική Εκκλησία, τεύχος 235, Μάρτιος 2012, σελ. 15.
36. Σιόλα Ιωάννου, ενθ’ ανωτ., σελ. 14
37. Χαιρέτη Μ., «Φιλοσόφου Μονή», ΘΗΕ, τοµ. 11ος, Αθήναι 1967, στ. 1156.
38. Λέκκου Ευαγγ., Τα Ελληνικά Μοναστήρια, Αθήνα 1995, σ. 257.
39. Αρκαδία-Θρησκευτικός Προορισµος, Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αρκαδίας, Τρίπολη, σ. 98.