Η Πόλη έχασε τα πάντα και βυθίστηκε στην δυστυχία και την συμφορά
24 Ιανουαρίου 2019Οι Οθωμανοί, κανένα ενδιαφέρον δεν έδειξαν για την κλασσική παιδεία, τα συγγράμματα των Πατέρων τής Εκκλησίας, γενικώς για τα πνευματικά δημιουργήματα τού Βυζαντίου, με αποτέλεσμα να παραδώσουν στον όλεθρο σημαντικά μνημεία τής ανθρωπότητος [130]. Όσα περισώθηκαν, πωλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές [131], σε όσους γνώριζαν την αξία τους και ιδίως σε όσους μετά την Άλωση, έθεσαν ως σκοπό τής ζωής τους, να περισυλλέξουν τα έργα εκείνα και να τα κάνουν γνωστά στην Δύση που εισερχόταν σε μία νέα εποχή, στην Αναγέννηση.
Ο Κριτόβουλος θρηνώντας για την Πόλη, λέει πως αυτή έχασε τα πάντα και βυθίστηκε στην δυστυχία και την συμφορά. Η ντροπή της διαμοιράστηκε παντού, όπως οι κάτοικοί της διασκορπίστηκαν, σκλάβοι, αιχμάλωτοι και κακοπαθημένοι. Έτσι έγινε μνημείο συμφορών, σύμβολο κακής τύχης και δίδαγμα ζωής [132]. Η πεποίθηση πως η ιστορική αυτή μεταβολή ήταν θέλημα τού Θεού, συναντάται σε όλους τούς ιστοριογράφους. Ο Κριτόβουλος θεωρεί πως τα τόσα δεινά ήταν γραφτό να βρουν την Πόλη, διότι έτσι θέλησε ο Θεός [133]. Ο Δούκας, λυπάται σφόδρα για τον διασκορπισμό των Ελλήνων μετά την Άλωση, σε άλλα μέρη, όπου ομιλούν και γράφουν διαφορετικές γλώσσες και έχουν άλλες θρησκείες, όμως αυτήν είναι η τιμωρία των αμαρτιών τους [134]. Αλγεινή εντύπωση τού προκαλούν επίσης, οι δουλοπρεπείς επευφημίες των χριστιανών στον νικητή σουλτάνο, για την κατάκτηση τής Πόλεως [135].
Το εποικιστικό έργο τού Μωάμεθ, ξεκίνησε αμέσως μετά την λεηλασία, ενώ ο Κριτόβουλος λέει πως είχε πολλά καλά σχέδια και για τούς κατοίκους της, όμως τα ματαίωσε λίγο αργότερα ο φθόνος [136].
Φυσικά, στο σημείο αυτό θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε ότι για τούς Δούκα και Χαλκοκονδύλη, η εκτέλεση τού Μεγάλου Δουκός Λουκά Νοταρά και των δικών του ανθρώπων, δεν ήταν συνέπεια μίας πολιτικής μηχανορραφίας, αλλά προβάλουν ως αιτία την άρνηση τού Λουκά Νοταρά να δώσει στον σουλτάνο τον ανήλικο γιό του, υποκύπτοντας σε σεξουαλικές απαιτήσεις εκείνου [137]. Βέβαια, η εκδοχή τού πολιτικού ανταγωνισμού φαίνεται πολύ πιο λογική. Ο Χαλκοκονδύλης, γράφει ότι όταν ο Λουκάς Νοταράς και ο εξάδελφος τού Μωάμεθ, Ορχάν, ο οποίος είχε αυτομολήσει στους Έλληνες, έμαθαν για την Άλωση, κατέφυγαν σε έναν πύργο, από όπου ο μεν Ορχάν φορώντας τα κουρέλια ενός καλογέρου πήδησε στο κενό και σκοτώθηκε, ο δε Νοταράς και οι γιοί και ακόλουθοί του, αιχμαλωτίστηκαν [138]. Η άποψη τού ιστοριογράφου Χαλκοκονδύλη είναι πως ο σουλτάνος εξαγόρασε τον Νοταρά, την σύζυγο και τα τέκνα τους, ενώ αναγνώρισε τον τίτλο του, ως πρωθυπουργού [139], ωστόσο αργότερα προέβη στην εκτέλεσή τους, μετά την άρνηση τού Νοταρά να παραδώσει στον σουλτάνο τον δωδεκαετή γιό του [140]. Το αποτέλεσμα ήταν να θανατωθεί ο Νοταράς και οι δικοί του, με τον τρόπο που περιγράφεται παρακάτω.
Σύμφωνα με τον Κριτόβουλο, όταν ο σουλτάνος, πλανηθείς, έδωσε εντολή να εκτελεστούν οι άνδρες, ο Νοταράς παρακάλεσε να σκοτώσουν πρώτα τα παιδιά του και μετά εκείνον, υπομένοντας αυτόν τον αβάσταχτο πόνο, ώστε να είναι σίγουρος πως δε θα δείλιαζαν αν έβλεπαν τον θάνατό του, ούτε θα απαρνούνταν την πίστη τους [141]. Το ίδιο υποστηρίζει υποστηρίζει και ο Δούκας.
Ο Μωάμεθ παρουσιάζεται από τον Κριτόβουλο ιδιαιτέρως ευρυμαθής και ενσαρκώνει το πρότυπο τού φιλοσόφου – μονάρχη, καθώς μάλιστα φαίνεται ότι γνωρίζοντας τον φιλόσοφο Γεώργιο Αμηρούκη, θαύμασε τις γνώσεις του και απολάμβανε τις συζητήσεις μαζύ του [142]. Περνούσε μάλιστα τον ελεύθερο χρόνο του με την παρέα φιλοσόφων και συζητούσε μαζύ τους ιδιαιτέρως επάνω στην Λογική [143], ενώ ζήτησε επ’ αμοιβή από τον Γεώργιο Αμηρούκη, να συντάξει ενιαία την κατακερματισμένη γεωγραφία τής Γης, τού Πτολεμαίου [144]. Με την ίδια ζέση, ο Μωάμεθ φρόντισε να εξωραΐσει και την Πόλη, ανεγείροντας θαυμαστά κτήρια και εισάγοντας κάθε τέχνη κι επιστήμη που θα πρόβαλε το κύρος της πανταχόθεν, ενώ με πολύ ακριβά υλικά, όπως χρυσάφι, ασήμι, μάρμαρα και πολύτιμους λίθους, έδωσε εντολή να κατασκευαστούν τα ανάκτορά του [145]. Για όλα τα παραπάνω, ο Μωάμεθ χαρακτηρίστηκε ως «ελληνίζων σουλτάνος».
Ο Κριτόβουλος μιλώντας για την άφιξη τού σουλτάνου στην Πελοπόννησο, την δικαιολογεί -με τον ίδιο τρόπο που δικαιολογεί πολύ συχνά την επεκτατική πολιτική του [146]- λέγοντας πως οι δεσπότες Θωμάς και Δημήτριος Παλαιολόγος, δεν απέδιδαν τον συμφωνηθέντα φόρο, ενώ βρίσκονταν συχνά σε εμφύλιες διαμάχες μεταξύ τους [147]. Αυτό φόβισε τον σουλτάνο, πως ίσως φέρει τούς Δυτικούς στην Πελοπόννησο, ώστε θέλησε να την καταλάβει πρώτος εκείνος [148].
Το βασίλειο τής Τραπεζούντος, σύμφωνα με τον Κριτόβουλο, περιήλθε στα χέρια των Οθωμανών, μιας και τα στενά τού Ευξείνου Πόντου μετά την Άλωση τής Πόλεως, ήσαν ανοιχτά για να την καταλάβουν και να γίνει φόρου υποτελής [149]. Οι κάτοικοι παραδόθηκαν μετά από ειρηνική διαπραγμάτευση και ο Πορθητής θαύμασε την πόλη και πήρε πολλούς εφήβους μαζύ του στην Κωνσταντινούπολή [150]. Στον τέως βασιλέα τής Τραπεζούντος, παρεχώρησε αρκετή έκταση στον Στρυμόνα ποταμό, όμως το 1463 εκτελέστηκε μαζύ με έξι από τούς επτά γιους του [151]. Η δε Κωνσταντινούπολη, μέσα σε έναν αιώνα από την τουρκική κατάκτηση, γνώρισε τόση ευημερία, που ο πληθυσμός της ξεπέρασε τις 500.000 [152].
Οι Οθωμανοί Τούρκοι, ερχόμενοι ως κατακτητές, επηρέασαν βεβαίως με την ισχύ τού νικητή, τα πολιτισμικά πρότυπα, όσο επέτρεπε ωστόσο η χριστιανική πίστη και η ιστορική πορεία τής γηραιάς ηπείρου. Επί τού θέματος, χαρακτηριστική είναι η επίδραση τής τουρκικής μόδας στην Ανατολική Ευρώπη, μετά την πτώση τού Βυζαντίου [153], μία επίδραση που συνεχίστηκε μάλιστα για αιώνες.
Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ