Εγκαίνια Αρχαιολογικής Συλλογής Λαμπροπούλου

26 Μαρτίου 2019

Τη Κυριακή 24 Μαρτίου 2019 πραγματοποιήθηκαν τα Εγκαίνια του Αρχαιολογικού Μουσείου Πολυγύρου και της Αρχαιολογικής Συλλογής Λαμπροπούλου παρουσία της Πολυξένης Αδάμ-Βελένης, Γενικής Διευθύντριας Αρχαιοτήτων Υπουργείου Πολιτισμού, του Ιωάννη Κανονίδη Προϊσταμένου της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλ/κής και Αγίου Όρους και πολλών επισήμων και φίλων του Μουσείου. Ακολουθεί ο Χαιρετισμός του Νικολάου Τάσιου, Προέδρου της Εταιρείας Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου Πολυγύρου.

«Η Εταιρεία Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου Πολυγύρου, την οποία έχω την τιμή να εκπροσωπώ, σας καλωσορίζει  στην εκδήλωσή μας αυτή και σας ευχαριστεί που ανταποκριθήκατε στην πρόσκλησή μας. Η παρουσία σας μας τιμά.

Για μας η σημερινή μέρα είναι μέρα γιορτής και χαράς. Διότι σήμερα εκπληρώνεται, έστω και μερικώς, ένας από τους κύριους σκοπούς της Εταιρείας μας, που ήταν και παραμένει η επαναλειτουργία του Αρχαιολογικού Μουσείου, για την οποία φυσικά θα συνεχίσουμε τον αγώνα που ξεκινήσαμε πριν από ένα χρόνο.

Έχει όμως η εκδήλωσή μας αυτή και την έννοια, όσο και αν αυτό φαντάζει οξύμωρο, ενός πολιτικού θα έλεγα μνημόσυνου, και τούτο ως ελάχιστη υποχρέωση της Εταιρείας μας προς τους Ιωάννη και Ηρακλή Λαμπρόπουλο, συλλέκτη και δωρητή της συλλογής αντίστοιχα.

Η Εταιρεία Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου Πολυγύρου ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 2017 και μέσα σε ένα χρόνο, με σύντονες ενέργειες, σε συνεργασία πάντα με τον Προϊστάμενο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους  κ. Ιωάννη Κανονίδη και το προσωπικό αυτής, κατορθώσαμε να εγκαινιάζουμε σήμερα την έκθεση αυτή, με εκθέματα που αποτελούν ένα μικρό μόνο μέρος της Αρχαιολογικής Συλλογής Λαμπροπούλου.

Αυτό βέβαια δεν θα ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί αν δεν υπήρχαν  οι χορηγοί, οι οποίοι ανταποκρίθηκαν με προθυμία στο αίτημα μας για οικονομική ενίσχυση, την οποία ευχαρίστως μας προσέφεραν προς αντιμετώπιση της απαιτούμενης δαπάνης για τον εξοπλισμό της αίθουσας. Όλους θερμά τους ευχαριστούμε και τους τιμούμε σήμερα.

Η Αρχαιολογική Συλλογή η οποία στο σύνολό της αριθμεί περίπου τα 1.000  αντικείμενα  – τώρα εκτίθενται περίπου 250 –  είναι δημιούργημα του αείμνηστου  Ιωάννη Λαμπρόπουλου. Ο Ιωάννης Λαμπρόπουλος γεννήθηκε στο χωριό Λάκκα της Αχαϊας το 1894, σπούδασε τη Νομική Επιστήμη και έγινε Δικηγόρος. Το 1922 τοποθετήθηκε Υποδιοικητής δηλαδή Νομάρχης Χαλκιδικής. Μετά ένα χρόνο παραιτήθηκε και έκτοτε έμεινε στον Πολύγυρο ασκώντας το επάγγελμα του Δικηγόρου. Παντρεύτηκε με την Πολυγυρινή Στέλλα Δέλιου, δημιούργησε οικογένεια, ασχολήθηκε με τα κοινά και την πολιτική και εκλέχτηκε τέσσερις φορές βουλευτής Χαλκιδικής. Από φοιτητής υπήρξε αρχαιολάτρης, παρακολουθώντας ως ακροατής μαθήματα αρχαιολογίας στη Φιλοσοφική του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. Ωθούμενος από την αγάπη του αυτή προς την αρχαιότητα, κατά την δεκαετία του 1930, φρόντισε και έλαβε άδεια κατάρτισης ιδιωτικής αρχαιολογικής συλλογής. Έτσι περισυνέλεξε και διέσωσε αγοράζοντας αρχαιολογικά ευρήματα από την περιοχή του Πολυγύρου αλλά και των γύρω περιοχών, καταρτίζοντας μία από τις πλουσιότερες ιδιωτικές συλλογές της Ελλάδας, τα οποία επιμελείτο  ο ίδιος προσωπικά και τα διαφύλασσε θέλοντας να παραμείνουν στον τόπο τους και όχι σε κάποια σαλόνια και Μουσεία της Ευρώπης,  επιτελώντας έτσι σπουδαίο εθνικό έργο.

Τη Συλλογή αυτή μετά τον θάνατό του το 1972 κληρονόμησε ο γιος του Ηρακλής Λαμπρόπουλος, συνταξιούχος πλοίαρχος του Εμπορικού Ναυτικού Α΄Τάξεως αγαπητός φίλος και εκλεκτό μέλος της κοινωνίας του Πολυγύρου, που μας άφησε για πάντα στις 15 Οκτωβρίου 2004. Μας λείπει σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Ωστόσο είναι εδώ παρούσα όλη η οικογένειά του η σύζυγός του Βασιλική και τα παιδιά του η Στέλλα με τον σύζυγό της Δημήτρη και τα παιδιά τους, η Κατερίνα, καθώς και οι ανεψιοί του Παναγιώτης και   Γιάννης Παναγόπουλος  παιδιά της αδελφής του.

Ο Ηρακλής Λαμπρόπουλος στις 8 Μαρτίου 1995  με έγγραφό του προς τον Υπουργό Πολιτισμού, δώρισε στο Ελληνικό Δημόσιο την ανεκτίμητης  αξίας  Αρχαιολογική  Συλλογή  του, « άνευ ουδενός ανταλλάγματος », όπως γράφει στο δωρητήριο έγγραφο του « με μοναδικό όρο να τοποθετηθεί στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πολυγύρου  σε ιδιαίτερη αίθουσα  80-100 τ.μ. που θα δημιουργηθεί» και είναι αυτή εδώ η αίθουσα στην οποία βρισκόμαστε τώρα. Η  δωρεά αυτή υπήρξε και ένας εκ των λόγων επέκτασης του Μουσείου. Έτσι ο Ηρακλής ολοκλήρωσε και  αξιοποίησε κατά τον πλέον καλύτερο τρόπο το σπουδαίο έργο του πατέρα του. Για τη δωρεά του αυτή στις 23 Σεπτεμβρίου 2004, λίγες μέρες πριν πεθάνει, τιμήθηκε από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο με τον Αργυρό Σταυρό του Φοίνικος

Τους δύο αυτούς εκλεκτούς συμπολίτες μας και ευεργέτες πατέρα και γιό, παρουσία των απογόνων τους, τιμούμε σήμερα για την μεγάλη προσφορά τους, αλλά και για την συμβολή τους στην διατήρηση αυτού του θησαυρού στον τόπο μας, που εκτός από την υλική και καλλιτεχνική τους αξία, ως αρχαία ευρήματα, αποτελούν και πολύτιμη πολιτισμική κληρονομιά, στοιχεία που αποδεικνύουν την Ελληνικότητα και τον πολιτισμό που έζησαν  και  ανέπτυξαν οι κοινωνίες κατά την αρχαιότητα στον τόπο αυτόν, που ζούμε εμείς σήμερα και αύριο τα παιδιά μας. Είναι τα πολιτισμικά εκείνα στοιχεία που ο εθνικός ποιητής μας Κωστής Παλαμάς, επικαλείται στο ποίημά του «Πατρίδες» και δίνει το νόημα και την σημασία τους με τον στοίχο, « Ο Λαός των λειψάνων ζει και βασιλεύει χιλιόψυχος – το πνεύμα και στο χώμα λάμπει – το νοιώθω – με σκοτάδια μέσα μου παλεύει ».

Κλείνοντας, θέλω να εκφράσω και πάλι τις ευχαριστίες μας ιδιαιτέρως στoυς κ. Ιωάννη Κανονίδη Προϊστάμενο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλ/κής και Αγίου ΄Ορους και στις κυρίες Δήμητρα Ακτσελή αρχαιολόγο και Βαλεντίνη Αδάμου  αρχιτέκτονα αλλά και σε όλο το προσωπικό του Μουσείου, που εργάσθηκαν υπερβάλλοντας εαυτούς για την επιτυχία αυτής της έκθεσης. Επίσης στα μέλη του ΔΣ της  Εταιρείας μας, για τον πολύτιμο προσωπικό τους χρόνο  που διέθεσαν για τον ίδιο σκοπό, στο μέλος της εταιρείας μας κ. Γρηγόρη Τάσιο, Πρόεδρο  της Πανελλήνιας Ένωσης Ξενοδόχων και του Τουριστικού Οργανισμού Χαλ/κής για την ουσιαστική προσωπική του  μεσολάβηση προς τους χορηγούς, σε όλους όσους με κάθε τρόπο μας βοήθησαν και βέβαια στους χορηγούς της έκθεσης τους οποίους θα καλέσουμε στη συνέχεια να παραλάβουν αναμνηστικές πλακέτες.»