Πόσες Εκκλησίες υπάρχουν;
11 Απριλίου 2019Μία είναι η Εκκλησία, και όχι πολλές. Ο ορός «εκκλησίες» δεν κυριολεκτείται σε καμία περίπτωση. Μιλώντας αυστηρά θεολογικά, οι άλλες «εκκλησίες» είναι θρησκευτικές κοινότητες και όχι αληθινές εκκλησίες. Εφόσον δηλαδή δεν απαιτείται μόνο απλή ιστορική εξέλιξη και διαδρομή (την έχει π.χ. ο παπισμός), αλλά Αποκάλυψη και αγιοπνευματική χάρη, οι ετερόδοξοι δεν συνιστούν την αληθινή Εκκλησία, ούτε αποτελούν μέρος αυτής (άλλο είναι ότι ο Γέροντας πονά για τους ετεροδόξους και εύχεται την επανένωσή τους με την αγία Ορθοδοξία). Θα πρέπει στο σημείο αυτό να μην αποκρύψω ότι ο Γέροντας πίστευε μεν ότι κάποια επαφή με τους ετεροδόξους είναι χρήσιμη, προφανώς για να τους δημιουργηθεί και κάποιος καλός λογισμός και να γνωρίσουν έστω και δι’ ακοής ποια είναι η αλήθεια, ωστόσο οι πολλές επαφές με αυτούς είναι περιττές και ζημιογόνες. Χωρίς να το καταλάβει κάνεις, αλλοτριώνεται.
Είναι κατά του λεγομένου «οικουμενισμού» και του συγκρητισμού, δεν πιστεύει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι δήθεν ένα από τα πολλά τμήματα της Εκκλησίας, αλλά η πραγματική Εκκλησία που ίδρυσε ο Χριστός. Όσον αφορά τα συγκρητιστικά δόγματα, ότι όλες οι θρησκείες είναι δήθεν καλές και μπορούμε από όλες να πάρουμε κάτι θετικό, ότι καμιά δεν είναι η αληθινή θρησκεία αλλά όλες φέρουν μέρος της αληθείας, όλα αυτά, θα έλεγα με κάποια τολμηρή έκφραση, ο πατήρ κυριολεκτικά τα βδελύσσεται.
Ο Γέροντας επίσης είναι κατά και των συμπροσευχών με αιρετικούς. Καταστροφικός είναι ιδιαιτέρως και ο συγκρητισμός που αφορά τον χριστιανισμό, δηλαδή μια νοοτροπία όπως «δεν πειράζει, καλό είναι να πιστεύουν μερικοί ότι ο Πάπας είναι αλάθητος, αποτελεί και αυτό μια θεμιτή τοπική παράδοση, που πρέπει απλώς να μείνει τοπική». Και ένας χριστιανικός «πλουραλισμός» ως προς το δόγμα δεν μπορεί να είναι ανεκτός (άλλο ότι πρέπει να αγαπάμε, και μάλιστα βαθιά, τους πάντες και να προσευχόμαστε με πόνο, ως λέγει ο γέροντας, για αυτούς). Μερικοί λέγουν ότι το σπουδαίο ειναι δήθεν όλοι να τα πηγαίνουν καλά με όλους και να συλλειτουργούν κ.λπ., ασχέτως δογματικής ακριβείας. Όλα αυτά ο Γέροντας τα απορρίπτει σθεναρά. Οφείλω να πω εν προκειμένω ότι εκτιμά πολύ τον μακαριστό π. Επιφάνιο Θεοδωρακόπουλο και κάποτε μου είπε για ένα παρεμφερές ζήτημα, «αν το λέγει ο π. Επιφάνιος, έτσι είναι».
Ο Γέροντας δεν κατακρίνει ποτέ κληρικό, ούτε βέβαια και λαϊκό. Όταν μαθαίνει άσχημα, αντορθόδοξα πράγματα, ότι π.χ. κάποιος ορθόδοξος επίσκοπος συλλειτούργησε με αιρετικό, ή κάποιος άλλος υψηλά ιστάμενος κληρικός κηρύττει τη θεωρία της εξέλιξης κ.λπ., τότε μου λέγει με πόνο «γι’ αυτόν ταιριάζει να κλάψουμε, παιδί μου», εννοώντας ότι χρειάζεται προσευχή. Θλίβεται πολύ με όλα αυτά και εύχεται. Απο την άλλη, κάτι εντελώς διαφορετικό, πίστευε και πιστεύει ότι η ύπαρξη πολλών επιμέρους τοπικών ορθοδόξων Εκκλησιών, των λεγομένων «Αυτοκεφάλων», είναι πράγμα καλό, επειδή προφυλάσσει την Εκκλησία εν συνόλω από την παράδοσή της στον Οικουμενισμό, καθώς η μία -δεν πρέπει να το αποκρύψω μήτε αυτό- περιφρουρεί την άλλη. Όλες μαζί έχουν έναν πρώτο συντονιστή, στο οποίο οφείλουν ως προς την υψηλή διοίκηση του, όπως είπαμε, υπακοή, και αυτός ειναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης. Δεν μπορούν να αμελούν να παρευρίσκονται όταν αυτός τους συγκαλεί σε σύνοδο κ.λπ. Όσον αφορά το δόγμα, όμως, ισχύουν όσα ήδη είπα. Οι Θεοφόροι πατέρες, παλαιοί και σημερινοί, αυτοί και μόνον αυτοί, επειδή το βιώνουν, μπορούν και να το διατυπώνουν. Η πρωτοκαθεδρία του Οικουμενικού Πατριαρχείου υπάρχει λοιπόν, αλλά δεν είναι καθόλου βατικάνεια.
Ως πρώτον μεταξύ ίσων, ως έχοντα το πρωτείο τιμής και σε καμία περίπτωση πρωτείο «εξουσίας», όπως λανθασμένα ισχυρίζονται σήμερα κάποιοι και υπεύθυνο μάλιστα για την ενότητα της Ορθοδοξίας, ο Γέροντας θεωρούσε και θεωρεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη, όπως τονίσαμε. Το λέγει άλλωστε και ο τίτλος του. Είναι ο κατεξοχήν αρμόδιος να περιφρουρεί την όλη Εκκλησία από τον οικουμενισμό και τον συγκρητισμό, να μεριμνά μάλιστα για να μην διεισδύσει εντός της αυτή η παναίρεση. Πίστευε και πιστεύει ότι η καταπολέμηση τούτου του ψευδώνυμου «οικουμενισμού» από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, πάρα τα τρομερά δεινά που αυτό υφίσταται, όχι μόνο δεν θα το απομονώσει, αλλά θα γίνει αιτία να δοξαστεί και να λαμπρυνθεί πολύ. Κατά βάθος, το όλο πνεύμα του είναι ότι, αν το Οικουμενικό Πατριαρχείο κάνει αυτό τον αγώνα, θα προχωρήσει πολύ βαθύτερα ο σύνδεσμος των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών και θα αποβούν αυτές ένα σώμα, κάνοντας «υπακοή», με την έννοια της διοικητικής «συσπείρωσης», της διοικητικής «ομοπραξίας» μάλλον, πέριξ του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Πρέπει η όλη Εκκλησία να μην αποτελεί χαλαρή συνομοσπονδία ανεξαρτήτων τοπικών Εκκλησιών, αλλά αυτές να αποτελούν και να λειτουργούν πραγματικά ως ένα σώμα. Διάπυρος πόθος του ειναι η πρωτόθρονη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, το σεπτό δηλαδή Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, να αναλάβει αυτόν τον αγώνα.