Δώρα δροσιάς στην έρημο

17 Μαΐου 2019

4.000 αυτοκτονίες μέσα σε οκτώ χρόνια!

Αυτή είναι η απίστευτη στατιστική για μια Ελλάδα, που κάποτε άκουγε τις αυτοκτονίες στην Σκανδιναβία και έφριττε.

Ζούμε πλέον άνυδροι.

Γέμισαν οι δρόμοι ανθρώπους που ανεβαίνουν τον καθημερινό τους Γολγοθά, χωρίς προσδοκία Ανάστασης. Και αυτό κάνει τον Γολγοθά τους αβάσταχτο.

Άνθρωποι κυρτοί και άπροικοι. Σα να μην πέρασαν οι μοίρες απ΄ την κούνια τους. Σαν να την προσπέρασαν και πήγαν να δώσουν τα δώρα τους κάπου αλλού, σε κάποιους άλλους.
Ζωές ξεραμένες, σαν δέντρα που καήκαν από αστροπελέκι.

Κι εκεί, στο κέντρο της ερήμου της απόγνωσης, μια φωνή, όχι από Μοίρα αλλά από άνθρωπο φωτιάς, όχι θανατερής, αλλά ζωογόνου. Φωνή δρόσου εν μέσω καύσωνος, φωνή υπόσχεσης για δωρεές ανεκλάλητες εν μέσω καιρών απόλυτης πενίας, φωνή κάποιου που την Κυριακή θα θυμηθούμε την Δαμασκό του:

«Ο δε καρπός του Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης εγκράτεια».

Εννέα δώρα μας παρουσιάζει ο Απόστολος Παύλος στην προς Γαλάτας επιστολή του. Εννέα δωρεές του αγίου Πνεύματος. Κάθε μία από αυτές, ένας θησαυρός. Πολλοί τις θεωρούν ένα αδιάσπαστο σύνολο. Και είναι. Μία-μία όμως, αν τις πάρει κανείς ξεχωριστά και φανταστεί την οικουμένη να διαποτίζεται στο σύνολό της έστω και από μία, θα φανερωθεί μπροστά στα μάτια του ένας διαφορετικός ανθρώπινος βίος, μία διαφορετική κοινωνία. Ας οραματιστούμε λοιπόν αυτήν την κοινωνία γεμάτη μόνον με αγάπη, μια κοινωνία γεμάτη μόνον με πραότητα, μόνον με εγκράτεια και λύνονται αυτομάτως τα μεγάλα και τα μικρά προβλήματα, που ταλανίζουν του ανθρώπους. Ας μετρήσουμε τις ίδιες μας τις ζωές, ολόκληρο τον κόσμο μας, έστω με μία από τις δωρεές αυτές και ανάμικτα συναισθήματα θα μας πλημμυρίσουν. Ευγνωμοσύνη και δοξολογία στον Θεό για την ποιότητα της ζωής, για την οποίαν μας είχε προορίσει. Αλλά και λύπη, λύπη βαθιά για τον τρόπο, με τον οποίον συμπεριφερθήκαμε στην ίδια μας την ζωή και σ΄ όλα τα υπόλοιπα δώρα της απέραντης φιλανθρωπίας Του.

Διψάμε όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι για τα δώρα αυτά. Ποιος δεν πόθησε να ζήσει μέσα στην αγάπη, στη χαρά, στη συγνώμη; Πού βρίσκονται λοιπόν τα δώρα αυτά; Τι εμποδίζει τον άνθρωπο να τα γευτεί; Εδώ ίσως ψηλαφούμε την ρίζα της ανθρώπινης τραγωδίας. Διψάμε, και η πηγή είναι απρόσιτη. Γιατί; Ίσως διότι το προπατορικό αμάρτημα διαιωνίζεται. Ζητήσαμε ένα Παράδεισο χωρίς Θεό. Όπως οι προπάτορές μας θέλησαν βιαστικά να απολαύσουν, έτσι κι εμείς σπρώξαμε τον Θεό στην άκρη, μη θέλοντας όμως και να απαρνηθούμε τα δώρα του. Απεσύρθη διακριτικά ο Θεός, μη θέλοντας να παραβιάσει την ελευθερία μας, και τα δώρα του μεταβλήθηκαν σε παγίδες θανάτου. Αγάπη δίψασε ο άνθρωπος. Χωρίς Θεό όμως, η αγάπη έγινε σάρκα, που γέμισε τους δρόμους και τις οθόνες. Χαρά δίψασε ο άνθρωπος. Χωρίς Θεό όμως η χαρά έγινε μια εγωιστική απόλαυση, προπομπός της θλίψης και της μελαγχολίας. Ειρήνη δίψασε ο άνθρωπος. Χωρίς Θεό όμως το περιστέρι της ειρήνης έβγαλε δόντια και κάνες θανάτου. Μήπως η πίστη χωρίς Θεό δεν γέμισε τον κόσμο μας με είδωλα απάτης; Μήπως η αγαθοσύνη δεν έγινε υποκρισία και ευσεβισμός; Μήπως η εγκράτεια δεν έγινε αδιέξοδες… δίαιτες;

Εμείς, με τα ίδια μας τα χέρια κλείνουμε καθημερινά τις πόρτες του Παράδεισου. Εμείς οι ίδιοι χάσαμε τον δρόμο, διώχνοντας τον Θεό απ΄ τις ζωές μας. Κι Εκείνος, στην άπειρη μακροθυμία του, κι αν χάσαμε τον δρόμο , δεν θέλησε να χάσουμε και τον πόθο της ζωής που μας αξίζει. Διψάμε τα δώρα του. Αν αυτή η δίψα είχε χαθεί, θα ήμασταν όλοι περιφερόμενες υπάρξεις χωρίς ίσως προβλήματα και διλήμματα, αλλά και χωρίς ζωή. Και ο Θεός νεκρούς δε μας θέλει. Δεν απέσυρε το Πνεύμα του από τις ζωές μας. Δεν μας παρέδωσε στο «τίποτα» της ύλης. Πνεύμα και ύλη παλεύουν μέσα μας. Τα δώρα του Θεού πολιορκούν την ψυχή μας. Το ίδιο όμως και η λάσπη, που πασκίζει να την πλημμυρίσει. Μπορεί πολλές φορές η πάλη αυτή να γίνεται επώδυνη, ίσως και αβάσταχτη. Ας το ομολογήσουμε, είναι μια πάλη με περισσότερες πτώσεις, παρά νίκες. Η ακηδία καραδοκεί. Η απόγνωση είναι ένα διαρκές ενδεχόμενο. Υποφέρουμε. Κι όμως, η πάλη αυτή είναι η μεγαλύτερη απόδειξη, πως ακόμη ήμαστε ζωντανοί και πως ο Χριστός ελπίζει ακόμη σε εμάς.

Ο Πειρασμός διαρκώς μηχανεύεται νέους τρόπους. Και ένας από τους εξυπνότερους είναι να μας παινεύει. Τον κίνδυνο αυτό μας επισημαίνει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος. Όταν στην πάλη αυτή δεν πτοηθούμε, ο Διάβολος αρχίζει να μας επαινεί για τα ύψη των πνευματικών κατορθωμάτων μας. Αυτός ο αυτοθαυμασμός δεν είναι όμως μόνο χαρακτηριστικό των θρησκευόμενων ανθρώπων. Είναι και χαρακτηριστικό τού πολιτισμού μας. Γοητευόμαστε από την ευκολία που μας παρέχουν οι μηχανές, νιώθουμε υπερήφανοι για την νίκη επί των αποστάσεων και του χρόνου. Βαυκαλιζόμαστε, πως κατασκευάσαμε επιτέλους τον δικό μας Παράδεισο, έναν Παράδεισο χωρίς Θεό Πατέρα. Αυτήν τη στιγμή τού αυτοθαυμασμού, ο σημερινός Απόστολος έρχεται διακριτικά αλλά και ξεκάθαρα να μας καθρεφτίσει και να μας ρωτήσει, θρησκευόμενους και μη:

«Στο δρόμο που πήρατε, αγάπη βρήκατε; Χαρά βρήκατε; Ειρήνη βρήκατε; Μακροθυμία; Χρηστότητα; Αγαθοσύνη; Πίστη; Πραότητα; Εγκράτεια; Βρήκατε;»

Καθρέφτης είναι αυτό το υπέροχο κείμενο της επιστολής του Αποστόλου των Εθνών. Και θέλει θάρρος και ειλικρίνεια να τον κοιτάξει κανείς. Μόνον έτσι όμως θα μετρηθούν τα λάθη μας, οι αποτυχίες μας, τα πάθη και οι μικρότητές μας. Όποιος όμως αντέξει να δει την πληγωμένη ύπαρξή του, ανοίγει διάπλατα τον δρόμο για να γεμίσει την ψυχή του το Πνεύμα το άγιο. Το Πνεύμα, που τα πάντα χορηγεί και που ένα μόνον πράγμα έχει ανάγκη εκ μέρους μας: το φρόνημα του αχρείου δούλου, που θα ψελλίσει με συντριβή καρδίας δύο μόνον λέξεις:

Ήμαρτον και ελέησον.