Ο Γέροντας Αιμιλιανός ήταν ένα αστραφτερό διαμάντι καθαρότητος

28 Μαΐου 2019

Πολύ θαυμάζουμε την οξύτητα της διοράσεως που είχε στο να κατανοεί μια ψυχή. Κάποτε μας είπε ότι ζήτησε από τον Θεό το διορατικό χάρισμα. Και μια άλλη φορά που δύο αδελφοί συζητούσαμε μαζί του μας είπε ότι όλα όσα ζήτησε από τον Θεό τα έλαβε.

Να σημειώσουμε εδώ ότι εκείνο που θάμβωνε κυριολεκτικά αμέσως μόλις τον αντίκρυζε κανένας ήταν μια θαυμάσια και λαμπρή αγνότητα. Στο μοναστήρι είχαμε αυτό το θεσπέσιο θέαμα διαρκώς μπροστά μας.

Ο παπα Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, όταν τον επισκέφτηκε την πρώτη φορά, είπε ότι ο Γέροντας Αιμιλιανός είναι ένα αστραφτερό διαμάντι καθαρότητος.

Μερικές φορές που μας εξηγούσε ο Γέροντας την έννοια της αγνότητος τόνιζε ότι είναι μια καθαρότητα πνευματική και όχι απλώς σωματική, που δεν επιδέχεται το παραμικρό νόημα σαρκικότητος. Αλλά το παράξενο είναι ότι βλέποντας αυτόν τον ίδιο καταλάβαινες περισσότερο τι σημαίνει αγνότητα παρά αν άκουγες τις εξηγήσεις του.

Την αγνότητα, όπως την εννοούμε συνήθως, την θεωρούσε απλώς σαν μια φυσική και φυσιολογική κατάσταση. Ο παπα Εφραίμ όπως σας είπα, ο ασκητής των Κατουνακίων, μιλούσε προπαντός γι αυτήν την αγγελική καθαρότητα και λαμπρότητα του Γέροντα. Μεταξύ των άλλων είπε ότι μέχρι έναν βαθμό καθαρότητος μπορούσε κι αυτός να φτάσει. Ποτέ όμως δεν θα μπορούσε να φτάσει εκείνη την αγνότητα που είδε στον Γέροντα Αιμιλιανό.

Για εμάς που ζήσαμε κοντά του από τα παιδικά μας χρόνια είναι φυσικό να μιλάμε σήμερα συνεχώς για την έκτακτη δωρεά να βρεθεί ένας τέτοιος άνθρωπος στην πορεία μας πάνω σε αυτόν τον κόσμο. Από τότε που τον γνωρίσαμε και συνδεθήκαμε μαζί του μπήκε στη ζωή μας ένα καινούργιο στοιχείο. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τον εαυτό μας χωρίς να αναφερθούμε σε αυτόν. Μέσα μας άρχισε να κυλάει, όπως στις φλέβες το αίμα, η διδασκαλία του και τα λόγια του. Άκουσα πάρα πολλούς να το τονίζουν αυτό σαν να συνέβαινε μόνο σε αυτούς.

Ο Γέροντας μας τα έλεγε όλα αυτά και επικαλούμαστε το όνομά του, αλλά μερικές φορές αυτό μπορεί να είναι και εγωισμός. Ότι είσαι δηλαδή κοντά σε έναν τέτοιο Γέροντα. Προσωπικά ποτέ δεν θα μπορούσα να καυχηθώ ότι εφάρμοσα τη διδασκαλία του έστω και αν παρατηρούνται μέσα στο πνεύμα μας παρόμοια φαινόμενα. Ούτως ή άλλως – για να επαναλάβω τα ίδια – οφείλουμε άπειρες ευχαριστίες στο Θεό για την παρουσία του στη ζωή μας. Άραγε, χωρίς αυτόν θα ήμαστε σήμερα μοναχοί;

Θα ήθελα να τονίσω και κάτι άλλο που επίσης όλοι μας το θαυμάζουμε στον Γέροντα. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη οξύνοια που είχε στα διοικητικά ζητήματα. Έλεγε πολύ χαρακτηριστικά: «Άγιο βρίσκεις. Διοικητή δεν είναι εύκολο να βρεις».

Το διοικητικό ζήτημα σε ένα μοναστήρι είναι θέμα. Ο Γέροντας είναι φορέας ενός πνευματικού κύρους. Είναι ο πνευματικός πατέρας. Είναι αντιπρόσωπος του Χριστού. Είναι γιατρός, μεσίτης, προφήτης, παραδεκτός από όλους. Αλλά ένα μοναστήρι δεν παύει να είναι και ένα σύνολο ανθρώπων με αδυναμίες. Και επομένως έχει μεγάλη σημασία το να κατέχει ο Γέροντας το ιδιαίτερο χάρισμα της διοικήσεως με την κοινή έννοια. Δηλαδή, να είναι ένας πραγματικός φορέας διοικήσεως.

Με δυο λόγια, ήξερε να ελέγχει. Αλλά, και να καταστέλλει. Αλλά, και να δίνει πρωτοβουλίες. Ήξερε να καταστέλλει τις οξύτητες μεταξύ των μοναχών. Να πετυχαίνει εκείνο που βλέπει ότι είναι σωστό με τρόπο ώστε να γίνεται αποδεκτό χωρίς αντιδράσεις. Να ξέρει να επαινεί. Να ξέρει να θυμώνει. Αλλά και ταυτόχρονα να ειρηνεύει αμέσως. Να μπορεί να διακρίνει τις σπουδαιότερες υποθέσεις από τις δευτερεύουσες και να δίνει βαρύτητα στις πρώτες.

Ο Γέροντας τα είχε όλα αυτά πολύ πλούσια. Πίσω από όλα φυσικά κρυβόταν η αγάπη και το ενδιαφέρον για την ανύψωση των ψυχών. Γι αυτό στα μοναστήρια μας, μπορούμε να το πούμε, και μέχρι σήμερα, δεν υπήρξαν ποτέ σημαντικά προβλήματα.

Όταν μας μιλούσε περί ηγουμένων, και όπως φαίνεται και στον Κανονισμό που έγραψε, πολύ τόνιζε το διοικητικό χάρισμα του ηγουμένου. Πάντως, για να συντομεύσω, γιατί βλέπω πως πέρασε η ώρα, είναι μια παράγραφος του διοικητικού χαρίσματος του Γέροντα, πολύ σημαντικό αυτό: ήξερε να παρουσιάζει τον εαυτό του μπροστά μας ως τύπον Χριστού. Είχε τη συναίσθηση του αξιώματος αλλά και ότι του ανέθεσε ο Θεός το καθήκον να είναι στη θέση αυτή. Πολλές φορές τότε μας μιλούσε για τον Απόστολο Παύλο ο οποίος επικαλείτο το αποστολικό αξίωμα. Αυτό μας έκανε να τον ξεχωρίζουμε από τους άλλους και φυσικά να τον προτιμούμε.

Αλλά και ο σύνδεσμος ενός ανθρώπου με τον τάδε πνευματικό και όχι με τον δείνα αν δεν είναι κάτι το εντελώς ανθρώπινο, είναι ένα μυστήριο. Ο ένας υποτακτικός βλέπει στο Γέροντά του ένα θεϊκό όραμα. Ένας άλλος όμως δεν βλέπει τίποτε σε αυτόν αλλά βλέπει στον δικό του εκείνα που ο προηγούμενος βλέπει στον δικό του γέροντα.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ