Τα ακάρεα των αποθηκών

14 Ιουλίου 2019

Η αποθήκευση ενός αγροτικού προϊόντος συνοδεύεται και από την ποιοτική του υποβάθμιση, γεγονός που αποδίδεται σε διάφορους παράγοντες του περιβάλλοντος της αποθήκης. Τα ακάρεα περιλαμβάνονται στους σημαντικότερους οργανισμούς που προσβάλλουν τα αποθηκευμένα τρόφιμα.

των Νικόλαου Ε. Παλυβού, γεωπόνου, διδάκτορος Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και Νικόλαου Γ. Εμμανουήλ, καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών


Η συνεχής αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού της γης, αλλά και οι αυξημένες διατροφικές απαιτήσεις, σχετίζονται άμεσα με το μεγάλο πρόβλημα της διατροφής του ανθρώπου τόσο σε ποσοτικό όσο και σε ποιοτικό επίπεδο. Οι προσπάθειες να επιλυθεί το πρόβλημα αυτό δεν περιορίζονται μόνο στην εξεύρεση τρόπων για την αύξηση της γεωργικής παραγωγής, αλλά επεκτείνονται και στους τομείς που αφορούν την αποθήκευση και διακίνηση των παραγόμενων προϊόντων. Πολλά αγροτικά προϊόντα δεν καταναλώνονται άμεσα, αλλά αποθηκεύονται για μικρό η μεγάλο χρονικό διάστημα, σε λιγότερο η περισσότερο κατάλληλα σχεδιασμένους χώρους. Ωστόσο, η αποθήκευση ενός προϊόντος συνοδεύεται και από την ποιοτική του υποβάθμιση, γεγονός που αποδίδεται σε διάφορους βιοτικούς και αβιοτικούς παράγοντες του περιβάλλοντος της αποθήκης. Μία από τις βασικότερες προτεραιότητες είναι η ελαχιστοποίηση των ποσοτικών και ποιοτικών απωλειών από εχθρούς και παθογόνους μικροοργανισμούς, για όσο διάστημα παραμένει το προϊόν στην αποθήκη.

Οι σημαντικότεροι οργανισμοί που προσβάλλουν τα αποθηκευμένα τρόφιμα είναι τα έντομα, τα ακάρεα, τα τρωκτικά, οι μύκητες και τα βακτήρια. Οι απώλειες που μπορούν να προκληθούν στα προϊόντα από την δράση αυτών των οργανισμών κατά το στάδιο της αποθηκεύσεως μπορεί να είναι ιδιαίτερα μεγάλες. Είναι γεγονός ότι υπάρχουν δυσκολίες στην εξεύρεση αξιόπιστων δεδομένων σχετικά με την εκτίμηση του ποσοστού απωλειών των γεωργικών προϊόντων κατά το στάδιο της αποθηκεύσεως. Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως στην αντικειμενική δυσκολία παρακολουθήσεως του συνόλου της γεωργικής παραγωγής από το στάδιο της συγκομιδής έως το στάδιο της καταναλώσεως. Ωστόσο, αρκετές μελέτες συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι οι απώλειες φτάνουν το 10-25% της παγκόσμιας παραγωγής, ενώ σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες οι μετασυλλεκτικές απώλειες σιτηρών κυμαίνονται μεταξύ 25-50% (Hall 1970; Schulz 1988).

Επιζήμια ακάρεα στα τρόφιμα

Τα ακάρεα αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους ζωικούς εχθρούς των αποθηκευμένων γεωργικών προϊόντων και τροφίμων παγκοσμίως. Πρόκειται για μικροσκοπικά αρθρόποδα μεγέθους 300-500 μm, τα οποία ανήκουν στην υπόκλαση Acari της κλάσεως των Arachnida. Ξεχωρίζουν από τα έντομα κυρίως από την ύπαρξη 4 ζευγών ποδιών στα ενήλικα άτομα, αντί 3 των εντόμων, και από το γεγονός ότι το σώμα τους χωρίζεται σε 2 μέρη (γναθόσωμα και ιδιόσωμα), αντί των 3 των εντόμων (κεφαλή, θώρακας και κοιλία).

Οι συνθήκες θερμοκρασίας 25-30ο C και σχετικής υγρασίας 80% θεωρούνται πολύ ευνοϊκές για την ανάπτυξη των ακάρεων των τροφίμων. Τα ακάρεα γενικά αρέσκονται στην υγρασία και προτιμούν θρεπτικές ύλες με σχετικά υψηλή περιεκτικότητα σε υγρασία. Ο πολλαπλασιασμός τους δεν ευνοείται και –κατά συνέπεια– δεν αποβαίνουν επιβλαβή, όταν η περιεκτικότητα σε υγρασία των αποθηκευμένων σιτηρών είναι μικρότερη του 14%.

Τα ακάρεα μπορούν να εισέλθουν στους χώρους αποθηκεύσεως τροφίμων με διάφορους τρόπους. Παρ’ ότι δεν μπορούν από μόνα τους να μετακινηθούν σε μεγάλες αποστάσεις, εμφανίζονται πολύ συχνά και σχετικά γρήγορα σε μέρη όπου αποθηκεύονται τρόφιμα κατάλληλα για την ανάπτυξή τους. Τα περισσότερα είδη ακάρεων υπό δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες, και όταν υπάρχει δυσκολία εύρεσης τροφής, σχηματίζουν ένα ιδιαίτερο σε μορφολογία και συμπεριφορά ανθεκτικό βιολογικό στάδιο, την «υπόποδα». Μέσω του σταδίου αυτού, η είσοδος των ακάρεων στις αποθήκες διευκολύνεται, καθώς οι υπόποδες μπορούν να προσκολληθούν (με την βοήθεια μυζητήρων) σε έντομα, πτηνά η τρωκτικά, τα οποία επισκέπτονται τις αποθήκες. Η είσοδος επίσης των ακάρεων στις αποθήκες με την βοήθεια πτηνών και τρωκτικών μπορεί να γίνει και με ενδοζωικό τρόπο, αφού κάποια είδη μπορούν να διέρχονται ζωντανά από το πεπτικό σύστημα των ζώων αυτών. Στην είσοδο των ακάρεων στις αποθήκες συμβάλλουν και οι ίδιοι οι άνθρωποι μέσω της μεταφοράς εργαλείων, μηχανημάτων και υλικών συσκευασίας, τα οποία επαναχρησιμοποιούνται, χωρίς προηγουμένως να έχουν απαλλαγεί από τα ακάρεα. Μετά την είσοδό τους στον αποθηκευτικό χώρο, τα ακάρεα μπορούν να παραμείνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα σε μη εμφανή καταφύγια (ρωγμές, κοιλότητες του δαπέδου κ.λπ.), όπου ζουν τρεφόμενα με υπολείμματα οργανικής ύλης.

Οικονομική σημασία

Ο καταστρεπτικός ρόλος των ακάρεων στο οικοσύστημα των αποθηκευμένων τροφίμων πολλές φορές καλύπτεται από αυτόν των εντόμων και της μικροχλωρίδας (μύκητες, βακτήρια). Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως στην δυσκολία εντοπισμού τους λόγω του μικρού τους μεγέθους και του ωχρού τους χρωματισμού. Ωστόσο, το μικρό μέγεθός τους συχνά αντισταθμίζεται από το μεγάλο αναπαραγωγικό δυναμικό τους, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία υπερβολικά μεγάλων πληθυσμών. Σε δείγματα από προϊόντα έντονα προσβεβλημένα έχουν καταμετρηθεί αρκετές χιλιάδες άτομα ακάρεων ανά γραμμάριο προϊόντος.

Οι απώλειες βάρους, που μπορούν να προκληθούν από την δραστηριότητα των ακάρεων σε αποθηκευμένο τυρί εντός ψυκτικών θαλάμων, μπορούν να φτάσουν το 25%, όταν δεν λαμβάνονται μέτρα προστασίας. Επίσης, έχει βρεθεί ότι ο ρυθμός αναπτύξεως των χοίρων μειώθηκε κατά 16%, όταν τρέφονταν με ζωοτροφές χαμηλής θρεπτικής αξίας, λόγω έντονης παρουσίας ατόμων του είδους Acarus siro L. έπειτα από 10 εβδομάδες αποθηκεύσεως (Braude et al. 1980).

Οι δραστηριότητες που αναπτύσσουν τα ακάρεα των τροφίμων μπορούν να συνοψιστούν στα εξής: i. μετασχηματισμός ενέργειας, ii. σποροφαγία, iii. φυτοφαγία, iv. μυκητοφαγία, v. αρπακτικότητα η παρασιτισμός και vi. σαπροφαγία (Εμμανουήλ 1998).

Οι επιπτώσεις από την δράση των ακάρεων στα αποθηκευμένα τρόφιμα είναι ποσοτικές και ποιοτικές. Γενικά, αποτελούν ρυπαντές των τροφίμων και των ζωοτροφών. Η έκκριση λιπιδίων από τα ακάρεα έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη μιας δυσάρεστης οσμής στο προϊόν, η οποία συμβάλλει στην ποιοτική υποβάθμισή του. Επιπλέον, τα περισσότερα είδη των ακάρεων των αποθηκών τρέφονται με μύκητες. Η τροφική αυτή συνήθεια τα καθιστά φορείς σπορίων και μυκηλίων των μυκήτων, αρκετοί εκ των οποίων παράγουν τοξικούς μεταβολίτες, όπως οι μυκοτοξίνες.

Τα ακάρεα λόγω μεταβολισμού παράγουν θερμότητα. Η συσσώρευση αυτής της θερμότητας σε ορισμένα σημεία της μάζας του προϊόντος –σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι σωροί των σπόρων των σιτηρών αποτελούν κακούς αγωγούς της θερμότητας– έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της θερμοκρασίας και την δημιουργία θερμών κηλίδων. Πρόκειται για την διαδικασία που είναι γνωστή και ως «άναμμα» του προϊόντος με άμεση επίπτωση την ποιοτική του υποβάθμιση.

Ένας μεγάλος αριθμός ειδών ακάρεων διατρέφεται με σπόρους. Η κατανάλωση του εμβρύου του σπόρου έχει σοβαρές επιπτώσεις στην μείωση της βλαστικής ικανότητας των σπόρων που προορίζονται για πολλαπλασιαστικό υλικό. Επίσης, η διατροφή των ακάρεων από το ενδοσπέρμιο των σπόρων οδηγεί σε απώλεια σημαντικού μέρους βιταμινών και ελαίων, με αποτέλεσμα να υποβαθμίζονται τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των σπόρων, ιδιαίτερα δε αυτών που προορίζονται για άλεση και επεξεργασία.

Ορισμένα είδη ακάρεων που απαντώνται σε αποθηκευμένα γεωργικά προϊόντα παράγουν αλλεργιογόνες ουσίες που ευθύνονται για την πρόκληση αλλεργιών, δερματίτιδων, αντιδράσεων αναφυλαξίας, άσθματος και ρινίτιδων σε ανθρώπους που εργάζονται σε χώρους αποθηκεύσεως τροφίμων, αλλά και σε οικίες. Η εκδήλωση αυτών των συμπτωμάτων στους ανθρώπους μπορεί να γίνει μέσω επαφής η μέσω καταπόσεως η εισπνοής των ακάρεων και των εκδυμάτων αυτών.

Έρευνα επί των ακάρεων των αποθηκών

Στο Εργαστήριο Γεωργικής Ζωολογίας και Εντομολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, πραγματοποιείται εδώ και αρκετά χρόνια έρευνα, τόσο σε προπτυχιακό όσο και σε μεταπτυχιακό επίπεδο, σχετικά με τα ακάρεα των τροφίμων και των αποθηκευμένων γεωργικών προϊόντων εν γένει. Πρόσφατα αποτελέσματα μιας διευρυμένης έρευνας καταγραφής της ακαρεοπανίδας των αποθηκευμένων γεωργικών προϊόντων στην χώρα μας, η οποία περιελάμβανε την συλλογή 1.073 δειγμάτων αποθηκευμένων προϊόντων και τροφίμων από 34 νομούς της Ελλάδας, έδειξε την παρουσία 65 taxa ακάρεων (Παλυβός 2007, Palyvos et al. 2008). Από αυτά, 6 είδη αποτελούν νέες καταγραφές για την ελληνική ακαρεοπανίδα και 5 είδη απαντώνται για πρώτη φορά σε αποθηκευμένα προϊόντα στη χώρα μας.

Το είδος Tyrophagus putrescentiae (Schrank) αποτελεί ένα από τα πλέον κοινά είδη επιβλαβών ακάρεων των τροφίμων που απαντώνται στην χώρα μας. Πρόκειται για κοσμοπολίτικο είδος που προσβάλλει κυρίως προϊόντα με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνες, όπως ξηρούς καρπούς, τυριά, αποξηραμένα φρούτα, ζωοτροφές, αλλαντικά, άλευρα, δημητριακά κ.α. Είναι είδος έντονα μυκητοφάγο και μπορεί να μεταφέρει σπόρια μυκήτων τόσο μέσω του πεπτικού του συστήματος όσο και στην εξωτερική επιφάνεια του σώματός του. Με αυτόν τον τρόπο, τα σπόρια μεταφέρονται και μολύνουν άλλα γειτονικά υγιή προϊόντα. Επίσης, η κατανάλωση τροφής που περιέχει άτομα του T. putrescentiae μπορεί να οδηγήσει στην πρόκληση σωματικής αναφυλαξίας σε παιδιά.

Το είδος Acarus siro είναι ένα από τα πιο συχνά απαντώμενα είδη ακάρεων των αποθηκών στην χώρα μας και παγκοσμίως. Έχει βρεθεί να προκαλεί ζημιά σε όλα τα είδη αποξηραμένων προϊόντων, σε τυριά, σπόρους, άλευρα, άχυρα κ.α., ενώ τρέφεται και από σπόρια διαφόρων ειδών μυκήτων. Οι ιδανικές συνθήκες αναπτύξεώς του είναι σε θερμοκρασία 25οC και σχετική υγρασία 90%. Ωστόσο, έχει απομονωθεί από την επιφάνεια τυριών εντός ψυκτικών θαλάμων, όπου είχε αναπτύξει μεγάλους πληθυσμούς σε θερμοκρασία 4οC. Ένα άλλο επίσης πολύ κοινό είδος της ακαρεοπανίδας των αποθηκών είναι το Lepidoglyphus destructor (Schrank). Πρόκειται για κοσμοπολίτικο είδος, το οποίο προσβάλλει όλα τα είδη των αποθηκευμένων σιτηρών, αποξηραμένα φρούτα, τυρί, άχυρα, συλλογές εντόμων κ.α. Είναι έντονα μυκητοφάγο και τα εκδύματα και οι εκκρίσεις του σώματός του έχουν ισχυρές αλλεργιογόνες ιδιότητες.

Εκτός από τα επιβλαβή είδη ακάρεων, στα αποθηκευμένα τρόφιμα απαντώνται και είδη αρπακτικά αυτών, τα οποία τρέφονται από άλλα είδη ακάρεων και ωών εντόμων και αποτελούν ένα σημαντικό παράγοντα βιολογικής καταπολεμήσεως. Το πλέον κοινό αρπακτικό είδος της οικογένειας Cheyletidae που απαντάται στις ελληνικές αποθήκες είναι το Cheyletus malaccensis Oudemans. Πρόκειται για είδος που έχει προσαρμοστεί πολύ καλά στις συνθήκες της χώρας μας, ενώ η βιολογία του έχει μελετηθεί σε βάθος από το Εργαστήριο Γεωργικής Ζωολογίας και Εντομολογίας του ΓΠΑ.

Αντιμετώπιση

Η επιτυχής καταπολέμηση των επιζήμιων ακάρεων των τροφίμων πρέπει να βασίζεται σε μία στρατηγική ολοκληρωμένης αντιμετώπισης, η οποία περιλαμβάνει μία σειρά από προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα. Καταρχήν οι αποθηκευτικοί χώροι θα πρέπει να πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις, οι οποίες μπορούν να εξασφαλίσουν έως ένα βαθμό την υγιεινή συντήρηση του προϊόντος. Τα υλικά και ο τρόπος κατασκευής πρέπει να είναι κατάλληλα, ώστε να δημιουργούνται ευνοϊκές συνθήκες αποθηκεύσεως από πλευράς υγρασίας, θερμοκρασίας και αερισμού. Επιβάλλεται να υπάρχει καλή στεγανοποίηση των δαπέδων και των τοίχων, ώστε να μην επιτρέπουν την είσοδο υγρασίας στο εσωτερικό τους. Πριν από την αποθήκευση του προϊόντος, επιβάλλεται οι χώροι αποθηκεύσεως να καθαρίζονται σχολαστικά, γιατί έτσι αποφεύγονται πιθανές μελλοντικές προσβολές. Επίσης, πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα, ώστε το προς αποθήκευση προϊόν να περιέχει την μικρότερη δυνατή υγρασία.

Τα κατασταλτικά μέτρα αντιμετωπίσεως των ακάρεων σε προϊόντα που έχει ανιχνευτεί προσβολή βασίζονται κυρίως στην χρήση χημικών μέσων σε συνδυασμένες επεμβάσεις με την καταπολέμηση των εντόμων. Ωστόσο, η εφαρμογή της χημικής καταπολεμήσεως δεν είναι μία απλή διαδικασία, αλλά πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένους γεωτεχνικούς επιστήμονες με χρήση κατάλληλων φυτοπροστατευτικών προϊόντων που φέρουν την έγκριση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Η εσφαλμένη εφαρμογή παρασιτοκτόνων μπορεί να αφήσει στα προϊόντα υπολείμματα επικίνδυνα για τον καταναλωτή και να συντείνει στην ανάπτυξη ανθεκτικών φυλών εντόμων και ακάρεων.


Τα τελευταία χρόνια, έχουν αναπτυχθεί εναλλακτικές μέθοδοι καταπολεμήσεως των αρθροπόδων που προσβάλλουν τα αποθηκευμένα τρόφιμα. Η εφαρμογή ελεγχόμενων ατμοσφαιρών με την χρήση διοξειδίου του άνθρακα υπό υψηλή πίεση εντός ειδικών κλιβάνων έχει δώσει πολύ καλά αποτελέσματα. Ανάλογα με το προϊόν, τα έντομα η ακάρεα, την θερμοκρασία και την εφαρμοζόμενη πίεση, η διάρκεια της απεντομώσεως μπορεί να κυμανθεί από μερικές ώρες μέχρι αρκετές ημέρες. Η εφαρμογή ακραίων θερμοκρασιών (θερμότητα – ψύχος) μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για απεντόμωση κενών χώρων και σημείων ευπαθών τομέων της βιομηχανικής παραγωγής. Η τεχνική αυτή έχει σχετικά υψηλό κόστος, αλλά επειδή είναι ταχεία και αποφεύγεται η παρουσία πάσης φύσεως υπολειμμάτων, είναι ενδεδειγμένη για μικρές ποσότητες και ευγενή προϊόντα. Επίσης, η χρήση αδρανών κόνεων όπως η γη διατόμων, σε κατάλληλες δόσεις, έχει δώσει πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα στην καταπολέμηση εντόμων και ακάρεων των σιτηρών.

Τέλος, η βιολογική καταπολέμηση των επιβλαβών ακάρεων με την χρήση αρπακτικών ειδών που διαβιούν στο οικοσύστημα των αποθηκευμένων προϊόντων έχει δώσει πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα. Ο βιολογικός έλεγχος των ακάρεων των αποθηκών έχει αναπτυχθεί αρκετά αποτελεσματικά, βασιζόμενος κυρίως στο αρπακτικό είδος Cheyletus eruditus (Schrank) της οικογένειας Cheyletidae. To αρπακτικό αυτό άκαρι εκτρέφεται μαζικά και εξαπολύεται προληπτικά σε άδειες αποθήκες, με πολύ καλά αποτελέσματα στην πρόληψη σημαντικών πληθυσμών επιβλαβών ειδών ακάρεων (Zdarkova 1998). Στην χώρα μας έχει αναπτυχθεί τελευταία από το Εργαστήριο Γεωργικής Ζωολογίας και Εντομολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών μια τεχνική μαζικής εκτροφής του ακάρεως Cheyletus malaccensis, ενός αρπακτικού είδους της οικογένειας Cheyletidae, που απαντάται πολύ συχνά στους αποθηκευτικούς χώρους της Ελλάδας. Πειράματα έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητα του εν λόγω αρπακτικού στην καταπολέμηση επιβλαβών ειδών ακάρεων, τόσο σε προληπτική όσο και σε κατασταλτική εφαρμογή (Παλυβός 2007).

Συμπερασματικά, τα ακάρεα αποτελούν μία σημαντική ομάδα αρθροπόδων που μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές ποιοτικές και ποσοτικές ζημιές στα αποθηκευμένα τρόφιμα. Σε σύγκριση με τα έντομα που απαντώνται στα αποθηκευμένα γεωργικά προϊόντα, τα ακάρεα είναι πιο επικίνδυνα για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων, είναι δυσκολότερο να εντοπιστούν, είναι πολύ περισσότερα αριθμητικά και είναι δυσκολότερη η καταπολέμησή τους. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν πρέπει να υποεκτιμώνται, αλλά να λαμβάνονται όλα αυτά τα προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα που μπορούν να διαφυλάξουν την ποιότητα και την ποσότητα των αποθηκευμένων τροφίμων.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Braude, R., Low A. G., Mitchell K. G., Pittman R.J. and Wilkin D. R. 1980. Effect of flour mite infestation (Acarus siro L.) on nutritive value of pig diets. The veterinary Record 106(2): 35-36.
Εμμανουήλ, Ν.Γ. 1998. Γεωργική Ζωολογία, ειδικό μέρος Α , φυτοφάγα είδη. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, σελ. 315.
Hall, D. W. 1970. Handling and storage of food grains in tropical and subtropical areas. Agric. Dev. Paper 90, FAO, Rome, 350 p.
Παλυβός, Ν. Ε. 2007. Συμβολή στην μελέτη των ακάρεων των αποθηκών στην Ελλάδα. Διδακτορική Διατριβή, ΓΠΑ, σελ. 223.
Palyvos, N. E., Emmanouel N. G. and Saitanis C. J. 2008. Mites associated with stored products in Greece. Experimental and Applied Acarology 44: 213-226.
Schulz, F. A. 1988. Vorratsschutz zwischen Wissenschaft und Praxis. Gesunde Pflanze 40: 2-4.
Zdarkova, E. 1998. Biological control of storage mites by Cheyletus eruditus. Integrated Pest Management Reviews 3:111-116.