Τέχνη και ταλέντο. Από το ταλέντο στο τάλαντο

9 Αυγούστου 2019

Όπως όλη η κοινωνία μας, έτσι και η καλλιτεχνική σπουδή, πάσχει από έλλειψη πνευματικότητας, δηλαδή διεύρυνσης των ατομικών στόχων και υπαγωγής τους σε ένα ευρύτερο πανανθρώπινο όραμα, όπως εκείνο της επικράτησης της ομορφιάς κατά της ασχήμιας ή της επικοινωνίας και του θαυμασμού προς το γεγονός της ζωής κατά βίας και της απαξίωσης της ζωής σε όλες τις πτυχές της καθημερινότητας. Καθ΄ ην στιγμήν το θαύμα της καλλιτεχνίας μεταβάλλεται σε παράγοντα ανταγωνισμού, ναρκισσισμού και κατανάλωσης, υποκύπτει πλήρως στους νόμους μιας απάνθρωπης αγοράς που ξέρει μόνον να αμείβει τον κορυφαίο, όσο βέβαια του είναι χρήσιμος και προσοδοφόρος, μέχρι να τον απορρίψει ως άχρηστο, όταν παρουσιαστεί ο διάδοχος. Σε αυτήν την διαστροφή, μόνον η πνευματικότητα αποτελεί λύση. Προς την κατεύθυνση αυτή, κατ΄ εξοχήν η Ευαγγελική διδασκαλία επιχειρεί να απεγκλωβίσει τον άνθρωπο από τον φαύλο κύκλο του θαυμασμού και του αυτοθαυμασμού.

Η παραβολή των ταλάντων είναι γνωστή (Μτθ. 25, 24-30). Ο άρχοντας αναχωρεί, αφήνοντάς στους υπηρέτες του διαφορετικό αριθμό ταλάντων. Στην επιστροφή του ζητά απολογισμό. Μετά τα αποτελέσματα, επαινεί τους δύο, που τα πολλαπλασίασαν, αλλά κολάζει εκείνον που αδράνησε από ραθυμία και δειλία.

Η παραβολή αυτή μας προσφέρει λυτρωτικές υπενθυμίσεις: Πρώτα, πως ένα υλικό ακατέργαστο, αλλά με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, μας έχει δοθεί και αποτελεί έναν μοναδικό καμβά, πάνω στον οποίον υπάρχει η δυνατότητα μιας ιδιαίτερης προκοπής και καρποφορίας. Οι κλίσεις κάθε ανθρώπου αποτελούν την ιδιαίτερη περιουσία του και του υποδεικνύουν τον δρόμο προς την ψυχοσωματική πραγμάτωση και ολοκλήρωσή του.

Κατόπιν μαθαίνουμε πως οι κλίσεις αυτές θα αποδώσουν με την εργασία. Το κέρδος που παρουσίασαν οι δύο πρώτοι δούλοι προέκυψε από δραστηριότητα και μόχθο.

Το τρίτο είναι πως σε κάποιον θα απολογηθούμε. Ο κύριος της παραβολής ζητά απολογισμό. Ουδόλως όμως φαίνεται να νοιάζεται για την ποσότητα. Ίδιον έπαινο αποδίδει σε εκείνον με τα δέκα τάλαντα και σε εκείνον με τα τέσσερα. Και αυτό διότι επαινεί την εργατικότητα, η οποία απέδωσε και στους δύο 100%. Όσο για τον τελευταίο, ούτε που νοιάζεται για το τάλαντο. Επιπλήττει την αδράνεια και τη δειλία, κυρίως όμως την δικαιολογία:

«Κύριε, ήξερα πως είσαι σκληρός άνθρωπος, που θερίζεις από εκεί που δεν έσπειρες και μαζεύεις από κει που δεν μοίρασες. Φοβήθηκα λοιπόν και έκρυψα το τάλαντό σου στη γη. Πάρε το πίσω» (Μτθ. 25, 24-25).

Δυστυχώς, η επιπτώσεις αυτής της συμπεριφοράς είναι σκληρές:

«Πονηρέ δούλε και οκνηρέ· ήξερες ότι θερίζω όπου δεν έσπειρα και συνάγω απ΄ όπου δεν διεσκόρπισα·έπρεπε λοιπόν να βάλεις το αργύριόν μου στους τραπεζίτες, και όταν έλθω να λάβω τον τόκο… Πάρτε τον αχρείο δούλο και πετάξτε τον στο πυκνό σκοτάδι».

Γνωρίζουμε πλέον δύο πράγματα: Πρώτον, πως ο Θεός μόνον παιδαγωγικά χρησιμοποίει τέτοιες εκφράσεις. Κατ΄ ουσίαν μόνον αγαπά, χωρίς όμως να επιθυμεί την επέμβασή Του στην, έστω και αυτοκαταστροφική ανθρώπινη ελευθερία. Το δεύτερο που γνωρίζουμε είναι πως η ψυχολογία μάς έχει προειδοποιήσει για ένα επώδυνο αυτοκολασμό παράπονου, θυμού, ακόμη και σωματικής ασθένειας, προερχόμενο από την μη αυτοπραγμάτωση. Πρόκειται όντως για μια ιδιότυπη κόλαση για μια ύπαρξη που δεν καλλιέργησε τις κλίσεις της, δεν εκπλήρωσε τις βαθιές της επιθυμίες, δεν εξελίχτηκε, δεν χάρηκε την διαδικασία κόπος-αφοσίωση-ανθοφορία. Ο άνθρωπος που δεν πορεύτηκε σύμφωνα με τις κλίσεις του είναι αχρείος, δηλαδή άχρηστος στον εαυτό του και στους άλλους. Είναι άχρηστος και για τον κύριό του, που αντιπροσωπεύει σκοπούς πλατύτερους από μια ατομική ανάδειξη. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν έχει να προφέρει τίποτε στην πραγμάτωση μεγάλων οραμάτων και συλλογικών σκοπών. Το σκότος της καταδίκης του είναι σκότος αυτογνωσίας, σκότος περιθωριοποίησης, σκότος αφάνειας. Είναι σαν να μην πέρασε απ΄ αυτή τη ζωή, σα να μην υπήρξε.

Στην παραβολή αυτή, το ταλέντο μεταβάλλεται σε τάλαντο, δηλαδή σε εργαλείο όχι μόνον αυτοκαταξίωσης, αλλά και προσφοράς. Το τάλαντο εκλαμβάνεται ως δώρο ευθύνης, που αποκτήθηκε δωρεάν και δωρεάν θα διαμοιραστεί. Όπως η μοίρα του ανθρώπου δεν είναι προδιαγραμμένη, έτσι και η μοίρα του κόσμου και της ιστορίας δεν είναι δεδομένη. Αναμένει την εξέλιξη και τον εμπλουτισμό της από την ένταξη τής κάθε ανθισμένης ύπαρξης σε μια πανανθρώπινη πορεία. Αυτή είναι η μόνη οδός απεγκλωβισμού από τον ναρκισσισμό, την εγωπάθεια και την άγχος της ατομικής ανάδειξης, η οποία, ως ψυχοπαθολογική και κατά φύσιν, δεν χορταίνεται ποτέ.

Όλα αυτά τα δεδομένα μπορούν να διαμορφώσουν βασικές αρχές παιδαγωγίας και ιδιαίτερα καλλιτεχνικής αγωγής:

1. Ο κάθε άνθρωπος αποτελεί μια ιδιαίτερη ακατέργαστη ύλη συγκεκριμένων κλίσεων και προδιαθέσεων. Συνεπώς, αντιμετωπίζουμε κάθε παιδί σαν ένα θησαυρό της ανθρωπότητας, που πρέπει να ανθίσει και να καρπίσει για χάρη δική του και όλης της κοινωνίας. Κυρίως όμως δεν λησμονούμε πως κάθε άνθρωπος είναι φύσει δημιουργός, προορισμένος να αποτυπώσει στην ορατή ύλη, είτε στο αντικείμενο είτε στην συμπεριφορά του, την εσωτερικότητά του. Συνεπώς, η καλλιτεχνική δημιουργία δεν μπορεί να στηρίζεται απλώς στην απόκτηση εντυπωσιακών δεξιοτήτων, αλλά στην διαρκή εσωτερική ωρίμανση, η οποία θα αποτυπώνεται καλλιτεχνικά ως μια διαρκής πορεία προς το κάλλος.

2. Σημασία δεν έχει να εντοπιστούν τα παιδιά-θαύματα, αλλά οι κλίσεις και οι εφέσεις του κάθε παιδιού ανεξαιρέτως, κυρίως όμως να θεωρηθεί σημαντικότερος ο μόχθος της καλλιέργειας των δεξιοτήτων αυτών.

3. Μοναδικός τρόπος εντοπισμού των προδιαθέσεων είναι τα πολλαπλά ερεθίσματα. Το παιδί πρέπει να βρεθεί σε περιβάλλον που διαρκώς το καλεί να ασχοληθεί με ποικίλες δραστηριότητες και καλλιτεχνικές δράσεις, ώστε να έχει πολλαπλάσιες πιθανότητες να γνωρίσει ποιο πραγματικά είναι.

4. Πέραν των μεθόδων, πρέπει να αποτελέσει κύριο παράγοντα καλλιτεχνικής ωρίμανσης ο μέντορας, Ο εντοπισμός του πρέπει να αποτελεί βασικό στόχο παιδαγωγίας και να θεωρείται, εάν τελικά βρεθεί, ως ύψιστο προνόμιο. Εάν μάλιστα ο μέντορας διαθέτει και πνευματικό πλούτο, τότε η εύρεσή του πρέπει αν θεωρείται διπλό ύψιστο προνόμιο.

5. Τελικός στόχος κάθε καλλιτεχνικής παιδαγωγίας πρέπει να παραμείνει η χαρά. Η αξιοποίηση των κλίσεων και η διαμόρφωση ενός ταλέντου δεν την εξασφαλίζουν από μόνες τους. Ο άνθρωπος δεν είναι μόνον φύση καλλιτεχνική, αλλά και φύση δοτική. Η ψυχική ισορροπία, ως απαραίτητη προϋπόθεση χαράς, βρίσκεται στην αγαπητική προσφορά και αυτό είναι κάτι που διδάσκεται και καλλιεργείται. Πρόκειται για την πνευματική καλλιέργεια, η οποία διασφαλίζει και την πνευματική συγκρότηση, δηλαδή την ένταξη του νέου ανθρώπου σε ένα ευρύτερο κόσμο και ένα πλατύτερο σχέδιο ομορφιάς και κάλλους, προερχόμενο από μια ψυχή, σφραγισμένη από ποιότητα ήθους και Χάριτος. Την διπλή αυτή ανάπτυξη –καλλιτεχνική και πνευματική- εξυπηρετούν οι ομαδικές καλλιτεχνικές δράσεις και η συστηματική και δωρεάν προσφορά του καλλιτεχνικού αποτελέσματος στο κοινωνικό σύνολο, και ιδιαίτερα σε ανθρώπους, που η ζωή τους στέρησε τα πολλά ερεθίσματα, τις πολλαπλές ευκαιρίες και κυρίως τον μέντορα της διπλής αυτής ποιότητας που προαναφέραμε. Μιλώντας υπεραπλουστευτικά, μια εμφάνιση ορχήστρας ή χορωδίας σε ένα γηροκομείο , μυεί τους νεαρούς μουσικούς σε μια ανώτερη πνευματικότητα, εξ ίσου σημαντική με μια εμφάνιση στον καλύτερο συναυλιακό χώρο.

Η ιστορία της μουσικής έχει καταγράψει τις, δυστυχώς, σπάνιες περιπτώσεις τέτοιων προσωπικοτήτων, ικανών να αλλάξουν τη ζωή ενός μαθητή και να ολοκληρώσουν την διαδρομή από την κλίση στο ταλέντο και από το ταλέντο στο τάλαντο.

Ο μέγιστος των μουσικών της Δυτικής έντεχνης μουσικής και ένας από του μεγαλύτερους μουσικούς της παγκόσμιας ιστορίας, ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, ήταν συγχρόνως καλλιτεχνικός και πνευματικός μέντορας. Οι πληροφορίες για τη ζωή του είναι αποκαλυπτικές, κυρίως ως προς την ποιότητα της προσωπικότητάς του. Γνωρίζουμε κατ΄ αρχάς πως χαρακτηριζόταν από μια εξαιρετική εργατικότητα. Οι ιστορικοί λένε πως το άθροισμα των ωρών συνθέσεως των έργων του υπερβαίνει κατά πολύ την διάρκεια της ζωής του, έστω και αν δεν θα είχε κάνει τίποτε άλλο στη ζωή του. Πώς έγινε αυτό; Γνωρίζουμε λοιπόν πως έγραφε πολλά έργα εκ παραλλήλου, αφήνοντας τις λεπτομέρειες ολοκλήρωσής του στους μαθητές του. Επίσης όμως γνωρίζουμε πως ουδέποτε ενδιαφέρθηκε για την προσωπική του προβολή. Ήταν γνωστός ως οργανίστας, τη φήμη του όμως ως συνθέτου την χρωστά στον μεταγενέστερο συνθέτη Φήλιξ Μέντελσον, που τον κατέστησε γνωστό ογδόντα σχεδόν χρόνια μετά. Ακόμη είναι γνωστό πως ο Μπαχ θεωρούσε τον εαυτό του ως ένα εργαλείο θρησκευτικής κατάνυξης για το εκκλησίασμα, για το οποίον συνέθετε συστηματικά, σε εβδομαδιαία βάση, εκκλησιαστική μουσική υπερκόσμιας ποιότητας και ακρίβειας. Λένε μάλιστα πως, κατά τη διάρκεια της σύνθεσης ενός εκ των μεγαλειωδέστερων έργων του, των Παθών κατά Ματθαίον, βρισκόταν συχνά σε μεταρσίωση, υπάρχει δε και η μαρτυρία πως έγραφε διαρκώς δακρυσμένος. Η διδασκαλία επίσης ήταν γι΄ αυτόν αληθινή αποστολή, απομάκρυνε όμως κάποιον μαθητή, εάν διαπίστωνε πως μοναδικό κίνητρο της σπουδής ήταν για αυτόν μόνον η φήμη και το κέρδος.

Τα λίγα αυτά στοιχεία δεν μπορούν παρά να αποτελέσουν μόνον αφορμή για γνωριμία με τη ζωή και κυρίως το έργο του Μπαχ. Εδώ, ζητούμενο είναι η αμυδρή σκιαγράφηση ενός δασκάλου, που χάρισε στην ανθρωπότητα έργο κορυφαίας σπουδαιότητας και κορυφαίας πνευματικότητας.

Στην Ορθόδοξη πνευματικότητα, τελικό σκοπό κάθε δραστηριότητας, άρα και της καλλιτεχνικής, αποτελεί ο εξαγιασμός. Η αγιότητα αποτελεί δωρεά Θεού, η οποία, ως επουράνια δρόσος πέφτει στην ψυχή, σαν σε αφράτο και καλλιεργημένο χώμα. Η πνοή του Πνεύματος δεν προκαταλαμβάνεται, δεν περιορίζεται, δεν περιγράφεται και δεν εξαναγκάζεται. Η αγιότητα δεν αφορά λοιπόν μόνον τα συναξάρια. Ξέρει να εισχωρεί σε όλους τους τομείς της ζωής, αγαπά την δίψα για κάλλος, τόσο της μορφής, όσο και της ψυχής και αγκαλιάζει την έμφυτη αναζήτηση του ανθρώπου για ομοίωση με τον Δημιουργό του κάλλους και της θυσιαστικής αγάπης. Καλλιτεχνική σπουδή και χαριτωμένη ψυχή ίσως και να απαρτίζουν έναν υπέροχο συνδυασμό προετοιμασίας της ψυχής να υποδεχθεί έναν υπερκόσμιο Μέντορα, που καλεί σε συνοδοιπορία προς μια άλλη τάξη πραγμάτων. Συνεπώς, ένα σύστημα καλλιτεχνικής σπουδής πρέπει να διαθέτει σε ισορροπημένη αναλογία, τόσο την πειθαρχημένη σπουδή, όσο και την μύηση σε μια ανώτερη πνευματικότητα. Κορυφαία καλλιτεχνική σπουδή, χωρίς διαρκή πνευματική άσκηση με σκοπό την ταπεινοφροσύνη, θα διαμορφώσει ίσως ένα παιδί-θαύμα, που θα είναι συγχρόνως και παιδί-θύμα της εγωπάθειας, αλλά και ενός συστήματος που τρέφεται και επενδύει στον ναρκισσισμό. Ο ισορροπημένος όμως καλλιτέχνης μπορεί να αποβεί πρότυπο για εκατομμύρια νέα παιδιά, όχι μόνον ως προς την ποιότητα της Τέχνης του, αλλά και ως προς την υπαρξιακή του συγκρότηση. Η ανάγκη ύπαρξης μιας σπουδής που παράγει τέτοιους καλλιτέχνες είναι επιτακτική και επαφίεται σε κάθε παιδαγωγό που οραματίζεται έναν κόσμο καλύτερο, ευγενέστερο και ισορροπημένο ανάμεσα στον νου, την δημιουργικότητα και την καρδιά._

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ