Παρουσίαση και ερμηνεία των  αντιλήψεων περί Θεού στα  κείμενα της θεοσοφικής εταιρείας

12 Δεκεμβρίου 2019

Σκοπός της παρούσης εισηγήσεως είναι αφενός μεν η παρουσίαση  των  αντιλήψεων περί Θεού έτσι όπως καταγράφονται στα  κείμενα της θεοσοφικής εταιρείας αφετέρου δε, θα επιχειρήσουμε μια  περιεκτική και συνοπτική ερμηνεία τους. Ειδικότερα, θα επιχειρήσουμε να διερευνήσουμε τις αντιλήψεις της θεοσοφικής εταιρείας για το Θεό, για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού  αλλά και τις   δοξασίες περί  των πνευματικών  όντων, όπως του Εωσφόρου, που συναποτελούν τον πνευματικό κόσμο. Θα προσπαθήσουμε  να καταδείξουμε τόσο τις πηγές και αφορμές όλων των παραπάνω  θρησκευτικών  αντιλήψεων ώστε να τις κατανοήσουμε, όσο και τον σκοπό που υπηρετούν όλες αυτές οι αντιλήψεις σε επίπεδο σωτηριολογίας. Τέλος, θα  γίνει προσπάθεια να μελετηθούν συγκριτικά με τις αντίστοιχες αντιλήψεις της Ορθοδόξου Θεολογίας.

Καταρχάς θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι θεοσοφικές δοξασίες περί Θεού είναι εκ διαμέτρου αντίθετες με αυτές της Ορθόδοξης     Θεολογίας. Σε ερώτηση ενός οπαδού της Μπλαβάτσκυ εάν αποδέχεται τον Δημιουργό Θεό της Βίβλου ο οποίος αποκαλύπτεται  στην Ιστορία, η απάντησή της είναι κατηγορηματική και χωρίς περιστροφές: «στο Θεό των χριστιανών, τον Πατέρα του Ιησού, τον Δημιουργό δεν πιστεύουμε. Απορρίπτουμε την  ιδέα Θεού  προσωπικού»[1]. Για την Μπλαβάτσκυ αυτό το οποίο ονομάζουμε Θεότητα είναι μία απρόσωπη θεϊκή δύναμη η οποία ονομάζεται  άγνωστη Θεία Ουσία[2], μοναδική και  Απόλυτη Θεία Αρχή[3],  ανώτερη ή υπέρτατη και απρόσωπη δύναμη, το Απόλυτο[4], άπειρη Μονάδα[5], παγκόσμια Θεία Αρχή και  ως τέτοια είναι  πανταχού παρούσα, παντοδύναμη και  πάνσοφη δημιουργική δυναμικότητα[6].

Είναι βέβαιο ότι η Μπλαβάτσκυ αντιγράφει στο  σημείο αυτό τη θεώρηση περί Θεού του θρησκευτικού ρεύματος του Ινδουισμού που ονομάζεται Βεντάτα[7] και σύμφωνα με το οποίο ο Θεός δεν είναι πρόσωπο αλλά απρόσωπη θεϊκή δύναμη[8]. Επίσης αρνείται την παραδοσιακή ιουδαϊκή θεώρηση που   αποδέχεται έναν προσωπικό Θεό  και υιοθετεί μόνο την αντίστοιχη του ιουδαϊκού μυστικισμού, δηλαδή  την καμπαλιστική αντίληψη που ταυτίζει  το Θεό με μια  υπέρτατη απρόσωπη δύναμη που ονομάζεται «Έιν-Σόφ»[9].

Σύμφωνα με την Μπλαβάτσκυ η αποδοχή ενός προσωπικού Θεού θα σήμαινε πτώση σε μια σειρά λογικών αντιφάσεων. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Εμείς λέμε – και το αποδεικνύουμε – ότι ο Θεός της Θεολογίας είναι ένα σύνολο αντιφάσεων, κάτι που δεν αντέχει στη λογική. Γι’ αυτό και δεν ασχολούμαστε με αυτόν»[10]. Η   λογική  αντίφαση στην οποία αναφέρεται είναι ότι  εφόσον  ο Θεός «είναι άπειρος – δηλαδή, δεν έχει όρια –  και μάλιστα, εάν είναι  απόλυτος, πώς είναι δυνατόν να έχει μορφή; Η έννοια της μορφής προϋποθέτει την ύπαρξη ορίων, μια αρχή και ένα τέλος»[11].   Η Μπλαβάτσκυ θεωρεί ότι δεν μπορεί ταυτόχρονα ο Θεός να είναι άπειρος και απόλυτος και ταυτόχρονα να είναι πρόσωπο. Αυτό το θεωρεί λογική αντίφαση που δεν αντέχει στη βάσανο της κοινής λογικής.

Ασφαλώς ο Θεός είναι άπειρος, δεν έχει όρια, αλλά όταν λέμε ότι ο Θεός είναι πρόσωπο δεν αναιρούμε την απειρία Του και την υπερβατικότητά Του  διότι  δεν αναφερόμαστε στην απρόσιτη,  άγνωστη και άρρητη Ουσία Του αλλά αναφερόμαστε στην προσιτή    και καταληπτή  σχέση Του και επικοινωνία με τον άνθρωπο μέσα στα πλαίσια  της αποκάλυψής  Του στην Ιστορία.   Το γεγονός ότι είναι πρόσωπο δηλώνει μια σχέση, δηλαδή  την επικοινωνία Του με τον άνθρωπο μέσω των Θεοφανειών[12]. Η Μπλαβάτσκυ δεν μπορεί να κατανοήσει αυτή τη λεπτή διάκριση διότι νομίζει ότι εάν  θεωρήσει ότι ο Θεός είναι  πρόσωπο θα υποπέσουμε σε ανθρωπομορφισμό και θα τον περιορίσουμε αναπόφευκτα μέσα σε  όρια. Ενδεικτικά αυτής της σύγχυσης είναι η εξής φράση  της: «Σε τέτοιο Θεό δεν πιστεύουμε.  Δεν δεχόμαστε την ιδέα  κάποιου προσωπικού ή εξωκοσμικού και ανθρωπόμορφου Θεού που δεν είναι παρά η γιγάντια σκιά του ανθρώπου και, μάλιστα, όχι  στην καλύτερη εκδοχή του»[13]. Ίσως η Μπλαβάτσκυ στην Αμερική συνομίλησε με Προτεστάντες, και ειδικότερα με Μορμόνους,  οι οποίοι ερμηνεύοντας  κατά γράμμα την Παλαιά Διαθήκη εκφράζουν ανθρωπομορφικές αντιλήψεις αποδίδοντας στο Θεό ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Μάλιστα η φράση της Μπλαβάτσκυ: «Δεν δεχόμαστε την ιδέα  κάποιου προσωπικού ή εξωκοσμικού και ανθρωπόμορφου Θεού που δεν είναι παρά η γιγάντια σκιά του ανθρώπου», απηχεί την αντίληψη των Μορμόνων  ότι ο Θεός είναι ένα ον προσιτό στην ανθρώπινη νόηση και λίγο-πολύ χαρακτηρίζεται από τις ανθρώπινες  ιδιότητες, μόνο που τις κατέχει σε υπερθετικό βαθμό[14].

Για   την Ορθόδοξη Θεολογία όμως, αν και το Θείον είναι άπειρον και ακατάληπτον, όπως επισημαίνει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός[15], όμως μας αποκαλύπτεται. Ο Θεός όντας πρόσωπο έρχεται σε επικοινωνία με τον άνθρωπο. Η δυνατότητα επικοινωνίας στηρίζεται στη δημιουργία του ανθρώπου «κατ᾿ εκόνα κα καθ᾿ μοίωσιν» του Θεού[16]. Το Όμοιον γνωρίζεται από το όμοιο, κατά συνέπεια μόνο το πρόσωπο μπορεί να γνωρίσει τον Ζώντα Θεό ως Πρόσωπο[17]. Ως πρόσωπο ο Θεός αποκαλύφθηκε στον Μωϋσή λέγοντας «γώ εμι ν»[18], δηλαδή, «Το ‘Είναι’ είμαι Εγώ. Ο Θεός, ο Απόλυτος Δεσπότης όλων των αστρικών κόσμων, είναι προσωπικός», αναφέρει ο Γέροντας Σωφρόνιος[19]. Κατά συνέπεια το γεγονός ότι ο Θεός είναι πρόσωπο δεν αποδεικνύεται μέσα από περίπλοκους φιλοσοφικούς συλλογισμούς αλλά από την  εμπειρία των ανθρώπων στους οποίους αποκαλύφθηκε ο Θεός[20].

Η Μπλαβάτσκυ μη μπορώντας να απεγκλωβιστεί από την νηπιώδεις θεολογικά ανθρωπομορφικές  αντιλήψεις που  παρέλαβε  από Προτεστάντες και όχι βέβαια από ορθοδόξους Θεολόγους, υποστηρίζει ότι δεν είναι δυνατόν να πιστέψει σε ένα Θεό Δημιουργό διότι εάν ο Θεός «είναι άπειρος – δηλαδή, δεν έχει όρια –  και μάλιστα, εάν είναι  απόλυτος, πώς είναι δυνατόν να έχει μορφή και να είναι δημιουργός; Προκειμένου να δημιουργεί  ένα Ον,  πρέπει να σκέφτεται και να καταστρώνει κάποιο σχέδιο. Πώς είναι δυνατόν το Απόλυτο  να σκέφτεται – δηλαδή να έχει σχέση  με το περιορισμένο, το πεπερασμένο, το καθορισμένο; Αυτό είναι παραδοξολογία από  φιλοσοφική και λογική άποψη»[21], αναφέρει χαρακτηριστικά.  Κατά συνέπεια, για την θεοσοφική εταιρεία δεν υπάρχει Θεός Δημιουργός του Σύμπαντος[22].

Για να μην υποπίπτουμε στις ανωτέρω  πλάνες της θεοσοφικής εταιρείας οι θεοφόροι Πατέρες μάς δίδαξαν ότι είναι απαραίτητη η  διάκριση μεταξύ Ουσίας και Ενέργειας  στο Θεό[23]. Όταν λοιπόν λέμε ότι  ο Θεός είναι Δημιουργός δεν αναφερόμαστε στην άρρητη και ακατάληπτη υπερβατική Ουσία Του  η οποία δεν μπορεί να γίνει γνωστή,  όντας  πέρα από τις γνωστικές και νοητικές δυνατότητες των κτιστών όντων, υλικών και νοερών,  αλλά αναφερόμαστε στις άκτιστες Ενέργειες Του[24]. Όταν λοιπόν ονομάζουμε το Θεό  Δημιουργό αναφερόμαστε στη δημιουργική του ενέργεια. Γι΄ αυτό οι Πατέρες μας  δίδαξαν ότι δύο είναι οι οδοί για να εκφραστούμε για το Θεό: η καταφατική και η αποφατική. Η καταφατική οδός αποτελεί το ανθρώπινο εγχείρημα να υπαχθεί τρόπον τινά το απρόσιτο του Θεού στις οριοθετήσεις των εννοιολογικών – κατηγοριακών σχημάτων[25] καθώς αποδίδουμε στο Θεό ιδιότητες όπως ότι είναι αγαθός, δημιουργός κλπ. Αυτές οι θεωνυμίες δεν είναι αυθαίρετες  διότι από τη μια   αποκαλύπτουν την ύπαρξη της Θείας Ουσίας, χωρίς πραγματική έκθεση του περιεχοµένου Της[26], από την άλλη βασίζονται στο  το γεγονός ότι ο Θεός αποκαλύπτεται[27], αντικατοπτρίζουν την ποικιλία των ενεργειών Του και σηµαίνουν τις εκφάνσεις της Θείας Δυνάµεως[28]. Οι Ενέργειες του Θεού ονοµατοδούνται από τον άνθρωπο αναλόγως της έννοιας  που σχηµατίζεται στον ανθρώπινο λόγο[29].

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ

 

Παραπομπές:

[1] Ε.Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της θεοσοφίας, ο.π.,σελ.42.

[2] Ε.Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της θεοσοφίας, ο.π.,σελ.73.

[3] Ε.Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της θεοσοφίας, ο.π.,σελ.56.

[4] Ε.Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της θεοσοφίας, ο.π.,σελ.57.

[5] Ε.Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της θεοσοφίας, ο.π.,σελ.56.

[6] Ε.Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της θεοσοφίας, ο.π.,σελ.58.

[7] Γρ. Ζιάκα, Ιστορία των θρησκευμάτων. ο.π.,σελ.263-265.

[8] Η Μπλαβάτσκυ αρνείται να δεχτεί τις θεωρήσεις περί Θεού των υπόλοιπων ινδουιστικών θρησκευτικών ρευμάτων που πιστεύουν σε προσωπικό Θεό καθώς θεωρεί ότι οι  «Βραχμάνοι στις Ινδίες, θέλοντας ζηλότυπα να διατηρήσουν για τη δικιά τους κάστα την ανώτερη γνώση τους, ώθησαν τους ανθρώπους να πιστεύουν σε έναν προσωπικό θεό κάτι το οποίο διόρθωσε ο Βούδας ο οποίος  έδωσε το τελειωτικό χτύπημα σε αυτή την ακατάσχετη νοσηρή φαντασιοπληξία και φανατική δεισιδαιμονία που ήταν αποτέλεσμα  άγνοιας, τέτοιας άγνοιας που σπάνια γνώρισε ο κόσμος πριν ή μετά. Προτιμότερος είναι ο φιλοσοφικός αθεϊσμός από μία τέτοια σφαλερή λατρεία».  Ε.Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της θεοσοφίας,σελ.70.

[9]Ε.Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της θεοσοφίας,ο.π.,σελ. 56.

[10]Αυτόθι.

[11]Αυτόθι.

[12] Ο Ν. Ματσούκας επισημαίνει  ότι η αποκάλυψη του Θεού, όπως παρουσιάζεται και ερμηνεύεται από τα βιβλικά και εκκλησιαστικά γεγονότα, δεν είναι τίποτα άλλο παρά οι Θεοφάνειες και αρχίζει µε την φανέρωση του Θεού στην ίδια την πράξη της Δηµιουργίας και κορυφώνεται µε την ενανθρώπηση του Λόγου. Βλ. Δογµατική και Συµβολική Θεολογία, τ. Β΄,Θεσσαλονίκη 1999, σελ.58εξ.

[13] Ε.Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της θεοσοφίας,σελ. 56.

[14] Οι Μορμόνοι με τη λέξη Θεός εννοούν το Θεό Πατέρα που γι’ αυτούς είναι ένας υπερυψωμένος άνθρωπος πριν γίνει Θεός. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο J.Smith: «Ο Θεός ήταν πρίν όπως είμαστε εμείς σήμερα και βασιλεύει στον παράδεισο…Ο Θεός πριν ήταν άνθρωπος, μπορούσε όμως να αλλάξει την ανθρώπινη θνησιμότητα με την θεϊκή αθανασία, γιατί έτσι όριζε ο ουράνιος νόμος». Ένας «απόστολος» των Μορμόνων, ο Bruce R.McConkie αναφέρει: «Σύμφωνα με την αποκάλυψη(ενν.των Μορμόνων), ο Θεός είναι ένα προσωπικό Ον, ένας άγιος και φωτισμένος άνθρωπος, ένα ένδοξο αναστημένο πρόσωπο που έχει σάρκα και οστά, μία ανθρωπομορφική ύπαρξη, ο προσωπικός πατέρας των πνευμάτων όλων των ανθρώπων». Ο J. Smith σε μία από τις ομιλίες του προς τους οπαδούς του ανέφερε χαρακτηριστικά για το πρόσωπο του Θεού: «Αν ο πέπλος εσχίζετο σήμερα, και ο μεγάλος Θεός που κρατεί τον κόσμο στην τροχιά του και που κρατεί όλους τους κόσμους και τα πάντα με τη δύναμή του, αν γινόταν να εμφανιστεί εμπρός μας-σας λέγω, αν μπορούσατε να τον δείτε σήμερα, θα τον βλέπατε να έχει τη μορφή ανθρώπου». Ο Θεός, έλεγε, «είναι ένας έκλαμπρος και τελειοποιημένος άνθρωπος, ένα πρόσωπο με σάρκα και οστά τόσο ψηλαφητό, όπως και του ανθρώπου. Μέσα στο ψηλαφητό του σώμα είναι ένα τελειοποιημένο πνεύμα».Περισσότερα βλ.Αρχιμ.  Θεοφίλου Λεμοντζή,  Ιχνηλάτης αληθείας,ο.π.,σελ.156-161.

[15]Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως 1, 4, PG 94, 800Β: «πειρον ον τό θεον καί ακατάληπτον, καί τοτο μόνον ατο καταληπτόν, πειρία καί καταληψία», αγίου Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΛΗ΄, 7, PG 36, 317-320: «πειρον ον τό θεον καί δυσθεώρητον καί τοτο πάντ καταληπτόν ατο μόνον, πειρία· κν τις οηται τ πλς εναι φύσεως λον ληπτον εναι τελείως ληπτόν. Τί γάρ ς πλς στί φύσεως πιζητήσωμεν. Ο γάρ δή τοτο φύσις ατ πλότης· επερ μηδέ τος συνθέτοις, μόνο τό εναι συνθέτοις».

[16] Γεν. 1, 26.

[17]Αρχ. Σωφρονίου, Οψόμεθα το Θεόν καθώς εστί, Μετάφραση εκ του ρωσικού από Ιερομονάχου Ζαχαρίου, Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1992,σελ 327.

[18]Εξ. 3, 14.

[19]Αρχ. Σωφρονίου, Οψόμεθα το Θεόν καθώς εστί, ο.π.,σελ.43.

[20]Βλ. Γ. Δ. Μαρτζέλου, Ουσία και ενέργειαι του Θεού κατά τον Μέγαν Βασίλειον. Συμβολή εις την ιστορικοδογματικήν διερεύνησιν της περί ουσίας και ενεργειών του Θεού διδασκαλίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Θεσσαλονίκη 19932, σελ. 123εξ. Ν. Ματσούκα, Κόσμος, άνθρωπος, κοινωνία κατά τον  Μάξιμο Ομολογητή, Αθήνα 1980, σελ. 187εξ.

[21] Ε.Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της θεοσοφίας, ο.π.,σελ.56.

[22] Ε.Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της θεοσοφίας, ο.π.,σελ.59.

[23] Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων,9, PG 3, 916C.Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Θησαυρός, ΙΘ΄, PG 75, 316C.  Μ. Βασιλείου, Κατά Ενομίου, Ι, Η΄, PG 29, 528C: «Πς ον ο καταγέλαστον, τ δημιουργικν οσίαν εναι λέγειν; τ προνοητικν πάλιν οσίαν; τ προγνωστικν πάλιν σαύτως; κα παξ πλς͵ πσαν ενέργειαν, οσίαν τίθεσθαι; Κα ε πάντα τατα πρς ν σημαινόμενον τείνει, νάγκη πσα ταυτν λλήλοις δύνασθαι τ νόματα· ς επ τν πολυωνύμων· ταν Σίμωνα κα Πέτρον κα Κηφν τν ατν λέγωμεν. Οκον κούσας τ ναλλοίωτον το Θεο, πρς τ γέννητον παχθήσεται· κα κούσας τ μερς, πρς τ δημιουργικν ποφέρεται». Άλλωστε ο μακαριστός καθηγητής  Ιωάννης Ρωμανίδης τόνιζε ότι όλες οι αιρέσεις ανέκυψαν εξαιτίας της αδυναμίας των αιρετικών να κάνουν αυτή τη σημαντική διάκριση μεταξύ Ουσίας και Ενέργειας στο Θεό, είτε λόγω αμάθειας, είτε εσκεμμένως.Βλ. Ιωάννου Ρωμανίδη Πρωτοπρεσβυτέρου, Το προπατορικόν αμάρτημα, Αθήνα 1989, σελ.λγ΄έξ.

[24] Οι Πατέρες μας  υποστήριξαν την οντολογική διάκριση ανάµεσα στην Ουσία του Θεού και των Ενεργειών Του. Αυτή η διάκριση, αποδείχθηκε ιδιαιτέρως κρίσιµη στην εξήγηση της φαινοµενικής αντινοµίας ενός αγεφύρωτου οντολογικού χάσµατος µεταξύ του Θεού και της Δηµιουργίας Του, και ενός προσιτού Δηµιουργού, ο οποίος ήταν άρρηκτα συνδεδεµένος µε τη ζωή των πλασµάτων Του. Υποστηρίζοντας  την ουσιαστική ακαταληψία και την ταυτόχρονη αποκάλυψη του Θεού στην ανθρωπότητα µέσω των Ενεργειών Του, των οποίων ο άνθρωπος είναι φορέας µέσω της πίστης  επισημαίνουν ότι ο άνθρωπος μπορεί να γνωρίζει τις ιδιότητες του Θεού αλλά το περιεχόμενο της φύσης Του παραμένει κρυμμένο για την ανθρώπινη αντίληψη. Η Ουσία του Θεού δεν είναι μόνο άρρητος και ακατανόητος, αλλά είναι και παραμένει αμέθεκτος και ακοινώνητος από τα κτιστά όντα, είτε υλικά είτε νοερά. Κανένα κτιστό όν δεν μπορεί να μετάσχει στη Θεία Ουσία παρά μόνο στις άκτιστες Ενέργειες του Θεού. Όλα τα όντα μετέχουν στην ουσιοποιό ενέργεια του Θεού και λαμβάνουν από το Θεό το «είναι». Οι άνθρωποι μετέχουν στη ζωοποιό και σοφοποιό ενέργεια του Θεού και κατέχουν τη ζωή και το λόγο κάτι το οποίο τους ξεχωρίζει από τα άλλα κτιστά όντα. Τέλος, οι Άγιοι της Εκκλησίας μας μετέχουν στην θεοποιό ενέργεια του Θεού. Βλ.Ν. Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία, τ.Β΄, ο.π.,σελ.181.

[25]Ε. Αρτέμη, Όροι διαμόρφωσης της Γνωσιολογίας, ο.π.,σελ.178.

[26] Παρότι ο Θεός είναι ακατανόητος και απρόσιτος, αποκαλύπτει τον εαυτό Του  µε τις Ενέργειές Του, µε τη µορφή θείων ονοµάτων, χαρακτηριστικών και όρων. Βλ. Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, Κατά Ενοµίου II,PG 45, 1029A, Περί ψυχς καί ναστάσεως,  PG 46, 25A.

[27] Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων,8, 4, PG 3, 589. Βλ.D.  Pupăză, Η θεολογία του καλού και του αγαθού στον άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη, διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη 2009,σελ.48.

[28] Ο Θεός δεν κοινωνεί με τον κτιστό κόσμο μέσω της Ουσίας Του, αλλά μόνο μέσω των Ενεργειών Του. Αναφέρει ο Μέγας Βασίλειος:«μες δε κ τν νεργειν γνωρίζειν λέγομεν τον Θεόν μν, τ δε οσί ατ προσεγγίζειν οχ πισχνούμεθα. Α μέν γάρ νέργειαι ατο προς μς καταβαίνουσιν, δε οσία ατο μένει πρόσιτος».Επιστολή 234, 1, PG 32, 869 ΑΒ.Του ιδίου, νατρεπτικς 1, 14, PG 29, 544BC: «κ δ τν νεργειν το Θεο ναγομένους μς, κα δι τν ποιημάτων τν ποιητν ννοοντας, τς γαθότητος ατο κα τς σοφίας λαμβάνειν τν σύνεσιν. Τοτο γρ στι τ γνωστν το Θεο, πσιν νθρώποις Θες φανέρωσεν».  Περισσότερα για το θέμα αυτό βλ. Γ. Δ. Μαρτζέλου, Ουσία και ενέργειαι του Θεού κατά τον Μέγαν Βασίλειον, ο.π., σελ. 89εξ.

[29] Ν., Ξιώνης, Ουσία και ενέργειες του Θεού κατά τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης, Αθήνα 1999,σελ. 249.