Τα παιδιά και οι πατροκτόνοι
12 Φεβρουαρίου 2020Περνάει ο καιρός. Περνάνε κι οι γενεές σαν τα φύλλα των δέντρων, όπως λέει κι Όμηρος. Ακούω τον απολογισμό σου, όπως ακούω και τον δικό μου. Το παρελθόν συσσωρεύεται, το μέλλον μικραίνει. Προχωρούμε, μένουμε στάσιμοι ή οπισθοχωρούμε; Ενηλικιωνόμαστε; Κι αν ναι, είναι για καλό;
«Άφετε τα παιδία έρχεσθαι προς με, και μη κωλύετε αυτά. Των γαρ τοιούτων εστίν η βασιλεία του Θεού» (Μτθ. 19,14).
Για καιρό με παίδευε αυτό το ερώτημα: Γιατί να προτιμάει τα παιδιά από τους μεγάλους; Γιατί άραγε να είναι αυτά, που θα μπουν στη βασιλεία των Ουρανών; Σε τι υπερέχουν; Τι επιπλέον έχουν; Πρέπει να ξαναγίνουμε πέντε κι έξι χρονών για να δούμε Θεού πρόσωπο;
Κάποια στιγμή κατάλαβα: Το παιδί δεν είναι όρος που αφορά την ηλικία. Ούτε ο Χριστός μάς κάλεσε πίσω στα παιδικά μας παιδιαρίσματα. Το παιδί είναι όρος που περιγράφει μια κατάσταση. Ένα παιδί είναι ένα πλάσμα που έχει πατέρα, είναι μια ύπαρξη με κέντρο αναφοράς. Ένα παιδί μπορεί να είναι ατίθασο, βίαιο, ανυπάκουο, μπορεί να είναι ό,τι θέλεις, έχει όμως γεννήτορα, έχει γενεά, έχει «πριν», γι αυτό και αισθάνεται ότι έχει «μετά», έχει μέτρο του εαυτού του, έχει κριτήριο των πράξεών του, έχει επίγνωση των περιορισμένων δυνάμεών του, έχει όμως και ευλογία των μελλοντικών του πεταγμάτων. Ένα παιδί έχει γονιό για να θαυμάσει, έχει γονιό για να ζητήσει συγνώμη, έχει γονιό για να μην νομίσει ότι είναι το κέντρο του κόσμου, έχει γονιό για ν΄ αγαπήσει, έχει γονιό για να του μοιάσει. Γι΄ αυτό, κάθε παιδάκι είναι η ιδανική μας εικόνα, είναι αυτό που πρέπει να γίνουμε: Ώριμοι, ελεύθεροι, τέλειοι γιοι και θυγατέρες ενός τέλειου Πατέρα.
Έτσι μου λύθηκε και μια δεύτερη απορία: Γιατί τόσο σκληρά λόγια για όσους σκανδαλίζουν τα παιδιά; (Θυμάσαι στο Μτθ. 18,6; Μυλόπετρα, λέει, να πάνε να δέσουν στο λαιμό τους και να πέσουν να πνιγούν.) Αλήθεια, τι είναι σκάνδαλο για ένα παιδί; Με μια λέξη θα στο πω: Η ορφάνια. Και σκανδαλιστές όλοι εκείνοι που με χίλιους δυο τρόπους, με χίλιες δυο συμπεριφορές, με χίλιες δυο παραλείψεις, το οδηγούν σ΄ αυτήν. Μα τώρα που το σκέφτομαι, χίλια δυο δεν είναι. Μία είναι η αιτία του σκανδάλου: Η απιστία. Ο άνθρωπος που έχασε την πίστη του, είναι ένας πατροκτόνος. Σκότωσε μέσα του τον Πατέρα. Είναι ένας ορφανός. Είχε σημείο αναφοράς και κέντρο που νοηματοδοτούσε την ύπαρξή του. Τώρα κέντρο γίνηκε η καταδικασμένη στη φθορά και στο θάνατο ύπαρξή του. Είχε πρότυπο να μοιάσει, να διαλεχθεί, ακόμη και να αμφισβητήσει. Τώρα διαλέγεται με τον εαυτό του και τρώγεται με τα ρούχα του. Είχε τη γαλήνη και την ταπεινοφροσύνη τής ύπαρξης που ξέρει ότι είναι μέρος της ζωής και η ύπαρξή του είναι δώρο. Τώρα κέρδισε την «αξιοπρέπεια» της ανεξαρτησίας του και αισθάνεται ότι όλοι και όλα του χρωστάνε. Είχε Θεό. Τώρα ψάχνει τις αιτίες. Είχε πατέρα και τώρα περιφέρει την ενοχή τής πατροκτονίας. Ήταν παιδί και τώρα έγινε «μεγάλος». Κάθε νέα γενιά μιλάει για το χάσμα των γενεών. Στο ξαναλέω όμως: δεν είναι ηλικιακό το θέμα. Είναι το χάσμα ανάμεσα στην γενεά των παιδιών που νιώθουν να έχουν γεννήτορα και στη γενεά των ορφανών. Για θυμήσου την πίκρα του Χριστού μπροστά στο αίτημα των ακροατών του για ένα θαύμα(;): «Ω, γενεά άπιστη…ω, γενεά άπιστη!». Ε, λοιπόν, στο λέω, για να το μάθεις: Η άπιστη γενεά είναι η ορφανεμένη γενεά.
Κι αν είσαι κι εσύ γονιός, κι αν σκέφτεσαι να γίνεις, να σου πω ποιο είναι το χειρότερο: Ο ορφανός άνθρωπος δεν μπορεί να γίνει γονιός. Θυμάμαι τώρα δα κάποιου τη ρήση: ο κάθε ανόητος μπορεί να κάνει ένα παιδί, ελάχιστοι όμως μπορούν να γίνουν πατέρες. Οι πολλοί θα εμπλακούν στη σύγκρουση των γενεών, γιατί στα μάτια τους, το παιδί τους είναι ο υποψήφιος σφετεριστής της πατρικής τους εξουσίας. Έχοντας στερήσει στον εαυτό τους την ευλογία του Πατέρα, θα αρνηθούν την ευχή τους στον νεότερο. Ποιός μπορεί να δώσει ό,τι δεν έλαβε ποτέ;
Κι όμως, οι ευχές του γονιού στηρίζουν θεμέλια οίκων. Πρώτα η ευχή τού φυσικού γονιού, κυρίως όμως του επουράνιου. Η πρώτη μπορεί και να μη δοθεί ποτέ. Η δεύτερη όμως είναι πάντα διαθέσιμη κι απ΄ τον καθένα εξαρτάται αν θα την ακούσει. Κι αυτό που ξεκλειδώνει τ΄ αυτιά, για ν΄ ακούσουν αυτή την πατρική ευχή, είναι η πίστη.
Μόνο μια τέτοια ευχή δίνει ορμή στην πορεία, δύναμη στην αναποδιά, ειλικρίνεια στην αυτοκριτική, ελπίδα στην αποτυχία, απάγκιο στην καταστροφή, σπίτι στην επιστροφή, κουράγιο στο νέο ξεκίνημα. Κι αν άνοιξες τα φτερά σου και πέταξες, πόσες φορές δεν σου τα έλιωσε ο ήλιος σαν τα κέρινα φτερά του Ίκαρου; Κι αν άνοιξες καινούργιους δρόμους, πόσες φορές δεν βούλιαξες σε καλοκρυμμένες παγίδες; Κι αν περπάτησες σε λαμπρές λεωφόρους, πόσες φορές δεν βρέθηκες μπροστά σε τοίχους πανύψηλους, που σε ανάγκασαν να γυρίσεις πίσω;
Αυτές τις ώρες της αποτυχίας, άφησες ανοιχτό το δρόμο της επιστροφής στο πατρικό σπίτι; Άφησες να σε γλυκάνει η ζεστασιά του Πατέρα σου; Ακούμπησες στα πόδια του την αποτυχία σου; Τον άφησες να σου πει, ότι κάθε πέσιμο είναι η αρχή ενός νέου ξεκινήματος και ότι το καθημερινό σου πάλεμα δυναμώνει μέρα με τη μέρα τον δεσμό σας; Έμαθες να κρατάς ανοιχτά τ΄ αφτιά σου για ν΄ ακούς κάθε μέρα, κάθε ώρα, εκείνο το «υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγένηκά σε»; Τον βλέπεις; Αυτός είναι, που σου ανοίγει την πόρτα και με απέραντη εμπιστοσύνη στη δύναμή σου, «πέτα, πέτα», σου λέει, «μια χαρά θα τα πας».
Κι αν οι φυσικοί σου γονιοί δεν θέλησαν, δεν μπόρεσαν ή δεν ήξεραν να αποτινάξουν από πάνω τους την εξουσία του ρόλου τους, και δεν βοήθησαν ν΄ ανοίξεις τα φτερά σου, εσύ τι έκανες; Τους συγχώρεσες, στο όνομα του κοινού σας Πατέρα; Κατανόησες και το δικό τους βάρος; Έσπασες την αλυσίδα των λαθών, που έδενε γενεές ολόκληρες; Τότε είσαι έτοιμος να ελευθερώσεις από τα δεσμά του φόβου και της ενοχής το βλαστάρι σου, που τώρα εδώ δα έχει κολλήσει το μουτράκι του στην εικόνα μου και αρχόντικα να του δώσεις την ευχή σου, μαζί και την ελευθερία του να σε αμφισβητήσει και να σε ξανάβρει, πατέρα, φίλο και αδελφό, στο γλέντι μιας ατέλειωτης ωρίμανσης.