Τιμωρία για τις φαύλες σκέψεις προς τον όσιο Νικόδημο τον διά Χριστό σαλό!

5 Φεβρουαρίου 2020

Όσιος Νικόδημος ο Νέος, ο διά Χριστόν σαλός.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Κάποιος από την Αδριανούπολη επισκέφθηκε, όπως συνήθιζε, τη Θεσσαλονίκη συνοδεύοντας τον αυτοκράτορα.

Κατά την παραμονή του σε αυτή, έτυχε να πάει κάποτε στον ναό αυτού του Αγίου [οσίου Νικοδήμου του Νέου του διά Χριστόν σαλού]· και μπαίνοντας μέσα, άρχισε να προσκυνά τις εικόνες των Αγίων που ήταν εκεί και ζήτησε να μάθει με λεπτομέρειες τον βίο του μεγάλου.

Αμέσως εκείνοι που ήταν εκεί του διηγήθηκαν ότι έδειχνε θερμή επιμέλεια για την ελεημοσύνη και ότι πάντοτε υποκρινόταν πως κάνει κακή συντροφιά με πόρνες, τις οποίες όμως δεν έπαυε να συμβουλεύει για τη σωτηρία τους, χωρίς να αμελεί να παρέχει σε αυτές και τα απαραίτητα για τις υλικές τους ανάγκες, άλλοτε από τη δική του καθημερινή τροφή και άλλοτε από το διακόνημα στο οποίο τυχόν υπηρετούσε.

Εκείνος, όταν τα άκουσε αυτά, αντί να θαυμάσει πολύ, όπως έπρεπε, έκανε κάποιες σκέψεις φαύλες και ανάρμοστες.

Μόλις όμως ακούμπησε τα χείλη του στο πάνσεπτο λείψανο του τρισμακάριου, εκείνο, ω του θαύματος, με θεία δύναμη ευθύς σηκώθηκε πολύ σεμνά από τη λάρνακα, σαν να είχε πνοή και ζωή, και κρεμόταν από τα απαιδαγώγητα χείλη του, μολονότι αυτός δεν είχε φανερώσει ακόμη τον λογισμό του.

Τόσο πολύ μάλιστα τα έκαιγε και προξενούσε σε αυτά φοβερούς πόνους, ή μάλλον τα παιδαγωγούσε, ώστε προκάλεσε σε αυτά και πολύ πρήξιμο. Το γεγονός αυτό προξένησε μεγάλο φόβο όχι μόνο σε αυτόν που υπέφερε, όπως ήταν φυσικό, αλλά και σε όλους τους παρόντες, οι οποίοι και ικέτευσαν με θρήνους τον Άγιο και λύτρωσαν τον άθλιο εκείνον από τη δίκαιη παιδαγωγία.

Και αυτός στο εξής δεν έπαυε να συχνάζει στον Άγιο και να προσεύχεται σε αυτόν με τρόμο, και ακόμη να μέμφεται σφοδρά τον εαυτό του για την προηγούμενη απροσεξία του και να είναι ο ίδιος φλογερός κήρυκας και αψευδής αφηγητής του θαύματος.

 

Από το βιβλίο Αγίου Φιλοθέου Κοκκίνου, “Όσιος Νικόδημος ο Νέος, ο διά Χριστόν σαλός” των εκδόσεων το Περιβόλι της Παναγίας. Μετάφραση, επιμέλεια Δημ. Χρισταφακόπουλος.