Αγάπη: από και προς

5 Μαρτίου 2020

Η ανάγκη να μας αγαπούν, να ενδιαφέρονται για μας και να είμαστε στην καρδιά των γύρω μας, φαίνεται πως είναι, σε όλες τις ηλικίες, το σημείο που μας κάνει να χαιρόμαστε και να ζούμεν όντως.   Δημιουργηθήκαμε με βάση την αγαπητική συνεύρεση δύο ανθρώπων, αλλά και ήλθαμεν «εκ του μη όντος εις το είναι», ένεκα της αγάπης του ουράνιου Πατέρα μας.  Είναι, δηλαδή, στη φύση μας η αγάπη και, αν προσπαθούμε, άμεσα ή έμμεσα, να δείξουμε στον εαυτό μας ή στους άλλους ότι «δεν έχουμε ανάγκη της αγάπης» των άλλων, κάποια στιγμή θα καταλήξει στη μελαγχολία ή στην ανισόρροπη ζωή.

Βέβαια, η παθολογική εκζήτηση της αγάπης και του ενδιαφέροντος των γύρω μας, αναπόφευκτα θα μας οδηγήσει στη θλίψη και στην οργή, γιατί οι άνθρωποι, ως ατελείς, όπως και ’μεις, δεν είναι πάντα έτοιμοι να μας προσφέρουν αυτό που εμείς θέλουμε και στο χρόνο που θέλουμε.  Κι ακόμα, η συμπεριφορά αυτή δείχνει τον εγωκεντρισμό μας, το καρκίνωμα αυτό που κατατρώγει την ύπαρξή μας.

Από τη μια η φυσιολογική ανάγκη γι’ αγάπη από τους άλλους σε μας και από την άλλη η φυσιολογική ανάγκη γι’ αγάπη από εμάς προς τους άλλους.  Σίγουρα, η ισορροπία χρειάζεται προσπάθεια, άσκηση, που με τη Χάρη του Θεού καρποφορεί και ζούμε με ηρεμία και θεανθρώπινα, καθώς οι άγιοι όλων των αιώνων έζησαν και μας δίδαξαν.

Ο Μέγας Αντώνιος έλεγε: «Ουδέποτε προτίμησα το προσωπικό μου συμφέρον από την ωφέλεια του αδελφού μου».[1]

«Όταν ο αββάς Θεόδωρος ήτο ακόμη υποτακτικός, τον έστειλε ο Γέροντάς του στο φούρνο της Σκήτης να ψήσει τα παξιμάδια του.  Εκεί βρήκε κάποιον άλλον που ήθελε να φουρνίσει τα δικά του, μα δεν έβρισκε βοηθό.  Ο νεαρός Θεόδωρος άφησε κάτω τον τορβά του κι έδωσε ένα χέρι στον αδελφό.  Δεν πρόλαβε να τελειώσει και έφθασε άλλος με ψωμιά.  Ο Θεόδωρος παρεχώρησε πάλι τη θέση του και πρόσφερε τη βοήθειά του.  Σε λίγο ήλθε τρίτος και τέταρτος, έως έξι.  Ο Θεόδωρος βοήθησε τους αδελφούς και τελευταίος από όλους έψησε τα δικά του παξιμάδια.  Έδυε ο ήλιος πλέον, όταν γύριζε στο Γέροντά του.  Του είπε το λόγο που τον έκανε να καθυστερήσει τόσο πολύ, χωρίς να θεωρεί όμως ότι έκανε κάτι αξιόλογο..».[2]

Αναφέρεται, ακόμη, για τον όσιο Μακάριο ότι «επήγε μια φορά ο όσιος Μακάριος να κάνει συντροφιά σ’ έναν άρρωστο ερημίτη.  Ρίχνοντας μια ματιά γύρω στο γυμνό κελλάκι του, είδε πως δεν υπήρχε πουθενά ούτε ίχνος φαγητού.

  • Τί θα ήθελες να φάς, αδελφέ, ερώτησε ο όσιος.

Ο άρρωστος δίστασε ν’ απαντήσει.  Τι να ζητούσε τάχα, αφού δεν υπήρχε τίποτε σ’ εκείνη την ερημιά;  Τέλος, επειδή επέμενε να τον ερωτά ο όσιος, είπε πως είχε επιθυμήσει λίγη αλευρόσουπα.  Αλλά πού να βρεθεί αλεύρι;

Ο όσιος Μακάριος, για ν’ αναπαύσει τον άρρωστο αδελφό του, κατέβηκε στην Αλεξάνδρεια κάνοντας πενήντα μίλια με τα πόδια, για να βρει αλεύρι».[3]

Τί είναι, τελικά, η αγάπη;  Σίγουρα, όχι μια εξωτερική καλή συμπεριφορά, χωρίς «καύση καρδίας», κατά τον άγιο Ισαάκ το Σύρο.  Απλά και πηγαία, όταν υπάρχει στην καρδιά, βγαίνει προς τα έξω όχι, απαραίτητα, με μεγάλα έργα.  Αυτό που χρειάζεται ο συνάνθρωπός μας τη συγκεκριμένη ώρα, προσφέρεται αυθόρμητα, χωρίς υπολογισμούς και διάθεση να υποχρεωθεί σε μας.

Ο Κύριος έδωσε το μέτρο της αγάπης μας προς τον πλησίον με το να πει: «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν».  ΄Όπως σ’ ένα που πεινά και δεν έχει τα απαραίτητα, δεν μπορείς να του λες για νηστεία, όπως και σ’ ένα που ταλαιπωρείται στο κρεββάτι του πόνου, δεν μπορείς να του ζητάς να κάνει σωματική άσκηση, έτσι κι όποιος στερήθηκε την ανθρώπινη αγάπη, δεν μπορεί να δώσει αγάπη.

Ωστόσο, η Χάρη του Θεού, «πού τά ἀσθενή θεραπεύει καί τά ἐλλείποντα ἀναπληροῖ», ανατρέπει τους υπολογισμούς και τη λογική μας και χαρίζει το αδύνατο σ’ όσους ταπεινά και ειλικρινά, όπως, ενδεχομένως, και μυστικά αναζητούν τον Ένα και Κύριο, που είναι Αγάπη, και τους δίνεται η αγάπη προς όλο τον κόσμο, που ολοκληρώνει, τελειοποιεί και σώζει το κάθε πρόσωπο.

[1] Θεδούρας Χαμπάκη, Γεροντικόν, Εκδ. Λυδία, Θες/νίκη 1993, 6.14.

[2] Ό.π.

[3] Ό.π. 6.20.

isagiastriados.com