Εφευρετική Διακονία αγάπης, ο ακάματος φίλος των φυλακισμένων, Γέροντας Γερβάσιος Ραπτόπουλος

7 Μαρτίου 2020

Η ζωή του συνειδητού χριστιανού είναι μία συνεχής διακονία αγάπης. Μιάς αγάπης χωρίς σύνορα, μιάς αγάπης ειλικρινούς που να είναι απαύγασμα της κενωτικής του καρδιάς, μιάς αγάπης εφευρετικής, που να οσφραίνεται τις ανάγκες των άλλων και να σπεύδει να τις ικανοποιήσει με προθυμία προτού εκείνοι το ζητήσουν, μιάς αγάπης που να ξεκουράζει όλους τους κουρασμένους και αναξιοπαθούντες συνανθρώπους μας, τους εμπεριστάτους, τους ασθενείς, τους φυλακισμένους, την συγχυσμένη νεότητα, τα αστήρικτα γηρατειά.

Ο συνειδητός χριστιανός θυσιάζει τον εαυτό του για τους αδελφούς του, διακονεί με αυταπάρνηση και αυτοθυσία όσους έχουν ανάγκη, λησμονεί το προσωπικό του συμφέρον, την ησυχία του και την καλοπέρασή του μπροστά στο γενικό συμφέρον, μπροστά στη προσφορά και την καταπράϋνση του πόνου και των θλίψεων των γύρω μας, στην πνευματική αφύπνιση αυτών που καθεύδουν στην αγνωσία και στην αμαρτία. Αυτός καλλιεργεί την αγάπη, όπως καλλιεργεί τον κήπο του, με όρεξη, με προοπτική να απολαύσει τα όμορφα άνθη της καλωσύνης και της αδελφικής και όχι ψεύτικης προς τους άλλους συμπαραστάσεως και συμπαθείας.

Η εφευρετικότητα της αγάπης εστιάζεται απόλυτα στους τέσσερις μεταφορείς του παραλύτου της Καπερναούμ, αυτούς που με αγάπη και αποφασιστικότητα μετέφεραν κοντά στο Χριστό μας τον παραλυτικό φίλο τους και συνείργησαν, έτσι, στην θεραπεία του. Οι τέσσερις αυτοί άνδρες είναι οι αχθοφόροι της αγάπης. Οι ανώνυμοι σε εμάς αυτοί άνδρες, επώνυμοι στον ουρανό, μας διδάσκουν ότι η «πίστις δι’ αγάπης ενεργουμένη» (Γαλ. ε΄ 6) όχι μόνο μας σώζει, αλλά γίνεται και μαγνήτης των άλλων προς την ευσέβεια, προς την ίδια την αγάπη, τον Θεάνθρωπο Ιησού.

Σήμερα, δυστυχώς, δεν υπάρχει αγάπη. Ο διάβολος μας κρύωσε τις καρδιές, μας έδεσε τα μάτια να μην βλέπουμε, μας έφραξε τ᾿ αυτιά με βουλοκέρι να μην ακούμε. Έτσι γίναμε κρύοι σαν πάγοι, γίναμε τυφλοί και κουφοί. Δεν ευαισθητοποιούμαστε στις ανάγκες των άλλων, δεν βλέπουμε τον πόνο τους, δεν ακούμε τις εκκλήσεις τους, που από κάθε σημείο φωνάζουν: Βοήθεια! Και δεν είναι ένας και δύο. Πλήθος αμέτρητο είναι στην σημερινή πολιτισμένη, αλλά σε κρίσιμη καμπή κοινωνία μας. Ποιοί φωνάζουν; Να τους μετρήσουμε; Είναι αμέτρητοι. Είναι πεινασμένοι, φυλακισμένοι, αιχμάλωτοι, ορφανά και χήρες, άρρωστοι και ανάπηροι, ενδεείς και νεόπτωχοι, άνεργοι και εμπερίστατοι νέοι και γέροι από την σύγχρονη πληγή της κρίσεως.

Που είναι η αγάπη μας; Καθένας κλειδώνεται στο σπιτάκι του, με την γυναίκα και τα παιδιά του, για να μην βλέπει την ένδεια των άλλων, να μην ακούει τις φωνές τους. Αλλά, αλλοίμονό μας! Γιατί όπως εμείς κλείνουμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας, για να μην βλέπουμε και να μην ακούμε τον πόνο του δυστυχισμένου, έτσι, θα κλείσει και ο Θεός τα μάτια Του να μην μας βλέπει και τα αυτιά Του να μην ακούει τις αιτήσεις μας. Θα στεκόμαστε μπροστά Του και Εκείνος θα αποστρέφει τα μάτια Του από εμάς. Θα φωνάζουμε, αλλά δεν θα μας ακούει. Απόδειξη η κρίση, οι πολέμοι, οι θεομηνίες, οι αλλαγές των καιρικών συνθηκών, τα «σημεία των καιρών» (Ματθ. 16,3). Δυστυχώς δεν τους δίνουμε προσοχή και σημασία, θεωρώντας τα όλα φυσικά φαινόμενα.

Μην απογοηθευόμαστε, όμως, έχει, όμως, ο Θεός τους δικούς Του ανθρώπους. Έχει την μικρή ζύμη. Αυτή που «όλον το φύραμα ζυμοί» (Γαλ. ε΄ 9). Αναδεικνύει εφευρέτες αγάπης, όπως τον μακαριστό Γέροντα Γερβάσιο Ραπτόπουλο, τον αφανή ιερωμένο με την μεγάλη καρδιά και την ανίκητη ψυχική δύναμη, τον νέο ιεραπόστολο της κενωτικής αγάπης και προσφοράς, του οποίου η χαρά εστιαζόταν στην ανακούφιση των άλλων, στην γνωριμία τους με τον Χριστό μας, Αυτόν που ξέρει να δίνει την χαρά και την ειρήνη.

Ο Γέροντας Γερβάσιος, για τον οποίο σήμερα, στο άκουσμα της μεταδημοτεύσεώς του για την Βασιλεία των Ουρανών, πηγές δακρύων ανέβλυσαν από τα μάτια μας, ανάλωσε κάθε του ικμάδα στην υπηρεσία της αγάπης, στους φυλακισμένους, στους ανθρώπους που ατυχείς στιγμές τους απομάκρυναν από την κοινωνία και τους περιόρισαν στα «σωφρονιστικά ιδρύματα». Ο Γέροντας Γερβάσιος δεν γνώριζε ληστές, κακούργους, εγκληματίες, σφετεριστές αγαθών, αμαρτωλούς, ανθρώπους του σκότους. Γι’ αυτόν όλοι ήταν, όπως και είναι, εικόνες Θεού, άσχετα αν είναι κάποιες από αυτές λερωμένες με «στίγματα πταισμάτων». Και γι’ αυτούς ο Χριστός μας σταυρώθηκε και αυτών τη σωτηρία θέλει, αφού έχει επιθυμία «πάντας ανθρώπους σωθήναι» (Α΄ Τιμ. β΄ 4).

Εμείς «οι ζώντες οι περιλειπόμενοι» (Α΄ Θεσ. δ΄ 15) να κλαύσουμε γοερά σήμερα για την οσιακή κοιμησή του η να πανηγυρίσουμε για την θεάρεστη πολιτεία του και το μακάριο τέλος του Γέροντος Γερβασίου; Κλαίμε γι’ αυτούς που δεν έχουν ελπίδα σωτηρίας. Ο Γέροντας Γερβάσιος ήταν «η Ελπίδα». Πίστευε στον Εσταυρωμένη και Αναστημένη αγάπη, στον Κύριό μας, Αυτόν που είχε ενθρονίσει στην καρδιά του από τα παιδικά του χρόνια και ως άλλος Παύλος θα μπορούσε να φωνάζει με παρρησία «Ζω ουκέτι εγώ, ζη εν εμοί Χριστός» (Γαλ. β΄ 20). Ήταν η ελπίδα των εμπεριστάτων, των φυλακισμένων, των ενδεών, των αμαρτωλών. Μήπως γι’ αυτούς δεν ήλθε και ο Χριστός μας στον κόσμο λέγοντας «ουκ ήλθον καλέσαι δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν» (Μαρκ. β΄ 27), γι’ αυτό και τον περιέπαιζαν οι δήθεν καθαροί λέγοντάς του «τελωνών φίλος και αμαρτωλών» (Ματθ. ιζ΄ 19).

Ο Γέροντας Γερβάσιος σε όλα τα χρόνια της ζωής του, ζωής γεμάτης ιεραποστολικής δράσεως, αυτής που διδάχθηκε παρά τους πόδας του Μεγάλου Επισκόπου Φλωρίνης, του ακάματου αγωνιστού Αυγουστίνου Καντιώτη, δεν έδινε «ύπνον τοις οφθαλμοίς, τοις βλεφάροις νυσταγμόν και ανάπαυσιν τοις κροτάφοις» (Ψαλμ. 131, 4). Περιόδευε ως άλλος Παύλος την υφηλίον και εφεύρισκε τρόπους να δίνει χαρά στους κρατουμένους. Ήταν ο σύγχρονος ιπτάμενος ιεραπόστολος. Στις φλέβες του έρρεε «αίμα Χριστού», οι κτύποι της καρδιάς του ήταν «κτύποι Χριστού», τα πόδια του, πόδια «των ευαγγελιζομένων την αλήθειαν» και η γλώσσα του κιθάρα ηδύμολπος αγάπης του «δι’ άφατον φιλανθρωπίαν υπομείναντος σταυρόν και θάνατον» γλυκυτάτου μας Ιησού.

Ο Γέροντας Γερβάσιος μας άφησε ιερή παρακαταθήκη. Να μην θαυμάζουμε τους διάφορους εφευρέτες. Όλοι μας μπορούμε να γίνουμε εφευρέτες αγάπης, να γίνουμε αχθοφόροι της, να γίνουμε Γερβάσιοι, για να ελκύσουμε πάνω μας την χάρη του Κυρίου μας και να δούμε μια κοινωνία αλλαγμένη, μια κοινωνία χωρίς απομονώσεις, αλλά με πρόσωπα που ο ένας να μοχθεί και να πονάει για τον άλλον.

Ο Καλός μας Θεός, Αυτός που θα μας αναγνωρίσει κάποτε λέγοντάς μας «εν φυλακή ήμην και ήλθατε προς με» (Ματθ. κε΄ 36), κάλεσε σήμερα κοντά Του, για να τον αναπαύσει από τον πολυχρόνιο μόχθο του, τον ακάματο ιεραπόστολο της αγάπης, τον εφευρέτη τρόπων ανακουφίσεως των κρατουμένων, τον «Άγιο των φυλακισμένων», τον Γέροντα Γερβάσιο. Τον κάλεσε για να του δώσει το στεφάνι της νίκης, να τον αναδείξει ολυμπιονίκη του αγωνίσματος της προσφοράς αγάπης χωρίς όρια, χωρίς διακρίσεις, χωρίς εθνοφυλετικές ταυτότητες, αφού για τον Γέροντα Γερβάσιο ήταν «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Κολ. γ΄ 11). Τα Νόμπελ δίνονται με ανθρώπινα κριτηρία. Ο Γέροντας Γερβάσιος είναι ο νομπελίστας του ουρανού.

Σεβαστέ μου, Γέροντα Γερβάσιε, τα λουλούδια δεν χρειάζοντα λόγια, για να αναδειχθεί η ομορφιά τους. Μόνα τους είναι όμοφρα και ομορφαίνουν τη ζωή μας. Και εσύ, λουλούδι Χριστού, λουλούδι εύοσμο μέσα στην δυσωδία της κοινωνίας μας, την ομόρφαινεις, την διακοσμούσες με την ζωή σου. Σε ευχαριστούμε για ο,τι προσέφερες στον καθένα μας, στην κοινωνία μας, στην Εκκλησία μας, στην Ορθόδοξη πατρίδα μας, στην οικουμένη όλη, και δοξάζουμε τον Χριστό μας, γιατί μας αξίωσε να σε νοιώθουμε δικό μας άνθρωπο, να παίρνουμε θάρρος από το θάρρος σου, δύναμη από την δύναμή σου, πίστη από την πίστη σου. Ο Άγιος Ληστής του Γολγοθά, σου άνοιξε την πόρτα του Παραδείσου. αυτήν που Εκείνος άνοιξε με το «Μνήσθητί μου» (Λουκ. κγ΄ 42). Με την παρρησία σου προς την άφατη Αγάπη, το Κύριό μας, βοήθησε και εμάς να βρεθούμε κοντά σου, όταν φθάσει και ο δικός μας «χρόνος της αναλύσεως» (Β΄ Τιμ. δ΄ 6).